Την αρχαία οδό της «λιθαγωγίας», τον δρόμο δηλαδή που οδηγούσε από τα λατομεία μαρμάρου της Πεντέλης στην Αθήνα, έφεραν στο φως στο Χαλάνδρι- και μάλιστα στη σύγχρονη λεωφόρο Πεντέλης- οι αρχαιολόγοι της Β΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων της οποίας προΐσταται η κυρία Ιωάννα Δρακωτού . Πρόκειται για ιδιαιτέρως σημαντική οδό καθώς μέσω αυτής μεταφέρονταν από το Πεντελικόν όρος (ή Βριλησσόν) στο άστυ οι όγκοι του μαρμάρου με τους οποίους χτίστηκαν τα μνημεία της Ακρόπολης. Για πρώτη φορά λοιπόν τώρα ανασκάπτεται τμήμα της, αυτό που εντοπίστηκε από σωστική ανασκαφή σε ιδιωτικό οικόπεδο που βρίσκεται στη λεωφόρο Πεντέλης 133 (μεταξύ των οδών Πάρνηθος, Μεσσηνίας και Λακωνίας) και σε απόσταση περίπου 80 μέτρων νοτίως της ρεματιάς Χαλανδρίου. Την αναγνώριση και την ταύτιση της αρχαίας οδού έκανε η αρχαιολόγος της Εφορείας κυρία Μέλπω Πωλογιώργη .
Τρία οδοστρώματα υπολογίζεται ότι είχε η αρχαία οδός, αλλά μέχρι στιγμής έχει ερευνηθεί μόνον το ανώτερο. Φέρει μάλιστα τις αρματροχιές, τις δύο αύλακες δηλαδή για τους τροχούς των οχημάτων, με τη μία εξ αυτών να διακρίνεται με σαφήνεια παράλληλα προς το βόρειο ανάλημμα της οδού.
Ο δρόμος αποκαλύφθηκε σε όλο το πλάτος του οικοπέδου, δηλαδή σε μέγιστο μήκος 19,70 μ., ενώ το μέγιστο πλάτος του είναι 3,30 μ. Στις δύο πλευρές της σώζονται οι αναλημματικοί τοίχοι που συγκρατούσαν τα οδοστρώματα από συμπιεσμένο χώμα που περιλαμβάνει όστρακα αγγείων και κατά τόπους μικρούς αργούς λίθους.
Το καλύτερα διατηρημένο ανάλημμα είναι το νότιο προς τη λεωφόρο Πεντέλης. Προς την εσωτερική πλευρά της οδού, το ανάλημμα αποτελείται κυρίως από ακατέργαστους κροκαλοπαγείς λίθους ενώ προς την εξωτερική της από ένα λιθολόγημα από μικρούς λίθους και ποταμίσια χαλίκια. Ενας πρόχειρος τοίχος, εξάλλου, κατασκευασμένος από αργούς λίθους και ποταμίσια χαλίκια, ο οποίος έχει εντοπισθεί σε απόσταση 5,40 μ. από το βόρειο ανάλημμα (προς την πλευρά της ρεματιάς Χαλανδρίου) και βαίνει παράλληλα προς την αρχαία οδό, θεωρείται ότι λειτουργούσε ως ανάχωμα για την προστασία της στην περίπτωση ισχυρών πλημμυρών.
Ανάμεσα στα κινητά ευρήματα που έχουν προκύψει ως τώρα διακρίνονται ένα μολύβδινο σταθμίο (αντικείμενο μέτρησης βάρους), μια χάλκινη εφηλίδα (κάλυμμα καρφιού), μια ενσφράγιστη λαβή οξυπύθμενου αμφορέα για κρασί με παράσταση οινοχόης, αλλά και ένα χάλκινο νόμισμα της εποχής Φραγκοκρατίας, το οποίο καθώς βρέθηκε επάνω στο βόρειο ανάλημμα της αρχαίας οδού, πιθανώς υποδεικνύει τη χρήση της ως την εποχή εκείνη. Αφθονη βεβαίως είναι και η αρχαία κεραμική.
Να σημειωθεί ότι ο εντοπισμός αρχαίων καταλοίπων στο οικόπεδο έγινε από τον αρχαιολόγο της Β΄ Εφορείας κ. Δέδε Λιώνη ενώ η ανασκαφική έρευνα διεξάγεται από την αρχαιολόγο κυρία Γιούλη Παπαγεωργίου, υπό την καθοδήγηση και εποπτεία της αρχαιολόγου κυρίας Πωλογιώργη. Το ενδιαφέρον εξάλλου είναι ότι από τη στιγμή κατά την οποία το Χαλάνδρι και άλλες περιοχές της Αττικής υποβάλλονται σε αρχαιολογικό έλεγχο, σημαντικές αρχαιότητες έρχονται στο φως εμπλουτίζοντας τις γνώσεις για την αρχαία ιστορία του Λεκανοπεδίου.
Πορεία ίδια με εκείνη που είχε χαράξει ο Μανόλης Κορρές
Η ύπαρξη της οδού της λιθαγωγίας ήταν βεβαίως γνωστή, όχι όμως και η πορεία της, η οποία απλώς εικαζόταν με βάση γεωμορφολογικές και αρχαιολογικές παρατηρήσεις. Ωστόσο, πρόταση για την πορεία της αρχαίας οδού της λιθαγωγίας έχει κάνει ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ κ. Μανόλης Κορρές στο βιβλίο του «Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα». Και πράγματι, ο εντοπισμός της οδού βρίσκεται ακριβώς στην πορεία που έχει χαράξει, όπως αποδεικνύεται άλλωστε και από τα σχετικά σχεδιαγράμματα.
«Η οδός της μεταφοράς ή λιθαγωγίας άρχιζε από το κάτω πέρας της οδού της “καταγωγής”, ακολουθούσε τη δεξιά πλευρά της ρεματιάς του Χαλανδρίου επί μήκους τεσσάρων περίπου χιλιομέτρων,κατόπιν την αριστερή επί μήκους άλλων τεσσάρων,στη συνέχεια πλησίαζε τη διαδρομή της οδού Κηφισίας με μέρος της οποίας συνέπιπτε και μέσω του σημερινού Εθνικού Κήπου και της νοτίας κλιτύος της Ακροπόλεως κατέληγε αμέσως μετά από τον Ιερόν της Νύμφης σε υψόμετρο 96 μέτρων,όπου ήταν και η διασταύρωσή της με μία άλλη οδό, η οποία (κατά μήκος της δυτικής πλευράς του Ηρωδείου) οδηγούσε προς την Ακρόπολη» αναφέρει χαρακτηριστικά στο βιβλίο του ο κ. Κορρές.
Σύμφωνα με τον ίδιο πάντα, η οδική απόσταση από το κάτω πέρας της οδού καταγωγίας ως τη διασταύρωση με το Ιερό της Νύμφης ήταν 17.400 μέτρα, δηλαδή μόνον κατά 1.000 μέτρα μεγαλύτερη από την ευθύγραμμη απόσταση μεταξύ των δύο σημείων. Οπως αναφέρει εξάλλου, η οδός της λιθαγωγίας ήταν σχεδόν σε όλο το μήκος της κατηφορική, κάτι που διευκόλυνε σε μεγάλο βαθμό τη μεταφορά του μαρμάρου.
«Οι αρχικοί στενοί εξοχικοί δρόμοι που κάποτε διέσχιζαν τις έρημες εκτάσεις μεταξύ μικρών χωριών όπως το Χαλάνδρι, οι Κουκουβάουνες ή το Αράκλι (σημερινό Παλαιό Ηράκλειο), κατά κανόνα δεν καταργήθηκαν από τη νέα πληθωρική μορφή της πυκνοκατοικημένης πόλης αλλά ενυπάρχουν ενσωματωμένοι ή και κατά διαφόρους τρόπους μεταμορφωμένοι μέσα στο απερίγραπτα ακανόνιστο αλλά όχι και τελείως τυχαίο σχέδιό της» αναφέρει ο κ. Κορρές.