Τα βίαια γεγονότα που έλαβαν χώρα τις τελευταίες εβδομάδες του περασμένου χρόνου έφεραν και πάλι στην επιφάνεια το νοσηρό κλίμα που εδώ και πολλά χρόνια έχει διαμορφωθεί στα ελληνικά πανεπιστήμια, τα οποία παραμένουν δέσμια των μύθων που κυριαρχούν ιδεολογικά στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης.
Ενας πρώτος μύθος ο οποίος προωθείται από κάποιους κύκλους και σχεδόν από όλα τα ΜΜΕ προσπαθεί να πείσει την κοινωνία ότι οι αναταραχές που βιώσαμε πρόσφατα αποτελούν έκφραση «εξέγερσης της νεολαίας». Αλλά εξέγερση της νεολαίας, επί παραδείγματι, με συνέλευση 175 ατόμων σε σύνολο 3.100 φοιτητών, με κατάληψη που «κρατούσε στον γύψο» ένα ολόκληρο Πολυτεχνείο Κρήτης, περισσότερο σαν ανέκδοτο ακούγεται. Και δεν είναι βέβαια δυνατόν να θεωρηθεί «εξέγερση της νεολαίας» η αυθόρμητη και μαζική συναισθηματική αντίδραση των μαθητών απέναντι στην άδικη δολοφονία ενός 15χρονου, αφού πρόκειται για μια αναμενόμενη υγιή αντίδραση που επιβάλλεται να ξανασυμβεί οποτεδήποτε υπάρξει παρόμοιο ερέθισμα. Δεν έχουμε άραγε σκεφτεί ότι προσβάλλουμε τα παιδιά μας χρεώνοντάς τους την τάχα «εξεγερμένη νεολαία» των 4.000- 5.000 «γνωστών αγνώστων», κάμποσων περιθωριακών μεταναστών και κάθε καρυδιάς καρυδιού, με τους βανδαλισμούς, το πλιάτσικο και την τυφλή βία που άσκησαν;
Ενας δεύτερος φθοροποιός μύθος επιβάλλει ότι στο «δημοκρατικό» πανεπιστήμιο οι σπουδές μπορούν να γίνονται, χωρίς υποχρεωτικές παρακολουθήσεις, με ένα και μοναδικό σύγγραμμα. Το πανεπιστημιακό άσυλο έχει κα ταντήσει άσυλο παρανόμων, ορμητήριο καταστροφέων δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας και προστασία αντιδημοκρατικών συμπεριφορών. Και καταλήγουν πρυτανείες να αυτοεξευτελίζονται και να αρνούνται ότι τελέστηκαν έκτροπα εντός των ιδρυμάτων, στο όνομα του εξευμενισμού των βανδάλων ή εξαγοράζοντας «προστασία».
Τέλος, έχουμε την περίφημη συνδιοίκηση φοιτητών/διδασκόντων, σύμφωνα με την οποία η γνώμη των περαστικών μαθητευομένων μετράει εξίσου με τις γνώμες των ανθρώπων που έχουν ζήσει στον χώρο και με τις δύο ιδιότητες και που θα κάνουν στο ίδρυμα ολόκληρη καριέρα. Και όμως η ηγεμονεύουσα ιδεολογία δεν βρίσκει τίποτα το στραβό σε όλα αυτά!
Τρίτος ύπουλος και καταστροφικός μύθος που συντηρείται είναι ότι τα «παιδιά» έχουν πάντα δίκιο, δεν τα νουθετούμε αλλά απλά τα ακούμε. Στα «παιδιά», λοιπόν, όλα επιτρέπονται. Κάποιοι τους έχουν μάθει ότι νόμιμο είναι «το δίκιο του κάθε φοιτητή», με αποτέλεσμα να αδιαφορούν για το ισχύον νομικό πλαίσιο και να απαιτούν αδιαπραγμάτευτα να εφαρμοστεί αυτό που τους βολεύει! Πόθεν λοιπόν εκπορεύεται, αν όχι εκ του πονηρού, αυτή η εκφυλιστική νοοτροπία τού ότι απλά διαλεγόμαστε και επ΄ ουδενί αποδοκιμάζουμε κατακριτέες ή και παραβατικές νοοτροπίες και συμπεριφορές;
Τέταρτος αντιδραστικός μύθος της νεοελληνικής «κουλτούρας» είναι ότι οποιοσδήποτε αντιδρά, αντιστέκεται, διαμαρτύρεται, αναγορεύεται προοδευτικός, λαϊκός αγωνιστής, εξεγερμένος επαναστάτης. Με τον τρόπο αυτόν μπερδεύουμε την ήρα με το στάρι, το δίκαιο με το άδικο, το προοδευτικό με το αντιδραστικό και έτσι, βολικά, γνωρίζουμε… «με ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε». Ο πέμπτος μύθος έγκειται στην απόρριψη κάθε μορφής αξιολόγησης του έργου που παρέχουν οι διδάσκοντες. Οι «λειτουργοί» της παιδείας a priori και ex officio είναι επαρκείς στη δουλειά τους και δεν πρέπει να υφίστανται τον παραμικρό έλεγχο. Κάθε ποσοτικός δείκτης εμπορευματοποιεί την εκπαίδευση και η αξιολόγηση ως ιδέα απορρίπτεται συλλήβδην. Ο ακαδημαϊκός δάσκαλος πρέπει να μένει στο απυρόβλητο, να διδάσκει πρακτικά ό,τι και όπως θέλει και να μη δίνει λογαριασμό ουσιαστικά σε κανέναν.
Ενας έκτος μύθος αποδίδει την κακοδαιμονία της Παιδείας αποκλειστικά στη χαμηλή χρηματοδότηση. Τι όμως έχουμε να πούμε για τα τεράστια ποσά που δαπανώνται κάθε χρόνο για μισθοδοσία υπεράριθμου προσωπικού στα μεγάλα ιδρύματα του κέντρου, όπου λειτουργούν Τμήματα με 150-180 μέλη ΔΕΠ και όπου οι καθηγητοποιήσεις γίνονταν αθρόα από σειρά κυβερνήσεων, σπονδή στις διεκδικήσεις του συνδικαλιστικού κινήματος;
Είναι γεγονός ότι η κατάσταση στην ελληνική κοινωνία είναι τραγική. Διαφθορά, συναλλαγή σε όλα τα επίπεδα, αυθαιρεσία, κατάχρηση της οποιασδήποτε έστω και μικρής εξουσίας ασκούμε, έλλειψη οράματος για το μέλλον και δυσοίωνες προοπτικές. Και όσα συμβαίνουν σήμερα στα πανεπιστήμια μπορεί να ερμηνεύονται από κάποιους σαν σημάδια αμφισβήτησης του συστήματος, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για συμπτώματα των ίδιων ασθενειών που μαστίζουν την κοινωνία μας. Αυτό που επιβάλλεται να κάνουμε ως πανεπιστημιακοί είναι να δώσουμε το παράδειγμα ώστε να δημιουργηθούν στα ανώτατα ιδρύματα θύλακοι μειωμένης εντροπίας, οι οποίοι στο πλαίσιο της όποιας αυτονομίας μας ορίζεται, να βρίσκονται έστω και λίγα βήματα μπροστά από τον κοινωνικό χώρο που μας περιβάλλει, μικρές οάσεις, παραδείγματα προς μίμηση για τα νέα παιδιά.
Θα πρέπει να δώσουμε στους νέους την ελπίδα μιας νέας κατεύθυνσης μέσα στο πανεπιστήμιο. Να μιλήσουμε δηλαδή τη γλώσσα της ειλικρίνειας και της αλήθειας, έστω κι αν ακούγεται σκληρή, να πάψουμε να χαϊδεύουμε αφτιά, είτε αυτά είναι τα δικά μας είτε είναι των άλλων. Να μην ανεχόμαστε συμβιβασμούς στην αξιοκρατία. Να δείχνουμε πρώτοι εμείς ότι απαιτούμε την αλλαγή και τη βελτίωση και να μην οχυρωνόμαστε πίσω από προνόμια και κεκτημένα, και να σεβόμαστε χωρίς συμβιβασμούς και σκοπιμότητες την εντολή που μας έδωσε ο ελληνικός λαός, ο οποίος και μας πληρώνει από το υστέρημά του: να παρέχουμε δηλαδή στα παιδιά του τα περισσότερα δυνατά εφόδια ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τη ζωή με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις.
Ο κ. Ν. Βαρότσης είναι αντιπρύτανης του Πολυτεχνείου Κρήτης.