Στη σημερινή συγκυρία η δυσκολία στην άντληση χρηματοδοτικών πόρων από τις διεθνείς αγορές έχει οδηγήσει τα επιτόκια καταθέσεων στην Ελλάδα σε υπερβολικά υψηλό επίπεδο, ενώ το ίδιο διάστημα το επιτόκιο της ΕΚΤ έχει μειωθεί δραστικά. Ετσι, αντί να σημειωθούν μειώσεις στα επιτόκια χορηγήσεων, παρατηρούνται αυξήσεις, οι οποίες όμως δεν καλύπτουν το πραγματικό κόστος των τραπεζών. Πράγματι, τα σημερινά επιτόκια χορηγήσεων, παρά την αύξηση του κόστους χρηματοδοτήσεως των τραπεζών αλλά και την αύξηση του πιστωτικού κινδύνου λόγω επιδεινώσεως των οικονομικών συνθηκών, παραμένουν χαμηλά, αφού συνειδητά οι τράπεζες απορροφούν σημαντικό μέρος του κόστους εις βάρος της κερδοφορίας τους. Η κατάσταση αυτή αναμένεται να βελτιωθεί με την ομαλοποίηση των αγορών και την εφαρμογή των μέτρων ενισχύσεως της ρευστότητας το επόμενο διάστημα.
Μετά την έξοδο από την κρίση στο νέο οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων φαίνεται ότι, για μια σειρά λόγους, θα γίνεται κατά κανόνα με μεγαλύτερους περιορισμούς και υψηλότερο κόστος. Το εποπτικό περιβάλλον θα γίνει πιο αυστηρό. Η διάθεση αναλήψεως κινδύνων από τις τράπεζες θα μειωθεί.
Οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις, που έχουν ήδη αυξηθεί για την αντιμετώπιση της κρίσεως, θα παραμείνουν σε υψηλό επίπεδο. Η διατήρηση υψηλής ρευστότητας θα αποτελεί πρωταρχικό στόχο των τραπεζών καθώς η εξάρτησή τους από τις διεθνείς αγορές για την άντλησή της θα ενέχει μεγάλη αβεβαιότητα. Τέλος, η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, αν και βρίσκεται σήμερα σε υψηλό σημείο, θα ενισχυθεί περαιτέρω λόγω των αυξημένων χρηματοοικονομικών κινδύνων. Η επόμενη ημέρα θα βρει το τραπεζικό σύστημα πιο εύρωστο και, ταυτόχρονα, κεφαλαιακά ισχυρό και με την αναπτυξιακή δυναμική του σε πιο στέρεες βάσεις.
Η επόμενη ημέρα θα βρει και την οικονομία σε καλύτερο σημείο όσον αφορά την αποκατάσταση μακροχρόνιων συνθηκών αναπτύξεως στο μέλλον. Λόγω της επιβραδύνσεως της οικονομικής δραστηριότητας, οι ρυθμοί αυξήσεως στην κατανάλωση, στις επενδύσεις και στις εισαγωγές θα μειωθεί. Ταυτόχρονα θα δοκιμασθούν πολλοί και σημαντικοί κλάδοι της οικονομίας καθώς συμπιέζονται τα εισοδήματα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το αποτέλεσμα θα πρέπει να είναι μια μείωση του μεγάλου ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, καθώς αυξάνεται η εγχώρια αποταμίευση και μειώνεται η εξάρτηση από τον εξωτερικό δανεισμό. Εκτός, βεβαίως, αν ξεφύγει το δημοσιονομικό έλλειμμα καθώς τα φορολογικά έσοδα θα μειωθούν τον επόμενο χρόνο λόγω της οικονομικής επιβραδύνσεως. Επομένως, το περιθώριο για χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής είναι περιορισμένο. Χώρες στην Ευρώπη που ακολουθούν επεκτατική δημοσιονομική πολιτική για την αντιμετώπιση της κρίσεως δεν έχουν ούτε το χρέος ούτε το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο που έχει η Ελλάδα.
Την επόμενη ημέρα θα υπάρξει τάση αυξημένου κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία. Χρειάζεται, λοιπόν, σύνεση και προσοχή ώστε να μην ξαναγυρίσουμε σε πρακτικές του παρελθόντος. Οι ελληνικές τράπεζες θα ενταχθούν στο κυβερνητικό πρόγραμμα ενισχύσεως της ρευστότητας στην οικονομία, παρά τους περιορισμούς στην εταιρική διακυβέρνηση για τη χρήση των προσφερομένων πόρων χρηματοδοτήσεως. Σε καμιά περίπτωση, όμως, δεν θα πρέπει η παροχή κεφαλαίων και ρευστότητας στις τράπεζες να εξελιχθεί σε εμπλοκή του κράτους στην κατανομή και στον έλεγχο σκοπιμότητας των πιστώσεων. Διότι στην περίπτωση αυτή καταλύεται κάθε έννοια συνετής διαχειρίσεως του πιστωτικού κινδύνου και επιστρέφουμε στο παρελθόν. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να λησμονούμε τον τρόπο που λειτουργούσε το τραπεζικό σύστημα όταν οι περισσότερες τράπεζες ήταν υπό κρατικό έλεγχο. Το κράτος σήμερα ελέγχει και κατευθύνει δράσεις σε μια σειρά τομείς όπως η Παιδεία, η Υγεία, η ενέργεια, η κοινωνική ασφάλιση, η διαχείριση της ακίνητης δημόσιας περιουσίας, τα αεροπλάνα, τα τρένα, τα φορτηγά, οι αστικές συγκοινωνίες, τα αεροδρόμια, τα λιμάνια κ.ο.κ., με τα γνωστά σε όλους μας αποτελέσματα δυσλειτουργίας και κακοδιαχειρίσεως. Υπάρχει, λοιπόν, κανείς σήμερα που να πιστεύει ότι η επίδοση του κράτους σε οποιονδήποτε από αυτούς τους τομείς μπορεί να θεωρηθεί πρότυπο για τον έλεγχο και του τραπεζικού συστήματος;
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ελληνικές τράπεζες είναι εισαγόμενο αλλά θα λυθεί όταν αποκατασταθούν συνθήκες ομαλότητας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων.