Θεϊκός αγγελιαφόρος: μια άυλη προστατευτική μορφή, γέφυρα «επικοινωνίας» ανάμεσα στους ανθρώπους και στον Θεό. Ετσι νοούνται για τη χριστιανική θρησκεία οι άγγελοι, ενώ η τέχνη τούς έχει αναπαραστήσει με έξοχες εικόνες σε όλες τις εποχές. Από τα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού, στη βυζαντινή εποχή, εν συνεχεία στην ευφάνταστη και καλλιεργημένη Αναγέννηση και από εκεί στον Κλασικισμό και στον Ρομαντισμό ως τα νέα κινήματα. Και πάντα βέβαια στη λαϊκή τέχνη. Αυτές οι αγγελικές μορφές που απαντώνται στις προθήκες (ή και στις αποθήκες) του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου επιλέχθηκαν για να κοσμήσουν το ημερολόγιό του για τη νέα χρονιά, σε επιμέλεια του ιστορικού τού μουσείου κ. Στάθη Γκότση. «Οι αρχάγγελοι, οι άγγελοι και τα Χερουβείμ που εντοπίζονται σε πλείστα έργα του μουσείου δείχνουν εύγλωττα αυτόν τον εικονογραφικό πλούτο, αποτυπωμένα είτε με το πινέλο του Ρίτζου, είτε με τη βελόνα μιας κεντήστρας, είτε ακόμη από το σφυρί του ασημουργού» σημειώνει στον πρόλογο ο κ. Δημήτρης Κωνστάντιος, διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου.
Πανέμορφες όπως είναι αυτές οι φτερωτές μορφές, δεν είναι διόλου περίεργο που τις επέλεξαν ποιητές, καλλιτέχνες και στοχαστές μέσα στους αιώνες. Ο κ. Γκότσης πάντως ανιχνεύει ορθώς την αφετηρία τους στους μινωικούς φτερωτούς δαίμονες και ύστερα στην Ηώ, στη Νίκη, στον Ερωτα και στους Ερωτιδείς, στον Υπνο και στον Θάνατο, στον Ζέφυρο, στον Βορέα και στους άλλους ανέμους, όλα όνταδημιουργήματα της αρχαίας ελληνικής εποχής. Αλλωστε, άγγελοι δεν υπάρχουν μόνον στην ελληνική μυθολογία. Υπάρχουν και στον ζωροαστρισμό, στα σαμανιστικά οράματα, στον ινδουισμό, στον βουδισμό, ακόμη και στον μουσουλμανικό κόσμο.
«Μυριάδες μυριάδων και χιλιάδες χιλιάδων…», οι άγγελοι είναι κατά τον Δανιήλ οργανωμένοι ιεραρχικά σε εννέα τάγματα. Ανήκουν στον πνευματικό κόσμο και είναι άυλα, αόρατα και αεικίνητα, ασώματα και επομένως άφυλα κτίσματα, άγια και λογικά. «Στη χριστιανική τέχνη,αφηγηματική και αναπαραστατική διδακτική,η εικονογραφία των αγγέλων αξιοποιεί και μετασχηματίζει αρχαία πρότυπα φτερωτών μορφών για να αποδώσει ανθρωπομορφικά – υπερβαίνοντας την εγγενή αντίφαση- το άυλο,αόρατο και ασώματο», όπως σημειώνει ο κ. Γκότσης. Στη συνέχεια όμως «η εικονογραφική περιπέτεια των αγγέλων παρακολουθεί τις μετατοπίσεις και αναζητήσεις που γεννούν οι διαφορετικές εποχές και συνθήκες», συμπληρώνει ο ίδιος.
Η επιλογή στην προκειμένη περίπτωση έγινε μεταξύ των αγγέλων «διά χειρός» Ανδρέα Ρίτζου,Εμμανουήλ Τζάνε,Ηλία Μόσκου,Κωνσταντίνου Κονταρίνη, Αγήνωρα Αστεριάδη,Φώτη Κόντογλου κ.ά., ενώ παρουσιάζονται επίσης εξαπτέρυγα Σεραφείμ από λειτουργικά σκεύη ή άμφια, καθώς και άλλες αγγελικές μορφές που συμμετέχουν στη Θεία Λειτουργία. Τα 21 από τα 62 έργα, μάλιστα, που κοσμούν το ημερολόγιο παρουσιάζονται παράλληλα σε έκθεση.
Εξόχως γοητευτική χαρακτηρίζει ο ιστορικός την περιπλάνηση στο σύμπαν των αγγέλων καθώς, παρά τις αέναες μεταμορφώσεις τους μέσα στους αιώνες, παραμένουν πλάσματα(;) διφορούμενα, που συμπυκνώνουν πολύμορφες αντιθέσεις. Η ανθρωπομορφική προσέγγισή τους από την τέχνη, ωστόσο, είναι αδιαπραγμάτευτη. Ενδιαφέρον έχει και το γεγονός ότι για τη χριστιανική θρησκεία δεν υπήρξαν πάντοτε καλοδεχούμενοι. Για παράδειγμα, ο Απόστολος Παύλος είχε στηλιτεύσει τη λατρεία τους, ενώ η Σύνοδος της Λαοδικείας (μέσα 4ου αιώνα) καταδίκασε την αγγελολατρεία ως συγκεκαλυμμένη ειδωλολατρία, ώσπου να επανέλθει από τη Σύνοδο του 787.
Υπάρχουν άγγελοι σήμερα; «Συνεχίζουν να ανιχνεύονται στις παραδοσιακές μεταφυσικές αγωνίες των πιστών ή στις παρηγορητικές αναζητήσεις του new age,αλλά και στις ποικιλόμορφες, κριτικές ή αναστοχαστικές, φιλοσοφικές και καλλιτεχνικές προσεγγίσεις » απαντά ο μελετητής. Οι σύγχρονοι άγγελοι ωστόσο είναι διαφορετικοί. Είναι ο επαναστατημένος άγγελος των ταινιών του Παζολίνι άλλοτε γοητευτικός, όπως στο «Θεώρημα», και άλλοτε κανιβαλικός, όπως στο «Χοιροστάσιο» -, ο ελλειπτικός άγγελος του Πάουλ Κλέε με τις διπλωμένες φτερούγες, αποπροσανατολισμένος και αποξενωμένος, ο άγγελος του Βιμ Βέντερς στα «Φτερά του έρωτα», που απαρνιέται την αγγελική υπόστασή του για έναν ανθρώπινο έρωτα, τα έργα των Γκίλμπερτ και Τζορτζ, αλλά και οι «τρεις χιλιάδες άγγελοι» του Σεφέρη , που «μάζεψαν τα φτερά τους και γενήκαν/ ένα σκυλί/ ξεχασμένο/ που γαυγίζει/ μοναχό/ και γυρεύει τον αφέντη του/ ή τη δευτέρα παρουσία/ ή ένα κόκκαλο» («Ο κ. Στρατής Θαλασσινός»).