Το ασφαλιστικό τοπίο στην Ελλάδα θα είναι μια ακόμη φορά διαφορετικό στις αρχές του νέου έτους, οπότε αναμένεται να έχει δημοσιευθεί και η οριστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στο οποίο έχει παραπεμφθεί η χώρα μας για τη μη εξομοίωση των ορίων συνταξιοδότησης μεταξύ των ανδρών και των γυναικών στο Δημόσιο στο 65ο έτος της ηλικίας τους και η οποία, κατά κοινή ομολογία, θα είναι καταδικαστική. Η κυβέρνηση, όπως προκύπτει από το υπόμνημα το οποίο ήδη κατέθεσαν προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων στην οποία μετέχουν εκπρόσωποι της κυβέρνησης και της ΑΔΕΔΥ, θα κληθεί, μεσούσης της οικονομικής κρίσης, να χειριστεί μια ακόμη «καυτή πατάτα» με τη λήψη επώδυνων για το σύνολο των εργαζομένων μέτρων που θα έχουν ως επακόλουθο να αυξηθούν από πέντε έως και 15 χρόνια υφιστάμενα όρια συνταξιοδότησης ή να ανατραπούν ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Ο χαρακτηρισμός του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα ως επαγγελματικού και η συνακόλουθη υπαγωγή του στο άρθρο 141 των Συνθηκών, εκτιμούν τα μέλη της Επιτροπής, θα έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για όλο το ασφαλιστικό σύστημα, καθώς με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως επαγγελματικοί οι επί μέρους φορείς που συναποτελούν τον πρώτο πυλώνα του ασφαλιστικού μας συστήματος. Οι δυσμενείς, με άλλα λόγια, αποφάσεις δεν θα επηρεάσουν μόνο τους υπαλλήλους του Δημοσίου, με άμεσο επακόλουθο την εξομοίωση των ορίων συνταξιοδότησης μεταξύ των ανδρών και των γυναικών, αλλά και τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα ευρύτερης κατηγορίας εργαζομένων.
Μέλη της ΑΔΕΔΥ που μετέχουν στην Επιτροπή θεωρούν επίσης ότι οι διαβεβαιώσεις των υπουργών Οικονομίας κ. Γ. Αλογοσκούφη και Απασχόλησης κυρίας Φάνης Πάλλη-Πετραλιά ότι δεν πρόκειται να θιγούν τα ασφαλιστικά και συντα ξιοδοτικά δικαιώματα ή ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει στη σύσταση Οργανισμού Κοινωνικής Ασφάλισης με ταυτόχρονη κατάργηση της υφιστάμενης Διεύθυνσης, ώστε να παρακάμψει την τυχόν αρνητική απόφαση του Δικαστηρίου, δεν έχουν αντίκρισμα. Παραδέχονται ακόμη ότι η φημολογία που έχει αναπτυχθεί γύρω από τα όρια συνταξιοδότησης έχει ήδη οδηγήσει σε αθρόες συνταξιοδοτήσεις υπαλλήλων του Δημοσίου, γεγονός το οποίο αναμένεται να προσλάβει νέες διαστάσεις κατά τη διάρκεια του 2009, οπότε θα έχει γίνει γνωστή και η σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Στο μόνο που θα μπορούσε να… ελπίζει, με άλλα λόγια, η κυβέρνηση είναι μια ολιγόμηνη αναβολή της συμμόρφωσης της χώρας μας λόγω ευρωεκλογών ή, σε περίπτωση που προκληθούν πρόωρες βουλευτικές εκλογές, την παραπομπή λήψης των αναγκαίων μέτρων στην επόμενη κυβέρνηση.
Τα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων με υπόμνημά τους προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταβάλλουν απέλπιδες, παρά ταύτα, προσπάθειες να μην υπάρξουν αρνητικές εξελίξεις, επισημαίνοντας ότι από την αναλυτική προσέγγιση των κατηγοριών προσώπων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, ο οποίος διέπει τη συνταξιοδοτική κάλυψη του Δημοσίου, προκύπτει ότι σε καμία περίπτωση το σύστημα ασφάλισης δεν μπορεί να θεωρηθεί επαγγελματικό. Και αυτό γιατί στο ρυθμιστικό πεδίο εφαρμογής υπάγονται τόσο πολιτικοί και στρατιωτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου όσο και ειδικές κατηγορίες προσώπων, οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν συνδέονται με εργασιακή σύμβαση με το Δημόσιο, όπως για παράδειγμα οι νομάρχες, οι μετακλητοί υπάλληλοι, οι υπάλληλοι σχολείων του εξωτερικού κτλ. Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα, επισημαίνεται, είναι σύστημα καθαρά πολυδιασπασμένο, ρυθμιζόμενο, ωστόσο, βάσει αυστηρά νομοθετικών κρατικών επιλογών, δεν καταλείπουν περιθώριο διαπραγμάτευσης στους κοινωνικούς εταίρους, παρά μόνο όταν πρόκειται για τη σύσταση Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης με ρόλο καθαρά συμπληρωματικό και δυνητικό.
Ο χαρακτηρισμός του ελληνικού ασφαλιστικού συστήματος ως επαγγελματικού, για τούτο, θα ήταν ανακόλουθος προς τις διάφορες συνταξιοδοτικές παροχές που δεν σχετίζονται με την εργασιακή σχέση στο Δημόσιο αλλά οφείλονται σε λόγους καθαρά κοινωνικής ασφάλειας. Ο υπολογισμός δε των συντάξεων με βάση τον τελευταίο μισθό ή τον μέσο μισθό μιας τελευταίας χρονικής περιόδου επισημαίνεται ότι έχει απλώς τεχνικό χαρακτήρα, πολύ περισσότερο μάλιστα από τη στιγμή που οι ασφαλιστικές εισφορές συναρτώνται και με τα επίπεδα του εκάστοτε μισθού ή με όσα πλασματικά αναγνωρίζει ο νόμος για τη χορήγηση σύνταξης. Η ελληνική νομοθεσία, καταλήγουν, βαίνει σταδιακά προς την άρση των τυχόν υφιστάμενων διακρίσεων.