Το γεγονός ότι ο γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί επέλεξε να γιορτάσει τη χθεσινή Ημέρα της Γυναίκας τρώγοντας με τις εφετινές τιμηθείσες με τα Βραβεία «L’Oréal -UNESCO για τις Γυναίκες στην Επιστήμη» λέει πολλά για τη σημασία του θεσμού που συμπλήρωσε κιόλας δέκα χρόνια λειτουργίας. Η απονομή έγινε την περασμένη Πέμπτη στο Παρίσι από τον γενικό διευθυντή της UNESCO Κοϊτσίρο Ματσούρα και με τα «γυναικεία Νομπέλ», όπως έχουν καθιερωθεί να λέγονται, τιμήθηκαν πέντε γυναίκες επιστήμονες – μία από κάθε ήπειρο – για τη συμβολή τους στην επιστημονική έρευνα στον τομέα των Βιοεπιστημών. Τα βραβεία απονέμονται κάθε χρόνο εναλλάξ σε επιστήμονες του εν λόγω τομέα και των Επιστημών των Υλικών από επιτροπή διεθνούς κύρους, πρόεδρος της οποίας ήταν ο καθηγητής Γκύντερ Μπλόμπελ (Βραβείο Νομπέλ Ιατρικής 1999).
Εκτός όμως από τα πέντε βραβεία, με χρηματικό έπαθλο 100.000 δολαρίων για την καθεμία τιμηθείσα, το πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από τη L’Oréal και περιβάλλεται με το επιστημονικό κύρος της διεθνούς επιτροπής και της UNESCO αποτελείται και από δύο άλλες παραμέτρους: τις διεθνείς υποτροφίες, ύψους 40.000 δολαρίων η καθεμία, που απονέμονται κάθε χρόνο σε 15 νεαρές επιστήμονες οι οποίες αρχίζουν τώρα την καριέρα τους, και το πρόγραμμα εθνικών βραβείων και υποτροφιών, που υλοποιεί κάθε χώρα χωριστά. Η Ελλάδα είναι για την ώρα απούσα από τα διεθνή βραβεία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν διαθέτει γυναίκες άξιες για το βραβείο. Αυτό που λείπει είναι η κατάλληλη ενημέρωση και η γνώση ότι οι υποψηφιότητες προωθούνται μέσα από την Εθνική Επιτροπή της UNESCO του υπουργείου Εξωτερικών. Στη χώρα μας έχουν ήδη τιμηθεί πέντε νεαρές γυναίκες και ο θεσμός που τώρα αρχίζει να ισχύει θα έχει προοπτική.
Λιχάντ αλ Γκαζάλι
Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα
Βραβείο για την Αφρική και τις αραβικές χώρες
Η καθηγήτρια Κλινικής Γενετικής και Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων βραβεύτηκε «για τη συνεισφορά της στον χαρακτηρισμό των κληρονομικών διαταραχών».
Η κυρία Αλ Γκαζάλι με μεταπτυχιακές σπουδές στα Πανεπιστήμια του Εδιμβούργου και του Λιντς έχει εστιάσει την έρευνά της στην ταυτοποίηση και στην περιγραφή γενετικών διαταραχών και συνδρόμων διαδεδομένων στους λαούς της αραβικής χερσονήσου σε κλινικό και μοριακό επίπεδο. Μαζί με την ομάδα της έχει συνεισφέρει στην ταυτοποίηση 15 υπολειπόμενων γονιδίων και στη χαρτογράφηση επτά γονιδίων. Εχει προσφέρει σημαντικά δεδομένα σχετικά με την κλινική εμφάνιση και το φυσικό ιστορικό πολλών γενετικών συνδρόμων, καθώς και σχετικά με την περιγραφή νέων συνδρόμων, δύο από τα οποία πήραν το όνομά της. Δημιούργησε επίσης ένα γραφείο μητρώου για την παρακολούθηση συγγενών ανωμαλιών στη χώρα της, το πρώτο αραβικής χώρας που έγινε μέλος στο International Clearinghouse of Birth Defects της Ρώμης. Στη χώρα της είναι υψηλά τα ποσοστά αιμομικτικών γάμων (σύζυγοι με κοινό πρόγονο), με αποτέλεσμα να είναι συχνότερη η εμφάνιση υπολειπόμενων γενετικών διαταραχών και, συγκεκριμένα, σπάνιων δυσμορφικών συνδρόμων και δυσπλασιών των οστών.
Β. Νάρι Κιμ
Νότια Κορέα
Βραβείο για την περιοχή Ασίας – Ειρηνικού
Η καθηγήτρια στη Σχολή Βιολογικών Επιστημών του Εθνικού Πανεπιστημίου της Σεούλ βραβεύτηκε «για την αποσαφήνιση του σχηματισμού μιας νέας κατηγορίας μορίων RNA που συμμετέχουν στη γονιδιακή ρύθμιση».
Η καθηγήτρια Κιμ, με διδακτορικό από το Ιατρικό Ινστιτούτο Howard Hughes του Πανεπιστημίου της Πενσυλβανίας, ειδικεύεται στη βιολογία των μικρο-RNA που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη γονιδιακή ρύθμιση. Η συνεισφορά της στην κατανόηση της βιογένεσης των μικρο-RNA θεωρήθηκε σημαντική από την επιτροπή, επειδή απέδειξε ότι αναλαμβάνουν σημαντικό ρυθμιστικό ρόλο σε θεμελιώδεις κυτταρικές διαδικασίες. Η έρευνά της έριξε φως στον τρόπο που μπορεί να ελεγχθεί η έκφραση των γονιδίων μικρο-RNA. Συγκεκριμένα, παρείχε αποδείξεις ότι τα γονίδια των μικρο-RNA μεταγράφονται από την RNA πολυμεράση ΙΙ («Pol ΙΙ»), ένα σημαντικό ένζυμο στη διαδικασία γενετικής μεταγραφής. Για τη μελέτη των μοριακών μηχανισμών της διαδρομής των μικρο-RNA η καθηγήτρια Κιμ συνδύασε προσεγγίσεις από διάφορες κυτταροβιολογικές, βιοχημικές και υπολογιστικές τεχνικές. Ταυτοποιώντας τους βασικούς παράγοντες επεξεργασίας για τη βιογένεση των μικρο-RNA έχει εμπλουτίσει σημαντικά τη γνώση σχετικά με τη δημιουργία και την επεξεργασία των μικρο-RNA στα κύτταρα.
Αντα Γιονάτ
Ισραήλ
Βραβείο για την Ευρώπη
Η καθηγήτρια Δομικής Βιολογίας και διευθύντρια στο Κέντρο Βιομοριακής Δομής και Σύνθεσης του Επιστημονικού Ινστιτούτου Weizmann, στο Ρεχοβότ, βραβεύτηκε «για τις δομικές μελέτες της στο σύστημα βιοσύνθεσης των πρωτεϊνών και στην αποδιοργάνωσή του από τα αντιβιοτικά».
Η έρευνα της κυρίας Γιονάτ στοχεύει στην αποκάλυψη της πολύπλοκης λειτουργίας των ριβοσωμάτων βάσει της δομής τους. Θεωρείται πρωτοπόρος στη ριβοσωμική κρυσταλλογραφία, είναι υπεύθυνη για σειρά σημαντικών ανακαλύψεων και έχει αναπτύξει πρωτοποριακές τεχνικές, που οδήγησαν στον καθορισμό της δομής των ριβοσωμάτων, αυτό το «εργοστάσιο» βιοσύνθεσης πρωτεϊνών των ζωντανών κυττάρων. Η καθηγήτρια Γιονάτ παρουσίασε μια σειρά καινοτομίες από τις οποίες ξεχωρίζει η μέθοδος της κρυο-κρυσταλλογραφίας, που πραγματοποιείται σε θερμοκρασίες μείον 185 βαθμών Κελσίου και ελαχιστοποιεί τη ζημιά που προκαλείται στο εξαιρετικά ευαίσθητο ριβοσωμικό κρύσταλλο από την απαιτούμενη ακτινοβολία της μεθόδου. Η έρευνα της καθηγήτριας Γιονάτ έφερε στο φως τους ακριβείς τρόπους δράσης περισσοτέρων από 20 διαφορετικών αντιβιοτικών που στοχεύουν σε βακτηριακά ριβοσώματα, και τα ευρήματά της έχουν συνεισφέρει στην ανακάλυψη των αιτιών που τα βακτήρια γίνονται ανθεκτικά στα αντιβιοτικά. Αυτές οι γνώσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση της ικανότητας των αντιβιοτικών να στοχεύουν σε ριβοσώματα παθογόνων οργανισμών, συμβάλλοντας στην καταπολέμηση του προβλήματος της ανθεκτικότητας.
Ανα Μπελέν Ελγκογέν
Αργεντινή
Βραβείο για τη Λατινική Αμερική
Η καθηγήτρια στο Ινστιτούτο Γενετικής Μηχανικής και Μοριακής Βιολογίας (CONICET) της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μπουένος Αϊρες βραβεύτηκε «για τη συνεισφορά της στην κατανόηση της μοριακής βάσης της ακοής».
Η κυρία Ελγκογέν μελετά τους νευροχημικούς μηχανισμούς που ρυθμίζουν την ακοή. Είναι κυρίως γνωστή για την ταυτοποίηση και τον χαρακτηρισμό των εξειδικευμένων νευρικών υποδοχέων στο έσω αφτί, οι οποίοι διαμορφώνουν ή «μιξάρουν» τους ήχους που ακούει το αφτί, ώστε να γίνονται αντιληπτοί. Οι εξειδικευμένοι υποδοχείς του κοχλιακού νεύρου (έσω αφτιού), τους οποίους ταυτοποίησε η καθηγήτρια Ελγκογέν, επιτρέπουν στα νευρικά σήματα που στέλνει ο εγκέφαλος να ρυθμίζουν τους ήχους που λαμβάνονται από το αφτί. Αυτοί οι υποδοχείς μειώνουν την ένταση κάποιων ήχων, αναστέλλοντας την ενίσχυση, η οποία αποσαφηνίζει και βελτιώνει άλλους ήχους πάνω από τη στάθμη του θορύβου του υπόβαθρου. Μετριάζοντας την ένταση των εισερχόμενων ήχων στο επίπεδο του κοχλία προστατεύονται επιπλέον τα κοχλιακά τριχωτά κύτταρα, τα εξειδικευμένα αισθητήρια κύτταρα που ενισχύουν τα ακουστικά κύματα, μετατρέποντάς τα σε ακουστικές πληροφορίες, οι οποίες τελικά μεταδίδονται στον εγκέφαλο. Η ικανότητα μείωσης της έντασης παρέχει προστασία από τραυματισμούς λόγω του θορύβου – οι οποίοι προκαλούνται, π.χ., από την κίνηση στον δρόμο, στις συναυλίες ή στις φορητές συσκευές αναπαραγωγής μουσικής σε υψηλή ένταση. Ο τραυματισμός των αισθητήριων υποδοχέων του έσω αφτιού μπορεί να προκαλέσει διαταραχές της ακοής και εμβοή (σφύριγμα των αφτιών).
Η καθηγήτρια κυρία Ελγκογέν ανακάλυψε αυτούς τους εξειδικευμένους νευρικούς υποδοχείς, οι οποίοι διεγείρονται από τον νευροδιαβιβαστή της ακετυλοχολίνης, ενός χημικού «αγγελιοφόρου». Οι μελέτες της έριξαν φως στο μυστήριο της φυσιολογίας της ακοής όσον αφορά τη μοριακή φύση αυτών των εξειδικευμένων νευρικών υποδοχέων, την οποία οι ερευνητές προσπαθούσαν να ταυτοποιήσουν εδώ και δεκαετίες. Απέδειξε επίσης ότι οι υποδοχείς που είναι ευαίσθητοι στην ακετυλοχολίνη σχετίζονται με τους νικοτινικούς υποδοχείς του νευρικού και μυϊκού ιστού που βρίσκονται σε όλο τον οργανισμό. Η ανακάλυψή της άνοιξε νέους δρόμους για την ταυτοποίηση πιθανών θεραπευτικών προσεγγίσεων για διαταραχές του έσω αφτιού.
Ελίζαμπεθ Μπλάκμπερν
Ηνωμένες Πολιτείες
Βραβείο για τη Βόρεια Αμερική
Η καθηγήτρια Βιολογίας και Φυσιολογίας στο Τμήμα Βιοχημείας και Βιοφυσικής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, στο Σαν Φρανσίσκο, βραβεύτηκε «για την ανακάλυψη της φύσης και της διατήρησης των άκρων των χρωμοσωμάτων και του ρόλου τους στον καρκίνο και στη γήρανση».
Η κυρία Μπλάκμπερν, ένα από τα 100 πρόσωπα με τη μεγαλύτερη παγκόσμια επιρροή σύμφωνα με το περιοδικό «Time», έχει αφιερώσει την επιστημονική σταδιοδρομία της στη μελέτη της τελομεράσης και των τελομερών, τα οποία είναι απαραίτητα για την προστασία των γενετικών πληροφοριών στα χρωμοσώματα και διαδραματίζουν κύριο ρόλο στη γήρανση και στον καρκίνο.
Το 1985 η αυστραλιανής καταγωγής κυρία Μπλάκμπερν, με διδακτορικό από το Κέιμπριτζ και το Γέιλ, ανακάλυψε την τελομεράση, το ένζυμο που αποκαθιστά τα άκρα των χρωμοσωμάτων, αναπληρώνοντας τα τελομερή, τα προστατευτικά καλύμματα που σφραγίζουν τα άκρα των χρωμοσωμάτων. Τα ευρήματά της έδωσαν αφορμή για μια εντελώς νέα αντίληψη του τρόπου με τον οποίο ρυθμίζεται η διάρκεια ζωής των φυσιολογικών κυττάρων και των αιτιών που αυτή η ρύθμιση αποτυγχάνει στα καρκινικά κύτταρα. Τα χρωμοσώματα που χάνουν τα προστατευτικά καλύμματά τους (τελομερή) δεν αυτο-αναπληρώνονται και δεν διαιρούνται πλέον φυσιολογικά, ώστε να δημιουργηθούν νέα υγιή κύτταρα. Με την ηλικία η τελομεράση αδρανεί και τα τελομερή μικραίνουν. Σε αυτή την απώλεια της ικανότητας κυτταρικής ανανέωσης βασίζεται μία δημοφιλής θεωρία όσον αφορά τα αίτια της γήρανσης. Ωστόσο τα τελομερή διαδραματίζουν ρόλο και στην ανεξέλεγκτη ανάπτυξη και μετάσταση του καρκίνου. Τα επίπεδα τελομεράσης είναι υψηλά στο 80% – 90% των κακοήθων όγκων, στους οποίους η δραστηριότητα του ενζύμου προκαλεί την ταχεία ανάπτυξη και διαίρεση των καρκινικών κυττάρων. Η ανεξέλεγκτη κυτταρική διαίρεση είναι το κυριότερο χαρακτηριστικό του καρκίνου.
Η έρευνα της καθηγήτριας κυρίας Μπλάκμπερν εγκαινίασε νέα εποχή διερεύνησης των πιθανών θεραπειών του καρκίνου που θα ανέστελλαν την παραγωγή του ενζύμου της τελομεράσης και συνεπώς θα απέτρεπαν τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων. Η κυρία Μπλάκμπερν ανέφερε πρόσφατα ότι το χρόνιο ψυχολογικό στρες είναι επιβλαβές για την τελομεράση, γιατί μειώνει την επανορθωτική δράση των τελομερών, επηρεάζοντας αρνητικά την ικανότητα των κυττάρων να αυτο-ανανεώνονται. Το εύρημα αυτό υποδεικνύει ότι το στρες ενδέχεται να προάγει την πρόωρη εμφάνιση ασθενειών σχετιζομένων με τη γήρανση. Επιπλέον έχει αποδειχθεί ότι τα χαμηλά επίπεδα τελομεράσης αποτελούν παράγοντα κινδύνου στις ανθρώπινες καρδιαγγειακές παθήσεις.