Πέρασαν από τον ελλαδικό χώρο, όπως πολλοί άλλοι βάρβαροι επιδρομείς. Κατέστρεψαν, λεηλάτησαν, έκαψαν. Ερχονταν από πολύ μακριά και εκεί γύρισαν. Αφού εν τω μεταξύ όμως είχαν υποστεί και μια πρώτη κατά κράτος ήττα από τους Ρωμαίους ψηλά στον Νέστο και τη δεύτερη και αποφασιστική στη σημερινή Ναϊσσό της Σερβίας. Πρόκειται για τους Ερουλους, το «πέρασμα» των οποίων από την Αθήνα το 267 μ.Χ. έχει αφήσει τα σημάδια του στα μνημεία της, τα οποία σήμερα εντοπίζουν οι αρχαιολόγοι. Τα βρήκε ο μεγάλος αμερικανός αρχαιολόγος Ομερ Τόμσον, ο οποίος ανέσκαψε την Αρχαία Αγορά, την οποία οι Ερουλοι κυριολεκτικά ισοπέδωσαν. Τα βρήκε ο έλληνας αρχαιολόγος Πιττάκης στην ανασκαφή του Ηρωδείου, η ξύλινη (και κεραμοσκεπής) στέγη του οποίου καταστράφηκε από πυρκαϊά που έβαλαν οι Ερουλοι. Τα επισημαίνει ο αρχιτέκτων και μέγας ιστορικός της εξέλιξης της Αθήνας ανά τους αιώνες Γιάννης Τραυλός, υποδεικνύοντας και το νέο τείχος που χτίστηκε βορείως της Ακρόπολης για την αντιμετώπιση των επιδρομέων. Και βεβαίως ο Μπένγκστον στο μνημειώδες έργο του «Ελληνική και Ρωμαϊκή Ιστορία».


Ολα αυτά όμως δεν κράτησαν για πολύ. Το 268 μ.Χ. ο ρωμαϊκός στρατός αποφάσισε να τους αντιμετωπίσει στη Θράκη κοντά στον ποταμό Νέστο και στη μάχη που διεξήχθη οι Ερουλοι όχι απλώς ηττήθηκαν αλλά ο αρχηγός τους Ναουλομπάτους παραδόθηκε στους Ρωμαίους. Εναν χρόνο αργότερα, εξάλλου, η οριστική απώθησή τους έλαβε χώρα επί Κλαύδιου Β’ του Γοτθικού μετά τη μάχη της Ναϊσσού.


Αλλά ποιοι ήταν αυτοί οι Ερουλοι; Τα όσα ακολουθούν είναι συμπιλήματα ιστορικών αναφορών, αρχαιολογικών ευρημάτων και μυθολογικών παραδόσεων. Ενα σενάριο ακόμη αναπόδεικτο στα περισσότερα μέρη του, ένα ιστορικό παραμύθι… Αλλά τόσο συγκλονιστικό παραμύθι!..


Στη βόρεια ακτή της Μαύρης Θάλασσας – του Εύξεινου Πόντου των αρχαίων – έμελλε να παιχτεί το δράμα των εθνών που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη Ευρώπη. Από εκεί ξεχύθηκαν όλες οι βαρβαρικές ορδές που λεηλάτησαν τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, κυνηγημένες από τη μανία των Ούννων. Εκεί ακριβώς όπου στα προομηρικά χρόνια υπήρχε το βορειότερο από τα τρία μητριαρχικά βασίλεια των Αμαζόνων, ανάμεσα στην Κριμαία και τον Καύκασο.


Σε αυτή την τότε ανεκμετάλλευτη περιοχή είχαν διεισδύσει μετά τα Τρωικά χρόνια οι Ελληνες. Ακολουθώντας τους θαλάσσιους δρόμους που άνοιξε η Αργοναυτική εκστρατεία, ίδρυσαν από τον 8ο αιώνα π.Χ. αποικίες σε θέσεις-κλειδιά και προμήθευαν τη Μεσόγειο με τους πλούσιους καρπούς της νυν ουκρανικής και ρωσικής ενδοχώρας.


Οι πρώην ανεξάρτητες αυτές πόλεις-κράτη σχημάτισαν μετά τους Περσικούς Πολέμους το βασίλειο του Κιμμέριου Βοσπόρου. Μια διαδοχή βασιλιάδων που περηφανεύονταν για την καταγωγή τους από τον Μιθριδάτη κράτησαν τα ηνία ως το 341 μ.Χ., οπότε και υπέκυψαν οριστικά στους Ούννους. Στο μεταξύ, όμως, είχαν γνωρίσει τους Ερουλους.


Οι ρωμαϊκές και βυζαντινές πηγές


Για πρώτη φορά τους συναντάμε στα κείμενα του Πλίνιου (78 μ.Χ.) και του Τάκιτου (98 μ.Χ.). Περιγράφοντας τα γερμανικά φύλα – που τότε μετακινούνταν από τις όχθες του ποταμού Βιστούλα προς την Ουκρανία και την Κριμαία – οι ρωμαίοι ιστορικοί διέκριναν τους Harii. Ηταν – είπαν – ατρόμητοι πολεμιστές, που ορμούσαν στη μάχη χωρίς προφυλάξεις. Αυτοί οι Harii έφτασαν μαζί με τους υπόλοιπους Γότθους στις όχθες του Βορυσθένη (νυν Δνείπερος). Προτίμησαν όμως να ζήσουν απομονωμένοι στα έλη της Μαιώτιδας λίμνης (Αζοφική θάλασσα), πέρα από το Παντικάπαιο και τη Φαναγόρεια και ως την έσχατη ελληνική αποικία Ταναΐδα. Η διαμονή τους στα έλη χάραξε τη μετέπειτα ιστορία τους, και οι Ελληνες τους φώναζαν Ελουρους (από τα έλη). Οι ίδιοι προτιμούσαν το αρχέγονο όνομά τους «Harji» (από την ινδοευρωπαϊκή ρίζα «χορός»), που σήμαινε… Επιδρομείς.


Το όνομά τους και μόνο είναι αρκετό για να μας βάλει σε υποψίες σχετικά με την προέλευση αυτών των ανθρώπων. Υποψίες που γιγαντώθηκαν από την αρχαιολογική ιδιαιτερότητά τους ως φυλής: Δεν άφησαν ποτέ και πουθενά κατάλοιπα εγκατάστασης και πολιτισμού. Ακόμη και στα έλη της Μαιώτιδας λίμνης, την οποία οι ίδιοι θεωρούσαν εφεξής μητέρα πατρίδα τους, δεν βρέθηκε κανένα ίχνος μόνιμης εγκατάστασης. Η εξήγηση μάς δόθηκε κομματιαστά από τους ιστορικούς και ολοκληρώθηκε μόλις πριν από δύο χρόνια (βλ. Troels Brandt, «The Heruls»). Ούτε λίγο ούτε πολύ έχει ως εξής:


Οι Ερουλοι δεν ήταν ξεχωριστή εθνική ομάδα, αλλά… μοναχικό τάγμα! Παιδιά ηλικίας 15-21 ετών έμπαιναν στην υπηρεσία του μεγάλου σαμάνου, ο οποίος ντυνόταν… γυναίκα. Κάθε χρόνο άφηναν το σπίτι τους, από την Πρωτομαγιά ως το τέλος του Οκτωβρίου, για να εκπαιδευτούν στα έλη ως «στρατιώτες του Θεού». Οργανώνονταν σε δωδεκαμελείς αγέλες, υπό την αρχηγία δύο «λύκων», και μυούνταν σε τελετές που περιελάμβαναν μυσταγωγία υπό την επήρεια ναρκωτικών, ανθρωποθυσίες και ομοσεξουαλισμό. Χαρακτηριστικά, ο βυζαντινός Προκόπιος έγραψε για αυτούς – στην ιστορία των γερμανικών πολέμων «De Bello Gothico» – ότι «και μίξεις ουχ’ οσίας τελούσιν, άλλας τε και ανδρών».


Η πολύπλευρη και πολύχρονη εκπαίδευση των μικρών λύκων ολοκληρωνόταν με τον φόνο ενός εχθρού, ενός αγριόχοιρου ή μιας αρκούδας. Μετά την «τελετή αποφοίτησης», οι νέοι στρατιώτες του Wodan (του αιμοδιψούς θεού του πολέμου, με μορφή λύκου) ζούσαν πλέον στο στρατόπεδο και περίμεναν να γεμίσει το φεγγάρι για να ξεκινήσουν μια επίθεση. Επιναν ένα κοκτέιλ ναρκωτικών, έβαφαν το κορμί τους μοβ – με τους χυμούς του ίδιου αναισθητικού βοτάνου που χρησιμοποιούσαν και οι Κέλτες -, χόρευαν πολεμικό χορό ντυμένοι με αρκουδοτόμαρα και λυκοτόμαρα και ξεχύνονταν σαν διάβολοι στο σκοτάδι. Οπως περιγράφει ο Τάκιτος «κανείς εχθρός δεν μπορεί να αντέξει ένα τόσο απρόσμενο και κολασμένο θέαμα (…) γιατί σε όλες τις μάχες πρώτα τα μάτια νικιούνται».


Οι Ερουλοι ήταν ολόγυμνοι, με μόνο ένα δέρμα να σκεπάζει τα γεννητικά τους όργανα. Ασπίδα αποκτούσαν μόνο αφού αποδείκνυαν με συνέπεια την ανδρεία τους. Αθέατοι, ορμούσαν στον όποιο καταυλισμό και έσφαζαν αδιάκριτα, νέους και γέρους. Η επιδρομική αυτή τακτική άλλαζε όταν είχαν να αντιμετωπίσουν στρατό σε παράταξη. Εχοντας αδελφοποιηθεί με τους γείτονες Αλανούς, έμπαιναν στη μάχη πλάι πλάι – κάθε πεζός Ερουλος με έναν έφιππο Αλανό. Ορμούσαν τρέχοντας στον εχθρό, κρατούμενος ο Ερουλος από το τομάρι-σέλα του αλόγου (ναι, ήταν τόσο γρήγοροι στο τρέξιμο ώστε πολλοί Ελληνες τους έλεγαν Αίλουρους). Μια ανάσα πριν από τους παρατεταγμένους εχθρούς, ο Ερουλος εκσφενδονιζόταν στον αέρα – με αντιστήριγμα στο άλογο – και έπεφτε ουρλιάζοντας στα κεφάλια των εχθρών!


Κατά τα λοιπά, οι Ερουλοι πλήθαιναν και αναπαράγονταν ως κομμάτι της φυλής, συνουσιαζόμενοι με όποια ήθελαν. Αλλά οι γυναίκες και τα παιδιά μεγάλωναν και ζούσαν στο περιθώριο του μοναχικού στρατοπέδου τους, σαν σε καθρέφτη της κοινωνίας των Αμαζόνων… Οσο για τη μοίρα των ανήμπορων γέρων και των ασθενικών παιδιών, δεν χρειάζονται σχόλια: Ιδια μόδα με τους Σπαρτιάτες!


Το χρονικό των «καταραμένων»


Δεν γνωρίζουμε αν και κατά πόσο επηρεάστηκαν οι Ερουλοι από τις ντόπιες παραδόσεις περί Αμαζόνων. Εκείνο που δείχνει σίγουρο ότι συνέβη είναι το μπόλιασμά τους με τους θρύλους του Τρωικού Πολέμου. Αλλωστε, στο έμπα της Μαιώτιδας λίμνης βρισκόταν το νησάκι του Αχιλλέα με το ιερό του Απόλλωνα και εκεί κοντά ήταν το αρχαίο Μυρμίκειο, που οι τοπικές παραδόσεις επέμεναν ότι ήταν η πραγματική πατρίδα των Μυρμιδόνων! Είτε τότε είτε αργότερα, οι ιερείς-αρχηγοί των Ερουλων αρχίζουν να λένε ότι οι πρόγονοί τους ήταν οι… Μυρμιδόνες και ο φτεροπόδαρος Αχιλλέας, και να συνθέτουν τις μυθοπλασίες των γερμανικών λαών που γνωρίζουμε σήμερα ως «σάγκα του Odin». Ως την τελευταία εκδοχή τους, στις ακτές της Ισλανδίας, τα έπη αυτά διανθίστηκαν με παραλλαγές των ομηρικών επών και ηρωοποιήσεις των πολεμιστών Ερουλων που έδρεψαν δάφνες με το έργο τους.


Ωστόσο, σε αυτούς τους πρώτους δύο αιώνες της άνδρωσης των Ερουλων στους βαλτότοπους του Αζόφ, μια δραστική αλλαγή συμβαίνει γύρω τους. Οι πρώην πανταχού παρόντες Σαρμάτες έχουν, σε μεγάλο βαθμό, μεταναστεύσει προς τις πεδιάδες του Δούναβη, πολεμώντας συνεχώς με τους Ρωμαίους και αφήνοντας την περιοχή της Κριμαίας έκθετη στους συνεχώς καταφθάνοντες Γότθους. Αλλά και εκείνοι χωρίζονται, στους Βησιγότθους που πηγαίνουν στη Ρουμανία και τους Οστρογότθους που μένουν από το Δέλτα του Δούναβη ως τον ποταμό Ντον. Οι Ερουλοι αυξάνουν ανάλογα την επιρροή τους, ώσπου έρχονται σε μοιραία σύγκρουση με τον οστρογότθο βασιλιά, ο οποίος εξοντώνει μπαμπέσικα τα πρωτοπαλίκαρά τους. Το 267 μ.Χ. απομακρύνονται από τον κύριο κορμό της φυλής, αλλά όχι χωρίς μια εντυπωσιακή εκστρατεία: Επανδρώνουν 500 μονόξυλα πλοιάρια (χωρίς πανιά) με όλους σχεδόν τους «λύκους» τους και πολλούς συμπαθούντες Γότθους και βάζουν πλώρη για… τα μέρη που τους διηγήθηκαν οι Ελληνες!


Μετά τη λεηλασία του Βυζαντίου και έναν σταθμό στην Τροία, ξεχύνονται σφάζοντας στα νησιά του Αιγαίου. Αποβιβάζονται στην Αθήνα και την ξεθεμελιώνουν, βάζοντας φωτιά σε σπίτια, δημόσια κτίρια και ιερά. Η Ακρόπολη και τα ιερά της θα γλιτώσουν την καταστροφή, όχι όμως και η Αρχαία Αγορά όπως και το Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού.


Διαλύουν στη συνέχεια την Κόρινθο, το Αργος και τη Σπάρτη, αποτυγχάνοντας μόνο στην πολιορκία της Ολυμπίας. Συνεχίζουν προς τον Βορρά, πλιατσικολογώντας την ύπαιθρο. [Σημ.: Το ολοκαύτωμα της Αρχαίας Ελλάδας αποτελείωσαν αργότερα οι αρειανοί «φεντεράτοι» Γότθοι του Αλάριχου. Οι εναπομείναντες Σπαρτιάτες λέγεται ότι κατέφυγαν στη Μονεμβασιά]. Δύο χρόνια μετά, σχεδόν το σύνολο του ρωμαϊκού στρατού τούς περιμένει παρατεταγμένο στη Ναϊσσό (σημερινή Νις, στη Σερβία). Στον στρατό των Ερουλων έχουν τώρα προστεθεί και οι Γότθοι της Δακίας, αλλά τη φοβερή μάχη κερδίζουν οι Ρωμαίοι, με 50.000 Ερουλους και Γότθους νεκρούς. Ο Μάρκος Κλαύδιος αποκτά το επίθετο «Γοτθικός» και οι αιχμάλωτοι Ερουλοι γλιτώνουν τη ζωή τους με την ένταξη στις γραμμές των ρωμαϊκών λεγεώνων.


Οσοι διέφυγαν κινούνται προς τα βορειοδυτικά και μαθαίνουμε ότι το 289 μ.Χ. οι Ερουλοι έχουν τη βάση τους στις εκβολές του Ρήνου. Στις αρχές του 3ου αιώνα, οι Δανοί που μετανάστευσαν από τη Σουηδία στη Γιουτλάνδη βρήκαν εκεί τους Ερουλους. Οντας πολυαριθμότεροι, τους νικούν έπειτα από σφοδρές μάχες και οι Ερουλοι διασκορπίζονται, άλλοι προς τη Σουηδία, άλλοι προς τη Γαλατία και άλλοι προς τη Μαιώτιδα λίμνη.


Το «μπιλιάρδο» των Ούννων


Το 337 μ.Χ. είναι το έτος-κλειδί για τη μετάλλαξη της Ευρώπης: Οι Ούννοι, έχοντας πλέον πάρει την απόφαση ότι η Κίνα είναι απρόσβλητη με το Σινικό Τείχος, ορμούν προς τα δυτικά και φθάνουν στα περίχωρα της Ταναΐδος. Οι δύσμοιροι Ελληνες και Ρωμαίοι άποικοι και οι εναπομείναντες στη Μαιώτιδα Ερουλοι είναι οι πρώτοι που αντικρίζουν τους μυριάδες καβαλάρηδες. Οι πρώτοι γίνονται αμέσως… παρελθόν και οι δεύτεροι – αντιλαμβανόμενοι ως ειδήμονες με τη μία τα προσόντα των Ούννων – τους ακολουθούν.


Στο πρώτο της χτύπημα, το 375 μ.Χ., η ορδή των Ούννων κατατροπώνει τους Οστρογότθους του Ερμανάρικ και διαλύει το βασίλειό τους. Το «μπιλιάρδο των λαών» αρχίζει, με επόμενους στη σειρά τους Βησιγότθους, οι οποίοι καταφεύγουν έντρομοι στη σημερινή Βουλγαρία. Εκεί, ζουν άθλια με τα σαπιοκρέατα που τους πουλάει ο ρωμαϊκός στρατός, ώσπου εξεγείρονται. Το 378 μ.Χ. αντιμετωπίζουν τον αυτοκράτορα Βαλέντιο (Valens) έξω από την Αδριανούπολη και… λιανίζουν τις τελευταίες ελπίδες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας για παλινόρθωση. Το μόνο που προλαβαίνουν να κάνουν τώρα οι ανατολικο-Ρωμαίοι είναι να «λαδώσουν» τους ασυγκράτητους Ούννους, προκειμένου να μην κατεβούν και αυτοί προς τη Βασιλεύουσα. Το καταφέρνουν, περιέργως πως.


Περνάει ένας αιώνας τρόμου και σφαγών για όλη την Ευρώπη, από τη Μαύρη Θάλασσα ως τη Γαλατία. Οι Ούννοι βρίσκονται καλπάζοντας παντού, ακολουθούμενοι από τους Ερουλους, τους Ρούγιους, τους Σκίριους και άλλες υποταγμένες φυλές. Μετά όμως τον θάνατο του Αττίλα, οι Ερουλοι βρίσκουν την ευκαιρία για αλλαγή της μοίρας τους. Το 454 μ.Χ., συνεργαζόμενοι με τους άλλους υπόδουλους, καταλύουν την κυριαρχία των Ούννων και στήνουν το δικό τους βασίλειο στη σημερινή Σλοβακία. Για πρώτη φορά εγκαταλείπουν την «ιερομοναχική» δομή και πασχίζουν να ζήσουν ως λαός, με οικογένειες, βιος και βασιλιά.


Το 476 π.Χ. φτάνουν στο αποκορύφωμα της θρασύτητάς τους: Ο Ερουλος Οδόακρος, με στρατεύματα Ερουλων και Σκίριων εκθρονίζει τον τελευταίο ρωμαίο αυτοκράτορα και καταλαμβάνει τη Ρώμη. Από το 487 ως το 488 μ.Χ. ο Οδόακρος καταστρέφει τους ενοχλητικούς Ρούγιους και την πρωτεύουσά τους Νόρικουμ. Η τρίτη χρονιά (489) όμως ανήκει στην εκδίκηση των Ρούγιων: Με τις ευλογίες και τη βοήθεια του βυζαντινού αυτοκράτορα Θεοδόσιου, ο Θεοδώριχος συστρατεύει τους Οστρογότθους και τους εναπομείναντες Ρούγιους, σκοτώνει τον Οδόακρο (το 493) και ιδρύει το δικό του βασίλειο στη Ραβέννα.


Οι επιπτώσεις για το βασίλειο των Ερουλων είναι μοιραίες: Το 508 μ. Χ. οι υποτακτικοί τους Λογγοβάρδοι εξεγείρονται και νικούν σαρωτικά τους Ερουλους. Η κόρη του νεκρού πια βασιλιά των Ερουλων Rhodulphm, Silinga, παντρεύεται τον βασιλιά των Λογγοβάρδων Wacho και βαφτίζει τον γιο της Walt-Hari (Walter στα νυν Αγγλικά, αλλά «αρχηγό των Επιδρομέων» στα Ερουλιανά). Φρούδα όμως η ελπίδα της: Οι ακέφαλοι πλέον Ερουλοι χωρίζονται στα τρία. Κάποιοι ενώνονται με τους Λομβαρδούς και μεταναστεύουν μαζί στην Ιταλία, κάποιοι άλλοι ζητούν άσυλο στη βυζαντινή αυτοκρατορία και εγκαθίστανται (528 μ.Χ.) στα περίχωρα του Singidunum (Βελιγράδι), και κάποιοι άλλοι καταφεύγουν στη Δακία (Ρουμανία) όπου συγχωνεύονται, τελικά, με τους Γότθους (545 μ.Χ).


Σε όλη αυτή την πολυδιάσπαση ρόλο έπαιξε όχι μόνον η διπλωματία του αυτοκράτορα Θεοδόσιου αλλά και… οι παπάδες! Συγκεκριμένα, ιεραπόστολοι διείσδυσαν στους ταραγμένους Ερουλους και εκχριστιάνισαν πολλούς. Ωστόσο δεν ήταν όλοι οι ιεραπόστολοι της ίδιας εκκλησίας. Ετσι, οι Ερουλοι που πήγαν στην Ιταλία έγιναν καθολικοί, εκείνοι που πήγαν στο Βελιγράδι έγιναν ορθόδοξοι, ενώ εκείνοι που πήγαν στους Βησιγότθους έγιναν Αριανοί!


Θα αναρωτηθείτε ίσως «μοναχικό τάγμα και αλλαξοπίστησαν όλοι;» Ναι… σχεδόν: Οι σκληροπυρηνικοί παγανιστές, με τα περισσότερα μέλη της βασιλικής οικογένειας, ήταν ο τέταρτος κλάδος των νικημένων Ερουλων που έφυγε προς τον Βορρά, προς τη Θούλη (Σκανδιναβία) των αρχαιοελληνικών μύθων. Γιατί εκεί; Διότι γνώριζαν την πηγή του «πλούτου των Υπερβορείων» που ανέκαθεν εμπορεύονταν οι βάρβαροι με τους Ελληνες και τους Ρωμαίους: Ηλεκτρο από τη Βαλτική και γούνες από την Ουψάλα! Στον δρόμο τους, όμως, έπεσαν πάνω στις ορδές των Σλάβων που μετανάστευαν νότια. Εστριψαν αριστερά, έφθασαν στη Γιουτλάνδη (Δανία) και από εκεί, έπειτα από μια επίθεση στους Βαρινούς, πήραν πλοία και έφθασαν στη Σουηδία (512 μ.Χ).


Μισθοφόροι, Βάραγγοι και Βίκινγκς


Στην υπηρεσία των Βυζαντινών οι Ερουλοι διέπρεψαν πολλαπλά. Ηταν με τον γότθο στρατηγό Βελισάριο στη Μεσοποταμία κατά των Περσών (530 μ.Χ.) και ήταν οι ίδιοι που «καθάρισαν» με τους χιλιάδες εξεγερμένους στη Στάση του Νίκα (532 μ.Χ.) στη Θεσσαλονίκη! Το 534 και το 535 μ.Χ. ήταν πλάι στον Βελισάριο, όταν διέλυσε το ενωμένο βασίλειο των Βανδάλων και Αλανών στην Καρχηδόνα. Το 539 μ.Χ. τους βρίσκουμε στον πόλεμο κατά των Αρμενίων και το 542 μ.Χ. ξανά με τον Βελισάριο κατά των Περσών. Το 543 μ.Χ. είναι στο πλευρό του στρατηγού Ναρσή κατά των Περσών, όπως και το 552 μ.Χ., όταν πέταξε τους Οστρογότθους έξω από την Ιταλία. Τέλος, στα χρόνια 550-552 μ.Χ. βρίσκουμε Ερουλους να πολεμούν με τον αρχηγό τους Uligang στον Καύκασο και την Κολχίδα, εναντίον Αμπχαζίων και Περσών.


Αλλά κάπου τότε χάνεται το όνομα Ερουλοι από την Ιστορία. Γιατί; Το πιθανότερο είναι ότι στη μεν κύρια Ευρώπη έμειναν ελάχιστοι, από τη μισθοφορική και πειρατική ζωή, στη δε Σκανδιναβία… άλλαξαν ταυτότητα: Κουβαλώντας την αίγλη των ιερο-πολεμιστών και την ιδεο-μυθολογία του Odin – συν την εισαγωγή του ρωμαιοτραφούς ρουνικού αλφαβήτου – έγιναν η άρχουσα τάξη των ντόπιων φυλών, Σουηδών (Svea) και Γότθων (Gauti). Μπορεί να μην ξανασυναντούμε το όνομά τους ως ξεχωριστή φυλή στα πεδία των μαχών, αλλά σίγουρα τους έχουμε ακούσει στη Δύση ως Eorlas (Ιρλανδία), Eorlingas (Δανία), Jarl (Σκανδιναβία) και… Earl (κόμης στα Αγγλικά)! Είχαν φροντίσει να σβήσουν από τη μνήμη το φρικτό παρελθόν τους, αποδεχόμενοι το φυλετικό όνομα των νέων υπηκόων τους. Στις περιοχές της Σουηδίας όπου εγκαταστάθηκαν (Blechingia και Vdrend) υπάρχουν ακόμη και σήμερα αριστοκρατικές οικογένειες που υπερηφανεύονται ότι κατάγονται από αυτούς.


Οσο για εμάς, τους ήδη λεηλατημένους της Ανατολής, δεν μείναμε για πολύ χωρίς Ερουλους: Οι «Σουηδοί» πλέον πολέμαρχοι δρασκέλισαν τη Βαλτική και έφτιαξαν αποικία στη λίμνη Λαντόγκα (πάνω από τη νυν Αγία Πετρούπολη). Από εκεί, έστησαν μιαν απίστευτη αλυσίδα ποτάμιου εμπορίου και, ως τον 8ο αιώνα, έφτασαν… ξανά στις όχθες του Βορυσθένη. Βλέποντας – το 839 μ.Χ. -, τα παλιά λημέρια ξαναθυμήθηκαν τους ατέλειωτους λογαριασμούς, πέταξαν τα ρούχα του εμπόρου και φόρεσαν εκείνα του πειρατή (Βάραγγος – Varig) και πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη (860 μ.Χ). Ολοι γνωρίζουμε τη λαχτάρα των Βυζαντινών από τα 10.000 πλοιάρια των Ρως-δρομόνων (όπως τους έλεγαν) και την αγωνία τους να μην αναμετρηθούν στη στεριά με αυτούς τους φτεροπόδαρους διαβόλους. Τελικά, κατά τη ναυμαχία, οι Ερουλοι (τώρα Βάραγγοι) νικήθηκαν από το υγρόν πυρ και οι αιχμάλωτοι υποχρεώθηκαν να χτίσουν τα νέα τριπλά τείχη της Κωνσταντινούπολης. Επειδή όμως «τα καλά παιδιά σπανίζουν», μπήκαν στην υπηρεσία του αυτοκράτορα και έγιναν οι αφοσιωμένοι πραιτωριανοί του.


Κανονικά εδώ βάζουμε τελεία, καθώς όλοι γνωρίζουμε ότι οι Βάραγγοι του Κιέβου βαπτίστηκαν χριστιανοί και δεν ξαναχτύπησαν τους Ρωμιούς. Ωστόσο υπάρχει μια λεπτομέρεια σημαδιακή, που αναβίωσε τα φαντάσματα: Ο τελευταίος Βάραγγος στην υπηρεσία του αυτοκράτορα ήταν ο Harald, o μικρός γιος του εκθρονισμένου βασιλιά Ολαφ της Νορβηγίας. Ενα δίμετρο παλικάρι που κατατάχθηκε στη φρουρά των Βαράγγων το 1035 και, αφού πολέμησε σε Ανατολή και Δύση, ζήτησε να «βγει στη σύνταξη». Η αυτοκράτειρα Ζωή δεν ήθελε να τον αφήσει να φύγει (έρως γαρ) και διέταξε να κλείσουν τον Κεράτιο κόλπο με την αλυσίδα. Ο Βάραγγος όρμησε με τον μονόξυλο δρόμωνά του προς την αλυσίδα, έγειρε πίσω με όλους τους στρατιώτες τους και αμέσως μετά το καβάλημα της αλυσίδας έριξε όλο το βάρος μπροστά κατορθώνοντας να την υπερπηδήσει!


Πού πήγε; Εφθασε πρώτα στο αρχαίο λημέρι της Μαιώτιδας, την «Ελλιπάλτα», μετά στη λίμνη Λαντόγκα και έπειτα στη Βαλτική, ωσότου έφτασε το 1043 μ.Χ. στα σημερινά σύνορα Νορβηγίας και Σουηδίας. Εκεί, ως βασιλιάς πλέον Harald Sigurdsson ΙΙΙ της Νορβηγίας θάμπωνε τα κορίτσια με τα μεταξωτά και χρυσοποίκιλτα βυζαντινά του ρούχα και τα υπέροχα όπλα του. Κάποια στιγμή «τα πήρε στο κρανίο» με τη βαρεμάρα που επικρατούσε και έστησε ένα… «μοναχικό τάγμα»: τους Berseks (ή Bersekers αγγλιστί). Αρχισε να τους ποτίζει ναρκωτικά και να τους εξαπολύει σε πειρατικά γιουρούσια, από την Εσθονία ως τη Ιρλανδία και από τη Σκωτία ως το Γιβραλτάρ.


Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που όλη η οικουμένη γνωρίζει ως «οι επιδρομές των Βίκινγκς»! Ολοι μιλούσαν για τους λυκανθρώπους που ορμούσαν αφηνιασμένοι εναντίον εχθρών και φίλων, χαμένοι στην έκσταση του λυκοθεού Wodan. Ο ίδιος ο Χάραλντ πέθανε πολεμώντας στην Αγγλία (το 1066), λίγο πριν από την εισβολή των Νορμανδών, αλλά το «καλογερόπαιδό του», ο Leif Ericsson, έφτασε ως την Αμερική και τους Ερυθρόδερμους. Και εκεί, στη Βίνλαντ… μα τη Βαλχάλα, η Δύση βάφτηκε κόκκινη!


Οι τελευταίοι Ερουλοι-Berseks της Βίνλαντ εξοντώθηκαν από τους Ινδιάνους, αυτοί της Γροιλανδίας από την αλλαγή του κλίματος και τους πάγους, ενώ εκείνοι της Νορβηγίας κυνηγήθηκαν από όλους τους υπόλοιπους, γιατί το παράκαναν στο σκότωμα και των… ομοφύλων. Οι Berseks διαλύθηκαν με νόμο το 1015 μ.Χ. Πάντως φαίνεται ότι το είδος δεν εξέλιπεν απολύτως: Ο διευθυντής των Εθνικών Αρχείων της Ισλανδίας Bartr Guthmundsson ισχυρίζεται στο βιβλίο του «The Origin of the Icelanders» ότι οι περισσότεροι Ισλανδοί είναι Ερουλοι!