Τελικά το επίμαχο βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού απεσύρθη! Με απόφαση του νέου υπουργού Παιδείας κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη το εν λόγω βιβλίο δεν θα επιδοθεί στους μαθητές και θα επιστρέψουμε στο παλαιό. Επιστροφή, δηλαδή, σε ένα βιβλίο Ιστορίας το οποίο, κατά γενική ομολογία, δεν εξυπηρετεί τις σύγχρονες εκπαιδευτικές ανάγκες. Για μία ακόμη φορά η κυβέρνηση υπέκυψε στην πνευματική τρομοκρατία μιας συντηρητικής (ακρο)Δεξιάς, εντός και εκτός ΝΔ, καθώς και στους διάφορους αυτεπάγγελτους «εθνοφύλακες». Αυτή είναι μια εξαιρετικά επιζήμια κυβερνητική απόφαση η οποία δημιουργεί αρνητικό και επικίνδυνο προηγούμενο.
Στην όλη κουβέντα που έγινε τους τελευταίους μήνες με αφορμή το βιβλίο Ιστορίας δεν συζητήθηκε επαρκώς η ουσία του θέματος: Τι είδους εκπαίδευση θέλουμε σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία; Οι σύγχρονες ευρωπαϊκές κοινωνίες έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τα οποία δημιουργούν νέα κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα που δεν μπορούν να αγνοούνται. Αυτά τα νέα χαρακτηριστικά επηρεάζουν τη μορφή της εκπαιδευτικής πολιτικής ενός μοντέρνου ευρωπαϊκού κράτους. Η σημερινή Ελλάδα όπως και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες είναι κράτη πολυπολιτισμικά. Αυτή η πολυπολιτισμικότητα εδραιώνεται καθημερινά με την εισροή νέων μεταναστών, προσωρινών επισκεπτών και τη συνεχή μετακίνηση ανθρώπινου δυναμικού που επιβάλλει η σημερινή παγκοσμιοποιημένη κοινωνία μας. Διαχρονικά η πολιτισμική ταυτότητα του Ελληνα έχει δεχθεί πολλές και ποικιλόμορφες επιρροές από άλλες κουλτούρες οι οποίες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μεταλλάσσουν την «εθνική» ταυτότητα. Συνήθως την κάνουν πιο πλούσια και πιο δεκτική στη διαφορετικότητα. Ετσι, η ταυτότητα του «Ελληνα» δεν είναι μονολιθική.
Παράλληλα, η παραδοσιακή έννοια του «έθνους-κράτους», η οποία βασίζεται στην επιβολή μιας μονοδιάστατης «εθνικής» ταυτότητας που είναι φοβική προς τον «άλλο», είναι πλέον, ευτυχώς, ξεπερασμένη. Για πολλά χρόνια η εκπαιδευτική πολιτική κτίστηκε πάνω στην πιο πάνω λογική. Οτι, δηλαδή, θα έπρεπε η εκπαίδευση, σε όλες τις βαθμίδες της, να προάγει και να αναπαράγει μια μονοδιάστατη ανάγνωση για την Ελλάδα, την ιστορία και τον πολιτισμό της χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές που συντελούνται και υποβαθμίζοντας, ταυτόχρονα, τα νέα ιστορικά στοιχεία που αναπόφευκτα παρουσιάζονται. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να καλλιεργούνται ανασφάλειες, φόβοι και καχυποψίες για το διαφορετικό και να διαιωνίζονται διάφοροι εθνικοί μύθοι.
Στις σύγχρονες δημοκρατίες, ωστόσο, δημιουργούνται αυτό που ο Γερμανός φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας ονομάζει «έθνη πολιτών». Σε ένα «έθνος πολιτών» ο πολίτης αυτοπροσδιορίζεται ελεύθερα ως προς την ταυτότητά του, διεκδικεί ρόλο πρωταγωνιστή στη διαμόρφωση των κανόνων του δημοκρατικού παιχνιδιού και λειτουργεί με άνεση και δημιουργικότητα σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον. Ο πολίτης, σε ένα «έθνος πολιτών», δεν αποδέχεται με ευκολία την επιβολή μιας ταυτότητας εκ των άνω και δεν ασπάζεται, κατ΄ ανάγκη, την επίσημη εθνική ιδεολογία. Και αυτό διότι ο πολίτης είναι εκείνος που έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο ως προς την εθνική, θρησκευτική και πολιτισμική του ταυτότητα. Το κράτος, λοιπόν, έχει υποχρέωση να διασφαλίσει ότι ο πολίτης έχει την ελευθερία, τις γνώσεις, τα εργαλεία και τις ευκαιρίες για να διαμορφώσει αυτή την ταυτότητα και μια κοινωνία ανοχής και αποδοχής της διαφορετικότητας (εθνική, θρησκευτική, σεξουαλική κτλ.) επιτρέποντας, έτσι, την κοινωνική ένταξη του «άλλου». Με άλλα λόγια, το κράτος οφείλει να λειτουργήσει βοηθητικά προσφέροντας στον πολίτη όλες τις δυνατότητες για να αξιοποιήσει εποικοδομητικά την πολυπολιτισμικότητα των σύγχρονων κοινωνιών, αποβάλλοντας κάθε λογής φοβίες.
Προς αυτή την κατεύθυνση ο ρόλος της εκπαίδευσης είναι εξαιρετικά σημαντικός αν όχι καθοριστικός. Για να μπορέσει η κοινωνία να αποβάλει τις διάφορες αγκυλώσεις και ταμπού θα πρέπει ο τρόπος εκπαίδευσης να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και να υιοθετήσει μοντέρνες προσεγγίσεις σε όλα τα θέματα. Κυρίως θα πρέπει να προωθήσει την κριτική ανάγνωση και αποτίμηση των ιστορικών, κοινωνικών, πολιτικών και άλλων γεγονότων που διδάσκονται. Η καλλιέργεια της «μοναδικής αλήθειας» είναι μέθοδος παρωχημένη. Κυρίως όσον αφορά τα παγκόσμια αλλά και τα «εθνικά» ιστορικά γεγονότα. Θα πρέπει, επιτέλους, και στην Ελλάδα να εισαχθεί η συγκριτική και κριτική διδασκαλία των μαθημάτων Ιστορίας αλλά και των Θρησκευτικών. Για την επιτυχία αυτής της μεθόδου χρειάζονται, εκτός από ένα καλά εκπαιδευμένο προσωπικό, και τα κατάλληλα εργαλεία (βλ. βιβλία). Ειδικά για τα μαθήματα της Ιστορίας και των Θρησκευτικών, ένα βιβλίο το οποίο αναπαράγει τις «εθνικές ιδεολογίες» αποφεύγοντας να προσεγγίσει κριτικά τα γεγονότα ή είναι εγχειρίδιο κατηχητικού δεν βοηθάει τη γνώση αλλά προάγει την ημιμάθεια.
Ακριβώς γι΄ αυτό θα πρέπει να γίνει μια επιστημονική και συνολική επανεξέταση όλων των βιβλίων Ιστορίας και Θρησκευτικών που χρησιμοποιούνται στα σχολεία της χώρας έτσι ώστε να γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές για να αναδειχθεί η πολυπολιτισμική και ευρωπαϊκή ταυτότητα της σύγχρονης Ελλάδας. Η Ελλάδα του 2007 είναι ένα μωσαϊκό πολιτών με διαφορετική θρησκεία και εθνική ταυτότητα. Δεν μπορεί, λοιπόν, η εκπαίδευση των πολιτών να παραμένει δέσμια ξεπερασμένων προσεγγίσεων και αντιλήψεων.
Ο κ. Φ. Σαββίδης είναι διεθνολόγος και επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Στρατηγικών και Αναπτυξιακών Μελετών (ΙΣΤΑΜΕ) Ανδρέας Παπανδρέου».