Την ώρα που τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων μεταδίδουν τις επιθέσεις των Ισραηλινών εναντίον του Λιβάνου, η καταμέτρηση των θυμάτων που βαίνει την ανιούσα προηγείται ασφαλώς όλων των υλικών καταστροφών. Οι βόμβες ωστόσο που πέφτουν δίπλα στο Μπααλμπέκ, που δεν είναι άλλο από την αρχαία Ηλιούπολη, οι αναφορές στο λιμάνι της Τύρου, το οποίο κάποτε υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα εφοδιασμού και ορμητήριο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Τρίπολη στις ακτές της Μεσογείου, μήλον της Εριδος μεταξύ των διαδόχων του μακεδόνα στρατηλάτη και σπουδαία χριστιανική, επισκοπική έδρα αργότερα, η πανάρχαιη Σιδώνα, που η αρχή της ιστορίας της πάει πίσω στη 2η χιλιετία π.X., όλα αυτά μιλάνε και για τις άλλες εφιαλτικές συνέπειες αυτού του πολέμου. Χώρα των αρχαίου σημιτικού λαού των Φοινίκων ο σημερινός Λίβανος, που εδώ και χιλιετίες σπαράσσεται από πολεμικές συρράξεις γνωρίζοντας αλλεπάλληλους κατακτητές και υφιστάμενος λεηλασίες και καταστροφές, αντιμετωπίζει πάλι, πέραν των άλλων, και την απειλή κατά της πολιτιστικής κληρονομιάς του. Στην περίπτωση του Λιβάνου ωστόσο πρόκειται για την κοινή πολιτιστική κληρονομιά της Μεσογείου. Γιατί αυτή η κληρονομιά ζυμώθηκε από στοιχεία όλων των λαών, που συναντήθηκαν στην ίδια θάλασσα με αποτέλεσμα να προκύψει το πιο σημαντικό αμάλγαμα της ιστορίας του πολιτισμού.


Αγνωστο ακόμη τι μπορεί να προκύψει από τις πολεμικές επιχειρήσεις στον Λίβανο, χερσαίες και από αέρος. Το πρόσφατο παράδειγμα του Ιράκ όμως και το παλαιότερο του Αφγανιστάν δεν επιτρέπουν αισιοδοξία. Αν δεν είναι οι βόμβες εκείνες που μπορεί να πλήξουν τα μνημεία, θα βρεθούν οι άνθρωποι οι οποίοι θα θελήσουν να εκμεταλλευθούν αυτή την κατάσταση. Και αυτό που όλοι φοβούνται, η επέκταση δηλαδή του πολέμου προς τη Συρία, προϊδεάζει για όσα μπορεί να επακολουθήσουν και εκεί. Μια χώρα με μοναδικά επίσης αρχαία μνημεία και της ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής.


Το ζήτημα είναι ότι ένα κομμάτι της αρχαίας ελληνικής ιστορίας έχει διαδραματισθεί και στη Φοινίκη/Λίβανο αφήνοντας σημαντικά χνάρια στη χώρα. Ας μην ξεχνάμε ότι τα δάνεια και αντιδάνεια μεταξύ των δύο λαών ήταν πολλά και οι σχέσεις τους στενές, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει και καλές, αφού τους δραστήριους εμπόρους Φοίνικες, που μετέφεραν όλες τις γνώσεις και τα αγαθά της Ανατολής προς τη λεκάνη της Μεσογείου, θέλησαν με επιτυχία, όπως είναι γνωστό, να αντικαταστήσουν οι Ελληνες. Κι αν εκείνοι – οι Φοίνικες – μετά την παρακμή των φαραώ της Αιγύπτου, γύρω στο 1000 π.X., ίδρυαν αποικίες στην Κύπρο (το Κίτιο), στη Μάλτα, στη Σικελία, στη Σαρδηνία, στην Ιβηρική Χερσόνησο και σε ακτές της Βόρειας Αφρικής, είχαν εγκαταστάσεις στην Κρήτη, σε άλλα νησιά του Αιγαίου και σε ακτές του ελλαδικού χώρου, η νέα ανερχόμενη ελληνική, αποικιακή και εμπορική δύναμη πολλά διδασκόμενη από τους Φοίνικες πέρασε στην αντεπίθεση.


Επειτα από αυτή την πρώτη «συνάντηση» Ελλήνων και Φοινίκων, η οποία κατέληξε υπέρ των πρώτων, η επόμενη ήταν στα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος κατέλαβε τις πόλεις της Φοινίκης, που παρέμεναν στους διαδόχους του ως τη ρωμαϊκή επέλαση. Πολλά είναι, έτσι, τα μνημεία της Ελληνιστικής Εποχής στον Λίβανο, τα οποία παρουσιάζονται και στο Εθνικό Μουσείο της Βηρυτού. Εκεί μάλιστα, ανάμεσα στα πολλά άλλα ευρήματα, βρίσκεται και μία επιτύμβια στήλη της σαρκοφάγου του βασιλιά Αχιράμ με χαραγμένο το πρώτο φοινικικό αλφάβητο.


Επιτήδειοι έμποροι, που στράφηκαν από νωρίς στη θάλασσα, αποικιστές και θαλασσοπόροι, ήταν κατ’ αρχάς ο ίδιος λαός με τους Χαναναίους και ζούσαν ήδη από την 3η χιλιετία π.X. κατά μήκος των ακτών της Ανατολικής Μεσογείου μεταξύ Παλαιστίνης και Συρίας απέναντι από την Κύπρο. Οι Ελληνες απέδιδαν στους Φοίνικες την τιμή ότι ανακάλυψαν το αλφάβητο, το οποίο πάντως ήταν συμφωνογραφικό και είχε προκύψει από το βόρειο σημιτικό (13ος αι. π.X.). Οι Φοίνικες εμπορεύονταν πρώτες ύλες και κυρίως την αρωματική ξυλεία των δασών της οροσειράς του Λιβάνου με τους ονομαστούς κέδρους. Βεβαίως όμως και μέταλλα, ενώ σημαντική ήταν η πορφύρα, την οποία έπαιρναν από τα οστρακοειδή της λιβανέζικης ακτής. Πού θα στοχεύσουν οι βόμβες; Και πόσο «έξυπνες» θα αποδειχθούν; H τραγωδία είναι σε εξέλιξη, από μηχανής θεός δεν φαίνεται, όσο για την κάθαρση, αργεί.


Αρχαίες πόλεις


Μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς έχει κηρύξει η UNESCO τους αρχαιολογικούς χώρους του Μπααλμπέκ και της Τύρου. Ειδικά μάλιστα τα ερείπια της ακρόπολης της Μπααλμπέκ θεωρούνται από τα επιβλητικότερα της Αρχαιότητας, με πλήθος εξαιρετικών μνημείων. H πόλη βρίσκεται σε απόσταση 60 χιλιομέτρων από τη Βηρυτό και υπήρξε το φοινικικό κέντρο λατρείας του θεού Βάαλ. Κατά την ελληνιστική εποχή ονομάστηκε Ηλιούπολη, αφού ταυτίστηκε με τον θεό των Ελλήνων Ηλιο, ενώ επί Ρωμαίων ο Ηλιος ταυτίστηκε με τον Ηλιοπολίτη Δία.


Το ιερό του Ηλιοπολίτη Δία, αφιερωμένο ταυτόχρονα στην τριάδα των θεών Δία, Αφροδίτης και Ερμή, χαρακτηρίζεται από πολυπλοκότητα και μεγαλοπρέπεια, συνδυάζοντας ρωμαϊκά και ανατολικά στοιχεία (ένας κλιμακωτός πύργος έχει εμφανή τα στοιχεία των ζιγκουράτ της Μεσοποταμίας, ενώ στην τελευταία βαθμίδα του βρισκόταν ο βωμός για τις θυσίες). Σήμερα από τους αρχικώς 54 κίονες του ναού σώζονται μόνον έξι. Σαφώς καλύτερη είναι η κατάσταση του τετράγωνου ναού του Βάκχου, ενώ σε μικρή απόσταση βρίσκεται και ο κομψός ναός της Αφροδίτης σε κυκλικό σχήμα. Περίφημη ήταν κατά την Αρχαιότητα η Τύρος για την πορφυρή βαφή υφασμάτων, η οποία αποτελούσε σύμβολο πλούτου. Και σήμερα ο αρχαιολογικός της χώρος είναι εντυπωσιακός, με σπουδαία ευρήματα της Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής Περιόδου. H Τύρος, η οποία ιδρύθηκε τον 15ο αι. π.X., ενίσχυσε, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, τον Ξέρξη στην εκστρατεία του εναντίον της Ελλάδος. Αργότερα αρνήθηκε να υποταχθεί στον Μέγα Αλέξανδρο, ο οποίος την κατέλαβε ύστερα από πολιορκία επτά μηνών. Στη συνέχεια όμως κατασκεύασε έναν τεράστιο διάδρομο που ένωνε την ακτή με τα απέναντι νησάκια της, προκειμένου να τον χρησιμοποιήσει ως βάση. Εκεί άλλωστε φυλασσόταν ο δημόσιος μακεδονικός θησαυρός. Επί Βυζαντίου, τέλος, η Τύρος υπήρξε μία από τις πλέον οχυρές και ακραίες θέσεις της αυτοκρατορίας.


H Βύβλος θεωρείται μία από τις αρχαιότερες πόλεις του κόσμου (αναφέρεται επίσης ως Γεβέλ, Γάβουνα ή Γάβων) και σύμφωνα με την παράδοση χτίστηκε από τον θεό Ελ μόλις ολοκλήρωσε τη δημιουργία του κόσμου. H πεδιάδα της που διασχίζεται από τον ποταμό Αδωνη ονομαζόταν Ιερή Γη και ήταν γεμάτη από ναούς και μνημεία αφιερωμένα στον θεό. Πλούσια πόλη, είχε μεγάλο εμπόριο παπύρου, έτσι ακόμη και η λέξη «βιβλίο» προέρχεται από αυτήν. Τα τείχη της διατηρούνται ακόμη και σήμερα, ενώ ολόκληρη νεκρόπολη έχει έρθει στο φως. Πρόκειται για έναν τεράστιο αρχαιολογικό χώρο που περιλαμβάνει από ναό με οβελίσκους ως τις ελληνορωμαϊκές αψίδες, τις παλαίστρες και τα κτίρια της πόλης.


H Ακκα, η Βηρυτός και η Τρίπολη είναι κι αυτές, φυσικά, αρχαίες πόλεις, ενώ η Σιδών, της οποίας η πρώτη ακμή ήταν στη 2η χιλιετία π.X., την περίοδο των Πτολεμαίων και των Σελευκιδών έγινε πνευματικό κέντρο και απέκτησε φιλοσοφική σχολή.


«Κατέβη ωστόσο εκείνη στον μυροβόλο θάλαμο, όπου πολλοί ήταν πέπλοι, έργα θαυμάσια γυναικών απ’ τα σιδώνια μέρη…» αναφέρεται στην «Ιλιάδα» με θαυμασμό από τον Ομηρο.