Τον έχτισαν τον 6ο αιώνα π.Χ. σε έναν τόπο που αποτελούσε τέλειο φυσικό παρατηρητήριο, μία θέση στρατηγική για τον έλεγχο της θάλασσας αλλά και για τη σύνδεση με τα νησιά των Κυκλάδων. Τον έφεραν στο φως, το 1924, τα παιδιά του ορφανοτροφείου της Βουλιαγμένης σκάβοντας στην παραλία. Και σήμερα τον απολαμβάνουν κατά κύριο λόγο οι λουόμενοι και πελάτες γενικότερα του Αστήρ Παλάς δεδομένου ότι βρίσκεται μέσα στις εγκαταστάσεις του. Ο αρχαϊκός ναός του Απόλλωνα Ζωστήρα στον Λαιμό της Βουλιαγμένης υπήρξε το ιερό του αρχαίου δήμου των Αιξωνίδων Αλών – ο οποίος κάλυπτε τις σημερινές περιοχές της Βούλας και της Βουλιαγμένης -, είχε εμβέλεια σε όλη την Αττική, αλλά και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της απευθείας επικοινωνίας με το μεγάλο ιερό της Δήλου. Ελάχιστα κατανοητή γίνεται σήμερα η μεγάλη σημασία του κατά την Αρχαιότητα, καθώς ο ναός ανασκαμμένος από τις αρχές του 20ού αιώνα «εξαφανίστηκε» και πάλι από τις επιχώσεις ενώ η εισροή των θαλάσσιων υδάτων καθώς βρίσκεται δίπλα στην ακτή τον μετατρέπουν σε λίμνη. Επιπλέον διαθέτει και μία αρνητική πρωτοτυπία: για την επίσκεψή του, απαιτείται η είσοδος στον χώρο του ξενοδοχείου και της πλαζ με την καταβολή εισιτηρίου. Και αυτό παρ’ ότι ο χώρος έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός με ζώνες προστασίας.
Οι επεμβάσεις
«…μακρά άκρα πρώτη μετά τους Αιξωνέας, Ζωστήρ» γράφει ο Στράβωνας για την άκρη αυτή της Αττικής η οποία επιλέχθηκε για την ίδρυση του ιερού του Απόλλωνα. Μία λωρίδα γης με χαμηλό επίπεδο το οποίο διευκόλυνε ώστε το ιερό να είναι ορατό και από τους δύο κόλπους, ανατολικό και δυτικό. Δυόμισι χιλιετίες όμως αργότερα ο ναός βρίσκεται κατά ένα και πλέον μέτρο κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, με άνοδο της στάθμης της που μεσολάβησε. Ετσι, όχι μόνο δεν είναι ορατός αλλά έχει βυθιστεί σε παχύ στρώμα λάσπης και χώματος.
Επιπτώσεις είχαν και οι ανθρώπινες επεμβάσεις στην πορεία του χρόνου. Ενα τοιχίο, το οποίο κατασκευάστηκε περιμετρικά του αρχαίου κτιρίου και σε πολύ μικρή απόσταση από αυτό με σκοπό την προστασία του, έχει εντελώς αντίθετα αποτελέσματα καθώς συμβάλλει στην παραμονή των λιμναζόντων υδάτων. Παράλληλα μεγάλες επιφάνειες τσιμεντώθηκαν γύρω του, άγνωστο πότε και γιατί, οι οποίες αλλοίωσαν σημαντικά την εικόνα του αρχαίου. Πέραν αυτών δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι ο ναός του Απόλλων Ζωστήρα αποτελεί «άγνωστο» μνημείο.
Το έργο
Στην Αττική της Ακρόπολης και του Παρθενώνα χρειάστηκε να περάσει χρόνος προκειμένου να αναδειχθούν και τα άλλα σημαντικά ιερά, τελικώς όμως αυτό επετεύχθη. Αλλά η ιδιαιτερότητα του μικρού Απόλλωνα Ζωστήρα, ο οποίος βρέθηκε σε ένα καθαρά τουριστικό περιβάλλον όπου αναπτύσσονταν ψυχαγωγικές δραστηριότητες μακράν των αρχαιολογικών, λειτούργησε σχεδόν απαγορευτικά για την ανάδειξή του.
Το καλό νέο σήμερα είναι ότι η ΚΣΤ’ Εφορεία Αρχαιοτήτων, υπό τη διεύθυνση της κυρίας Εφης Λυγκούρη, αρχίζει έργο καθαρισμού του μνημείου, απομάκρυνσης των σύγχρονων επεμβάσεων, δηλαδή των τσιμέντων, μόνιμου αποστραγγισμού του χώρου και εν συνεχεία αναστηλώσεων όπου αυτές είναι απαραίτητες. Πρόκειται για εργασίες οι οποίες κρίνονται άμεσα απαραίτητες προκειμένου να διασωθεί το μνημείο. Ετσι, ενδιαφέρουσα θεωρείται και η πρόταση της εταιρείας Αστήρ Παλάς για συνεισφορά στο κόστος της συντήρησης, του αποστραγγιστικού έργου, των αναστηλώσεων, αλλά και της επισήμανσης με επεξηγηματικές πινακίδες.
Ο ναός
Κατασκευασμένος από πωρόλιθο, ο ναός έχει έναν ορθογώνιο σηκό (10,80 μ. Χ 6 μ.) και η είσοδός του προς τα ανατολικά σώζει ακόμη τις παραστάδες και το κατώφλι στο οποίο διατηρούνται τα ίχνη από την ύπαρξη μιας δίφυλλης θύρας. Το δάπεδό του είναι στρωμένο με μεγάλες ορθογώνιες πλάκες, άριστα επεξεργασμένες και προσαρμοσμένες μεταξύ τους, είναι όμως ελάχιστα ορατές εξαιτίας της επικάλυψής τους από φερτά υλικά. Διαθέτει άδυτο, όπως συμφωνούν οι περισσότεροι μελετητές του, δηλαδή ένα προφυλαγμένο δωμάτιο στην πίσω πλευρά του το οποίο χρησίμευε για τη φύλαξη χρημάτων και πολύτιμων αναθημάτων. Τον 4ο αιώνα π.Χ. εξάλλου προστέθηκαν εξωτερικά του ναού κίονες – από τέσσερις στις στενές πλευρές του και έξι στις μακριές – δημιουργώντας περίσταση, η οποία πιθανότατα να συγκρατούσε ξύλινο υπόστεγο για την προφύλαξη των προσκυνητών.
Στο εσωτερικό του ναού υπάρχουν ακόμη τα βάθρα για τα τρία αγάλματα των θεών που λατρεύονταν εκεί: της Λητούς και των δύο παιδιών της, του Απόλλωνα και της Αρτεμης, ενώ σε δύο από αυτά διασώζεται ακόμη η αρχαϊκή επιγραφή: «ΗΑΛΑΙΕΙΣ ΑΝΕΘΕΣΑΝ».
Τα Ζωστήρια
Μία ακόμη επιγραφή του ιερέα του ναού Πολύστρατου και των συνεργατών του, η οποία βρίσκεται στην τράπεζα μπροστά από το μεσαίο βάθρο, αναφέρεται στην επισκευή που έκαναν στο ιερό, στην κόσμηση των αγαλμάτων αλλά και στην τέλεση των Ζωστηρίων – της ετήσιας εορτής των Αλαιέων, κατά την οποία η Αττική ανανέωνε τα δικαιώματά της επί της ιεράς νήσου της Δήλου με την οποία συνδεόταν μέσω του ιερού του Απόλλωνα Ζωστήρα. Στον ναό υπάρχει ακόμη ένας μαρμάρινος θρόνος πιθανότατα για τον ιερέα. Εξω από την είσοδο μια υψηλή λίθινη λεκάνη ήταν το περιρραντήριο με νερό για τον εξαγνισμό των πιστών, ενώ λίγο μακρύτερα σώζεται και η βάση του μεγάλου βωμού.
Οι επιγραφές υπήρξαν τα σημαντικότερα ευρήματα του ναού καθώς απέδειξαν ποιος ήταν, σύμφωνα με τις γραπτές πηγές. Μία πλάκα εξάλλου επάνω στην οποία σώζονται τα πόδια χήνας, δημιουργεί την ευθεία αναφορά στα μαρμάρινα ομοιώματα αυτού του πτηνού τα οποία έχουν βρεθεί στο Λητώον της Δήλου, καθώς η ασιατική καταγωγή της θεάς Λητούς συνδεόταν με τα έλη και τις λίμνες. Διότι, όπως αναφέρει ο Παυσανίας, στη μυθική εποχή των θεών, όταν αυτοί έλυναν δυναμικά τις μεταξύ τους διαφορές, η Λητώ κυνηγημένη από την οργισμένη Ηρα, γιατί κυοφορούσε τα παιδιά του Δία, σταμάτησε στο ειδυλλιακό αυτό μέρος και νομίζοντας ότι επρόκειτο να γεννήσει, έλυσε τη ζώνη της. Τα υπόλοιπα τα ανέλαβε το ιερατείο των Αιξωνίδων Αλών και η επεκτατική πολιτική της αρχαίας Αθήνας.
Ιστορία θαμμένη στο χώμα
Οι αρχαίες πηγές, διάσπαρτες μεν αλλά σαφείς, δηλώνουν με κάθε τρόπο την πολυσήμαντη αξία του ιερού του Απόλλωνα Ζωστήρα για την Αθήνα. Δεν είναι καθόλου παράξενο, λοιπόν, που γύρω από τον ναό – έξω από τις εγκαταστάσεις του ξενοδοχείου Αστήρ Παλάς – είχαν χτιστεί κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. δύο κυκλικοί πύργοι – παρατηρητήρια σε σημεία τέτοια ώστε να ελέγχουν τον πλου προς τον Πειραιά. Αλλωστε η κατάληξη της χερσονήσου του Λαιμού στη θάλασσα, με τις λεπτές και απότομες προεξοχές είχε λειτουργήσει σύμφωνα με τον Ηρόδοτο προστατευτικά για την Αθήνα, καθώς μετά τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας και στο σκοτάδι της νύχτας νόμισαν πως ήταν πλοία που τους κυνηγούσαν και έτσι τράπηκαν σε φυγή.
Στην ίδια περιοχή εντοπίστηκε και η Ιερατική Οικία του ναού με ισχυρό πολυγωνικό τοίχο και παρατηρητήριο. Εντύπωση μάλιστα προκαλεί η διαρκής επέκτασή του, η οχύρωσή του και τα πηγάδια του που αποδεικνύουν την ευρωστία του και την ανάγκη περιφρούρησής του. Πλήθος είναι εξάλλου τα ευρήματα, κυρίως από τα πηγάδια, που μαρτυρούν τη σημασία του ιερού καθώς διευκόλυνε την επικοινωνία με τη Δήλο και παρείχε φιλοξενία στους προσκυνητές που πήγαιναν ή έρχονταν από εκεί.
Τόσο οι πύργοι, από τους οποίους έχει ανασκαφεί μόνον ο ένας, όσο και η ιερατική οικία – ανασκάφηκε το 1936 – βρίσκονται σήμερα «θαμμένοι» στο χώμα και ανάμεσα στη χλωρίδα που αναπτύχθηκε αφού εν συνεχεία εγκαταλείφθηκαν. Η περιοχή της Βούλας και της Βουλιαγμένης φαίνεται, κυρίως λόγω της οικοδόμησης, να «ξυπνά» τώρα αρχαιολογικά. Αρκεί η αρχαία Ιστορία να μη θαφτεί με το πρόσχημα της «ανάπτυξης».