O Ρήγας Βελεστινλής ή Ρήγας ο Θεσσαλός είναι ο μεγάλος εκπρόσωπος των ιδεών του Διαφωτισμού στη Χερσόνησο της Βαλκανικής κι όχι μόνον ο πρόδρομος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Οραματίστηκε την απελευθέρωση όλων των βαλκανικών λαών από τον οθωμανικό ζυγό και τα κείμενά του θεμελιώνουν τις δημοκρατικές αξίες του νεότερου Ελληνισμού με σημαντικές συμβολικές διαστάσεις και σήμερα.
Ο βίος του μεγάλου αυτού ιακωβίνου της Χερσονήσου του Αίμου υπήρξε περιπετειώδης και θρυλικός, γι΄ αυτό και είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τα πραγματικά περιστατικά από τους μύθους που κυκλοφορούσαν χρόνια πολλά μετά τον μαρτυρικό θάνατό του το 1798 στον παραποτάμιο πύργο Νεμπόισα, εκεί που ο Δούναβης συναντάται με τον Σάβα.
Σαράντα ένα χρόνια πρόλαβε να ζήσει ο φλογερός επαναστάτης, και όμως ήταν αρκετά για να ταξιδέψει με τις δύσκολες συνθήκες εκείνης της εποχής στην Κωνσταντινούπολη, στο Ιάσιο, στο Βουκουρέστι, στη Βιέννη και στην Τεργέστη. Να δημοσιεύσει πλήθος ποιήματα, μελέτες και προπαγανδιστικές μπροσούρες. Να τυπώσει την περίφημη Χάρτα του στη Βιέννη στο τυπογραφείο των αδελφών Πούλιου από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας, όπου παρουσιάζει τον πρώτο χάρτη μιας βαλκανικής ομοσπονδίας που θα διοικείται με βάση τις αρχές της δημοκρατίας και του Διαφωτισμού, όπως διατυπώθηκαν από τη Γαλλική Επανάσταση. Ηταν ταυτοχρόνως κοσμοπολίτης και πατριώτης για όλους τους βαλκανικούς λαούς, που αναγνώρισαν στο παράδειγμα και στο έργο του τα πρώτα σπέρματα της εθνικής τους ανεξαρτησίας. Για τα ελληνικά δεδομένα ο Ρήγας είναι ο πρώτος που εισήγαγε στον κόσμο του νεότερου Ελληνισμού (μαζί βέβαια με τον Κοραή ) τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης. Ο πολιτικός ριζοσπαστισμός του στόχευε, όπως άλλωστε αποδεικνύεται από τα κείμενά του, όχι μόνο στην ανάπτυξη μιας νεότερης εθνικής συνείδησης αλλά και στην κοινωνική χειραφέτηση, στο πέρασμα από τη φεουδαρχική κοινωνία του οθωμανικού κράτους στην αστική δημοκρατία, θεμέλια της οποίας αποτελούσαν η παιδεία και τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Οραματιζόταν ένα ομοσπονδιακό κράτος στα Βαλκάνια, μια πολυμορφική κοινωνία που θα της έδιναν συνεκτική μορφή οι ιδιαιτερότητες, ο πλούτος και οι παραδόσεις της, ανεκτική και ανοιχτή στους διωκόμενους και στους καταπιεσμένους της Ευρώπης, θεμελιωμένη στα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη, τα οποία θα απολάμβαναν οι πάντες. Και σε μια τέτοια κοινωνία δεν θα χωρούσαν εθνικισμοί και φυλετικά μίση.
Για να γίνει το όραμά του πραγματικότητα ο Ρήγας ήλπιζε ότι θα ξεσηκώνονταν από κοινού οι λαοί των Βαλκανίων εναντίον του δυνάστη τους, αλλά στον αγώνα τους θα συνέπραττε και η δημοκρατική Γαλλία με τον στρατό της. Οι πολιτικοκοινωνικές συνθήκες της εποχής ευνοούσαν τον ξεσηκωμό. Οι τρεις ρωσοτουρκικοί πόλεμοι που προηγήθηκαν είχαν εξαντλήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία σε συνδυασμό με τις αναταραχές στις επαρχίες της, κυριότερη από τις οποίες ήταν αυτή που προκάλεσε ο Αλή Πασάς στην Ηπειρο. Ακόμη, θα έπρεπε κανείς να λάβει υπόψη του την αντίθεση ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και στην Αυστρία.
Εν τούτοις, αυτή η τελευταία δεν εμπόδισε τις αυστριακές Αρχές να παραδώσουν τον Βελεστινλή σιδηροδέσμιο στους Τούρκους του Βελιγραδίου. Την 1η Δεκεμβρίου 1797 ο Ρήγας συνελήφθη στην Τεργέστη προτού προλάβει να παραλάβει την Προκήρυξη και το Επαναστατικό Μανιφέστο του (τα οποία είχε τυπώσει σε πολλά αντίτυπα) και να τα περάσει στην Ελλάδα. Τον κατέδωσε στην αυστριακή Αστυνομία κάποιος Δημήτρης Οικονόμου, εμπορικός συνεργάτης του συντρόφου του Αντωνίου Κορωνιού, τον οποίο με επιστολή ο Ρήγας ενημέρωνε για την αποστολή των προκηρύξεων.
Οι αυστριακές αρχές θεώρησαν την υπόθεση εξαιρετικά σοβαρή και οδήγησαν τον Ρήγα στη Βιέννη, όπου και τον ανέκριναν. Στη συνέχεια τον μετέφεραν στο Βελιγράδι με άλλους επτά συντρόφους του (τον Αντώνιο Κορωνιό, τον Ιωάννη Καρατζά, τον Δημήτριο Νικολίδη, τον Θεοχάρη Γεωργίου Τουρούντζια, τον Ευστράτιο Αργέντη και τους Ιωάννη και Παναγιώτη Εμμανουήλ ) και τους παρέδωσαν στις τοπικές οθωμανικές αρχές. Οι φυλακισμένοι υπέστησαν επί 40 ημέρες μαρτυρικά βασανιστήρια. Στις 24 Ιουνίου στραγγαλίστηκαν και τα σώματά τους πετάχτηκαν στον Δούναβη.