Oαλκοολικός και αποτυχημένος σαραντάχρονος δικηγόρος Συμεών Πιερτζοβάνης εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο μυθιστόρημα Κάσκο το 2001, πρωταγωνιστώντας σε μια περιπέτεια που διαδραματιζόταν στη Θεσσαλονίκη και την οποία αφηγείτο ο ίδιος. Εκεί, έπινε, βαριόταν, θυμόταν τα λάθη του, είχε μείνει χωρίς γυναίκα, ώσπου μια κυρία τού ανέθεσε να βρει τον εξαφανισμένο εραστή της. Ηταν κυνικός, μοναχικός, ένας τσαντλερικός ήρωας με αρχές και στέρεα γνώση των πραγμάτων. Εδώ, επανέρχεται γερασμένος, έχοντας εγκαταλείψει τη χαρτοπαιξία και τις γυναίκες (αμελητέα φαίνεται μια ερωτική του περιπέτεια με μια τολμηρή φοιτήτρια, τη Ράνια) και δρα στην Αθήνα, όπου η αγαπημένη του, μια μοιραία γυναίκα, η μεσόκοπη ηθοποιός Σόνια Βαρίκα, βρίσκεται με εγκαύματα από μυστηριώδη εμπρησμό στο σπίτι που της έχει παραχωρήσει. Είναι παραμονές των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας του 2004. Η Σόνια, κεντρικό πρόσωπο στην πλοκή, δεν είναι το μοναδικό θύμα· η φωτιά σκότωσε τρεις ανθρώπους. Στην υπόθεση εμπλέκεται ο αστυνόμος Χρόνης Χαλκίδης- «σκληρός μπάτσος», διαβάζουμε-, χωρισμένος, πατέρας ενός αγοριού, ο οποίος αποδεικνύεται επίσης εραστής της Σόνιας. Οι δύο άνδρες, αντίζηλοι στην ουσία, αφηγούνται εναλλάξ την ιστορία και ταυτόχρονα θυμούνται τη σχέση τους με την ηθοποιό μέσα από εσωτερικούς μονολόγους και διαλόγους, ενώ προσπαθούν να βρουν τους δράστες του εμπρησμού.
Ο έρωτας και η λατρεία της αγαπημένης γυναίκας είναι το κέντρο γύρω από το οποίο περιστρέφεται το μυθιστόρημα. Ο κεντρικός ήρωας όμως βιώνει τον πόνο της απώλειας, τη φρίκη της πραγματικότητας, τον τρόμο για το αύριο που το νόμιζε τακτοποιημένο και προβλέψιμο. Στους ίδιους περίπου ρυθμούς κινείται και ο αστυνομικός. Σε μια παράλληλη αφήγηση αναπτύσσεται μια διαφορετική ιστορία που αφορά ένα τμήμα της σημερινής ελληνικής κοινωνίας, γνωστό από την καθημερινή ειδησεογραφία, με αδηφάγες τεχνικές και αναπτυξιακές εταιρείες, αδίστακτους εργολάβους, ευθυνόφοβους αστυνομικούς, εκβιαστές δικηγόρους, ιερωμένους -επιχειρηματίες, συμμορίες νεοναζιστών. Τα οικονομικά συμφέροντα και τα αισθήματα είναι οι δύο βασικές κινητήριες δυνάμεις στην πορεία του ανθρώπου, αυτά τροφοδοτούν τη λογοτεχνία. Ετσι, διά στόματος γηραιού εισαγγελέα, ο συγγραφέας λέει: «Νεαρέ, όλα γίνονται για το χρήμα. Ακόμα και τα εγκλήματα πάθους μυρίζουν χρήμα, γι΄ αυτό τα λένε εγκλήματα τιμής». Και όμως: τα κατά συρροήν εγκλήματα του τέλους του βιβλίου, ένα είδος κάθαρσης στην οποία πιστεύει ο Γκάκας ως θαυμαστής των αρχαίων ποιητών, δεν συνδέονται με το χρήμα αλλά με την ανάγκη για τιμωρία και εκδίκηση. Από τις σελίδες του μυθιστορήματος περνάνε με τρόπο παραστατικό, ενίοτε σπαρακτικό και ενίοτε σαρκαστικό, αναδρομές στο παρελθόν, η Ιστορία, ελληνική και ξένη, η Αριστερά (ο πατέρας του ήρωα επί δικτατορίας υπήρξε εξόριστος στη Γυάρο), η πολιτική, παλιά και σύγχρονη, οι ξένοι μετανάστες, το θέατρο που είναι «εγκεφαλική υπόθεση», η λογοτεχνία, η Αστυνομία που έχει στις τάξεις της ρομαντικούς μα και διεφθαρμένους, οι πληγές του έρωτα που επουλώνονται «με χημικά επιθέματα». Ο Σέργιος Γκάκας (Αθήνα, 1957) με θεατρικές σπουδές στο Παρίσι, σκηνοθέτης το επάγγελμα- ελάχιστοι συγγραφείς σε τούτη τη χώρα μπορούν να ζήσουν από την πένα τους -, κατορθώνει να περιγράψει γλαφυρά τον κόσμο του θεάτρου και των παρασκηνίων του, και να συνθέσει ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με ήρωες που βασανίζονται από τις ενοχές τους, χρησιμοποιώντας νουάρ στοιχεία και κάνοντας κοινωνικές επισημάνσεις.
Ο κ.Φίλιππος Φιλίππου είναι συγγραφέας.
noir
Oαλκοολικός και αποτυχημένος σαραντάχρονος δικηγόρος Συμεών Πιερτζοβάνης εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο μυθιστόρημα Κάσκο το 2001, πρωταγωνιστώντας σε μια περιπέτεια που διαδραματιζόταν στη Θεσσαλονίκη και την οποία αφηγείτο ο ίδιος. Εκεί, έπινε, βαριόταν, θυμόταν τα λάθη του, είχε μείνει χωρίς γυναίκα, ώσπου μια κυρία τού ανέθεσε να βρει τον εξαφανισμένο εραστή της. Ηταν κυνικός, μοναχικός, ένας τσαντλερικός ήρωας με αρχές και στέρεα γνώση των πραγμάτων. Εδώ, επανέρχεται ...
Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.