Οι κωδικοί των καρτέλ

Πώς η ελληνική πραγματικότητα εξευτελίζει τους νόμους της αγοράς και στέλνει τον λογαριασμό στον καταναλωτή Οι κωδικοί των καρτέλ Μυστικές συμφωνίες, εκβιασμοί, απειλές, αποκλεισμοί, ακόμη και εγκληματικές πράξεις ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΡΑΚΟΥΣΗΣ ΧΡΟΝΙΑ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ καταναλωτές βλέπουν τις τιμές να ανεβαίνουν συνεχώς, το εισόδημά τους να χάνεται και δεν έχουν την εξήγηση. Ακούνε για ανταγωνισμό και ανταγωνισμό δεν

ΧΡΟΝΙΑ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ καταναλωτές βλέπουν τις τιμές να ανεβαίνουν συνεχώς, το εισόδημά τους να χάνεται και δεν έχουν την εξήγηση. Ακούνε για ανταγωνισμό και ανταγωνισμό δεν βλέπουν. Ηλπιζαν πολλοί, και αρκετοί προπαγάνδιζαν, ότι το άνοιγμα των αγορών, η είσοδος των μεγάλων αλυσίδων σουπερμάρκετ και των υπερεθνικών εμπορικών δικτύων θα επέτεινε τον ανταγωνισμό, θα βελτίωνε την κατάσταση, θα εξισορροπούσε τη σχέση μεταξύ τιμών και κερδών, θα βελτίωνε εν τέλει τη θέση των καταναλωτών. Ο καιρός παρήλθε, η αγορά γιγαντώθηκε, το αντικείμενο του λιανεμπορίου πολλαπλασιάστηκε, η ζήτηση επίσης, οι τιμές όμως συνέχισαν να ανηφορίζουν αφαιρώντας ισχύ από τα εισοδήματα των πολλών.


Τις προηγούμενες ημέρες η υπόθεση του εκβιασμού της ΜΕΒΓΑΛ από το πολιτικοοικονομικό δίκτυο των γαλάζιων «κουμπάρων» ανέδειξε αθέατες πλευρές των αγορών, αποκάλυψε έναν κόσμο συμφερόντων, σκληρό και αδίστακτο, έδειξε στο απορημένο πλήθος ότι μόνο άγγελοι δεν κυκλοφορούν στις γειτονιές του εμπορίου και του κέρδους. Μονοπώλια και ολιγοπώλια, καρτέλ και ομάδες καλά οργανωμένων συμφερόντων ήλθαν στο προσκήνιο. Εναρμονισμένες πρακτικές, μυστικές συμφωνίες, εκβιασμοί, απειλές, αποκλεισμοί, ακόμη και πράξεις εγκληματικές αποκαλύπτονται, δίνοντας επιτέλους την εξήγηση. Η ελληνική αγορά αποδεικνύεται ατελώς οργανωμένη, στηρίζεται σε δεσμούς με την πολιτική, σε καθεστώτα προνομιακά, διατηρεί ακόμη εξασφαλισμένη ανοχή και βεβαίως ενσωματώνει κόστος υψηλό, που τελικώς μεταφέρεται στις πλάτες των καταναλωτών.


Οι πρακτικές που εφαρμόζονται στο ελληνικό εμπόριο δεν ταιριάζουν σε προηγμένη ευρωπαϊκή χώρα, έχουν όλα τα χαρακτηριστικά της καθυστέρησης. Γι’ αυτό και μοιάζει σε δομή και οργάνωση με σχήματα μαφιόζικα, παραπέμπει όντως στη Σικελία, προκαλώντας συνεχώς το ευρύ κοινό με τις υπεραυξήσεις που επιβάλλει και τα υπερκέρδη που αποκομίζει. «Το Βήμα» σπάει σήμερα τους κωδικούς των καρτέλ και μαζί τον μύθο της δήθεν αυτορρυθμιζόμενης αγοράς. Η αόρατος χειρ που ονειρεύτηκε ο Ανταμ Σμιθ στην ελληνική περίπτωση δεν λειτουργεί υπέρ της αυτορρύθμισης της αγοράς, παρά μόνο υπέρ της κερδοφορίας των ισχυρών.


Εν αρχή ην το γάλα. Οι προηγούμενες ημέρες ανέδειξαν το καρτέλ του φρέσκου γάλακτος, το οποίο αποδεδειγμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία που συνέλεξε η Επιτροπή Ανταγωνισμού στις αρχές του περασμένου καλοκαιριού, δρα σε βάρος των κτηνοτρόφων. Το καρτέλ συγκροτείται, όπως όλα τα στοιχεία δείχνουν, από πέντε βιομηχανίες, οι οποίες συλλέγουν το 90% του φρέσκου γάλακτος που παράγουν οι εγχώριοι αγελαδοτρόφοι, και συγκεκριμένα από τις εταιρείες Δέλτα, Ολυμπος, ΦΑΓΕ, ΜΕΒΓΑΛ και την ολλανδική Friesland.


Το συγκεκριμένο καρτέλ, όπως από τις έρευνες κατεδείχθη, εδράζεται σε δύο άξονες: o πρώτος ακούει στο όνομα ΣΕΒΓΑΠ, που είναι η επίσημη έκφραση των βιομηχανιών γάλακτος, και ο δεύτερος είναι η Δέλτα, η οποία συγκεντρώνει σχεδόν του 50% του παραγόμενου γάλακτος στη χώρα. Πρόεδρος του ΣΕΒΓΑΠ είναι ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Ζώνης Γάλακτος της Δέλτα κ. Χατζηγεωργίου.


Είναι το πρόσωπο «κλειδί», ο άνθρωπος που έχει την ευθύνη της διαπραγμάτευσης με τους κτηνοτρόφους και γνωρίζει τα πάντα σχετικά με τις συνθήκες συλλογής του προϊόντος. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Επιτροπή Ανταγωνισμού, η εναρμονισμένη πρακτική υπαγορευόταν από τον ΣΕΒΓΑΠ και ειδικότερα από τον κ. Χατζηγεωργίου, ο οποίος είχε εισαγάγει άγραφους απαράβατους νόμους για τις γαλακτοβιομηχανίες. Π.χ., ουδείς κτηνοτρόφος μπορούσε να αλλάξει εταιρεία, ούτε να προσεγγισθεί από άλλη. Αν είχε καταγραφεί ως προμηθευτής της Δέλτα και συγκρουόταν μαζί της, καμία άλλη γαλακτοβιομηχανία από τις πέντε προαναφερθείσες δεν θα του προσέφερε καλύτερη τιμή για να τον κερδίσει.


Οπως χαρακτηριστικά λέγεται, «όποιος έφευγε από το μαντρί τον έτρωγε ο λύκος». Με άλλα λόγια, δεν είχε δεύτερη επιλογή, δεν μπορούσε να διεκδικήσει καλύτερη τιμή για το γάλα, καθώς ο ανταγωνισμός στη συλλογή του γάλακτος ήταν ακυρωμένος από το καρτέλ. Τίθεται εδώ ζήτημα τάξεως για τον πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών κ. Δ. Δασκαλόπουλο, ο οποίος ανέλαβε την ηγεσία της βιομηχανίας κηρύττοντας τις αρχές του ανταγωνισμού την ώρα που ηγείτο καρτέλ σε βάρος των αγελαδοτρόφων.


Τον περασμένο Ιούνιο, λοιπόν, η Επιτροπή Ανταγωνισμού βρήκε στοιχεία και έγγραφες αποδείξεις της συνεννόησης μεταξύ των γαλακτοβιομηχανιών στο πλαίσιο του ΣΕΒΓΑΠ. Οι αθεόφοβοι τηρούσαν πρακτικά συνεδριάσεων όπου συμφωνούσαν τη στάση που θα κρατήσουν έναντι των κτηνοτρόφων. Τα στοιχεία των ελέγχων, τα πρακτικά της συνεννόησης μεταξύ των γαλακτοβιομηχάνων, περιήλθαν στα χέρια της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Αυτά τα στοιχεία αξιοποίησε η συμμορία των «κουμπάρων» και επιχείρησε τον εκβιασμό στη ΜΕΒΓΑΛ. Δεν είναι τυχαία η επιλογή της συγκεκριμένης εταιρείας. Ο Αδαμόπουλος είχε δεσμό με τον Κωνσταντινίδη, εκείνος με τον Πανάγο και οι δύο μαζί την επαφή με τη ΜΕΒΓΑΛ, η οποία φάνταζε το περασμένο καλοκαίρι ως ο ασθενής κρίκος του καρτέλ.


Είχε βγει από κρίση ιδιοκτησιακή· η κυρία Μαίρη Χατζάκου, διευθύνουσα σύμβουλος ως τότε της εταιρείας, τα είχε «σπάσει» με την αδελφή της επειδή της απέδωσαν ευθύνες για τις επενδύσεις στη Βουλγαρία και αποζητούσε οδό διαφυγής. Υπέγραψε προσύμφωνο πώλησης του 23% της ΜΕΒΓΑΛ με τον πρόεδρο του ΣΕΒ και της Δέλτα κ. Δασκαλόπουλο και εκχώρησε τα δικαιώματα ψήφου έναντι 15 εκατ. ευρώ, λαμβάνοντας προκαταβολή 5 εκατ. ευρώ. Η αδελφή της εξοργίστηκε και συνέπραξε με τους άλλους συνεταίρους, τους κληρονόμους της οικογένειας Παπαθεοδώρου, εκ των συνιδρυτών της ΜΕΒΓΑΛ.


Από αυτή τη σύμπραξη προέκυψε η νέα διοίκηση της ΜΕΒΓΑΛ. Η κυρία Μαίρη Χατζάκου εκδιώχθηκε από την εταιρεία και τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου ανέλαβε ο σύζυγος της αδελφής της κ. Δ. Συμεωνίδης, μέχρι πρότινος πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος, και εκείνη του προέδρου ο κ. Π. Παπαδάκης, σύζυγος της άλλης κληρονόμου από την οικογένεια Παπαθεοδώρου.


Με άλλα λόγια, η συμμορία των γαλάζιων «κουμπάρων» βρήκε πρόσφορο έδαφος στη ΜΕΒΓΑΛ. Η εταιρεία είχε μόλις εξέλθει από διοικητική κρίση, ήταν ευάλωτη καθώς αντιμετώπιζε τον κίνδυνο εξαγοράς από τη Δέλτα και μαζί κατηγορίες για συμμετοχή σε καρτέλ. Οι «κουμπάροι» απευθύνθηκαν στη συγκεκριμένη εταιρεία, προέβαλαν ως απειλή το πρόστιμο των 25 εκατ. ευρώ και προσέφεραν ως λύση το καθεστώς επιείκειας μαζί με τη μίζα των 2,5 εκατ. ευρώ. Εκτίμησαν ότι η ΜΕΒΓΑΛ θα ανταποκριθεί· υπολόγιζαν στο ενδοοικογενειακό μίσος και στις αμυντικές διαθέσεις έναντι των σχεδίων της Δέλτα.


Η επαφή έγινε, το κόλπο πήγε να στηθεί, όμως οι «κουμπάροι» προδόθηκαν από τη ΜΕΒΓΑΛ. Κάπως έτσι αποκαλύφθηκε το καρτέλ του γάλακτος και ήλθε στο φως το βορειοελλαδίτικο πολιτικό δίκτυο της διαφθοράς.


* Κομπίνα στο… ράφι


Αυτά συμβαίνουν στη συλλογή του γάλακτος. Στην πώληση, στο ράφι, τα πράγματα αλλάζουν. Οι ρόλοι αντιστρέφονται. Οι γαλακτοβιομηχανίες μοιάζουν εξαρτημένες από τις αλυσίδες των σουπερμάρκετ, αλλά και από τις ίδιες τις επιλογές τους.


Δύο κρίσιμοι παράγοντες ορίζουν την τιμή που ο τελικός καταναλωτής πληρώνει και εξηγούν πώς από τα 35 λεπτά το κιλό που απολαμβάνουν οι κτηνοτρόφοι όλοι εμείς πληρώνουμε το φρέσκο γάλα προς 1,2 ευρώ το κιλό.


Ο πρώτος έχει να κάνει με τα έξοδα προβολής. Το φρέσκο γάλα στην Ελλάδα είναι επώνυμο προϊόν. Ηταν αυτή μια παλαιά επιλογή της γαλακτοβιομηχανίας μας. Πουθενά αλλού το φρέσκο γάλα δεν έχει τα χαρακτηριστικά επώνυμου προϊόντος. Διατίθεται χωρίς ετικέτα, αντιμετωπίζεται ως είδος πρώτης ανάγκης, δεν έχει ανάγκη διαφήμισης και προβολής. Εξαιτίας αυτής της επιλογής ο καταναλωτής επιβαρύνεται με πρόσθετο κόστος μεταξύ 13 και 15 λεπτών το λίτρο.


Ο δεύτερος προκύπτει από τη σχέση της γαλακτοβιομηχανίας με τα σουπερμάρκετ. Τα τελευταία πιέζουν αφόρητα τις γαλακτοβιομηχανίες και εξασφαλίζουν εκπτώσεις της τάξης του 30%. Η πίεση είναι οργανωμένη, έχει κοινά χαρακτηριστικά, είναι εν πολλοίς εναρμονισμένη. Ουσιαστικά διαπραγματεύονται τη θέση που προσφέρουν στο ράφι. Εναντι αυτής απαιτούν εκπτώσεις και πακέτα προσφορών. Οποιος δεν τα προσφέρει, δεν έχει θέση στο ράφι του σουπερμάρκετ. Γι’ αυτόν τον λόγο πριν από περίπου έναν χρόνο η Επιτροπή Ανταγωνισμού επέβαλε βαρύ πρόστιμο 15 εκατ. ευρώ στον σύνδεσμο των σουπερμάρκετ, θεωρώντας ότι ακολουθούν εναρμονισμένη πρακτική.


Ουσιαστικά τα σουπερμάρκετ εμφανίζουν αγορές και πωλήσεις βάσει τιμοκαταλόγου, αλλά εξασφαλίζουν εκπτώσεις, δηλαδή επιστροφές μέσω πακέτων παροχών, ως 30% των αναγραφόμενων τιμών. Ουσιαστικά από την τιμή του 1,20 ευρώ παίρνουν πίσω 20 με 25 λεπτά. Ποσό υπερβολικά μεγάλο για αγαθό πρώτης ανάγκης, όπως το γάλα.


Ο συνδυασμός των δύο παραγόντων, του κόστους προβολής, διάθεσης και εμπορίας του προϊόντος, ανεβάζει την τιμή του φρέσκου γάλακτος στα ύψη. Ουσιαστικά στην περίπτωση του γάλακτος δρουν δύο αντιμαχόμενα καρτέλ. Εκείνο των γαλακτοβιομηχανιών έναντι των αγελαδοτρόφων και εκείνο των εμπορικών αλυσίδων, των σουπερμάρκετ έναντι των γαλακτοβιομηχανιών. Θύματα των πρώτων οι κτηνοτρόφοι και των δεύτερων οι καταναλωτές.


* Αλυσίδες πιέσεων


Η δομή του λιανεμπορίου κρύβει επίσης μυστικά από το πλήθος των ανυποψίαστων καταναλωτών. Στη χώρα μας η μετάβαση από τα μικρά μπακάλικα στις μεγάλες αλυσίδες των σουπερμάρκετ έγινε άναρχα και γρήγορα. Ελαβε τη σημερινή μορφή σε περίπου μια εικοσαετία.


Η ανάπτυξή τους υπήρξε μαζική, χωρίς σχέδιο, άνοιγε το ένα δίπλα στο άλλο, ακολούθησαν οι ιδιοκτήτες τους έναν μαραθώνιο μέχρι μέτρο και έφθασαν να συναντώνται όλες οι αλυσίδες στην αυτή περιοχή. Η σημερινή προβληματικότητα πολλών αλυσίδων, όπως του Βερόπουλου και των Ατλάντικ, έχει τη βάση της ακριβώς στην αλόγιστη ίδρυση νέων σουπερμάρκετ.


Το χειρότερο δε είναι ότι στηρίχθηκε μόνο στη δυνατότητά τους να πουλάνε. Ακόμη και η ίδρυσή τους είχε ως βάση το συγκεκριμένο πλεονέκτημα. Τα περισσότερα σουπερμάρκετ στήθηκαν με δανεικά, το πρώτο εμπόρευμα που γέμισε τα ράφια τους παρελήφθη δωρεάν έναντι της τοποθέτησης των αγαθών στα ράφια και οι επόμενες αγορές με πίστωση μεταξύ 80 και 90 ημερών.


Τα παραδοσιακά σουπερμάρκετ λοιπόν αναπτύχθηκαν εκμεταλλευόμενα τα ράφια. Ουδέποτε απασχολήθηκαν με την τιμή των προϊόντων. Με άλλα λόγια, τα σουπερμάρκετ δεν παζαρεύουν τις τιμές αγοράς. Εχουν απεμπολήσει αυτό το δικαίωμα. Δεν παζαρεύουν τις τιμές. Αυτές ορίζονται από τους παραγωγούς βιομηχάνους. Τα σουπερμάρκετ διαπραγματεύονται μόνο τις παροχές, τις εκπτώσεις και τα πακέτα προσφορών. Από αυτά κερδίζουν και από την εκμετάλλευση της ρευστότητας που πηγάζει από την πίστωση των 90 ημερών.


Υπάρχουν περιπτώσεις όπου τα σουπερμάρκετ εξασφαλίζουν εκπτώσεις ως 50% επί του τιμοκαταλόγου. Στα χαρτικά, για παράδειγμα, οι εκπτώσεις ανέρχονται στο 50% και στα προϊόντα ζύμης στο 45%. Η πίεση δε, όπως είπαμε, είναι συντονισμένη και εναρμονισμένη, με αποτέλεσμα άπασες οι αλυσίδες να εξασφαλίζουν παροχές από τους παραγωγούς υψηλότερες του 30%.


Η διαρκής και συντονισμένη πίεση των αλυσίδων σουπερμάρκετ προς τους βιομηχάνους μεταφέρεται στις τιμές. Οταν τα πακέτα των προσφορών προς τα σουπερμάρκετ αυξάνουν, τα περιθώρια κέρδους της βιομηχανίας υποχωρούν. Και την πληρώνουν οι καταναλωτές. Οι βιομήχανοι αντιδρούν και αυξάνουν τις τιμές. Συνήθως το πρώτο βήμα κάνει ο ηγέτης του κλάδου και ακολουθούν σχεδόν εναρμονισμένα οι υπόλοιποι, καθώς ο ανταγωνισμός είναι δεσμευμένος και τα περιθώρια οριακά. Κάπως έτσι οδηγείται σε συνεχείς αυξήσεις το 70% των ειδών των σουπερμάρκετ, που όπως έχει καταδειχθεί ελέγχεται από 25 μεγάλους παραγωγούς, εγχώριους και ξένους.


Και έτσι εξηγείται π.χ. η διπλή φετινή αύξηση, τον Φεβρουάριο και τον Ιούλιο, της τιμής του γιαουρτιού. Πιέστηκε η ΦΑΓΕ, που οδηγεί τη συγκεκριμένη αγορά, για περισσότερες προσφορές από τα σουπερμάρκετ και ακολούθησαν οι υπόλοιποι. Απαντες δε μετέθεσαν το βάρος στην κατανάλωση.


Η αρρώστια, λοιπόν, ξεκινάει από τα σουπερμάρκετ. Ο φαύλος κύκλος της εναρμόνισης εκκινεί από την άρνηση των σουπερμάρκετ να παζαρέψουν τις τιμές και να πιέζουν για τις προσφορές. Αυτή είναι και η διαφορά των εκπτωτικών με τα τυπικά σουπερμάρκετ. Τα εκπτωτικά, που διεθνώς κατακτούν ολοένα και μεγαλύτερα μερίδια και τελευταίως βρίσκουν ευκαιρίες ανάπτυξης στην Ελλάδα, διαπραγματεύονται μόνο τις τιμές, δεν ενδιαφέρονται για τις εκπτώσεις. Εκμεταλλεύονται την ανωνυμία των προϊόντων, δεν ενσωματώνουν δαπάνες διαφήμισης, ο ανταγωνισμός είναι πιο καθαρός, τα κέρδη για τους παραγωγούς υψηλότερα και οι τελικές τιμές για τους καταναλωτές χαμηλότερες.


Δεν ξέρουμε ποια θα είναι η εξέλιξη, αν τελικώς θα επικρατήσει η πρακτική των εκπτωτικών. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η επιλογή των εκπτώσεων οδηγεί σε στρέβλωση μεγάλη, νοθεύει τον ανταγωνισμό και επιβαρύνει υπέρμετρα τους καταναλωτές.


* Το δίκτυο των ποτών


Πέραν της μεγάλης στρέβλωσης των σουπερμάρκετ, ευθεία είναι η νόθευση του ανταγωνισμού σε πλήθος άλλων αγορών και ιδιαιτέρως εκεί όπου η διακίνηση αγαθών και εμπορευμάτων στηρίζεται στην κατάκτηση των εμπορικών δικτύων. Οι αγορές της μπίρας και των αναψυκτικών είναι από αυτή την άποψη απολύτως στρεβλές και ελεγχόμενες. Οι κατέχοντες τα δίκτυα διανομής ελέγχουν τους ενδιάμεσους μεταπωλητές χονδρεμπόρους, με πλήθος μέσων και εργαλείων. Το κυριότερο αυτών είναι οι πιστώσεις, αλλά και τα παρεχόμενα μέσα, φορτηγά, ψυγεία, δωρεάν εμπορεύματα, εκπτώσεις και άλλα. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού ήδη διερευνά συγκεκριμένες περιπτώσεις αποκλεισμών από δίκτυα διανομής και όρθωσης εμποδίων για την είσοδο νέων προϊόντων στην αγορά. Εμφανή είναι τα ολιγοπώλια της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας στην μπίρα και της 3Ε στα αναψυκτικά. Εχει προκαλέσει μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι εξαφανίστηκαν από προσώπου γης οι πολλές μικρές ποτοποιίες της ελληνικής επικράτειας. Πάμπολλες μικρές επιχειρήσεις αναψυκτικών, πασίγνωστα και διακεκριμένα σήματα, από τη Φλώρινα ως την Κρήτη, χάθηκαν στην κυριολεξία, από τη στιγμή που τα αδηφάγα δίκτυα επικράτησαν και επέβαλαν τους όρους τους.


«Το Βήμα» περιέγραψε την περασμένη Κυριακή το ολιγοπώλιο της μπίρας, τις δυσκολίες και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν νέοι παραγωγοί να εισέλθουν στην αγορά, χωρίς να λάβει καμία απάντηση, ούτε και να ενοχληθεί από κανέναν. Δύο τινά συμβαίνουν: ή τα πράγματα είναι έτσι και χειρότερα ή ουδείς νοιάζεται.


Πώς νοθεύεται ο ανταγωνισμός


Γενική είναι η αίσθηση ότι και άλλες αγορές, όπως αυτές των έτοιμων ενδυμάτων, των ηλεκτρικών συσκευών, των τραπεζών, των καυσίμων, κυριαρχούνται από συνθήκες ατελούς και νοθευμένου ανταγωνισμού.


ΕΤΟΙΜΑ ΕΝΔΥΜΑΤΑ


Στα έτοιμα ενδύματα, για παράδειγμα, η νόθευση από τους μεγάλους οίκους γίνεται μέσω της εκμετάλλευσης των μικρών βιοτεχνιών, οι οποίες παράγουν μαζικά και φθηνά με τη μέθοδο του φασόν επώνυμα ρούχα, τα οποία διακινούνται νύχτα με τζιπ στα πολυκαταστήματα και στα χλιδάτα μαγαζιά, για να πωληθούν πανάκριβα σε αδαείς καταναλωτές.


ΤΡΑΠΕΖΕΣ


Οι εμπορικές τράπεζες επίσης έχουν πάμπολλες φορές κατηγορηθεί ότι νοθεύουν τον ανταγωνισμό, ότι λειτουργούν συντονισμένα προσφέροντας ενιαία επιτόκια και χρεώνοντας κοινές προμήθειες.


ΚΑΥΣΙΜΑ


Στην αγορά των πετρελαιοειδών ακόμη δεν έχει δοθεί πειστική απάντηση πώς οι εταιρείες εμπορίας ανεβάζουν ως και 15 λεπτά την τιμή των βενζινών που αγοράζουν από τα διυλιστήρια. Ούτε έχουν καταφέρει να εξηγήσουν πώς οι τιμές κινούνται με ταχύτητα ανοδικά όταν οι διεθνείς τιμές ανεβαίνουν και πώς επιβραδύνουν την κάθοδο, όταν οι διεθνείς τιμές υποχωρούν.


Ο εκβιασμός των γαλάζιων «κουμπάρων», η άλωση της Επιτροπής Ανταγωνισμού από πρόσωπα με δεσμούς και σχέσεις, κατέδειξε τη συμμετοχή ή στην καλύτερη περίπτωση την ανοχή της πολιτικής στα δίκτυα της κερδοσκοπίας. Είναι η άλλη πλευρά, η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Εκείνη της αδιαφάνειας, του πολιτικού χρήματος και των δικτύων επιρροής, τα οποία φαίνεται πως συναντώνται με τα άλλα του εμπορίου και των συμφερόντων.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.