Η νομοθεσία που ρυθμίζει την κατανομή της κρατικής διαφήμισης παραβιάζεται συνεχώς, με αποτέλεσμα να ευνοούνται υπέρμετρα κάποιες εφημερίδες, παραδοσιακές ή free press, οι κυκλοφορίες των οποίων δεν δικαιολογούν το μέγεθος των κονδυλίων που απορροφούν από την κρατική διαφήμιση. Τα έντυπα αυτά εισπράττουν τη μερίδα του λέοντος από τη διαφημιστική πίττα, ενώ τα έσοδα άλλων εφημερίδων υπολείπονται σημαντικά από αυτά που θα αναλογούσαν στην κυκλοφορία τους.
Αυτά καταγγέλλουν σε επερώτηση που κατέθεσαν προς τον υπουργό Επικρατείας κ. Θ. Ρουσόπουλο 18 βουλευτές του ΠαΣοΚ στην οποία έκαναν λόγο για «καταστρατήγηση της αρχής της ισοπολιτείας και της ισότητας». Κατά τη διάρκεια της συζήτησης σχετικά με την επερώτηση που έγινε την περασμένη Δευτέρα οι βουλευτές της αντιπολίτευσης επέκριναν την κυβέρνηση, αναφέροντας ότι χρησιμοποιεί την κρατική διαφήμιση για λόγους επηρεασμού και προπαγάνδας. Επίσης ανέφεραν ότι οι κυβερνητικοί αρμόδιοι παραβιάζουν τον νόμο που ορίζει ρητώς τα κριτήρια κατανομής της κρατικής διαφήμισης, κριτήρια όμως που δεν εφαρμόζονται.
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με την Ενωση Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΙΗΕΑ), οι κρατικές δαπάνες για διαφήμιση στον Τύπο ανήλθαν το 2007 σε 65 εκατ. ευρώ, ποσόν σχεδόν διπλάσιο των 36 εκατ. ευρώ που είχαν διατεθεί για τον ίδιο σκοπό το 2004. Οι εφημερίδες free press «Metrorama» και «City Press» το 2007 απορρόφησαν τα μεγαλύτερα έσοδα από την κρατική διαφήμιση με 6,2 και 4,1 εκατ. ευρώ αντίστοιχα. Ακολουθούν η εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» με 3,5 εκατ. ευρώ και «Το Βήμα της Κυριακής» με 3,3 εκατ. ευρώ. Η «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» είναι 5η με 3,07 εκατ. ευρώ και «Τα Νέα» στην 6η θέση με 3,06 εκατ. ευρώ.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία αυτά, παρά τις διαβεβαιώσεις των αρμοδίων για ορθολογική κατανομή της κρατικής διαφήμισης, τα κρατικά διαφημιστικά κονδύλια συνεχίζουν να διανέμονται με κριτήρια ασαφή, τα οποία κάνουν πολλούς να ομιλούν για άτυπη συνεργασία κυβέρνησης και ορισμένων εκδοτικών συμφερόντων.
Οι βουλευτές του ΠαΣοΚ αναφέρθηκαν και στο παράδειγμα των εφημερίδων «Η Χώρα» και «Η Χώρα της Κυριακής», οι οποίες τη χρονιά που πέρασε απορρόφησαν κρατική διαφήμιση αξίας μεγαλύτερης των 3,4 εκατ. ευρώ. Οπως, όμως, τόνισαν, οι κυκλοφορίες των εφημερίδων αυτών δεν συνάδουν με τα ποσά που εισέπραξαν για διαφημίσεις από τον κρατικό κορβανά.
Ο βουλευτής κ. Κ. Ρόβλιας στη συζήτηση στη Βουλή ανέφερε: «Σε εφημερίδες πολύ μικρής κυκλοφορίας δίδεται κρατική διαφήμιση πολύ μεγαλύτερη αυτής που δίδεται σε εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας. Αν προσθέσουμε και την έμμεση ενίσχυση με τη μορφή δήθεν χορηγιών για ειδικές εκδόσεις, συνήθως τριτοκοσμικής ποιότητας, τότε τα συγκριτικά μεγέθη επιβαρύνονται και άλλο. Αν δε προσθέσουμε και τις διαφημίσεις των ΔΕΚΟ, τότε μπορούμε να μιλάμε για σκάνδαλο, ένα σκάνδαλο πολιτικό που έχει να κάνει με την ενημέρωση της κοινής γνώμης και με την κατευθυνόμενη ειδησεογραφία, δηλαδή με την παραπληροφόρηση της κοινής γνώμης με σκοπό τη χειραγώγησή της».
Από την πλευρά του ο κ. Ρουσόπουλος ανέφερε ότι «σταθερός γνώμονας της κυβέρνησης για την κρατική διαφήμιση είναι η δικαιότερη κατανομή της, η ανταποδοτικότητά της, αλλά και η απόλυτη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος». Ο υπουργός Επικρατείας σημείωσε ότι, αντίθετα με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν με το ΠαΣοΚ, επί κυβέρνησης της ΝΔ μειώθηκε η κατανομή της κρατικής διαφήμισης στις μεγάλες εφημερίδες, ενώ αυξήθηκε στις μικρότερες αθηναϊκές και επαρχιακές εφημερίδες.
Επίσης ο κ. Ρουσόπουλος κατέθεσε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία οι 12 πρώτες σε διαφήμιση εφημερίδες από το 80% της διαφημιστικής πίττας που είχαν την περίοδο 2002-2003 σήμερα λαμβάνουν το 61%, ενώ διευκρίνισε ότι το 85% της κρατικής διαφήμισης προέρχεται από φορείς οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο προεδρικό διάταγμα και δεν υπόκεινται στον έλεγχο του υπουργείου, καθώς οι εταιρείες αυτές, όπως η ΔΕΗ και ο ΟΤΕ, είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο.
Στο τέλος της συζήτησης ο βουλευτής του ΠαΣοΚ κ. Γ. Παπαδημητρίου υπέβαλε μια δέσμη προτάσεων που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην επικράτηση συνθηκών διαφάνειας. Ανάμεσα στις προτάσεις του κ. Παπαδημητρίου είναι να προσδιορισθούν τα στοιχεία της κρατικής διαφήμισης, ώστε αυτή να μην ταυτίζεται με την προβολή της κυβέρνησης, καθώς και να επανεξετασθεί η νομοθεσία που ισχύει σχετικά, να τροποποιηθεί και να συμπληρωθεί ώστε να υπηρετεί τις αρχές της διαφάνειας, της πολυφωνίας και της δίκαιης κατανομής.