Λολίτα
Υπάρχουν και σήμερα πολλοί που πιστεύουν ότι το θέμα της Λολίτας, του γνωστότερου μυθιστορήματος του Ναμπόκοφ, δεν είναι παρά μια τερατωδών διαστάσεων μεταφορά. Τι αντιπροσωπεύει ο μεσόκοπος ήρωάς του που σαγηνεύεται από το προκλητικό νυμφίδιο, παρατάει τα πάντα και διασχίζει με το αντικείμενο του πόθου του σχεδόν όλη την Αμερική; Οσοι ενδιαφέρονται για τα στατιστικά της λογοτεχνίας, αν αθροίσουν τις αποστάσεις που διέτρεξε το αταίριαστο ζευγάρι από την αρχή ως το τέλος του βιβλίου, θα καταλήξουν σε έναν σχεδόν εξωπραγματικό αριθμό: 27.000 μίλια! Η μεταφορά, ως πρώτο θύμα της στατιστικής ή και της γεωγραφίας, μας λέει περίπου ότι ο ήρωας του Ναμπόκοφ εκφράζει τη γερασμένη Ευρώπη που εκστασιάζεται από τη νέα, προκλητική, ελκυστική – ακόμη και μέσα στην ανοησία της – Αμερική. Η ερμηνεία αυτή αντιμετωπιζόταν με άκρα ειρωνεία από τον Ναμπόκοφ, ο οποίος μάλιστα έγραψε ότι ήταν η άποψη ενός από τους εκδότες που είχαν απορρίψει το βιβλίο.
Καλό όμως είναι κάποτε να μην πολυπιστεύουμε τους συγγραφείς, ιδίως τους στυλίστες και τους είρωνες, όπως ο Ναμπόκοφ. Η Λολίτα αποτελεί μυθιστορηματικό οδοιπορικό ανεξέλεγκτου πάθους, κωμικής αδυναμίας και φαρμακερής ειρωνείας στα ακραία όρια του ύφους, που καλείται να χειριστεί ένα θέμα σχεδόν πορνογραφικό. Το βιβλίο εύκολα θα το χαρακτηρίζαμε ρεαλιστικό, εξαιτίας της εκπληκτικής γλωσσικής του ακρίβειας, στην απόδοση κυρίως των λεπτομερειών, που ο Ναμπόκοφ τη θεωρούσε ύψιστη πεζογραφική αρετή. Ο συγγραφέας αυτός ωστόσο, ο εμιγκρές και εστέτ (συνδυασμός που δικαίως θεωρείται συστατικό γνώρισμα του ευρωπαϊκού κοσμοπολιτισμού), ισχυριζόταν ότι τη λέξη ρεαλισμός πρέπει να τη βάζουμε πάντοτε εντός εισαγωγικών. Πέραν αυτού – και αφήνοντας στην άκρη το προφανές: ότι η Λολίτα ανήκει στα αντιπροσωπευτικότερα μυθιστορήματα της δεκαετίας του ’50 -, το βιβλίο είναι πρωτίστως μια ερωτική ιστορία. Και όπως όλες οι ερωτικές ιστορίες που έχουν σημαδέψει τη λογοτεχνία, υπερβαίνει το θέμα της. Ή, για να είμαστε ακριβέστεροι, το θέμα του μυθιστορήματος δεν είναι τόσο ο έρωτας όσο το ξελόγιασμα του μεσήλικου ήρωα Χάμπερτ Χάμπερτ από το αναιδές, αφελές και πονηρό, προκλητικό και «αθώο» σε βαθμό κακουργήματος νυμφίδιο.
Ο Ναμπόκοφ ωστόσο εδώ, τραβώντας στα άκρα τη μεταφορά, κοροϊδεύει προκλητικά τα φροϋδικά στερεότυπα. Ο ίδιος άλλωστε στη θαυμάσια αυτοβιογραφία του με τον τίτλο Μίλησε μνήμη δεν δίστασε να αποκαλέσει τον Φρόιντ «βιεννέζο κομπογιαννίτη». Η ειρωνεία της ειρωνείας είναι πως η Λολίτα θα μπορούσε να θεωρηθεί βιβλίο κατ’ εξοχήν φροϋδικό. Αλλωστε και το όνομα «Λολίτα» σήμερα ταυτίζεται, ακόμη και από όσους δεν έχουν διαβάσει το μυθιστόρημα, με μια από τις πλέον απόκρυφες μορφές της λίμπιντο: εκείνης που εμφανίζεται κατακτητική, καταστροφική ή αυτοκαταστροφική στα πρόθυρα του γήρατος. Το νυμφίδιο του Ναμπόκοφ είναι, αν θέλουμε να μιλήσουμε και εμείς μεταφορικά, μια από τις πεταλούδες του. Μόνο που η απόχη του Χάμπερτ Χάμπερτ αποδεικνύεται στο τέλος τρύπια. Οσο για τα αναρίθμητα μέρη που επισκέπτεται το αταίριαστο ζευγάρι, όλα μαζί συνιστούν μια προβολή, είναι δηλαδή εκφράσεις της ταραχής, της αγωνίας και της ανησυχίας, των εμμονών, αν θέλετε, του μεσόκοπου ήρωα. Η πεταλουδίτσα-Λολίτα παίζει με όλα, κυρίως όμως παίζει με τον Χάμπερτ Χάμπερτ. Το μυθικό θηλυκό, που έλκει, θα λέγαμε, την καταγωγή του από τη Σκάρλετ Ο’ Χάρα, καταλήγει να «κλέψει» στο βιβλίο τον πρώτο ρόλο από τον βασικό πρωταγωνιστή. Ετσι το μυθιστόρημα του Ναμπόκοφ είναι το εκτενέστερο και το πλέον βιτριολικό σχόλιο στο Οσα παίρνει ο άνεμος της Μάργκαρετ Μίτσελ, στην κουλτούρα του Χόλιγουντ και στα στερεότυπά του, που τα πουλάει με καταιγιστικούς ρυθμούς στις μαζικές δημοκρατίες των ημερών μας.