Από έναν απόγονο εμβολατόρων (βυζαντινών αρχόντων, αρμόδιων για την επιβίβαση φορτίων σε πλοία, από τους οποίους λέγεται ότι πήραν το όνομά τους οι Μπουλαργιοί της Μάνης, από όπου κατάγεται ο βουλευτής Πειραιά κ. Πέτρος Μαντούβαλος) θα περίμενε κανείς μεγαλύτερη εξοικείωση με την πολιτική ίντριγκα. Ο κ. Μαντούβαλος, μετά τις πληροφορίες για εμπλοκή του δικηγορικού γραφείου του στο παραδικαστικό κύκλωμα, ανεξαρτητοποιήθηκε καταγγέλλοντας παράλληλα τους εσωκομματικούς αντιπάλους του για πόλεμο λάσπης εναντίον του. Αυτοί ανταπέδωσαν, επισήμως – ο βουλευτής A’ Πειραιά κ. Π. Μελάς δήλωσε ότι ο κ. Μαντούβαλος παραιτήθηκε από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ επειδή θα γίνουν και άλλες αποκαλύψεις εις βάρος του – αλλά κυρίως στο παρασκήνιο. H σύγκρουση απειλεί τώρα να βυθίσει όλες τις «γαλάζιες» ναυαρχίδες του λιμανιού.
Ο κ. Π. Μαντούβαλος γεννήθηκε το 1959 στα Μανιάτικα του Πειραιά. H μητέρα του ήταν δασκάλα σε σχολείο παιδιών με κώφωση και ο πατέρας του εργάτης στο εργοστάσιο ΚΟΠΗ του υπουργείου Εθνικής Αμυνας, το οποίο έφτιαχνε εξοπλισμό για τον Στρατό. Τα λεφτά δεν περίσσευαν στην οικογένεια και ο κ. Σταύρος Μαντούβαλος έκανε και άλλες δουλειές για να σπουδάσει τα τέσσερα παιδιά του. Πιο πεισματάρης και φιλόδοξος αποδείχθηκε ο γιος του Πέτρος. Πέρασε στη Νομική Αθηνών και σχεδόν όλα τα χρόνια των σπουδών του δούλευε στο Πέραμα καθαρίζοντας αμπάρια πλοίων. Αργότερα «προβιβάστηκε» στους γερανούς, όπου σε κάποια φορτοεκφόρτωση συνέβη ένα εργατικό ατύχημα. Ο κ. Μαντούβαλος αποφάσισε να συγκρουστεί με την εργοδοσία και να υπερασπιστεί ο ίδιος την υπόθεση στο δικαστήριο. Κέρδισε τη δίκη και έθεσε τα θεμέλια της καριέρας του.
Σε αυτή τον βοήθησαν δύο άτομα: η δικηγόρος Αναστασία Δελλή, στο γραφείο της οποίας έκανε τα πρώτα επαγγελματικά του βήματα, και ο Σπ. Μιχελής, αδελφός της μητέρας του, ο οποίος στη διάρκεια της δικτατορίας ανελίχθη σε γενικό διευθυντή της Αστυνομίας Πειραιά και κατόπιν (επί Ιωαννίδη) σε αρχηγό της Αστυνομίας Πόλεων. Στη Μεταπολίτευση έθεσε δύο φορές υποψηφιότητα για δήμαρχος αλλά απέτυχε. Ο Σπ. Μιχελής μπορεί να μην ευτύχησε πολιτικά, διατηρούσε όμως τις σχέσεις του στην Αστυνομία (η Μάνη τροφοδοτούσε συστηματικά το Στρατό και την Αστυνομία με προσωπικό). Σε αυτόν τον χώρο εστράφη ο ανιψιός του προκειμένου να αλιεύσει πελατεία για το δικηγορικό γραφείο του. Λέγεται ότι ανελάμβανε εθελοντικά όλες τις υποθέσεις αστυνομικών, ειδικά στον Πειραιά, και αυτοί σε ένδειξη ευγνωμοσύνης τού έστελναν σωρηδόν πελάτες. «Αστειευόμασταν τότε ότι πρώτα πάει ο δικηγόρος στην Αστυνομία και μετά πιάνουν τον δράστη» θυμάται συνάδελφός του. Οι δουλειές του άνοιξαν, μετακόμισε σε άλλο γραφείο στο κέντρο του Πειραιά, όπου αργότερα στην αποστρατεία της στεγάστηκε και η Αναστασία Δελλή. «Ηταν το μοναδικό γραφείο που επικοινωνούσε με του Πέτρου με ενδιάμεση πόρτα. Ποτέ δεν ξέχασε ότι η κυρα-Τασία – ήταν η πρώτη που του έδωσε δουλειά» λέει συνεργάτης του. Πολύ σύντομα το γραφείο του έγινε ένα από τα μεγαλύτερα στον Πειραιά και έφθασε να απασχολεί περί τους 20 δικηγόρους. Χειριζόταν υποθέσεις που απασχόλησαν το πανελλήνιο (π.χ., πτώση Φάλκον, ναυάγιο «Σαμίνα» κ.ά.). «Για να κάνω αυτά που έκανε ο Πέτρος θα χρειαζόμουν δέκα ζωές» ομολογεί άλλος πειραιώτης συνάδελφός του.
Οι ικανότητές του στις δικαστικές αίθουσες είναι αδιαμφισβήτητες. Στις δημόσιες σχέσεις επίσης – σε χρόνο-ρεκόρ δικτυώθηκε με δημοσιογράφους απλησίαστους για άλλους δικηγόρους του Πειραιά και έγινε ο αγαπημένος των media. Ο κ. Μαντούβαλος αντελήφθη γρήγορα ότι διέθετε ισχυρά χαρτιά και τα έπαιξε όλα, κυρίως όμως τη μανιάτικη καταγωγή του. Συνδέθηκε με τις ισχυρότερες οικογένειες του Πειραιά, ανέλαβε υποθέσεις που μετακίνησαν σόγια ολόκληρα από το πελατειακό σύστημα άλλων βουλευτών προς το δικό του πεδίο επιρροής. «Στα ποινικά δικαστήρια δεν συναναστρεφόμαστε με τον ανθό της κοινωνίας. Ομως ποιοι πελάτες και γιατί σε διαλέγουν έχει σημασία» παρατηρεί με νόημα γνωστός ποινικολόγος. Οι Μανιάτες αποτελούν το 40% του εκλογικού σώματος στον Πειραιά και περίπου το 70% των ψηφοφόρων της ΝΔ. Ενα μικρό αλλά… δραστήριο κομμάτι τους ελέγχει τη νύχτα και το κάθε λογής λαθρεμπόριο στο μεγάλο λιμάνι. H μεγάλη οικονομική άνεση που απέκτησε εν τω μεταξύ ο κ. Μαντούβαλος (αν και δεν μετακόμισε από το Παγκράτι, όπου μένει στο προικώο της συζύγου του) και η ευκολία με την οποία αλώνιζε τον Πειραιά μέρα – νύχτα με το πολυτελές Πόρσε Καγιέν τζιπ του, προκαλούσε και σχολιαζόταν. Το λιμάνι βοούσε, αλλά κανείς δεν τόλμησε να κάνει επώνυμες καταγγελίες.
Μια τέτοια φημολογία θα μπορούσε να καταστρέψει υπολήψεις, όχι όμως τον κ. Μαντούβαλο. Το 1998 εκλέγεται πρώτος δημοτικός σύμβουλος με τον συνδυασμό του δημάρχου Πειραιά κ. Χρ. Αγραπίδη και γίνεται πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Πειραιά. Αναλαμβάνει αντιδήμαρχος, αρμόδιος για τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος και τη Δημοτική Αστυνομία. Νέες φήμες ξεσπούν ότι δημοτικοί αστυνομικοί κατευθύνουν τιμωρημένους μαγαζάτορες στο δικηγορικό γραφείο του, αλλά τίποτε δεν επιβεβαιώνεται. Διδάσκει Ποινικό Δίκαιο και Εγκληματολογία στις Ακαδημίες Αξιωματικών των Σωμάτων Ασφαλείας και την τριετία 1996 – 1999 εκλέγεται μέλος του ΔΣ στον Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιά. Στις εκλογές του 2000 θέτει υποψηφιότητα για τη Βουλή και βγαίνει A’ επιλαχών. Στις δύο ώρες που η ΝΔ θεωρήθηκε νικήτρια έκανε τον γύρο του θριάμβου στον Πειραιά συνοδεία «Ζητάδων» που πυροβολούσαν στον αέρα και έσπευσε με περιπολικό στη Ρηγίλλης, έτοιμος ως «σκιώδης» να αναλάβει το υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Τελικά μπήκε στη Βουλή με απόφαση του Εκλογοδικείου καταλαμβάνοντας την έδρα του κ. Στ. Σουμάκη (ΠαΣοΚ). Το 2004 εξελέγη πρώτος βουλευτής Πειραιά αυξάνοντας τις ψήφους του κατά 10.000. Οι σχέσεις με την Εκκλησία, τον Ολυμπιακό και η πολυδάπανη προεκλογική εκστρατεία του απέδωσαν.
Οταν ξεκίνησε ο κοινοβουλευτικός του βίος ο κ. Μαντούβαλος γύρισε σελίδα. Απεκδύθηκε τον μανδύα του σκληρού δεξιού, εμφανιζόταν ήπιος, συναινετικός, μειλίχιος, ασκούσε κριτική στην κυβέρνηση (αν και όταν έβγαινε απαγορευτικό δημοσίων δηλώσεων, δεν δίσταζε να διακόψει απροειδοποίητα ραδιοφωνικές συνεντεύξεις του!). Ευγενής, κοινωνικός, χαρούμενος, έγινε αποδεκτός σε όλες τις παρέες της ΝΔ. Αθλητικός τύπος, είχε ασχοληθεί παλαιότερα με τις πολεμικές τέχνες, την ιστιοπλοΐα, έπαιζε τερματοφύλακας στην ομάδα ποδοσφαίρου των βουλευτών και ασκούνταν στη σκοποβολή στις εγκαταστάσεις της Μαλακάσας. H επιμονή του να υπερασπίζεται πάντα τον κ. K. Καραμανλή χωρίς να παίρνει θέση για κανένα ζητήμα κίνησε τις υποψίες των συναδέλφων του. Οταν άρχισαν οι πρώτες διαρροές προς τους δημοσιογράφους, πολλοί άρχισαν να απομακρύνονται. Αποκορύφωμα ήταν τα δημοσιεύματα για το «πάρτι της φράουλας» στη ΔΕΘ – το ιδιωτικό πάρτι της βουλευτού της ΝΔ κυρίας Ελενας Ράπτη στο οποίο η ίδια μοιραζόταν μισοφαγωμένες φράουλες με προσκεκλημένους υπουργούς και βουλευτές. Την επόμενη ημέρα βούιξε ο τόπος και ο κ. Μαντούβαλος θεωρήθηκε ο υπ’ αριθμόν ένα ύποπτος για τη διαρροή.
Ο πόλεμος των «γαλάζιων» βουλευτών
Στην πορεία ανόδου του ο κ. Π. Μαντούβαλος αύξησε εντυπωσιακά τους εχθρούς του. Ο δήμαρχος κ. Χρ. Αγραπίδης τον κατηγορεί για αχαριστία και οι άλλοι τρεις βουλευτές της A’ Πειραιά (εκ των οποίων οι κκ. B. Μιχαλολιάκος και Π. Μελάς είναι επίσης Μανιάτες) έχουν ανοιχτό πόλεμο μαζί του από το 2000. Σε καλοκαιρινή εκδήλωση του δήμου ο κ. Μιχαλολιάκος ακούστηκε να λέει με αφορμή τις φήμες για κάθοδο Μαντούβαλου στον δήμο: «Καλύτερα κάποιος από το ΠαΣοΚ παρά ο Μαντούβαλος!». Οι βουλευτές της ΝΔ στον Πειραιά ετοιμάζονται να φάνε τις σάρκες τους και μάλιστα την περίοδο πριν από τις δημοτικές εκλογές. Το δικηγορικό γραφείο του κ. Μαντούβαλου ελέγχεται από τους διενεργούντες την ανάκριση για το παραδικαστικό κύκλωμα εφέτες ανακριτές. H Εισαγγελία του Αρείου Πάγου είχε ενημερώσει τον Δικηγορικό Σύλλογο Πειραιά από τον Ιούνιο για τις έρευνες, αλλά ο πρόεδρος κ. K. Πεταλάς, ο οποίος στηρίχθηκε από τον κ. Μαντούβαλο στις εκλογές του συλλόγου, δεν ενημέρωσε τα μέλη. Επίσης υπάρχουν καταγγελίες ότι η φίρμα «Π. Μαντούβαλου» λειτουργούσε παρά το επαγγελματικό ασυμβίβαστο που ισχύει για τους βουλευτές λόγω των κοινών αρχικών με τη (δικηγόρο) γυναίκα του Παρασκευή, η οποία όμως σπάνια επισκέπτεται το γραφείο. Ο κ. Μαντούβαλος παρίστατο σε δίκες, στα δικηγορικά έδρανα, έλεγε όμως ότι ως βουλευτής της ΝΔ ενδιαφέρεται για το πολιτικό κομμάτι των υποθέσεων. Την ίδια ώρα αναμοχλεύεται η βομβιστική επίθεση κατά του κ. Μιχαλολιάκου το 2001 – αν και στον Πειραιά υποψιάζονταν από την πρώτη στιγμή ότι δράστες είναι «οι «17 Μανιάτες» και όχι η «17N»».