Ο 75χρονος κ. Λορέντσο Παντσαβόλτα, ο «τσιμεντάνθρωπος» που πριν από πέντε χρόνια αναστάτωσε την ελληνική πολιτική και οικονομική ζωή ως πρωταγωνιστής στην εξαγορά της ΑΓΕΤ Ηρακλής από την ιταλική «Καλτσεστρούτσι», είναι πλέον μια τραγική, μοναχική φιγούρα που αναμένει στωικά το αβέβαιο μέλλον, περιδιαβάζοντας ένα προς ένα τα ανακριτικά γραφεία της ιταλικής χερσονήσου, από την Μπολόνια ως το Παλέρμο και από τη Βενετία ως τη Γένοβα.
Το πρώην αφεντικό της Καλτσεστρούτσι (και της ΑΓΕΤ) φαίνεται ότι έχει υποκύψει οριστικά στη μοίρα του, σηκώνοντας τον βαρύ σταυρό του «μαρτυρίου» του. Ετσι και αλλιώς, «παλιά του τέχνη κόσκινο». Ο ίδιος και η εταιρεία του κατηγορούνται από τις ανακριτικές αρχές του Παλέρμου ότι μοίραζαν μίζες σε πολιτικούς για να παίρνουν το φιλέτο των δημοσίων έργων στη Σικελία. Αν στη συνέχεια προκύψει ότι ο Παντσαβόλτα και η Καλτσεστρούτσι μοίραζαν μίζες και στις εκτός Ιταλίας δραστηριότητές τους, αυτό, κατά τους ειδικούς, δεν θα αποτελεί έκπληξη…
Από την πληθώρα των πρώην προστατών του, αρκετοί εκ των οποίων έπαιξαν ρόλο στην υπόθεση της ΑΓΕΤ, δεν έχει απομείνει κανείς, όπως σημειώνουν οι ιταλικές εφημερίδες. Ο Ραούλ Γκαρντίνι, για παράδειγμα, ο δαιμόνιος γαμπρός των Φερούτσι, που συνέλαβε το «σχέδιο για την Ελλάδα», προτίμησε να θέσει τέλος στη ζωή του παρά να καταλήξει στις φυλακές. Ο Αρτούρο Φερούτσι, ο μεγαλύτερος γιος του ιδρυτή του οίκου της Ραβέννας, δεν έχει πια κανένα μετοχικό ενδιαφέρον στο πάλαι ποτέ κραταιό βιομηχανικό – επιχειρηματικό όμιλο που πέρασε στον έλεγχο των μεγάλων ιταλικών τραπεζών, οι οποίες είναι οι σημερινοί ιδιοκτήτες και της ΑΓΕΤ. Ο Μπετίνο Κράξι, ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός της «πεντακομματικής» κυβέρνησης που στήριξε τα φιλόδοξα, εντός και εκτός Ιταλίας, σχέδια του Ραούλ Γκαρντίνι βρίσκεται αυτοεξόριστος στη βόρεια ακτή της Αφρικής, ενώ οι υπόλοιποι υπουργοί του έχουν εξαφανισθεί από την πολιτική σκηνή. Δίπλα στον γηραιό Λορέντσο δεν βρίσκονται πια ούτε οι έλληνες πρώην συνεργάτες του, επιχειρηματίες και… υπηρέτες του δημοσίου συμφέροντος.
Οι μόνοι που δεν ξέχασαν τον Παντσαβόλτα είναι οι ιταλοί ανακριτές, οι επίγονοι του θρυλικού Αντόνιο ντι Πιέτρο και από κοντά οι μετανοημένοι αργηγοί ή αρχηγίσκοι της Μάφιας. Αλλωστε στο «κελάηδισμα» των τελευταίων οφείλεται και η πρόσφατη σύλληψη και προσαγωγή τού άλλοτε αφεντικού της Καλτσεστρούτσι στα ανακριτικά γραφεία του Παλέρμου. Η κατηγορία που διατυπώνεται, σε γενικές γραμμές, είναι η εξής: Η Καλτσεστρούτσι, μία από τις πιο δυνατές μονάδες του ομίλου Φερούτσι, συμμετείχε στην αμαρτωλή «Κοινοπραξία» που έπαιρνε με προνομιακούς όρους το φιλέτο των δημοσίων έργων στην περιοχή του Παλέρμου και γενικότερα της Σικελίας. Η «Κοινοπραξία» πλήρωνε μίζες στους πολιτικούς, ενώ βρισκόταν σε σχέσεις αρμονικής συνεργασίας με τους τοπικούς αρχηγούς της Μάφιας αλλά και με συνεταιριστικές κατασκευαστικές εταιρείες που ελέγχονταν άμεσα ή έμμεσα από πολιτικά στελέχη της Αριστεράς.
Αλλά οι μετανοημένοι, πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, άνθρωποι της Μαφίας οδήγησαν τους ανακριτές στην επίλυση ενός ακόμη γρίφου για το άμεσο παρελθόν της ιταλικής πολιτικής σκηνής: αποκάλυψαν ότι ο Ραούλ Γκαρντίνι, ο άνθρωπος που ως κομήτης πέρασε από το στερέωμα της επιχειρηματικής ζωής και χάθηκε, ήταν εκείνος που σκέφθηκε να ανοίξει ένα δεύτερο καινούργιο, εναλλακτικό κανάλι επικοινωνίας του πολιτικού κόσμου της γείτονος χώρας με τον κόσμο της Μαφίας.
Το δεύτερο κανάλι, όπως αποκαλύπτουν οι ίδιοι οι «μετανοημένοι», θα ήταν παράλληλο με εκείνο της Χριστιανοδημοκρατίας μόνο που θα οδηγούσε κατευθείαν στην αγκαλιά των σοσιαλιστών του Κράξι που πρωταγωνιστούσαν στις πολιτικές εξελίξεις της προηγούμενης δεκαετίας, ως το αντίπαλο δέος των τότε κομμουνιστών. Ο Γκαρντίνι είχε την ιδέα, ενώ τις πρακτικές δουλειές φαίνεται πως ανέλαβε ο έμπιστός του, ο εργασιομανής Λορέντσο Παντσαβόλτα. Αλλωστε, ως παλαίμαχος «μπετατζής», ήξερε με ποιον τρόπο θα στερεωθούν για τα καλά τα τοιχώματα του υπόγειου καναλιού επικοινωνίας ανάμεσα στους σοσιαλιστές και στη Μαφία.
Τα φιλόδοξα σχέδια του Γκαρντίνι κατέρρευσαν ολοκληρωτικά μαζί με τους σοσιαλιστές και τα πολυκομματικά κυβερνητικά σχήματα, ενώ λίγο νωρίτερα οι πιέσεις της Μαφίας είχαν γίνει ασφυκτικές για τον άνθρωπο που θέλησε να βάλει μια και καλή στο χέρι την κληρονομιά του οίκου της Ραβέννας, γενέτειρας των Φερούτσι. Μάλιστα, ο πολυμήχανος Ραούλ είχε δοκιμάσει πολύ νωρίς, μόλις το 1987, ένα «χοντρό αστείο» – μήνυμα από τους αρχηγούς της Μαφίας. Μετά από δέκα ολόκληρα χρόνια αποκαλύπτεται ότι η απαγωγή των λειψάνων του ιδρυτή της οικογενειακής επιχειρηματικής αυτοκρατορίας Σεραφίνο Φερούτσι από το κοιμητήριο της Ραβέννας ήταν ένα σχέδιο που είχε οργανωθεί και εκτελεσθεί από τη Μάφια.
Η απαγωγή των λειψάνων του «πάτερ φαμίλια» Σεραφίνο, που είχε χάσει τη ζωή του, σε ηλικία 71 ετών, σε ένα μυστηριώδες αεροπορικό δυστύχημα τον Δεκέμβριο του 1979, έκανε τον Ραούλ να νιώσει καυτή την ανάσα των σκοτεινών συνεργατών του στις παράνομες διαδρομές του πολιτικού χρήματος. Παρ’ όλα αυτά δεν εγκατέλειψε την προσπάθειά του για να γίνει μεγάλος και τρανός. Μάλιστα, γύρω στις αρχές του 1990 επιδιώκει την άμεση, άνευ όρων, «εξαγωγή» των επιχειρηματικών φιλοδοξιών του. Στόχος του να «περάσει» στο Ιόνιο και να περικυκλώσει την ελληνική τσιμεντοβιομηχανία. Στο πλάι του, όπως πάντα, ο έμπιστος Λορέντσο, ο άνθρωπος που είχε στα χέρια του έναν κολοσσό όπως η Καλτσεστρούτσι και γνώριζε όσο κανένας άλλος τα μυστικά του τσιμέντου.
Αλλωστε, ο Παντσαβόλτα ήταν και ο μόνος από τα υψηλόβαθμα στελέχη του ομίλου Φερούτσι που δεν ακολούθησε τον Ραούλ Γκαρντίνι στην αναγκαστική του έξοδο από τον οικογενειακό οίκο της Ραβέννας. Το νέο αφεντικό του, ο Αρτούρο Φερούτσι, τον κράτησε κοντά του, διατηρώντας τον κιόλας στην κορυφή της Καλτσεστρούτσι. Η επιβίωσή του στα υψηλά πατώματα είχε σχέση με το σατανικό σχέδιο για την ιταλική εισβολή των καταναλωτών τσιμέντου στη χώρα μας. Ο καλοκάγαθος Λορέντσο είχε υπέρ του το γεγονός ότι γνώριζε εξαρχής ολόκληρο το σατανικό σχέδιο, ένα σχέδιο που… παίδευε στο μυαλό ο «γαμπρός» Γκαρντίνι από τα μέσα της δεκαετίας του 1980.
«Το σχέδιο ήταν του Ραούλ», παραδέχονται ακόμη και σήμερα οι παλαιοί συνεργάτες του ιδανικού αυτόχειρα που εγκατέλειψε τα εγκόσμια την περίοδο όπου η επιχείρηση «καθαρά χέρια» βρισκόταν στο απόγειο της δόξας της. Ο Ραούλ Γκαρντίνι, σύζυγος της Ιντίνα Φερούτσι, μιας από τις τρεις θυγατέρες και κληρονόμους του Σεραφίνο Φερούτσι, διέθετε άριστη γνώση των δεδομένων της ελληνικής αγοράς. Αλλωστε, ίσως να μην είναι τυχαίο ότι χρησιμοποιούσε τον ίδιο «διερμηνέα» με τον Λορέντσο Παντσαβόλτα στις επαφές του με τους επιχειρηματικούς και τραπεζικούς παράγοντες και τους κάθε λογής διαμεσολαβητές και άλλους… υπηρέτες του δημοσίου συμφέροντος που κυριαρχούσαν στη ζωή της αθηναϊκής πρωτεύουσας στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Ο «διερμηνέας», με ή χωρίς εισαγωγικά, δεν ήταν άλλος από τον έλληνα επιχειρηματία Νίκο Γεωργιάδη. Ο άνθρωπος που ανέλαβε να παίξει δραστήριο ρόλο πριν και μετά την απόκτηση του ελέγχου της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ Ηρακλής, το 1991, επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, προσελήφθη με τον πλέον επίσημο τρόπο για να διευκολύνει τον φίλο του και συνεταίρο του Λορέντσο στην υπογραφή της συμφωνίας Εθνικής Τράπεζας και Ιταλών. Μάλιστα, η πρόσληψη καταχωρίζεται και στο επίσημο πρακτικό από τον παρευρισκόμενο συμβολαιογράφο.
Ο κ. Γεωργιάδης (σε συνέντευξη που παρεχώρησε προς «Το Βήμα» τον Φεβρουάριο του 1993, μετά την επέμβαση της ιταλικής δικαιοσύνης) μιλά για την πρώτη γνωριμία του με τον Λορέντσο Παντσαβόλτα: «Γνωριστήκαμε το 1985 στις ΗΠΑ, στη Νέα Ορλεάνη, σε μια κοινή πρωτοβουλία για την ανάπτυξη εξαγωγών του Ηρακλή στις ΗΠΑ, μέσω της δικής μου εμπορικής εταιρείας Exincon και των εγκαταστάσεων του ομίλου Φερούτσι στις ΗΠΑ. Ο κ. Λ. Παντσαβόλτα είναι μια λιτή, αυστηρή προσωπικότητα που έχει περάσει όλη του τη ζωή δουλεύοντας, αν θέλετε τη γνώμη μου. Η πρωτοβουλία εκείνη, όμως, του 1985, για τεχνικούς λόγους μάλλον, δεν ευοδώθηκε».