«Δεν ζήτησα ποτέ το υπουργείο Εξωτερικών» * Προετοιμάζεται επίσκεψη Γκιουλ στην Αθήνα * Συνάντηση με την Κοντολίζα Ράις στη σύνοδο του ΝΑΤΟ
Με περιοδεία στα Βαλκάνια, αμέσως μετά την πρώτη συμμετοχή της στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, ξεκινά τις διεθνείς πρωτοβουλίες της η νέα υπουργός Εξωτερικών κυρία Ντόρα Μπακογιάννη, σηματοδοτώντας με αυτόν τον τρόπο την πρόθεσή της να ξεφύγει από την πολιτική της διαχείρισης μόνο των εθνικών μας θεμάτων. Στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη που παραχωρεί προς «Το Βήμα» η κυρία Μπακογιάννη αποκαλύπτει τις πρώτες κινήσεις της, στις οποίες περιλαμβάνονται η υποδοχή του τούρκου ομολόγου της κ. Αμπντουλάχ Γκιουλ στην Αθήνα, μια συνάντηση με την κυρία Κοντολίζα Ράις και η επίσκεψή της στη Λευκωσία και εν συνεχεία στα Σκόπια. H κυρία Μπακογιάννη επαναλαμβάνει ότι η εξωτερική πολιτική της χώρας δεν αλλάζει, επιβεβαιώνοντας όμως ότι αλλάζουν πολλά στον τρόπο που θα προωθούνται τα εθνικά μας θέματα. Ταυτόχρονα τονίζει ότι, σε αντίθεση με τον προκάτοχό της κ. Π. Μολυβιάτη, εκείνη θα μιλάει και για όλα τα θέματα της εσωτερικής επικαιρότητας. Υπογραμμίζει δε ότι ουδέποτε ζήτησε η ίδια δημοσίως το υπουργείο Εξωτερικών, σημειώνοντας ότι η συζήτηση αυτή αδικεί την ίδια αλλά και τον Πρωθυπουργό.
– Κυρία υπουργέ, αναλαμβάνετε το υπουργείο Εξωτερικών σε μια περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη για όλα τα εθνικά μας θέματα. Αν σας ζητούσα να τα ιεραρχήσετε, ποιο απ’ όλα κερδίζει την προσοχή σας αυτή την περίοδο;
«H εξωτερική πολιτική της χώρας στη σύγχρονη, ανταγωνιστική διεθνή πραγματικότητα επιβάλλεται να έχει μια διευρυμένη οπτική, που θα θέτει στο επίκεντρο και άλλες παραμέτρους. Αν επικεντρωθούμε τώρα στα κύρια θέματα της εξωτερικής μας πολιτικής, θα σας έλεγα ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια της ιεράρχησης διότι όλα έχουν την ιδιαίτερη σημασία τους. Σε αυτό το πλαίσιο αυτή την περίοδο η προσοχή μου στρέφεται στις διεργασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη στα Βαλκάνια. Τα Βαλκάνια είναι περιοχή ειδικού και ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για την Ελλάδα. Αποφάσισα η πρώτη κίνηση ως υπουργού Εξωτερικών να είναι στα Βαλκάνια στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα: η Ελλάδα είναι παρούσα ως παράγοντας σταθερότητας, ανάπτυξης και ασφάλειας για την περιοχή. Θα ξεκινήσω μια περιοδεία αμέσως μετά το αυριανό Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, αμέσως μετά τις Βρυξέλλες, στην περιοχή των Βαλκανίων. Θα επισκεφθώ το Σαράγεβο, την Πρίστινα και το Βελιγράδι. Ταυτόχρονα θα έχω και την πρώτη μου συνάντηση με την προεδρία της Ενωσης, με την αυστριακή ομόλογό μου, προετοιμάζοντας όσο το δυνατόν καλύτερα το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών, το οποίο θα γίνει στις αρχές Μαρτίου με κεντρικό θέμα τις εξελίξεις στην περιοχή των Βαλκανίων, με πυρήνα τις εξελίξεις στο Κόσοβο».
– Σκοπεύετε να επισκεφθείτε και τα Σκόπια;
«Σε δεύτερη φάση».
– Θεωρείτε ότι δεν είναι κατάλληλη ώρα ούτε για μία επίσκεψη γνωριμίας σε αυτή τη γειτονική χώρα με την οποία έχουμε ανοιχτά θέματα;
«Πρόθεσή μου είναι να επισκεφθώ σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα το σύνολο των βαλκανικών πρωτευουσών, και ασφαλώς τα Σκόπια. Θα πάω και στη Σόφια και στο Βουκουρέστι, πρωτεύουσες των χωρών που έχουν πάρει το προβάδισμα για την ένταξή τους στην EE. Αλλά θα πάω και στα Σκόπια, αφού έχουν ήδη λάβει καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρας. Απλώς χρειάζεται κάποια διαχείριση του χρόνου και του προγράμματος».
– Αντιλαμβάνομαι ότι το ζήτημα της ονομασίας είναι ένα πολύ ιδιαίτερο θέμα για εσάς. Ησαστε μέλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη που έπεσε λόγω αυτού του θέματος. Αναρωτιέμαι πώς θα το χειριστείτε – και μάλιστα σε μια περίοδο όπου έχει διαμορφωθεί ήδη μια de facto πραγματικότητα για διπλή ονομασία…
«Το θέμα του ονόματος της FYROM είναι ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα για την Ελλάδα. Είναι ένα θέμα που έχει ταλανίσει για πολλά χρόνια την ελληνική εξωτερική πολιτική και δεν σας κρύβω ότι θα ευχόμουν να είχε λυθεί με αμοιβαίως αποδεκτό τρόπο και επ’ ωφελεία της σταθερότητας στην περιοχή. Εμείς επιθυμούμε η FYROM να είναι ανεξάρτητο και σταθερό κράτος στην περιοχή. Αυτό το οποίο προς το παρόν μπορώ να πω είναι ότι η εμμονή στην απόλυτη άρνηση οποιασδήποτε κοινά αποδεκτής λύσης από την πλευρά τους είναι μια λάθος πολιτική. Τα Σκόπια οφείλουν, όπως και η Αθήνα, να αναζητήσουν μια κοινά αποδεκτή λύση. Θέλω να ελπίζω ότι θα κυριαρχήσει εκεί η αντίληψη ότι η Ελλάδα είναι ένας πολύτιμος εταίρος. H Ελλάδα έχει συμβάλει στη σταθερότητα, στην οικονομική πρόοδο και στην αναπτυξιακή προσπάθεια της FYROM και δεν προβάλλει άλλου είδους απαιτήσεις. Αυτό το ένα και συγκεκριμένο πρόβλημα, με σεβασμό στην ιστορία, θα πρέπει να βρει τη λύση του».
– Ξεκινάτε λοιπόν με μια πρώτη πρωτοβουλία σας από τον Βορρά. Αναρωτιέμαι με τι αισθήματα κοιτάζετε προς την Ανατολή. Διανύουμε μια περίοδο έντονης επιφυλακτικότητας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Σε αυτό το κλίμα θα επιδιώξετε να συναντήσετε τον κ. Γκιουλ;
«Σε διμερές επίπεδο είναι η σειρά του κ. Γκιουλ να επισκεφθεί την Αθήνα, άρα με πολύ μεγάλη χαρά θα τον συναντήσω βεβαίως και νομίζω ότι αυτό θα γίνει σύντομα. Πέραν όμως της επίσημης επίσκεψης, όπως ξέρετε, οι συναντήσεις μεταξύ υπουργών Εξωτερικών είναι συνεχείς και σε διάφορες ευκαιρίες, οι οποίες είναι πολλές. Αρα συναντήσεις με τον τούρκο ομόλογό μου θα υπάρξουν πάρα πολλές την προσεχή περίοδο, όπως υπήρχαν και επί του προκατόχου μου. Από ‘κεί και πέρα πιστεύω ότι η εξωτερική μας πολιτική έχει χαράξει ένα δρόμο, μια στρατηγική επιλογή, που είναι η στήριξη της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας. Αλλά αυτό προϋποθέτει την εφαρμογή στην πράξη εντός ευλόγου και καθορισμένου χρόνου των κριτηρίων τα οποία η EE θέτει σε όλες τις χώρες-μέλη. H Τουρκία η ίδια θα πρέπει να κάνει τις δικές της εσωτερικές αλλαγές, να προσαρμόσει το δικό της δίκαιο και να ακολουθήσει μια πολιτική καλής γειτνίασης με τις άλλες χώρες. H υποστήριξη της Ελλάδας είναι μελετημένη και σαφής. Δεν είναι όμως άνευ όρων. Και οι όροι έχουν ήδη τεθεί τόσο από εμάς όσο και από τους λοιπούς εταίρους μας».
– H κυβέρνηση κατηγορείται συχνά ότι τα τελευταία δύο χρόνια δεν πιέζει την Αγκυρα. Ακολουθεί μια πολιτική φιλοφρονήσεων και ενδεχομένως και υποχωρήσεων στις μεταξύ τους σχέσεις, ενώ θα έπρεπε να πιέζει κάπως περισσότερο για την εκπλήρωση αυτών των κριτηρίων.
«H κυβέρνηση έχει ως σταθερό στόχο την προάσπιση και την κατοχύρωση των συμφερόντων της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό θεωρούμε ότι τα συμφέροντά μας εξυπηρετούνται από μια ευρωπαϊκή Τουρκία. Αλλά αυτή η πολιτική δεν είναι δόγμα. Θα κριθεί «επί του πεδίου» από τη στάση της ίδιας της Τουρκίας. Δεν υπάρχουν «φιλοφρονήσεις» στη μακροπρόθεσμη πολιτική που ασκούμε. Υπάρχουν, το τονίζω, στόχοι και στο μεταξύ διαρκής, το τονίζω και αυτό, επαγρύπνηση».
– Ως πότε όμως θα ανέχεται η ελληνική κυβέρνηση μια Τουρκία που δεν επεκτείνει την τελωνειακή σύνδεση στην Κυπριακή Δημοκρατία και δεν δέχεται κυπριακά πλοία στα λιμάνια της;
«H Τουρκία έχει αναλάβει την υποχρέωση να εφαρμόσει το πρωτόκολλο μέσα στο 2006. Διανύουμε τον δεύτερο μήνα του 2006. Εχουμε λοιπόν κάποιο περιθώριο χρόνου να περιμένουμε να δούμε την εφαρμογή, η οποία είναι αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση. H εκπλήρωση των κριτηρίων παρακολουθείται από την EE – άρα και από εμάς – με προσοχή, όπως γίνεται για όλα τα κράτη. Στην πορεία θα κριθεί από την ίδια την Ενωση η πρόοδος της ενταξιακής προσπάθειας της Τουρκίας».
– Αν ως το τέλος του 2006 τα κριτήρια αυτά δεν εκπληρωθούν, η ελληνική κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει τα όπλα που έχει για να την αναγκάσει να συμμορφωθεί;
«Οταν έρθει η ώρα ξέρουμε πολύ καλά τι θα κάνουμε σε κάθε περίπτωση…».
– Ακουσα να λέει πολύ καλά λόγια για εσάς ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά δεν άκουσα να μιλάτε εσείς για τον κ. Παπαδόπουλο…
«Είναι αλήθεια ότι δεν έχω συνεργαστεί με τον πρόεδρο κ. Παπαδόπουλο, διότι δεν είχα καμία αρμοδιότητα για να συνεργαστώ μαζί του. Είναι όμως επίσης αλήθεια ότι τον γνωρίζω εδώ και πάρα πολλά χρόνια και σε κάθε επίσκεψή μου στην Κύπρο τον επισκεπτόμουν και άκουγα τις απόψεις του για τις εξελίξεις στο Κυπριακό. Το σύνολο του ελληνισμού επιθυμεί να βρεθεί επιτέλους μια λύση βιώσιμη και λειτουργική στην εξαιρετικά ταλαιπωρημένη Μεγαλόνησο. Τώρα πιστεύω ότι η συνεργασία μου με τον πρόεδρο θα είναι και γόνιμη και εποικοδομητική».
– Θα συναντηθείτε εντός του Μαρτίου, όταν έρθει στην Αθήνα…
«Μα ήταν στις προθέσεις μου και για συμβολικούς αλλά και για ουσιαστικούς λόγους να κάνω το πρώτο μου ταξίδι στην Κύπρο. Τελικώς ήρθαν έτσι τα πράγματα που ο πρώτος υπουργός Εξωτερικών που δέχθηκα ήταν ο κ. Ιακώβου και ο πρόεδρος κ. Παπαδόπουλος έχει ήδη αναγγείλει την επίσκεψή του στην Αθήνα. Ετσι, η πρώτη συνάντηση θα γίνει στην Αθήνα».
– Αναρωτιέμαι, όταν θα τον δείτε, αν θα θελήσετε να αιτιολογήσετε τις σκληρές εκφράσεις που είχε χρησιμοποιήσει την περίοδο του δημοψηφίσματος ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
«Εχω δει πολλές φορές έκτοτε τον κ. Παπαδόπουλο. Δεν θέλω να δικαιολογήσω κανέναν για τις δικές του εκφράσεις, ούτε τον πατέρα μου, τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Ο Μητσοτάκης έχει μια μακρά πολιτική πορεία και έχει τις απόψεις του. Ο κ. Παπαδόπουλος έχει μια σχεδόν εξίσου μακρά πορεία. Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή δεν είναι οι όποιες πολιτικές αντιλήψεις υπήρξαν. Το ζητούμενο είναι η καλή και αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου».
– Εσείς προγραμματίζετε επίσκεψη στη Λευκωσία παρ’ όλα αυτά;
«Βεβαίως. Αμέσως μόλις ολοκληρωθεί το άτυπο Συμβούλιο Κορυφής είναι στις προθέσεις μου να συνεννοηθούμε με την κυπριακή ηγεσία ώστε να βρεθεί ημερομηνία για να πάω στην Κύπρο».
– Σας άκουσα να λέτε την περασμένη εβδομάδα ότι το Σχέδιο Αναν τελείωσε, το Σχέδιο Αναν είναι ιστορία. Δεν ακούγεται και τόσο αισιόδοξο αυτό εν όψει της συνάντησης που θα έχει ο κ. Παπαδόπουλος με τον ΓΓ του ΟΗΕ, και αναρωτιέμαι πώς εσείς θα περιγράφατε μια πρόταση η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την επίλυση του Κυπριακού.
«Οταν είπα ότι το Σχέδιο Αναν είναι ιστορία, προσέθεσα και μια άλλη φράση: Το Σχέδιο Αναν, έτσι όπως ετέθη στην κρίση των δύο κοινοτήτων, απερρίφθη από τον κυπριακό λαό. Αυτό το σχέδιο, λοιπόν, είναι ιστορία. Οτιδήποτε καινούργιο υπάρξει θα έχει ως βάση τη νέα κατάσταση η οποία έχει διαμορφωθεί στην Κύπρο. Και ποια είναι αυτή; Οτι η Κύπρος είναι μέλος της EE. Εχει, δηλαδή, ήδη ένα σημαντικό χρονικό διάστημα ευρωπαϊκή εμπειρία και ευρωπαϊκή πολιτική. Δεύτερον, ότι θα υπάρχουν βεβαίως τα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Και, τρίτον, θα ληφθεί αναμφισβήτητα υπ’ όψιν και η δέσμη ιδεών του Σχεδίου Αναν. Αυτά τα τρία αθροισμένα μαζί μπορεί να είναι η βάση μιας νέας πρότασης, η οποία θα τεθεί χωρίς χρονοδιαγράμματα ασφυκτικά – και με σοβαρή και καλή προετοιμασία – στην κρίση των δύο κοινοτήτων ως μια συμφωνημένη λύση. Επειδή δεν αντέχουμε δεύτερη αποτυχία, πρέπει να το προετοιμάσουμε πάρα πολύ καλά. Και ό,τι προετοιμαστεί πρέπει να είναι ένα τέτοιου είδους σχέδιο που να το δέχονται και οι δύο κοινότητες. Συμφωνημένες λύσεις ερήμην του λαού δεν υπάρχουν».
– Να προετοιμαστεί από ποιον, κυρία Μπακογιάννη; Μόνο από τον ΟΗΕ ή από την EE, αφού πια είναι ένα ζήτημα το οποίο αφορά δύο χώρες-μέλη της EE και μία χώρα η οποία επιθυμεί να μπει στην EE;
«Οταν μιλούσαμε παλαιότερα για τη λύση του Κυπριακού, η Κύπρος δεν ήταν στην EE. H Κύπρος μέσα στην EE έχει τελείως διαφορετικές λειτουργίες και ανάγκες. Οταν λοιπόν μιλάμε για λειτουργική λύση του Κυπριακού, δεν μιλάμε για λειτουργική λύση μόνο στο επίπεδο το εσωτερικό, δηλαδή της εσωτερικής διακυβέρνησης της Κύπρου, αλλά μιλάμε και για λειτουργική λύση στο πλαίσιο της EE. Πάνω απ’ όλα η πραγματικότητα υποχρεώνει την όποια διαπραγματευτική προσπάθεια να λάβει υπόψη της το ευρωπαϊκό κεκτημένο και τον τρόπο λειτουργίας της EE. Και πάλι ο ΟΗΕ θα κάνει την πρόταση. Μια νέα πρωτοβουλία των Ηνωμένων Εθνών αναμένουμε. Αλλά αυτή η συγκεκριμένη πρωτοβουλία δεν μπορεί να μη λάβει υπόψη της αυτά που σας ανέφερα».
– Από όλα όσα κουβεντιάζουμε ως τώρα αποδεικνύεται αυτό που έχετε πει από την πρώτη στιγμή. Οτι η πολιτική του υπουργείου Εξωτερικών δεν αλλάζει…
«Σε καμία σοβαρή χώρα δεν αλλάζει η εξωτερική πολιτική μόνο από τους υπουργούς. Υπάρχει μακροπρόθεσμη στρατηγική, και από ‘κεί και πέρα γίνονται και τακτικές κινήσεις. Κάθε υπουργός Εξωτερικών αφήνει φυσικά και το στίγμα του».
– Δεν αλλάζει τίποτε ούτε στην επικοινωνιακή διαχείριση της εξωτερικής μας πολιτικής;
«Δεν είπα ότι δεν αλλάζει τίποτε. Είπα ότι κάθε υπουργός αφήνει το στίγμα του. Με την ανάληψη των καθηκόντων μου εκατοντάδες μέσα ενημέρωσης απ’ όλον τον κόσμο δημοσίευσαν την είδηση ότι το υπουργείο Εξωτερικών αναλαμβάνει μια γυναίκα, η δήμαρχος της πόλης που διοργάνωσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αυτό είναι ένα πρόσθετο όπλο, κατά τη γνώμη μου, στην πολιτική. H εξωτερική πολιτική ασκείται από πολιτικούς στις δημοκρατίες. Κατηγορήθηκα ότι με υποδέχθηκαν φιλικά τα μέσα ενημέρωσης! Μα είναι όπλο της Ελλάδας ότι με δέχθηκαν φιλικά. Διαβάζοντας πάντως κάποιες αναλύσεις και σχόλια δεν δυσκολεύεται κανείς να διακρίνει και έναν λανθάνοντα μισογυνισμό. Είναι κάτι καινούργιο για την Ελλάδα το να εμπιστεύεται ο πρωθυπουργός της χώρας σε μια γυναίκα το υπουργείο Εξωτερικών. Αλλά, τι να κάνουμε, υπάρχουν και στην Ελλάδα γυναίκες πολιτικοί οι οποίες μπορούν να διαχειριστούν και τα δυσκολότερα θέματα».
– Αν ήσαστε εσείς πρωθυπουργός και ένα στέλεχός σας σάς ζητούσε επίμονα ένα συγκεκριμένο υπουργείο, θα του το δίνατε;
«Θα του το έδινα αν ήταν κατάλληλος για αυτό και αν φυσικά επληρούντο και οι λοιπές προϋποθέσεις για να γίνει κανείς υπουργός».
– Δεν θεωρείτε, δηλαδή, ότι ο Πρωθυπουργός έπληξε τη δική του εικόνα σεβόμενος τη δική σας επιθυμία;
«Πρώτα απ’ όλα, εμένα δεν με έχετε ακούσει ποτέ να εκφράζω επιθυμία για το υπουργείο Εξωτερικών. Ποτέ! Θα μου επιτρέψετε δε τις συζητήσεις τις οποίες έχω διαχρονικώς κάνει με τον Πρωθυπουργό να μην τις κοινοποιήσω. Οσοι πάντως πιστεύουν ότι ζητούσα επίμονα μόνον υπουργείο από τον Πρωθυπουργό νομίζω ότι αδικούν τόσο εμένα όσο και τον Πρωθυπουργό».
«Και η κυβέρνηση είναι θύμα των υποκλοπών»
– Σας άκουσα ήδη να λέτε ότι θα συνεχίσετε να διατυπώνετε την άποψή σας, αλλά ότι θα σέβεστε και τις συλλογικές αποφάσεις που λαμβάνονται από την κυβέρνηση. Οταν όμως από τις απόψεις σας προκαλούνται κάποιες τριβές, κάποιο πολιτικό κόστος, μήπως αυτό είναι ένα κίνητρο για να πάψετε να τις διατυπώνετε δημοσίως; Μήπως, δηλαδή, κάποιες ενστάσεις θα αρχίσετε να τις κρύβετε πλέον κάτω από το χαλί της Κυβερνητικής Επιτροπής;
«Θα μου επιτρέψετε να πω ότι έχουν επικρατήσει ορισμένες διαστροφικές αντιλήψεις. Πιστεύει κανείς ότι μαζεύονται κάποιοι άνθρωποι σε ένα συλλογικό όργανο για να είναι μουγκοί; Τότε δεν υπάρχει λόγος να υπάρχει. Συλλογικό όργανο σημαίνει εποικοδομητική ανταλλαγή απόψεων, έτσι ώστε το όργανο αυτό να είναι αποτελεσματικό».
– Νομίζω ότι βρήκαμε επιτέλους μία διαφορά στην τακτική που ακολουθούσε ο κ. Μολυβιάτης από την τακτική που ακολουθείτε εσείς. Θα συνεχίσετε να μιλάτε για όλα τα θέματα της επικαιρότητας, ενώ ο ίδιος επέλεγε να μιλήσει δημοσίως μόνο για τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής.
«Εγώ είμαι πολιτικός, ο κ. Μολυβιάτης είναι ένας σεβαστός διπλωμάτης, ένας άνθρωπος με μεγάλη εμπειρία, ένας πολύτιμος συντελεστής της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής διαχρονικά. Από ‘κεί και πέρα, όμως, εγώ πολιτεύομαι. Δίνω τη μάχη μου ως πολιτικός για τη χώρα μου, για την παράταξη, και βεβαίως σήμερα για την κυβέρνηση. Αρα θα ήταν τουλάχιστον οξύμωρο να περιμένει κανείς ότι, επειδή έγινα υπουργός, σταματάω να στηρίζω το συνολικό κυβερνητικό έργο είτε επικοινωνιακά είτε επί της ουσίας. Και σε τελευταία ανάλυση να σας πω κάτι; Εγώ θα δώσω λογαριασμό στους πολίτες οι οποίοι με εξέλεξαν».
– Πιστεύετε ότι η επιστράτευση των ναυτεργατών αφορούσε μόνο τον αρμόδιο υπουργό; Μου έκανε εντύπωση η ηχηρή απουσία όλων των κορυφαίων υπουργών όταν έπρεπε να υπερασπιστούν την κυβερνητική πολιτική.
«Ομολογώ ότι δεν το πρόσεξα. Ηταν από τις λίγες ημέρες που δεν είδα δελτία ειδήσεων και δεν ξέρω εάν συνέβη. Πάντως εγώ παγίως υποστηρίζω ότι τα κυβερνητικά στελέχη, όπως σας είπα πριν, υπερασπίζονται το σύνολο της κυβερνητικής πολιτικής».
– Παρακολουθείτε φαντάζομαι και εσείς, όπως και όλη η κοινή γνώμη, την υπόθεση των υποκλοπών. Ποιο είναι το συμπέρασμα που έχετε βγάλει;
«Θα ευχόμουν να είχα βγάλει συμπέρασμα. Νομίζω ότι είναι μια πολύ δύσκολη ιστορία, μια ιστορία που ενοχλεί τον ελληνικό λαό όσο και τον πολιτικό κόσμο της χώρας. Είναι μια σοβαρότατη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Θύμα αυτών των υποκλοπών είναι βεβαίως η ίδια η κυβέρνηση. Αυτό είναι μια καινούργια εμπειρία. Δεν συμβαίνει συχνά να είναι θύμα υποκλοπών μια κυβέρνηση».
– Αν τους επόμενους μήνες δεν συναντηθείτε με την κυρία Ράις, θα δικαιούμαι να συμπεράνω ότι πράγματι έχουν διαταραχθεί οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις;
«Δεν υπάρχει τέτοιο θέμα και ο κ. Μολυβιάτης το εξήγησε από την πρώτη στιγμή με πολύ σαφή τρόπο. Επιτρέψτε μου να σας πω ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει πολλά θέματα. Ας μην κατασκευάζουμε και άλλα. Με την κυρία Ράις μιλήσαμε στο τηλέφωνο, είπαμε ότι θα τα πούμε και ίσως υπάρξει στο περιθώριο του συμβουλίου του ΝΑΤΟ συνάντηση».