Μπορεί η κυβέρνηση κατά την τριετία που πέρασε να έδωσε το αποκλειστικό προβάδισμα στον ζωτικό στόχο της ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ, εν τούτοις στο εσωτερικό μέτωπο κυριάρχησαν τα εθνικά θέματα. Αυτά μονοπώλησαν σχεδόν την αντιπαράθεση των κομμάτων. Μεγαλύτερες μάχες έδωσε ο κ. Κ. Σημίτης με τον κ. Κ. Καραμανλή για το Αιγαίο παρά για τα κριτήρια των Βρυξελλών! Η αξιωματική αντιπολίτευση, αναζητώντας την αχίλλειο πτέρνα της κυβέρνησης και μπροστά στον κίνδυνο να ευρεθεί χωρίς πολιτικό λόγο (αφού συναινεί στην ευρωπαϊκή πορεία), επέλεξε ως κατ’ εξοχήν πεδίο σύγκρουσης με τον πρωθυπουργό τα ελληνοτουρκικά.


Και του καταλογίζει τέσσερις σοβαρές «ήττες» σε αυτό το ζήτημα, οι οποίες επιβάλλουν, όπως εκτιμά, την πτώση της κυβέρνησης. Πρόκειται για τα τέσσερα «μοιραία μέτωπα» του Σημίτη, όπως τα αποκαλούν στη ΝΔ: τα Ιμια, τη Συμφωνία της Μαδρίτης, τους πυραύλους S-300 και την υπόθεση Οτσαλάν.





Π
οια ήταν η στάση της ΝΔ όταν άνοιξαν τα τέσσερα αυτά μέτωπα; Και τι θα έπραττε εκείνη αν ήταν στο γκουβέρνο; Μία και μόνη απάντηση δεν υπάρχει. Γιατί αν η κυβέρνηση Σημίτη έχει ήδη απαντήσει στο δίλημμα «πόλεμος ή ειρήνη», επιλέγοντας εμπράκτως το δεύτερο και πληρώνοντας το ανάλογο πολιτικό κόστος, η ΝΔ δεν έχει ξεκαθαρίσει τη δική της επιλογή. Οι «γραμμές» είναι πολλές και θολές και μπλέκονται σταθερά επί τρία χρόνια στα εσωκομματικά γρανάζια.


Τη νύχτα των Ιμίων διεπράχθη «εθνική προδοσία», σύμφωνα με τον τότε πρόεδρο του κόμματος κ. Μ. Εβερτ. «Στο Γουδί, στο Γουδί» κραύγαζαν νεοδημοκράτες βουλευτές στο κοινοβούλιο, απευθυνόμενοι προς τον πρωθυπουργό και τους πρωταιτίους της «τραγωδίας». Ο κ. Εβερτ ζήτησε την παραίτηση του πρωθυπουργού ή του υπουργού Αμυνας, πέταξε με ελικόπτερο πάνω από τα Ιμια, ζήτησε την αξιοποίηση των βραχονησίδων, ετάχθη υπέρ της επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, ξιφούλκησε κατά της αμερικανικής παρέμβασης. Και την 1η Φεβρουαρίου 1996 δήλωσε ότι «το δίλημμα έγινε «πόλεμος ή γελοιοποίηση»» και πρόσθεσε: «Πάνω σε αυτό το δίλημμα, η Ελλάδα με την Ιστορία της έχει αποδείξει ότι πήρε πάντοτε την πρώτη επιλογή». Δηλαδή πόλεμος. Εδωσε μάλιστα ένα ζωντανό παράδειγμα, λέγοντας ότι «αν οι Τούρκοι στέλνουν 10 αεροπλάνα εμείς να στείλουμε 20» στις αναχαιτίσεις. Και κατά την προεκλογική περίοδο υποσχέθηκε να μεταβάλει την «γκρίζα περιοχή» των Ιμίων σε γαλάζια ζώνη. Στο ίδιο πνεύμα, ο τότε βουλευτής κ. Κ. Καραμανλής κατήγγειλε την κυβέρνηση για «μήνυμα υποχωρητικότητας και όχι αποφασιστικότητας» προς την Τουρκία. Σε εντελώς αντίθετη γραμμή, ο κ. Κ. Μητσοτάκης στήριξε την κυβέρνηση, δήλωσε ότι η αμερικανική παρέμβαση «δεν μπορεί να είναι εξ ορισμού απαράδεκτη» και ετάχθη υπέρ του διαλόγου με τη γείτονα χώρα.


* Η Συμφωνία της Μαδρίτης


Η Συμφωνία της Μαδρίτης βρήκε τον κ. Καραμανλή στην ηγεσία της ΝΔ. «Θετική σε γενικές γραμμές» εκρίθη από τον νέο πρόεδρο αρχικά η ελληνοτουρκική προσέγγιση. Ο Μ. Εβερτ διαφώνησε λέγοντας ότι η συμφωνία Σημίτη-Ντεμιρέλ θίγει τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας και ζήτησε σύγκληση του συμβουλίου αρχηγών. Η νέα ηγεσία επανήλθε στις δηλώσεις της και στις 9 Ιουλίου 1997 ο κ. Καραμανλής έθεσε «εύλογα ερωτήματα» για ορισμένα σημεία της συμφωνίας. Εκτοτε ο κ. Καραμανλής υιοθέτησε τον όρο «στιβαρή εξωτερική πολιτική» για το αντιπολιτευτικό του λεξιλόγιο.


Για την εγκατάσταση ή μη των πυραύλων S-300 στην Κύπρο η ΝΔ δεν έχει τοποθετηθεί. Ο κ. Καραμανλής δεν είναι οπαδός του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος, αν και αποφεύγει να το πει ανοιχτά. Κατηγόρησε πάντως την κυβέρνηση για «άτακτη υποχώρηση» όταν ελήφθη η απόφαση να εγκατασταθούν οι πύραυλοι στην Κρήτη. Ο κ. Εβερτ αντιθέτως θεωρεί πυλώνα της εξωτερικής πολιτικής το Αμυντικό Δόγμα και είχε ζητήσει από τη ΝΔ, τον περασμένο μήνα, να κάνει πρόταση μομφής για τους πυραύλους και όχι για την παιδεία. Σε εντελώς αντίθετη γραμμή ο κ. Μητσοτάκης, έχει πει επανειλημμένως ότι το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα δεν προσθέτει τίποτε στη διπλωματική άμυνα της Κύπρου και ότι μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά. Οσο για τους ρωσικούς πυραύλους, ο επίτιμος πρόεδρος έχει δηλώσει, με το γνωστό του ύφος: «Ας το ξεχάσουμε το θέμα των S-300».


Για το θέμα Οτσαλάν όλοι συμφωνούν στη «φιλελεύθερη παράταξη» μόνο για ένα πράγμα: ότι διαφωνούν με τον κ. Καραμανλή. Ευρισκόμενος σε προεκλογική περίοδο, ο πρόεδρος της ΝΔ ανέδειξε το ζήτημα σε μείζονα αντιπαράθεση με την κυβέρνηση και ζητεί την παραίτησή της. Σε εντελώς αντίθετη γραμμή πλεύσης βρίσκονται οι κκ. Εβερτ, Μητσοτάκης, Αβραμόπουλος, Σουφλιάς και Μάνος: «Χρειάζεται επειγόντως ένα συμβούλιο εξωτερικής πολιτικής στη Ρηγίλλης» σχολίαζε πρόσφατα, με ιδιαίτερη ανησυχία, πολιτικός παράγων του κόμματος.