Για ένα μεγάλο μέρος της κεντροαριστερής και νεοφιλελεύθερης διανόησης οι βίαιες αντιδράσεις του μουσουλμανικού κόσμου στη δημοσίευση των σκίτσων σχετικά με τον Προφήτη Μωάμεθ σε Δανία και Γαλλία δεν δικαιολογούνται. Κατ’ αυτή την άποψη είναι αναφαίρετο δικαίωμα και του απλού πολίτη και των MME να εκφράζουν ελεύθερα τη γνώμη τους επί παντός επιστητού. Για άλλους το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης δεν μπορεί να περιοριστεί – αλλά τέτοιου είδους δημοσιεύματα ρίχνουν λάδι στη φωτιά, σε μια περίοδο όπου οι αραβικοί πληθυσμοί βάλλονται βάναυσα στο Ιράκ, στην Παλαιστίνη και αλλού.


Νομίζω ότι και οι δύο παραπάνω θέσεις είναι λανθασμένες. Το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης, όπως και κάθε άλλο δικαίωμα, δεν είναι απόλυτο. Υπάρχουν πάντα περιορισμοί. Στην προκειμένη περίπτωση, το δικαίωμα του άλλου να απαιτεί τον σεβασμό θρησκευτικών πεποιθήσεων που συγκροτούν τον πυρήνα της ατομικής και εθνικής ταυτότητάς του. Μπορεί φυσικά κανείς να ισχυριστεί ότι υπάρχουν θρησκευτικές αντιλήψεις που οδηγούν στην κατάργηση των ατομικών ελευθεριών και πως σε αυτή την περίπτωση η γελοιοποίησή τους είναι δικαιολογημένη – είτε αυτή η γελοιοποίηση οδηγεί σε βίαιες αντιδράσεις είτε όχι. Αυτός ο ισχυρισμός όμως δεν είναι πειστικός – τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις τρεις αβραμαϊκές θρησκείες: τον ιουδαϊσμό, τον χριστιανισμό και τον μωαμεθανισμό. Και οι τρεις αυτές μονοθεϊστικές θρησκείες, παρ’ όλο που στο παρελθόν έχουν ταυτιστεί με θηριωδίες στο όνομα της πίστης και παρόλο που είναι στη βασική τους δομή λιγότερο ανεκτικές από πανθεϊστικές θρησκείες, στην τωρινή τους κυρίαρχη μορφή προτάσσουν έναν λόγο που τονίζει την αγάπη παρά το μίσος, την ειρήνη παρά τον πόλεμο, τον σεβασμό παρά τη δαιμονοποίηση άλλων θρησκευτικών δοξασιών.


Βέβαια και οι τρεις θρησκευτικές παραδόσεις βασίζονται σε ιερά κείμενα που επιδέχονται πολλές ερμηνείες. Και γι’ αυτό και στις τρεις περιπτώσεις βλέπουμε την ανάδυση φονταμενταλιστικών τάσεων που, σε συνδυασμό με εξωθρησκευτικούς παράγοντες, οδηγούν στη βία, στη μισαλλοδοξία και στη δογματική, επιλεκτική προσκόλληση στο γράμμα παρά στο πνεύμα του θρησκευτικού νόμου. Αλλά εδώ πρέπει να τονιστεί ότι ο φονταμενταλισμός δεν έχει μόνο θρησκευτικές αλλά και λαϊκές ρίζες. Είτε αναφερθούμε στις ολοκληρωμένες ιδεολογίες του Χίτλερ, του Στάλιν και του Μάο, είτε στον ακραίο ιακωβινισμό που βλέπουμε στη Γαλλική Επανάσταση, ο τυφλός φανατισμός και οι βαρβαρότητες στις οποίες συχνά οδηγεί δεν χαρακτηρίζουν μόνο τις θρησκείες αλλά και τις μη θρησκευτικές ιδεολογίες.


Από την άλλη μεριά πρέπει επίσης να τονιστεί ότι όσοι απολυτοποιούν το δικαίωμα του ελεύθερου λόγου πολύ συχνά δεν εφαρμόζουν αυτή την αρχή όταν θίγονται τα δικά τους «ιερά και όσια». Για να δώσω ένα παράδειγμα, είναι εύκολο για την «προοδευτική» διανόηση να υποστηρίζει την ελευθερία της έκφρασης όταν πρόκειται για τη γελοιοποίηση του Προφήτη, αλλά της είναι πολύ πιο δύσκολο να είναι εξίσου φιλελεύθερη σε δημοσιεύματα που εξυμνούν, π.χ., τη ναζιστική ιδεολογία.


Με τα παραπάνω δεν θέλω να υποστηρίξω τον ακραίο πολιτισμικό σχετικισμό που παίζει κεντρικό ρόλο σε θεωρίες περί πολυπολιτισμικότητας. Συχνά οι θεωρίες αυτές υποστηρίζουν ότι οι δημοκρατικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι απλώς ένα μέρος της δυτικής κουλτούρας. Σαν τέτοια τα άτομα που ανήκουν σε διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις, ακόμη και αν ζουν σε δυτικές κοινωνίες, δεν έχουν καμία υποχρέωση να τα σέβονται. Ετσι, π.χ., στοχαστές που βλέπουν τον λόγο περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως μια έκφανση του δυτικού πολιτισμικού ιμπεριαλισμού υποστηρίζουν ότι πρακτικές όπως η κλειτοριδεκτομή ή το πατριαρχικό δικαίωμα του παραδοσιακού πατέρα-αφέντη να έχει εξουσίες ζωής ή θανάτου πάνω στα άλλα μέλη της οικογένειας πρέπει να είναι σεβαστές.


Αυτού του είδους ο ακραίος αξιακός σχετικισμός είναι τόσο παράλογος όσο και η απολυτοποίηση των αξιών που σχετίζονται με την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης. Δεν υπάρχει βέβαια αμφιβολία ότι η ρητορεία περί δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων συχνά χρησιμοποιείται για την προώθηση γεωπολιτικών, ιμπεριαλιστικών στόχων (π.χ. Ιράκ). Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία ότι τα δημοκρατικά ιδεώδη, όπως σωστά υποστηρίζουν οι εχθροί τους, δεν αποτελούν αιώνιες, πλατωνικού τύπου αξίες που ισχύουν παντού και πάντα (δεν ισχύουν, για παράδειγμα, σε απλές, μη διαφοροποιημένες κοινωνίες όπου δεν υπάρχει εξατομίκευση).


Από την άλλη μεριά όμως μπορεί να δει κανείς τις αξίες που είναι στη βάση των ατομικών ελευθεριών ως «εξελικτικές καθολικότητες» (Τ. Parsons). Δηλαδή ως αξίες, που παρ’ όλο που θεσμοθετήθηκαν σε μαζική κλίμακα στη Δυτική Ευρώπη τον 19ο και 20ό αιώνα, τείνουν σήμερα να γίνουν αποδεκτές παντού από άτομα που ζουν σε μεταπαραδοσιακά πλαίσια. Ετσι, είτε κοιτάξουμε χώρες όπου υπάρχουν δημοκρατικοί θεσμοί, είτε χώρες όπου δεν υπάρχουν (π.χ. Κίνα), παντού η εξατομίκευση και η περιθωριοποίηση παραδοσιακών δομών (κυρίως σε αστικά κέντρα) οδηγούν σε στάσεις ζωής που αξιολογούν θετικά τις ατομικές ελευθερίες. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις (που πολλαπλασιάζονται λόγω της αυξανόμενης συγκέντρωσης του πληθυσμού της γης σε μεγάλα αστικά κέντρα), οι δημοκρατικές αξίες τείνουν να χαίρουν καθολικής αποδοχής.


Συμπερασματικά, και η απολυτοποίηση του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης από τη μια μεριά και ο ακραίος πολιτισμικός σχετικισμός από την άλλη οδηγούν σε ηθικά και πρακτικά αδιέξοδα. Στις σύγχρονες ευνοούμενες κοινωνίες υπάρχουν και πρέπει να υπάρχουν όρια και στο δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου και στην πολυπολιτισμική απαίτηση ανοχής κοινωνικών πρακτικών που υποσκάπτουν την αυτονομία ή/και το ευ ζην του ατόμου.


Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στη London School of Economics.