Καμιά φορά σκέφτομαι ότι, αν ο εκσυγχρονισμός ήταν φυσικό πρόσωπο, θα έκανε στη χώρα μας μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο οι ελληνικές εκδοχές του εκσυγχρονισμού δεν είναι συνήθως παρά εκσυγχρονισμένες εκδοχές της ελληνικότητας.
Αυτό ισχύει στα περισσότερα επίπεδα. Στην πολιτική, π.χ., ο εκσυγχρονισμός εξελήφθη ως μια μέθοδος που θα καταργούσε τη διαχωριστική γραμμή της Δεξιάς από την Αριστερά.
Αποτέλεσμα; Εξανεμίστηκε η πολιτική. Διότι η πολιτική υφίσταται μόνο μέσα από αντιθέσεις, συγκρούσεις και διαφορετικές επιλογές. Χωρίς Δεξιά και Αριστερά δεν υπάρχει ούτε πολιτική. Ακριβώς όπως δεν μπορεί να υπάρξει ποδόσφαιρο χωρίς δύο ομάδες στο γήπεδο.
Ο Μουσολίνι έλεγε ότι εκσυγχρονισμός είναι να φεύγουν τα τρένα στην ώρα τους. Γιατί όχι; Κανένας προφανώς δεν έχει αντίρρηση να φεύγουν τα τρένα στην ώρα τους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όποιος θέλει να μην καθυστερούν τα τρένα είναι φασίστας.
Στην οικονομία κάποιοι αποφάσισαν ότι ο εκσυγχρονισμός είναι οι αγορές. Καμία αντίρρηση. Αλλά ποιες αγορές; Και πώς οι αγορές; Διότι αν βαφτίσεις τα λαμόγια αγορά, αυτό δεν είναι εκσυγχρονισμός. Είναι λαμόγια. Το πληρώσαμε στο Χρηματιστήριο.
Επί της ουσίας δεν υπάρχει μεγαλύτερο παραμύθι από την άποψη ότι η αγορά είναι κάτι το τελεσίδικο και το ανεξέλεγκτο.
Ασφαλώς οι αγορές έχουν μια δική τους λογική. Καλοδεχούμενη. Η οποία όμως εντάσσεται στη γενικότερη λογική μιας ευνομούμενης πολιτείας. Διότι αγορά χωρίς κανόνες και χωρίς ρυθμίσεις δεν είναι αγορά. Είναι ζούγκλα. Και σίγουρα δεν είναι εκσυγχρονισμός.
Στην κοινωνία ο εκσυγχρονισμός απαιτεί μεταρρυθμίσεις με ευρύτερες συναινέσεις. Το ζευγάρι είναι πολύ δυνατό. Αλλά μόνο ως ζευγάρι. Οι συναινέσεις χωρίς μεταρρυθμίσεις είναι απλώς ένα βόλεμα που συντηρεί την αδράνεια. Και οι μεταρρυθμίσεις χωρίς συναινέσεις είναι κακόγουστος τσαμπουκάς.
Και στα τρία επίπεδα (της πολιτικής, της οικονομίας και της κοινωνίας) ο εκσυγχρονισμός στη χώρα μας τελεί υπό την απειλή της συκοφαντικής δυσφήμησης. Θεωρείται από πολλούς κάτι ανάμεσα στη σούπα, στην μπίζνα και στο βόλεμα.
Προφανώς κάτι φταίει γι’ αυτό. Και προφανώς δεν φταίει ο εκσυγχρονισμός. Κανένας εκσυγχρονισμός δεν επιβάλλει τη διαιώνιση της διαφθοράς ή την ταλαιπωρία του πολίτη ή την ανάθεση του ΟΤΕ στον πρόεδρο των βιομηχάνων.
Καμία εκσυγχρονιστική κυβέρνηση δεν είναι υποχρεωμένη να κατατρίβεται με τα επουσιώδη ή να ανέχεται τις γάτες στα νοσοκομεία ή να αφήνει τον κοσμάκη να στριμώχνεται έξω από το ΙΚΑ.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Ελλάδα του 2002 είναι πολύ καλύτερη από αυτήν του 1982 ή του 1962. Δυστυχώς όμως δεν είναι τόσο καλή όσο θα ήθελαν οι Ελληνες του 2002.
Και εδώ βρίσκεται το παράδοξο: η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων (για πρώτη ίσως φορά στην ιστορία τους) συντάσσεται σε όλα τα επίπεδα με τη γενική επαγγελία του εκσυγχρονισμού· αλλά την ίδια στιγμή δεν καταλαβαίνει γιατί το πράγμα με το οποίο συντάσσεται προχωρεί σε ρυθμούς περιφοράς Επιταφίου. Αποτέλεσμα; Η κόπωση.
Να μην παρεξηγιόμαστε: η κόπωση αυτή δεν προέρχεται από το τρέξιμο αλλά από την αναμονή, από τη βαρεμάρα. Ολα έχουν εξαγγελθεί για να εξαγγελθούν ξανά λίγο αργότερα. Η πολιτική εξαντλείται στις δηλώσεις, η οικονομία στις προθέσεις και η κοινωνία στις διαβεβαιώσεις.
Ο Φιντέλ Κάστρο συνήθιζε να λέει ότι επαναστάτης είναι αυτός που κάνει την επανάσταση. Κατά την ίδια λογική, εκσυγχρονιστής είναι αυτός που κάνει εκσυγχρονισμό. Και επειδή ο καθ’ ημάς εκσυγχρονισμός μάλλον αρχίζει να καθυστερεί στο ραντεβού, το ερώτημα είναι αν εξακολουθούν να υπάρχουν εκσυγχρονιστές. jpretenteris@dolnet.gr