Δεν υπάρχει αμφισβήτηση για τις ευθύνες της ηγεσίας του KKE στα «Δεκεμβριανά». Τις έχουν παραδεχθεί πολλά χρόνια αργότερα οι περισσότεροι ηγέτες του. Οπως για την παράταση των συγκρούσεων και μετά την πρώτη εβδομάδα έχει ευθύνες ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου. Ευθύνες όμως έχει και η Βρετανία, η οποία, πολύ προτού πέσουν οι πυροβολισμοί στην πλατεία Συντάγματος εκείνη την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 1944, είχε αποφασίσει να επέμβει δυναμικά στην Ελλάδα έστω και αν «δεν έχει προηγηθεί κάποια εμφανής κρίση». Το γράφει ο ίδιος ο Γουίνστον Τσόρτσιλ στα Απομνημονεύματα του B´ Παγκοσμίου Πολέμου, το τεκμηριώνουν βρετανοί ιστορικοί καταλογίζοντας σοβαρές ευθύνες στον τότε πρωθυπουργό τους για τα γεγονότα που σημάδεψαν καθοριστικά τη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας.
Ο από βορρά κίνδυνος
Από τη στιγμή που, στα μέσα του 1943, έσπασε το Ανατολικό μέτωπο και οι σοβιετικές δυνάμεις άρχισαν να προχωρούν προς την Ευρώπη, τη Βρετανία, τον Τσόρτσιλ ιδιαίτερα, άρχισε να απασχολεί το πώς θα συγκρατηθεί η σοβιετική πλημμυρίδα μακριά από τις βόρειες ακτές της Μεσογείου ώστε να μην κινδυνεύσει η βρετανική κυριαρχία στην ευρύτερη περιοχή Σουέζ – Μέσης Ανατολής. Ο άγγλος ιστορικός Ντέιβιντ Κλόουζ είναι σαφής σε αυτό. H Βρετανία, γράφει, πίστευε ότι η Ρωσία θα προχωρούσε από τη Βουλγαρία προς την Ελλάδα και ότι το KKE ήταν «μια ρωσική εμπροσθοφυλακή». Οταν η εισήγηση του βρετανού πρωθυπουργού να γίνει εισβολή στα Βαλκάνια, αρχίζοντας από την Ελλάδα ενωρίς την άνοιξη του 1944, απορρίφθηκε από τον Αϊζενχάουερ και βρετανούς επιτελείς ως «άνευ στρατηγικού ενδιαφέροντος», η Βρετανία αποφάσισε να συγκρατήσει «τουλάχιστον την Ελλάδα». Εβλεπε ότι οι ρωσικές δυνάμεις θα προχωρούσαν προς την Ελλάδα, όπου «φιλικές της δυνάμεις […] ένοπλα τμήματα του ΕΛΑΣ υπό την εποπτεία του KKE […] ευχαρίστως θα συνεργάζονταν» με τον Ερυθρό Στρατό.
Τον Ιούλιο του 1944 ο αρχηγός του βρετανικού Γενικού Επιτελείου Στρατού στρατηγός Αλαν Μπρουκ προειδοποιεί την κυβέρνησή του ότι «κυρίαρχη δύναμη στην Ευρώπη δεν είναι πλέον η Γερμανία, είναι η Ρωσία». Και ο λόρδος Σέλμπορν, αρχηγός της Υπηρεσίας Ειδικών Επιχειρήσεων (SOE), λίγες ημέρες αργότερα σε «εμπιστευτικό σημείωμα» προς τον Τσόρτσιλ τού υπενθυμίζει: «Αποτελεί μέρος της πολιτικής μας εδώ και αρκετό διάστημα να κρατήσουμε τους Ρώσους έξω από την Ελλάδα». Ο λόρδος ασφαλώς είχε υπόψη του προγενέστερη αναφορά του πράκτορα της SOE Τζον Στίβενς, με ημερομηνία 12 Οκτωβρίου 1943, ο οποίος τόνιζε: «… στόχοι της βρετανικής κυβέρνησης στην Ελλάδα είναι […] να έχει στη μεταπολεμική Ελλάδα μια σταθερή κυβέρνηση φιλική προς τη Μεγάλη Βρετανία και, ει δυνατόν, μια συνταγματική μοναρχία». Πολλά χρόνια αργότερα, τη δεκαετία του ’80, ο αντισυνταγματάρχης Νίκολας Χάμοντ, υπαρχηγός της βρετανικής αποστολής στην Ελεύθερη Ελλάδα, αποκάλυψε ότι «από πολλού» προέτρεπε τη βρετανική κυβέρνηση για «άμεση βρετανική στρατιωτική επέμβαση στην Ελλάδα».
Το σχέδιο του Τσόρτσιλ
Δεν ήταν εύκολο κάτι τέτοιο. Ο Τσόρτσιλ ομολογεί ότι «είχε πρόβλημα» πώς να θέσει το ζήτημα στον Στάλιν και πώς να φέρει με το μέρος του τον Ρούζβελτ. Μεθοδεύει λοιπόν την εξουδετέρωση των (ενδεχόμενων) αντιρρήσεών τους αρχίζοντας από τους Ρώσους. Στις 5 Μαΐου 1944 ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών Αντονι Ιντεν καλεί στο Φόρεϊν Οφις τον σοβιετικό πρεσβευτή στο Λονδίνο Φέοντορ Γκούσεφ και του «υποδεικνύει» να μείνει η Ελλάδα «εκτός των στρατιωτικών σχεδίων» του Σοβιετικού Στρατού. Εναντι αυτού, η Βρετανία «θα παύσει να έχει οποιοδήποτε ενδιαφέρον» για τη Ρουμανία. Κλασικό παζάρι – μου δίνεις, σου δίνω. Ο Ιντεν ήθελε και κάτι άλλο: να ειδοποιηθεί ο σοβιετικός πρεσβευτής στο Κάιρο Νικολάι Νόβικοφ ότι καλό θα ήταν να «συμβουλεύσει τους Ελληνες που τον επισκέπτονται ότι καθήκον και του EAM όπως και όλων τους είναι να ενωθούν υπό την κυβέρνηση Παπανδρέου…». Παρενθετικά προσθέτω ότι δυόμισι μήνες αργότερα, προς τα τέλη Ιουλίου, αιφνιδίως το KKE και το EAM αποφασίζουν να μετάσχουν στην κυβέρνηση Παπανδρέου. Εκείνες τις ημέρες, στις 25 Ιουλίου 1944, είχε φθάσει στην Ελεύθερη Ελλάδα ο σοβιετικός «ταγματάρχης» Γκριγκόρι Ποπόφ (ψευδώνυμο, φυσικά, σοβιετικού διπλωμάτη, όπως έγινε αργότερα γνωστό).
Παράλληλα η Βρετανία ετοιμάζει και τη στρατιωτική επέμβαση για να διασφαλίσει τα συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο. Τον Ιούλιο με εντολή του Τσόρτσιλ οι αρχηγοί των βρετανικών Γενικών Επιτελείων εξετάζουν την «κατάσταση στο ευρύ μέτωπο της Μεσογείου» και συγκεκριμένα την «υπόδειξή» του να ετοιμαστεί δύναμη 80.000 ανδρών για αποστολή «στην Ελλάδα οποτεδήποτε στο άμεσο μέλλον». Οι στρατηγοί κρίνουν ότι είναι αδύνατον να συγκροτηθεί εκστρατευτική δύναμη τόσων ανδρών – η συμμαχική επίθεση στην Ιταλία συναντούσε προβλήματα και απαιτούσε συνεχώς νέες δυνάμεις – αλλά αποφασίζουν να «εξοικονομηθεί δύναμη 10.000 ανδρών […] ώστε να έχουν υπό έλεγχο την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη» τουλάχιστον. H απόφασή τους γίνεται δεκτή από τη βρετανική κυβέρνηση στις 9 Αυγούστου.
Ο Τσόρτσιλ σπεύδει στη Ρώμη στις 21 Αυγούστου για να «οριστικοποιήσει τα σχέδια των δυνάμεων που θα ήταν έτοιμες να σταλούν […] ανά πάσα στιγμή». Είναι η ημερομηνία που διαμορφώθηκε η βρετανική επέμβαση στην Ελλάδα και προκαθορίστηκαν σχέδια για την αντιμετώπιση παντός ενδεχομένου. Εκείνη την ημέρα καταστρώθηκε η «Επιχείρηση Μάννα» με διοικητή επιχειρήσεων τον στρατηγό Ρόναλντ Σκόμπι υπό τον στρατηγό Χένρι Μέιτλαντ Γουίλσον, ανώτατο διοικητή των συμμαχικών δυνάμεων Μεσογείου, και με στρατηγείο στην Καζέρτα της Ιταλίας. Ο πολιτικός έλεγχος της «επιχείρησης» ανετέθη στον υπουργό Χάρολντ Μακμίλαν, προσωπικό φίλο του Τσόρτσιλ. Αμεσος στόχος της «επιχείρησης» δεν είναι η εκδίωξη των Γερμανών από την Ελλάδα. Είναι εντυπωσιακά αποκαλυπτικός ο Τσόρτσιλ όταν, σε «εμπιστευτικό σημείωμα» που στέλνει στον στρατηγό Γουίλσον με τον προσωπικό γραμματέα του Τζον Κόλβιλ, του καθορίζει: «Είναι ιδιαιτέρως επιθυμητό να παρουσιαστούμε αιφνιδιαστικά (στην Αθήνα) χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια εμφανής κρίση. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να αναχαιτίσουμε το EAM […] H ελληνική κυβέρνηση (Παπανδρέου) δεν γνωρίζει τίποτε για αυτό το σχέδιο και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αντιληφθεί το παραμικρό».
«H συνάντηση των ποσοστών»
Τα μηνύματα που έφθασαν στο Φόρεϊν Οφις από το Κρεμλίνο για το «πάρε – δώσε» των Ιντεν και Γκούσεφ κρίθηκαν απολύτως ικανοποιητικά ώστε να γίνει και το τελικό βήμα. Ο Τσόρτσιλ, έχοντας καταστρώσει τα στρατιωτικά σχέδια «αναχαίτισης του EAM», αναχωρεί για τη Μόσχα και στις 9 Οκτωβρίου συναντάται με τον Στάλιν για να συζητήσουν «ζητήματα συμμαχικών σχέσεων […] καθώς η νίκη των Συμμαχικών δυνάμεων είναι πλέον εξασφαλισμένη», έγραψε η «Πράβντα» τρεις ημέρες αργότερα. Εκείνο που δεν έγραψε ήταν ότι η συνάντηση – γνωστή πλέον ως «η συνάντηση των ποσοστών» – είναι ότι οι δύο ηγέτες επισημοποίησαν τα όσα είχαν συζητήσει οι Ιντεν και Γκούσεφ στο Λονδίνο, ότι ο Στάλιν «στην πράξη έδινε εγγύηση για μη ανάμειξη των Σοβιετικών στην Ελλάδα». Το πεδίο ήταν τώρα ελεύθερο για τους Βρετανούς. Φθάνοντας στο Λονδίνο από τη Μόσχα ο Τσόρτσιλ επανέρχεται σε όσα είχαν συμφωνηθεί στη Ρώμη και δίνει εντολή στον στρατηγό Γουίλσον να «αντιμετωπίσει το ταχύτερον το ζήτημα της αποστολής ισχυρού στρατιωτικού σώματος από τις δυνάμεις σας […] στην Ελλάδα». Ο βρετανός πρωθυπουργός θα γράψει πολλά χρόνια αργότερα ότι «δεν είχε πειστεί […] δεν ήταν πολύ βέβαιος ότι ο Στάλιν θα τηρούσε όσα είχαμε πει σ’ εκείνο το άχαρο γραφείο του Κρεμλίνου εκείνο το απόγευμα» (της 8ης Οκτωβρίου). Γι’ αυτό πίεζε τον Γουίλσον να κινηθεί. Ο Στάλιν όμως τήρησε τη συμφωνία. Αλλά τον Τσόρτσιλ είχε κυριεύσει ένας μικροπανικός μήπως το KKE και ο ΕΛΑΣ καταλάβουν την εξουσία ευθύς με την αποχώρηση των Γερμανών, «μήπως η κατάσταση (σ.σ.: στην Ελλάδα) διαλυθεί προτού φθάσουμε εμείς», όπως ο ίδιος γράφει. Ο πρωθυπουργός «γίνεται όλο και περισσότερο εμπαθής εναντίον των Κομμουνιστών […] ιδιαίτερα εναντίον του ΕΛΑΣ και του EAM στην Ελλάδα», σημειώνει με απορία στο Ημερολόγιό του ο Τζον Κόλβιλ, προσωπικός γραμματέας του Τσόρτσιλ. H απορία του γίνεται έκπληξη όταν ο Τσόρτσιλ στις 4 Δεκεμβρίου, λίγες μόνο ώρες μετά τους πρώτους πυροβολισμούς στην Αθήνα, του υπαγορεύει τηλεγράφημα προς τον Σκόμπι στο οποίο, μεταξύ άλλων, έλεγε: «… μη διστάσετε να ενεργήσετε ως να βρίσκεστε σε μία μόλις καταληφθείσα υπό του στρατού πόλη όπου έχει εκραγεί επαναστατικό κίνημα».
H εντολή για την επέμβαση
Εναν μήνα από την απελευθέρωση της Αθήνας και ενώ η κατάσταση στην πόλη παραμένει ήρεμη, ο Τσόρτσιλ θέλει βρετανική στρατιωτική επέμβαση. Σε επιστολή του στον Αντονι Ιντεν με ημερομηνία 7 Νοεμβρίου γράφει: «Λαμβανομένου υπ’ όψιν του τιμήματος το οποίο κατεβάλαμε για να πετύχουμε από τη Ρωσία να έχουμε ελεύθερα τα χέρια στην Ελλάδα δεν θα έπρεπε να διστάσουμε να χρησιμοποιήσουμε βρετανικά στρατεύματα για να υποστηρίξουμε την ελληνική βασιλική κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου. Τούτο συνεπάγεται την βεβαία επέμβαση ορισμένων βρετανικών στρατευμάτων […]. Ο κ. Παπανδρέου μπορεί ασφαλώς να απαγορεύσει την έκδοση εφημερίδων του EAM […] Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι θα έχουμε σύγκρουση με το EAM…». Αυτά τρεις εβδομάδες πριν από τους πυροβολισμούς της πλατείας Συντάγματος. Στα Απομνημονεύματά του ο βρετανός πρωθυπουργός ομολογεί ότι είχε αντιληφθεί πολύ ενωρίς ότι «ετοιμαζόταν μια επανάσταση του EAM και στις 15 Νοεμβρίου ο στρατηγός Σκόμπι πήρε διαταγή να λάβει σχετικά αντίμετρα». Και τη Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου, όπως γράφει, «τη στιγμή εκείνη ανέλαβα τον άμεσο έλεγχο της υπόθεσης […] διέταξα τον στρατηγό Σκόμπι και τους 5.000 βρετανούς στρατιώτες του […] να επέμβουν, να ανοίξουν πυρ εναντίον των ατίμων επιτιθεμένων» κομμουνιστών.
Οι στόχοι της πολιτικής που καθορίστηκε στο Λονδίνο πριν από ενάμιση χρόνο επιτεύχθηκαν. Τα βρετανικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο διασφαλίστηκαν.
G.Μ. Alexander: The Demobilization Crisis of November 1944, Λονδίνο, 1984.
Ρ. Audy, R. Clogg: British Policy towards Wartime Resistance in Yugoslavia and Greece; Macmillan, Λονδίνο, 1975.
Winston Churchill: Απομνημονεύματα του B´ Παγκοσμίου Πολέμου, τόμος Στ´, Αθήνα, 1955.
David Close: The Greek Civil War, 1943-1950 Routledge, Λονδίνο, 1993.
John Colville: The Fringes of Power. 10 Downing Street Diaries 1939-1955, Norton & Co., Λονδίνο, 1985.
D. Dilks: British political aims in Central, Eastern and Southern Europe, 1944, Macmillan, Λονδίνο, 1988.
F. Hinsley: British Intelligence in the Second World War, τόμος 3ος, HMSO, Λονδίνο, 1988.
J.Ο. Iatrides: Revolt in Athens, Prinston UP, 1972.
Η. Richter: British Intervention in Greece. From Varkiza to Civil War; Merlin Press, Λονδίνο, 1985.