Ο Σωκράτης (469-399 π.Χ.) είναι ίσως το μόνο ιστορικό πρόσωπο και ασφαλώς ο μόνος φιλόσοφος από το χώρο του «ευρωπαϊκού πολιτισμού», που πέρασε πολύ πρώιμα από την ιστορία στο μύθο. Αυτό δεν οφείλεται τόσο στη σχετική ελλειπτικότητα των εξακριβωμένων βιογραφικών του στοιχείων, όσο στην ολική έλλειψη που παρατηρείται στη γραπτή παράδοση του ίδιου του φιλοσοφικού του έργου.
Αυτή ακριβώς η μυθοποίηση του Σωκράτη υπομόχλευσε και τη «λογοτεχνοποίησή» του, το πέρασμά του από τη φιλοσοφία στη λογοτεχνία. Την αρχή είχε κάνει βέβαια, όσο ζούσε ακόμα ο ήρωάς του, ο Αριστοφάνης με τις Νεφέλες (423 π.Χ.), ένα έργο πολιτικής-κοινωνικής σάτιρας, στο οποίο ο συντηρητικός κωμωδιογράφος χρησιμοποιεί τον πρώτο πραγματικά αθηναίο φιλόσοφο ως άλλοθι για την πολεμική του κατά των ξενόφερτων ιδεολογικών αντιπάλων του: των σοφιστών, των εισηγητών της διαλεκτικής.
Ενώ η όψιμη αρχαιότητα και ολόκληρος, δυτικός και βυζαντινός, Μεσαίωνας βλέπουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη του αριστοφάνειου «Σωκράτη», η Αναγέννηση και, προπαντός, ο Διαφωτισμός ανακαλύπτουν το δικό τους «Σωκράτη»: τον πρωτοπόρο υπέρμαχο του Ορθού Λόγου εναντίον του θρησκευτικού και του εγκόσμιου Δογματισμού· εξοχότερο δείγμα αυτού του νεότερου Διαφωτιστή είναι ο αντικληρικαλιστής «Σωκράτης» (Socrate, 1759) του Βολταίρου.
Οι συγγραφείς του 19ου και του 20ού αιώνα ενσωμάτωσαν στον αρχικό μύθο του Σωκράτη πολλούς δευτεραγωνιστές της ιστορικής βιογραφίας του, για να εκφράσουν την πιο ετερογενή προβληματική του (μικρο)αστικού κοινού τους, όπως λ.χ. την αντίθεση μεταξύ Αισθητικής και Ηθικής (Σωκράτης-Αλκιβιάδης / Σωκράτης-Περικλής) ή το θέμα του έρωτα (Σωκράτης-Ασπασία) και του γάμου (Σωκράτης-Ξανθίππη).
Απότομο ξύπνημα
Μόλις στον ευρωπαϊκό Μοντερνισμό του Μεσοπολέμου επιχειρήθηκε η ριζική αναθεώρηση του παραδεδομένου μύθου του Σωκράτη με στόχο την κριτική ανατροπή της ίδιας της όψιμης αστικής κοινωνικής πραγματικότητας· από τις ανατρεπτικές αυτές επεμβάσεις στο σωκρατικό μύθο θα παρουσιάσω σ’ αυτήν και στην επόμενη επιφυλλίδα μου τις δύο πιο αξιόλογες, ομόλογες και συγγενείς, περιπτώσεις: την ελληνική του Βάρναλη (Η αληθινή απολογία του Σωκράτη, 1931) και τη γερμανική του Brecht (Ο τραυματισμένος Σωκράτης, 1938/39).
Το δικό του «Σωκράτη» ο Βάρναλης τον κυοφορούσε ήδη από τη δεύτερη (1924) και την τρίτη (1926/27) «αυτοεξορία» του στη Γαλλία και φέρει κατά τη στιγμή της γέννησής του (Αθήνα 1931) τα γονίδια του νέου πνευματικού του πατέρα: μια σπάνια σύνθεση μιας ευρύτατης κλασικής και μοντέρνας παιδείας (ο Βάρναλης ήταν ταυτόχρονα κλασικός φιλόλογος και νεοελληνιστής) και σύγχρονης ιστορικοπολιτικής εμπειρίας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Βάρναλης ήταν ένας κριτικός αναγνώστης του Πλάτωνα, ένας εμπνευσμένος μεταφραστής του Αριστοφάνη (και των Νεφελών του) και είχε παρακολουθήσει ως κριτικότατος «παρατηρητής» την κρίση των αστικών-καπιταλιστικών καθεστώτων στην Ελλάδα και την Ευρώπη από τον πρώτο μεγάλο Πόλεμο (1914/18) ως τη Μικρασιατική Καταστροφή (1919/22) και την πανευρωπαϊκή προέλαση των «εθνικών» φασιστικών δικτατοριών.
Ο «Σωκράτης» του Βάρναλη μεταβάλλεται σε μια persona της νέας κοσμοθεωρητικής γνώσης και ιστορικοκοινωνικής εμπειρίας του δημιουργού του, όπως εξηγούσε ο ίδιος λίγα χρόνια αργότερα (1935): «Γι’ αυτό δεν παραποίησα τον «ιστορικό» Σωκράτη. Τη σκέψη του και τη δράση του τις άφησα, όπως θέλησε ο Ξενοφώντας και ο Πλάτωνας. Τον έκανα μοναχά ν’ αλλάξει στα τελευταία του. Να ξυπνήσει απότομα από το τράνταγμα της θανατικής του καταδίκης και να ιδεί ξαφνικά τον κόσμο… ανάποδα».
Η αληθινή απολογία
Ο Βάρναλης έκανε δηλαδή με το «Σωκράτη» του Πλάτωνα και του Ξενοφώντα ό,τι είχε κάνει ο Marx με το Hegel: τον άφησε (δια)λεκτικά «άθιχτο» με μιαν «απλή» αντιστροφή: τον έβαλε να στέκεται με το κεφάλι πάνω και τα πόδια κάτω με άλλα λόγια: από διαλεκτικό ιδεαλιστή τον έκανε διαλεκτικό υλιστή.
Η Αληθινή απολογία του Σωκράτη είναι μια παρωδία, μια «αντιστροφή» του «αντίστοιχου» έργου του Πλάτωνα. Η ανατροπή του πρωτοτύπου υποδηλώνεται από τους, ηθελημένους βέβαια, αναχρονισμούς του νέου έργου: Από τον Πλάτωνα παραλαμβάνονται μεν τα απαραίτητα realia: ο Σωκράτης, οι κατήγοροί του, οι πεντακόσιοι δικαστές του και πολλά άλλα πρόσωπα· η διατήρηση των παραγράφων του πρωτοτύπου παραπέμπει στην εκδοτική του κειμένου στην κλασική φιλολογία και η τελική πρόταση του Επιλόγου είναι μια απλή μετάφραση της τελευταίας πρότασης της πλατωνικής Απολογίας. Πολύ εντονότερα είναι όμως τα «σύγχρονα» realia: Οι αρχαίοι τόποι και οι δήμοι της αρχαίας Αθήνας αναφέρονται με τα σημερινά, «εκβαρβαρισμένα», ονόματά τους· οι αρχαίοι ιερείς έχουν γίνει ελληνορθόδοξοι παπάδες και ο Περικλής μένει στο Κολωνάκι· επιπλέον, η αττική αβρότητα της γλώσσας του Πλάτωνα έχει δώσει τη θέση της στη χυμώδη, λαϊκή τραχύτητα της γλώσσας του «ανατροπέα» του.
Ο νέος Σωκράτης δεν απολογείται κατηγορεί τους κατηγόρους του: Ο Ανυτος, πλούσιος βυρσοδέψης και πρώην στρατηγός του αθηναϊκού στόλου, που κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία και αθωώθηκε με τα λεφτά του· ο Λύκων, ο ρήτορας, που τον έκαναν στρατηγό, για να υπερασπιστεί τα φρούρια της πατρίδας κι αυτός τα παρέδωσε στον εχθρό· ο Μέλητος, «άγνωστος ποιητής και διάσημος «τέτοιος»», που «δέχτηκε για λίγα κατοστάρικα να υπογράψει αυτός την κατηγορία».
Η αντιστροφή του μύθου
Στη συνέχεια ο Σωκράτης περνάει στην επίθεση κατά των δικαστών του και αποφενακίζει το φαρισαϊσμό τους και, στα πρόσωπά τους, τη «δικαιοσύνη» της πατρίδας του: Ο Πανάρετος από την Πλάκα, πρόεδρος του «Συλλόγου για την προστασία της Ηθικής», που παραδίνει κρυφά τη γυναίκα του στους αγαπητικούς του· ο Χοιρέας από τη Λεψίνα, «που ξηγάει τα μυστήρια της Θεάς, μα δεν ξηγάει και το πώς γενήκανε φαμελικά του τα χωράφια και τα λιοστάσια της»· οι Σαρανταδάχτυλοι, «σταρέμποροι και καραβοκυρέοι του Περαία, που γίνονται κάθε χρόνο «σιτοφύλακες», για να κανονίζουν αυτοί την τιμή των γεννημάτων»· ο Ξηνταβελόνης, τοκογλύφος από την Κηφισιά, «που ρήμαξε τη φτωχολογιά, μα χτίζει βωμούς στον Ελεο»· ο Παρθενίας από τον Κολωνό, αγοραστής κάθε χρόνο του πορνικού φόρου, «που του τόνε πλερώνουνε κι’ ο αδελφός του κ’ η τσατσά του».
Ο «Σωκράτης» του Βάρναλη προφητεύει, σχεδόν 2.400 χρόνια μετά το θάνατό του, την αγιοποίησή του (υπαινιγμός για την αναπαράστασή του, μαζί με άλλους αρχαίους φιλοσόφους, ως Αγίου σε ελληνορθόδοξες εκκλησίες και μοναστήρια!) από τους «απογόνους» των δημίων του και την αντιστροφή της διδασκαλίας του από τον Πλάτωνα, που τη μετέτρεψε σε όργανο για τη συντήρηση του διεφθαρμένου καθεστώτος, που είχε πολεμήσει ο αληθινός Σωκράτης.
Ενώ ο Βάρναλης «καταστρέφει», αντιστρέφοντάς τον, το μύθο του Σωκράτη, αποκαθιστά το πραγματικό περιεχόμενο της φιλοσοφίας του και της φιλοσοφίας εν γένει.
* Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων για το «ετος Σωκράτη» στο «Αλλο Βήμα», σελ 24.
Ο κ. Γιώργος Βελουδής είναι καθηγητής της Νεοελληνικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.