H επέτειος της 28ης Οκτωβρίου, ημέρα που η Ελλάς διά του τότε δικτάτορά της Ιωάννου Μεταξά απέρριψε το τελεσίγραφο του ιταλού δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι και αποφάσισε να αποκρούσει την απρόβλεπτη επίθεση της Ιταλίας, προκαλεί πάντα αναλύσεις, κάποιες από τις οποίες πολύ απέχουν από την αλήθεια. Το γεγονός ότι στη χώρα μας η ιστορία εξακολουθεί να γράφεται από τους ηττημένους του εμφυλίου πολέμου και όχι από τους νικητές, αντανακλάται και στην επίκαιρη αρθρογραφία των ημερών, με κύριο στόχο την αποσύνδεση του Μεταξά από το ΟΧΙ και την εξιδανίκευση του τότε ρόλου της Αριστεράς. Γι’ αυτό νομίζω ότι θα ήταν χρήσιμο και διδακτικό να προσφύγει η στήλη στο έργο τού προ ημερών εκλιπόντος κορυφαίου ιστορικού της Αριστεράς και σπουδαίου δημοσιογράφου Σπύρου Λιναρδάτου, αυτού του έντιμου διανοητή που προέταξε την αφαλκίδευτη ιστορική έρευνα και την αντικειμενική κρίση από την κομματική και ιδεολογική σκοπιμότητα. Ο επίσης ξεχωριστός αριστερός διανοητής και δημοσιογράφος Αντώνης Καρκαγιάννης, συμμεριζόμενος το ίδιο «ελάττωμα» του Λιναρδάτου για την αλήθεια, επεσήμανε ότι ο εκλιπών «υπήρξε από τους λίγους της Αριστεράς που από πολύ νωρίς έθεσαν το θέμα της επανεκτίμησης του ρόλου του Ιωάννου Μεταξά στον πόλεμο του 1940». Ας δούμε λοιπόν πολύ συνοπτικά τι υπονοεί ο κ. Καρκαγιάννης με πηγή το ιστορικό έργο του Λιναρδάτου «H εξωτερική πολιτική της 4ης Αυγούστου».
«Δεν υπάρχει αμφιβολία» γράφει ο Λιναρδάτος «ότι ο Μεταξάς είχε από την αρχή ξεκαθαρισμένο μέσα του ότι, σε περίπτωση πολέμου, παρά τα προσωπικά δικά του αισθήματα και την απολυταρχική και φιλοναζιστική ιδεολογία του, η Ελλάδα δεν μπορούσε παρά να ταχθεί στο πλευρό των δυτικών δυνάμεων». «Ο Μεταξάς, από το Μάρτη του 1939, έχει οριστικά αποφασίσει να αποκρούσει οποιαδήποτε ιταλική αξίωση κατά της Ελλάδας και να στηριχτεί στους Αγγλους για την άμυνα της χώρας».
Στις 9 Απριλίου 1940 έγραφε στο ημερολόγιό του: «Εχω την απόφασιν να αντισταθώ μέχρις εσχάτων. Προτιμώ την τελείαν καταστροφήν διά τον τόπον μου παρά την ατίμωσιν». Στο ημερολόγιό του ο Μεταξάς υπογραμμίζει: «Απόφασίς μου εις αντίστασιν μέχρις εσχάτων. Διστακτικοί εις τούτο μερικοί υπουργοί και ο Παπάγος (ο οποίος πίστευε ότι η Ελλάς θα ρίξει μόνο μερικές τουφεκιές για την τιμή των όπλων!)».
Και ο Σπ. Λιναρδάτος υπογραμμίζει: «H στιγμή που ο Μεταξάς αρνήθηκε να δεχθεί το ιταλικό τελεσίγραφο είναι αναμφισβήτητα ιστορική. Τη στιγμή εκείνη αυτός ο παλιός γερμανόφιλος, ο νεοσυντηρητικός, ο θαυμαστής και μιμητής του φασισμού και του ναζισμού, γινόταν από τη φορά της ιστορίας ηγέτης του αγώνα του ελληνικού λαού για την εθνική του ανεξαρτησία και την αποφασιστικότητα της χώρας του εναντίον του Αξονα. Οπωσδήποτε κανένας δεν μπορεί να αρνηθεί ότι εκείνη τη στιγμή έκανε την ορθή, την πατριωτική επιλογή, που ανταποκρινόταν στο εθνικό συμφέρον και το λαϊκό αίσθημα».
Αρα το ΟΧΙ στους Ιταλούς το είχε από καιρό ο Μεταξάς έτοιμο και το είπε με γενναιότητα, αυτός, ένας φασίστας δικτάτορας, πράγμα που τόσο ανεύθυνα, αβάσιμα και με εμπάθεια αμφισβητείται ιδιαίτερα από την κομμουνιστική Αριστερά, η οποία, σημειωτέον, διά του Ζαχαριάδη είχε αρχικά συμπαραταχθεί με τον Μεταξά. Μόλις όμως ο Ζαχαριάδης πληροφορήθηκε ότι ο Στάλιν είχε συμμαχήσει με τον Χίτλερ, υπαναχώρησε και υπονόμευσε τον αγώνα, αφού η KE του KKE «ζητούσε να γίνει αντιπολεμική δουλειά από τους φαντάρους, ναύτες και ένα μέρος δημοκρατικών αντιφασιστών αξιωματικών» και έβαζε «στην πρώτη γραμμή τη δουλειά της οργάνωσης της μαζικής πάλης ενάντια στις μετακινήσεις στρατού και πολεμοφοδίων στους σιδηροδρόμους και τα βαπόρια». Δηλαδή μποϊκοτάζ στον αγώνα!
Φυσικά και ο Λιναρδάτος και ο υπογράφων δεν έχομε καμία εκτίμηση στον δικτάτορα Μεταξά, όπως άλλωστε και προς τον δικτάτορα Στάλιν, εχθρούς της δημοκρατίας και απάνθρωπους διώκτες των πολιτικών τους αντιπάλων. Ομως «εθνικόν είναι ό,τι είναι αληθές». Ο Μεταξάς υπήρξε ο πρώτος αντιστασιακός και τον ακολούθησε σύσσωμος ο ελληνικός λαός. Αν έλεγε NAI, η Ελλάς θα παρεδίδετο αμαχητί, όπως όλες οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, πλην Βρετανίας. Αυτή είναι η αλήθεια.