Πέρασε μισός αιώνας αφότου πέθανε σε ηλικία μόλις 47 ετών ο Τζορτζ Οργουελ, ο άγγλος συγγραφέας του «Ψυχρού Πολέμου» (ο όρος αποδίδεται στον ίδιο), γνωστότερος από τη «Φάρμα των ζώων» και το «1984», που εκδόθηκε το 1949, έναν χρόνο προτού πεθάνει. Είχε ήδη ασχοληθεί επιτυχώς και με τη δημοσιογραφία, για να ακολουθήσει κατόπιν τον μοιραίο δρόμο πολλών νέων ανθρώπων προς την Ισπανία, στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου (1936-39), κυρίως γιατί «θέλαν να μάθουν», όπως λέει ο W. Η. Auden στο ποίημά του «Spain» (βλ. μετάφραση Γ. Σεφέρη στις «Αντιγραφές»).


Δεν κατατάχθηκε στην υπό σοβιετικό έλεγχο Διεθνή Ταξιαρχία αλλά στην πολιτοφυλακή της αναρχομαρξιστικής αντισταλινικής οργάνωσης POUM (Partido Obrero de Unificacion Marxista) και στη διάρκεια των συγκρούσεων τραυματίστηκε σοβαρά στον λαιμό από ελεύθερο σκοπευτή του Φράνκο.


«Οταν χρησιμοποιώ μια λέξη» είπε ο Χάμπτι Ντάμπτι με μάλλον περιφρονητικό ύφος «σημαίνει ακριβώς ό,τι εγώ την επιλέγω να σημαίνει ­ μήτε περισσότερα μήτε λιγότερα».


«Το ζήτημα είναι» είπε η Αλίκη «αν μπορείς να κάνεις τις λέξεις να σημαίνουν τόσο πολλά διαφορετικά πράγματα».


«Το ζήτημα είναι» είπε ο Χάμπτι Ντάμπτι «ποιος θα ‘ναι το αφεντικό ­ αυτό ‘ναι όλο» (Lewis Carroll).


Σήμερα όλο και περισσότερο ακούμε να γίνεται αναφορά σε κάποιο αφεντικό ονόματι «Μεγάλος Αδελφός» (Big Brother ή ΒΒ) που στο «1984» αποτελεί έναν οιονεί αόρατο πλανητάρχη, έναν «δίκης οφθαλμόν ος τα πάνθ’ ορά» (Big Brother is watching you) και ακόμη έναν διεισδυτικό αναγνώστη της ανθρώπινης σκέψης, ικανό να πατάξει κάθε «έγκλημά» της, thoughtcrime, στην κύησή του. Γιατί στην Ωκεανία ως το 2050, όταν θα καθιερωθεί επισήμως η Newspeak, λέξεις όπως ελευθερία, δημοκρατία και ισότητα θα έχουν τεθεί εξ αντικειμένου εν αχρησία. Αλλά αν ως τότε χρησιμοποιηθούν στον γραπτό και στον προφορικό λόγο είτε παρεισφρήσουν στον ανθρώπινο νου (όπως συμβαίνει στον κεντρικό ήρωα της νουβέλας Γουίνστον Σμιθ) συνιστούν «έγκλημα της σκέψης» που η Thought Police, Αστυνομία της Σκέψης, τιμωρεί αμείλικτα με βασανιστήρια, ακόμη και με θάνατο.


Βέβαια κάποιες από αυτές τις λέξεις παραμένουν εφόσον διατηρούν την ουδέτερη υποσημασία τους ­ π.χ., το επίθετο «ελεύθερος» στο: Ο στρατιώτης είναι ελεύθερος υπηρεσίας/ιατρού είναι αθώο και αβλαβές, αλλά το Είμαι ελεύθερος πολίτης θα προκαλούσε την άμεση σύλληψη όποιου τολμούσε να το πει.


Πολιτικός δημαγωγός ο ΒΒ αλλά και cult ηγέτης περιβάλλεται από τέτοια αύρα μυστηρίου ώστε είναι αμφίβολο αν αποτελεί πρόσωπο όντως υπαρκτό. Μάλλον ο ΒΒ είναι ο υπαρκτός κομματικός μηχανισμός και ο εφιαλτικός τρόμος που σκορπάει, όπως υπαρκτές είναι και οι δυνάμεις του καταστολής εξεγέρσεων, οι stormtroops.


Η πολιτική δομή της Ωκεανίας


Το κυβερνών κόμμα είναι το Ingsoc, English Socialism (και εδώ είναι το πρώτο δείγμα της Newspeak), αφού το πολιτικό σύστημα καλείται οξύμωρα «ολιγαρχικός κολεκτιβισμός». Το «co(n)», «συν, μαζί», του collectivism (που παραπέμπει στον γνήσιο και ανθρωπιστικό ισπανικό κολεκτιβισμό) σε ανάρμοστο γάμο με το «ολιγαρχικός» νοηματοδοτεί ένα μέλλον πλήρους χρεοκοπίας του ανθρώπου ως ατόμου ή πιο ωμά, όπως το έθεσε ο ίδιος ο Οργουελ, «ως ανθρώπου που μια μπότα τού πατάει όλο το πρόσωπο, εσαεί» μεταλλάσσοντάς τον σε ένα «απρόσωπο» ον («unperson»). Στο «1984» περιγράφεται ένα μέλλον ζοφερότερο από οιοδήποτε παρελθόν της ιστορίας και εκφράζονται οι φόβοι του Οργουελ για τη γένεση ενός γραφειοκρατικοποιημένου μονοκομματικού υπερκράτους, με τους πολίτες του ενεργούμενα και ρομποτοποιημένα όντα που λατρεύουν τον ΒΒ και μισούν θανάσιμα τον υπ’ αριθμόν 1 εχθρό του Ingsoc Ιμμάνουελ Γκολντστάιν ­ σαφής αναφορά στον σοβιετικό αντισημιτισμό και στον Τρότσκι.


Ο Οργουελ, ο οποίος κατ’ αρχάς πίστευε ότι «το κεφάλαιο είναι η ασθένεια, ο σοσιαλισμός η θεραπεία και ο κομμουνισμός… σκοτώνει τον ασθενή», πέρα από τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, είχε και τις τραυματικές εμπειρίες που βίωσε στον εμφύλιο της Ισπανίας, όπου οι σταλινικοί Ισπανοί όχι μόνο πρόδωσαν τον αντιφασιστικό αγώνα αλλά έδωσαν δείγματα θηριωδίας με θύματα τους αναρχιστές χωρικούς. Γι’ αυτό, εκτός του ότι έπαψε να προσδοκά την «εξέλιξη του σοσιαλισμού από την ουτοπία στην επιστήμη» (το άπιαστο όνειρο του Φρίντριχ Ενγκελς), διέβλεψε απαισιόδοξα και το ξεστράτισμά του από την ου-τοπία στη δυσ-τοπία.


Η Ωκεανία ως κοινωνία απολυταρχική είναι ιεραρχημένη στις ακόλουθες τρεις κοινωνικές τάξεις:


α) Το εσωτερικό κόμμα, που είναι η νομενκλατούρα, η άρχουσα και ευημερούσα τάξη (ποσοστό λίγο πιο πάνω από το 1%).


β) Το εξωτερικό κόμμα, οι μικρογραφειοκράτες χαμηλοϋπάλληλοι (ποσοστό 18%).


γ) Οι proles (υπερβαίνουν το 80%). Είναι οι υποναίοντες, οι παρίες που ζουν κάτω από συνθήκες απόλυτης αθλιότητας. Εχουν το δικαίωμα της πρόσβασης στη φτηνή λογοτεχνία και στην πορνογραφία και τους επιτρέπεται να πίνουν μόνο μπίρα.


Σύγχρονος κολεκτιβισμός



Σήμερα στον 21ο αιώνα ένα ποσοστό 18%, αν εξαιρέσεις τους Αγρυπνους στο Σιάτλ, την Πράγα και τη Νίκαια, απολαμβάνει μακαρίως μια πολλά υποσχόμενη εικονική πραγματικότητα αφού: α) το 1984 ήλθε και έφυγε χωρίς τα υποτιθέμενα εφιαλτικά του παραφερνάλια· β) ο κόσμος δεν είναι χωρισμένος σε Ωκεανία (ΗΠΑ, Αυστραλία, Βρετανία), Ευρασία (Ρωσία αλλά και ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης!) και Ανατολασία (Κίνα κ.ά.), όπως προβλέπει ο Οργουελ στο «1984»· γ) δεν μας κυβερνά τυραννικά κανενός είδους μονοκομματικό Ingsoc. Αλλά ο δικομματισμός των ημερών μας (ΗΠΑ και αλλού) δεν προκαλεί την υποψία ­ που τείνει να καταστεί βεβαιότητα ­ ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο κομμάτων που εναλλάσσονται στην εξουσία αμβλύνονται, ελαχιστοποιούνται και βαθμιαία εξαφανίζονται ­ όχι και τόσο απρόβλεπτα; Π.χ., μία από τις γραφικότερες εκφάνσεις του μονοκομματικοποιούμενου δικομματισμού έλαμψε στην Ονδούρα, όπου οι ψηφοφόροι στις εκλογές (που διεξήχθησαν βάσει του μεγαλόπνοου σχεδίου «Democracy Enhancement» in Latin America) είχαν να επιλέξουν μεταξύ του Κόμματος των Μεγαλοβιομηχάνων και αυτού των Μεγαλογαιοκτημόνων.


Και, τέλος, δ) ευτυχήσαμε να δούμε το γκρέμισμα του υπαρκτού(;) σοσιαλισμού του οποίου οι τριγμοί ακούγονταν από την αρχή της συστάσεώς του. Αν άντεξε το οφείλει στον ναζισμό, στον φασισμό και στις φρούδες ελπίδες των σιωπηλών αμνών που προσδοκούσαν το απροσδόκητο αλλά τελικά κατάλαβαν ότι όλα τέλειωσαν όταν είδαν στα ΜΜΕ ένα θέαμα οικτρώς ειδείν: τη φριχτή έκφραση στο πρόσωπο του εκτελεσμένου Τσαουσέσκου με φόντο το χιόνι: it was all definitely over.


Δυστυχώς όμως στις προβλέψεις του για τη μοίρα των φτωχών ανθρώπων, των proles, ο Οργουελ δεν έπεσε έξω. Το αντίθετο. Αυτό που συμβαίνει σήμερα με την ανθρωποκτόνα «έξυπνη» τεχνολογία δεν το συνέλαβε ούτε εκείνου ο νους. Σήμερα η ανθρωπότητα αριθμεί έξι δισεκατομμύρια ψυχές. Το ένα και κάτι της νομενκλατούρας του «1984» έχει φθάσει στο 2%. Το αντίστοιχο του εξωτερικού Ingsoc (το 18%) ζει πολύ καλύτερα από τους εξωτερικούς του Ingsoc του «1984» γιατί έχει αποκτήσει τις sine qua non για το σύστημα επιστημονικές γνώσεις που αμείβονται σχετικά ικανοποιητικά, ιδίως στις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Αλλά τι γίνεται το 80% των έξι δισεκατομμυρίων; Πολλοί άνθρωποι στερούνται, εκτός από την τροφή, και το πόσιμο νερό. Η θνησιμότητα των παιδιών έχει ανέλθει κατακόρυφα ­ παιδικές ζωές θα μπορούσαν να σωθούν αν έπαιρναν τα (πάμφθηνα) κατάλληλα φάρμακα. Συμπερασματικά, με το βαθύπλουτο 2% και τους σημερινούς λιμοκτονούντες proles, όζουμε οργουελικού ολιγαρχικού κολεκτιβισμού.


Η ήττα της ελεύθερης έκφρασης


Σε μια συνέντευξη στον καθηγητή Τσουκαλά («BHMAgazino», 21.10.2000) ο Λαφοντέν έδωσε, χρησιμοποιώντας εύστοχο δειγματισμό, τον ορισμό της οργουελικής Newspeak, χωρίς όμως να αναφέρει αυτόν τον όρο:


Επέλεξε τη λέξη «επενδυτής» που ορίζεται ως ένας άνθρωπος που έφτιαχνε ένα εργοστάσιο, αγόραζε μηχανήματα για να παράγει κάτι με τους εργαζομένους. Τώρα όμως έχει καταντήσει πλέον ένας κερδοσκόπος που αποβλέπει σε εύκολα κέρδη από τόκους και νομισματικά παιχνίδια. Και καταλήγει στο οργουελικό:


«Πρόκειται λοιπόν για πλήρη αλλοίωση της γλώσσας, με την έννοια ότι οι λέξεις δεν έχουν πια την αρχική κυριολεκτική σημασία τους και καταλήγουν μάλιστα να σημαίνουν κάτι το εντελώς διαφορετικό».


Το πιο λαμπρό και φιλόδοξο «πρόγραμμα» της Ωκεανίας είναι η Newspeak, η «γλωσσοκάθαρση», με τη συνακόλουθη κήρυξη πτώχευσης της γλώσσας (και του νου). Ο στόχος της Νέας Γλώσσας είναι να περιοριστούν τα όρια της σκέψης. Να ισχύσει αυστηρά η αρχή της ήσσονος προσπάθειας στον λόγο. Η ιστορία ως ένα τεράστιο παλίμψηστο θα αποξεσθεί επιμελώς ώστε να απαλειφθεί εντελώς οτιδήποτε επιλήψιμο υπάρχει από την Oldspeak, Παλαιά Γλώσσα, που απάδει προς την ιδεολογία του Ingsoc.


Πρόκειται για μια συστηματική αποδόμηση της γλώσσας και μια ήττα της ελεύθερης έκφρασης αλλά, το χειρότερο, μια επιβολή ενός θεσμοποιημένου τρόμου. Κάθε απόπειρα επανάστασης θα είναι ανέφικτη ελλείψει εργαλειακού υλικού να αρθρωθεί σε αντίλογο.


Γνήσιο τέκνο της η Doublethink, η Διπλή Σκέψη, που δεν είναι τίποτε άλλο από το να έχεις ταυτόχρονα δύο «πιστεύω», το ένα εντελώς διαφορετικό από το άλλο, π.χ. α) «η δημοκρατία είναι ανύπαρκτη» και β) «το Ingsoc είναι ο προασπιστής της δημοκρατίας». «Είναι το να ξέρεις και να μην ξέρεις. Το να γνωρίζεις πλήρως μια αλήθεια ενώ λες προσεκτικά κατασκευασμένα ψεύδη».


Στη νέα γλώσσα οροθετείται ένας λεξικός μινιμαλισμός διά του οποίου μόνο οι λέξεις που εξυπηρετούν τους σκοπούς του κόμματος παραμένουν στο λεξικό, το οποίο εμπλουτίζεται όμως με τεχνολογικούς όρους («σερφάρω», «σκανάρω») αλλά είναι συνήθως συντετμημένες ώστε να μην κατανοούνται. Ακόμη και τα υπουργεία, αφού πρώτα αντωνυμοποιηθούν, έπειτα συντέμνονται, π.χ. το Ministry of War στο «1984» γίνεται Ministry of Peace και συντετμημένο MiniPax. Το υπουργείο Προπαγάνδας γίνεται υπουργείο της Αλήθειας (Mini True). Το υπουργείο Επισιτισμού είναι υπουργείο Αφθονίας (Plenty) και οξύμωρα συντετμημένο ως Mini Plenty. Τα κελιά των φυλακών γίνονται «διαμερίσματα», «chambers», όπως στο royal chambers, ενώ τα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας είναι «joycamps», «στρατόπεδα χαράς».


Σε ό,τι αφορά τη γραμματική της Newspeak θα σταθώ σε ένα ενδιαφέρον σημείο. Ολοι λίγο-πολύ ξέρετε ότι ο παρωχημένος χρόνος (past tense) σχηματίζεται κατά κανόνα με την προσθήκη του επιθέματος -ed: walk-ed, open-ed, push-ed κτλ. Υπάρχουν όμως και τα λεγόμενα «ανώμαλα» ρήματα, π.χ. go – went, do – did, think – thought, make – made, hit – hit. Η νέα γραμματική απαιτεί ομοιομορφία κατάληξης: όλα σε -ed, goed, doed, thinked κτλ.


Αυτό αποτελεί είδος γλωσσολογικού παλιμπαιδισμού. Από γλωσσολογικές έρευνες που έγιναν προκύπτει ότι τα νήπια κατά την απόκτηση της μητρικής τους γλώσσας σχηματίζουν (υποσυνείδητα) κανόνες με βάση τη μεγάλη πλειονότητα των ρημάτων και βάζουν σε όλα τα ρήματα υπεργενικεύοντας -ed: Dad goed out. Υπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις, π.χ. όλοι οι πληθυντικοί λήγουν σε


-s, mans. Η ίδια λέξη μπορεί να καλύπτει σχεδόν όλα τα μέρη του λόγου: από όνομα ως και επίρρημα. Το συρρίκνωμα της γλώσσας σε λεξικογραμματικό επίπεδο αποτελεί αναγκαιότητα λόγω της συρρίκνωσης της σκέψης του πολίτη της Ωκεανίας. Η νηπιοποίηση της γραμματικής υποδηλώνει την επιθυμία του κόμματος για εξουσιαστική μακροβιότητα. Θέλει πολίτες με νοημοσύνη νηπίου για να λειτουργεί ως monitor, ως προστάτης-Μεγάλος Αδελφός. *


Η απάντηση του γράφοντος είναι όχι, αφού σε άλλο άρθρο του για την πολιτική ορθότητα («Το Βήμα», τέλη Αυγούστου 1999) υποστήριζε ότι η γλώσσα με τους αμυντικούς μηχανισμούς της δεν διατρέχει ποτέ σοβαρό κίνδυνο.


Το «1984» θυμίζει έμμεσα μια άλλη «δυστοπία» με την ευρύτερη έννοια της λέξης, το «Φαρενάιτ 451» του Ρέι Μπράντμπερι (γράφτηκε το 1953).


Εδώ οι ομόλογοι της Αστυνομίας της Σκέψης είναι οι πυροσβέστες με μια πολύ πρακτική αποστολή: το κάψιμο όλων των βιβλίων ­ «scripta manent», βλέπετε.


Συγκρινόμενοι οι κεντρικοί ήρωες των δύο βιβλίων ακολουθούν διαφορετική μοίρα. Ο αντιφρονών Γουίνστον, καίτοι άνθρωπος με υψηλότερο του μέσου IQ, δεν έχει μάθει να μην εμπιστεύεται κανέναν. Στο τέλος «αναπρογραμματίζεται» και με δάκρυα που βρωμάνε τζιν κατανοεί πόσο απέραντη είναι η αγάπη του για τον Μεγάλο Αδελφό.


Ο Μόνταγκ από βιβλιοεμπρηστής όμως στρέφει τη μάνικα με τη φοβερή κηροζίνη στον ίδιο τον προϊστάμενό του και όταν ο λαός οργανώνει το αντάρτικό του τους ακολουθεί.


Η γλώσσα δεν χάνεται γιατί οι πνευματικοί άνθρωποι φυλάνε το πιο φίνο λουλούδι της, τη λογοτεχνία, στο θερμοκήπιο της μνήμης τους. Ο Μπράντμπερι δεν πιστεύει απλώς στο κλισέ «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία» αλλά και ότι σχεδόν πάντα διαφεύγει τον κίνδυνο.


Αν όμως η γλώσσα δεν διατρέχει σοβαρό κίνδυνο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν περνάει κρίσεις. Στις θεωρίες του περί πειθαρχίας ο Φουκό υποστηρίζει ότι η ισχύς και η πειθαρχία είναι πανταχού παρούσες σε δημοκρατίες και σε δικτατορίες. Η γλώσσα ναρκοθετείται από τους εχθρούς της σκέψης και των ιδεών. Η Newspeak του «1984» μεταμφιέζεται σε λόγο της πολιτικής ορθότητας τώρα. Είναι ευθύνη του σημερινού πολίτη να σκέπτεται πολύ για να θωρακιστεί ενάντια σε εκείνους που με την παρασημασιολογία των λέξεων απεργάζονται τον αφανισμό του. «Ανθρωπιστική επέμβαση» με χρήση απεμπλουτισμένου ουρανίου κατά το μάλλον ή ήττον δεν είναι ανθρωπιστική. «Affirmative action», «θετική δράση», αποτελεί μια φράση-παγίδα που είναι εύπεπτο φαγητό για τους ισχυρούς και αρσενικό για τους αδυνάμους. «Δυνάμεις κατοχής» και «ειρηνευτική δύναμη» δεν είναι συνώνυμες φράσεις ποτέ. Newspeak δεν είναι μόνο να αποκαλεί ο Νοριέγκα τον στρατό του «Τάγματα Αξιοπρέπειας» αλλά να ονομάζουν και οι Αμερικανοί την εισβολή τους «Επιχείρηση: Δίκαιη Υπόθεση». Ο αιχμάλωτος πολέμου δεν αναβαπτίζεται σε «κρατούμενο» επειδή ο πόλεμος είναι «ακήρυκτος». Τέλος, ο «ακήρυκτος πόλεμος» αποδίδεται με μνημειώδη κουτοπονηριά τής Newspeak ως «Peacekeeping chores»: οι ΗΠΑ υποβάλλονται στον κόπο της «ειρηνευτικής αγγαρείας» για χάρη μας!


* Ο κ. Αθανάσιος Κακουριώτης είναι ομότιμος καθηγητής Γλωσσολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.