Πριν από μερικά χρόνια ήταν εντελώς άγνωστος. Ενας από τους καλλιτέχνες που, παρ’ ότι το έργο τους έχει ενδιαφέρον, για διάφορους περίεργους λόγους όχι απλώς δεν κερδίζουν τη θέση που τους αξίζει στην ιστορία της τέχνης αλλά αγνοούνται εντελώς από τις γενιές του μέλλοντος.
Ο μοναδικός έλληνας συνθέτης της Αναγέννησης, ο Φραγκίσκος Λεονταρίτης, θα ήταν ακόμη άγνωστος αν οι έρευνες του καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης και διευθυντή του Ελληνικού Ινστιτούτου της Βενετίας Νικόλαου Μ. Παναγιωτάκη δεν έφερναν στο φως τις συνθέσεις του, και την ταραγμένη ζωή του· και αν ο Νίκος Κοτροκόης και το φωνητικό σύνολό του, η Πολυφωνία, δεν ηχογραφούσαν πρόσφατα μέρος από το έργο αυτό. Το πρώτο CD έχει ήδη κυκλοφορήσει, το δεύτερο θα κυκλοφορήσει μέσα στον Σεπτέμβριο: ανθολογίες πολύτιμες, μνήμες μιας εποχής και μιας πορείας συναρπαστικής και πολυκύμαντης.
«Ως τη στιγμή που ο Ν. Παναγιωτάκης σχεδόν τυχαία «συνάντησε» το όνομα του Λεονταρίτη, η ιστορία της ελληνικής μουσικής δεν διέθετε κανέναν συνθέτη από την εποχή της Αναγέννησης» λέει ο Ν. Κοτροκόης. «Ξαφνικά βρεθήκαμε μπροστά σε έναν από τους χαρισματικότερους έλληνες δημιουργούς, όπως επισήμαναν οι μουσικολόγοι που μελέτησαν το έργο του. Η παραγωγή του Λεονταρίτη χαρακτηρίζεται από έναν ιδιόρρυθμο τρόπο γραφής που τον ξεχωρίζει από άλλους συνθέτες της εποχής του. Ο καλλιτέχνης φυσικά ακολουθεί τους κώδικες και τις παραδόσεις της εποχής του, καταφέρνει όμως εξελίσσοντάς τα να φανερώσει και να επιβάλει μέσα από το έργο του τη δική του έντονη προσωπικότητα».
* Η έξοδος από τη λήθη
Ποιες όμως αναζητήσεις, ποιες συγκυρίες βοήθησαν ώστε το όνομα του Λεονταρίτη να ανασυρθεί από τη λήθη; Το βιβλίο του Εμανουέλε Αντόνιο Τσικόνια «Delle inscrizioni veneziane» (Βενετία, 1827) αποτέλεσε την πρώτη ανοιχτή πύλη που οδήγησε στην ανακάλυψη και την αποκατάσταση του συνθέτη. «Ο Τσικόνια αναφερόμενος στον βενετό πατρίκιο Αντόνιο Ζαντάνι παραθέτει απόσπασμα από ένα βιβλίο του Οράτσιο Τοσκανέλα, τυπωμένο το 1567 στη Βενετία, όπου γίνεται λόγος για τους μουσικούς που μετείχαν σε συναυλίες στο παλάτι του Ζαντάνι» σημειώνει ο Ν. Παναγιωτάκης στο βιβλίο του «Φραγκίσκος Λεονταρίτης Κρητικός μουσικοσυνθέτης του 16ου αιώνα. Μαρτυρίες για τη ζωή και το έργο του». «Ανάμεσά τους είδα να μνημονεύεται και κάποιος Francesco Londarit detto il Greco. Το παρωνύμιο του μουσικού αυτού, δηλωτικό της εθνικής καταγωγής του, και το επώνυμό του, ολοφάνερη παραφθορά του ελληνικού επωνύμου Λεονταρίτης ή Λιονταρίτης, μου κίνησαν αμέσως την προσοχή και την περιέργεια, κυρίως για τον λόγο ότι δεν ήταν γνωστά άλλα ονόματα ελλήνων μουσικών της έντεχνης δυτικής μουσικής εκείνη την εποχή».
Σύμφωνα πάντα με τον Ν. Παναγιωτάκη, ο Λεονταρίτης «ήταν ο πρώτος επώνυμος έλληνας μουσικός των νεότερων χρόνων και μάλιστα με διαφορά τριών περίπου αιώνων από τον επόμενο». Ηταν μια σελίδα της ελληνικής μουσικής ιστορίας θαμμένη κάτω από πολλούς αιώνες, η οποία άρχισε να ανασύρεται στο φως με μεγάλο κόπο και προσπάθεια: ο ερευνητής ταξίδεψε πολλές φορές στο εξωτερικό· «ξόδεψε» ατελείωτες ώρες στις μεγάλες βιβλιοθήκες, από τις οποίες ένα ένα άρχισε να σταχυολογεί τα στοιχεία που συνθέτουν το πορτρέτο του Λεονταρίτη. Οι έρευνές του διήρκεσαν περίπου οκτώ χρόνια.
Και «οι ειδήσεις που τελικά συγκεντρώθηκαν για τη ζωή του άγνωστου κρητικού μουσικοσυνθέτη είναι, χωρίς καμία αμφιβολία, περισσότερες από τις ειδήσεις που έχουν εντοπισθεί για τη ζωή οποιουδήποτε άλλου ευρωπαίου μουσικοσυνθέτη του 16ου αιώνα, με μοναδική εξαίρεση τον Ορλάντο ντι Λάσο» επισημαίνει ο Ν. Παναγιωτάκης.
* Μια ζωή περιπλάνηση
Ποιος ήταν όμως τελικά ο Φραγκίσκος Λεονταρίτης; Πού και πώς έζησε και δημιούργησε ο άγνωστος μέχρι πρότινος συνθέτης; Νόθος γιος του καθολικού ιερέα και θησαυροφύλακα του καθεδρικού ναού του Αγίου Τίτου, του Νικόλαου Λεονταρίτη, γεννήθηκε το 1518 στον Χάνδακα, την πρωτεύουσα της βενετοκρατούμενης Κρήτης, σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτουν ο Ν. Παναγιωτάκης και ο επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης Στέφανος Ε. Κακλαμάνης. Τις βάσεις της μουσικής παιδείας του τις απέκτησε στη γενέτειρά του, δεν αποκλείεται όμως να τις βελτίωσε στην Ιταλία. Από το 1536 εργάστηκε ως οργανίστας στον ναό όπου λειτουργούσε ο πατέρας του. Εκεί άρχισε να αποκτά και φήμη ανάμεσα στους συμπατριώτες του, ως συνθέτης. Το 1544 ταξίδεψε στη Βενετία, όπου και επέστρεψε για να εγκατασταθεί μόνιμα το 1549 μετά την καταστροφή, από πυρκαϊά, του καθεδρικού ναού του Αγίου Τίτου.
Εκεί εργάστηκε ως χορωδός στον ναό του Αγίου Μάρκου και παράλληλα άρχισε να συμμετέχει σε διάφορες εκδηλώσεις που γίνονταν σε ιδιωτικούς και δημόσιους χώρους. Τον Νοέμβριο του 1552 τιμωρήθηκε, για λόγους που δεν γνωρίζουμε, με προσωρινή έκπτωση από το αξίωμά του. Λίγο αργότερα μετέβη στην Πάδοβα, στον καθεδρικό ναό της οποίας εργάστηκε ως χορωδός, ενώ το 1561 προσκλήθηκε στο Μόναχο από τον ηγεμόνα της Βαυαρίας δούκα Αλβέρτο Ε’, ως μουσικός της αυλής του. (Το μεγαλύτερο μέρος του σωζόμενου έργου του χρονολογείται από εκείνη την εποχή).
* Οργανίστας και δάσκαλος
Μετά το 1566, οπότε επέστρεψε στην Ιταλία, το όνομά του βρέθηκε μπλεγμένο σε μια υπόθεση κατασκοπείας για λογαριασμό των Ισπανών. Από αυτή την περιπέτεια βγήκε κατεστραμμένος οικονομικά αλλά και ψυχικά. Επέστρεψε στη γενέτειρά του, τον Χάνδακα. Εκεί πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ως οργανίστας και δάσκαλος της μουσικής στον εκ νέου οικοδομημένο ναό του Αγίου Τίτου. Πέθανε το 1572, έχοντας γευτεί τις χαρές και τις λύπες, τους θριάμβους και τις αποτυχίες, την ευτυχία και την απογοήτευση «μιας πλούσιας σε εμπειρίες και γνώσεις εποχής όπου πολλά παίχθηκαν, πολλά χάθηκαν και πάρα πολλά κερδήθηκαν στον αγώνα για την ανάδειξη της ανθρώπινης ιδιαιτερότητας και της ελεύθερης πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας», σύμφωνα με τον Στ. Κακλαμάνη.
Μοτέτα, λειτουργίες, μαδριγάλια… Τα σωζόμενα έργα του Λεονταρίτη έχουν τα τελευταία χρόνια αρχίσει σιγά σιγά να παρουσιάζονται από ελληνικά αλλά και από ξένα μουσικά σύνολα. Ο Αντώνης Κοντογεωργίου είναι ένας από τους καλλιτέχνες που έχουν αναβιώσει επιτυχώς συνθέσεις του κρητικού δημιουργού. Στην Αυστρία και στην Αγγλία, μέσα από συναυλίες του BBC, το κοινό έχει έλθει σε επαφή με δείγματα της χαρακτηριστικής δημιουργίας του.
Σήμερα ο Ν. Κοτροκόης με τις συναυλίες και τις ηχογραφήσεις του συνεχίζει. «Ως πριν από λίγο, κανένας δεν γνώριζε ότι υπήρχε έλληνας συνθέτης του 16ου αιώνα» λέει. «Είχαμε στοιχεία μόνο για τη βυζαντινή μουσική δημιουργία. Σημέρα μπορούμε να υπερηφανευτούμε για έναν πραγματικά αξιόλογο αναγεννησιακό καλλιτέχνη. Ο λαοφιλής στην εποχή του Λεονταρίτης ήταν λογικό να ξεπεράσει την αφάνεια και να γίνει γνωστός και στα δικά μας χρόνια· γιατί το έργο του αξίζει, μπορεί να σταθεί με άνεση στις σύγχρονες μουσικές σκηνές· γιατί δεν είναι απλώς ο μοναδικός έλληνας συνθέτης της Αναγέννησης, αλλά ένας δημιουργός με ταλέντο, με φαντασία και, κατά συνέπεια, με αξιοσημείωτη προσφορά στην ελληνική αλλά και στην ευρωπαϊκή μουσική».