Ο Αύγουστος, που είναι ο μήνας της Παναγίας, μου δίνει αφορμή να ασχοληθώ με μια θεότητα του αρχαίου κόσμου που παρουσιάζει ομοιότητες με τη μητέρα του Χριστού. Πρόκειται για την Ισιδα, μια θεά συνετή και κόσμια, που μαζί με τον σύζυγό της τον Οσιρι και τον μονάκριβο γιο της τον Ωρο, αποτελούν τη σημαντικότερη θεϊκή τριάδα του αιγυπτιακού πανθέου, με έντονη παρουσία όχι μόνον στην αρχαία Αίγυπτο αλλά και στον αρχαίο ελληνο-ρωμαϊκό κόσμο. Οπως η Παναγία, έτσι και η θεά αυτή απέκτησε μύριες προσωνυμίες, ήταν δηλαδή μυριώνυμη, όπως «παντοκράτειρα» και «βασίλισσα του ουρανού, της γης και του κάτω κόσμου».


Με την κατάρρευση του κυρίαρχου θεσμού της πόλης-κράτους στην αρχαία Ελλάδα κατά τον 4ο αι. π.Χ. παρατηρείται και μια αξιοσημείωτη κατάπτωση της επίσημης ελληνικής θρησκείας, αυτής δηλαδή των δώδεκα θεών του Ολύμπου. Οσο περνούσαν τα χρόνια, το γεγονός αυτό γινόταν όλο και πιο αισθητό. Ετσι, οι μεγάλες λαϊκές μάζες άρχισαν να αναζητούν την αρωγή πιο οικείων θεοτήτων. Οι θεότητες αυτές βρίσκονταν πιο κοντά στους ανθρώπους, γιατί γνώριζαν τον ανθρώπινο πόνο και συμμετείχαν ενεργά στην επίλυση των προβλημάτων τους. Τέτοιες θεότητες υπήρχαν κυρίως στα πάνθεα της Ανατολής, τα οποία ήταν εύκολα προσιτά εξαιτίας της ουσιαστικής ανεξιθρησκείας που επικρατούσε στην αρχαία Ελλάδα.


Μια από τις πρώτες αλλοδαπές θεότητες που πλησίασαν οι Ελληνες ήταν η Ισιδα, που τους ήταν γνωστή από παλιά ως θεά της βλάστησης και του κάτω κόσμου και γι’ αυτό την ταύτιζαν με τη δική τους Περσεφόνη και κυρίως με τη Δήμητρα. Η λατρεία της στον ελληνικό χώρο απαντά ακριβώς από τον 4ο αι. π.Χ., οπότε και παρατηρείται ένας βαθμιαίος εξελληνισμός της, πράγμα αισθητό και στην εικονογραφία της, αφού δεν απεικονιζόταν πλέον κατά τον αιγυπτιακό τρόπο, δηλαδή με κεφαλή αγελάδας. Συγχρόνως έχουμε μια ριζική αναμόρφωση της προσωπικότητάς της, καθώς εμπλουτίζεται με πολλές νέες ιδιότητες. Ετσι γίνεται «τροφός και μητέρα του σύμπαντος», «μεταμορφώνεται σε όλες τις μορφές και σε όλα τα είδη», διακρίνεται από έναν έμφυτο έρωτα για καθετί αγαθό και αποστρέφεται το κακό. Με την εξελληνισμένη μορφή της και με τις νέες της ιδιότητες, που συνεχώς αυξάνονται, γίνεται αποδεκτή από όλους τους λαούς της Μεσογείου και σ’ αυτό καθοριστική είναι η συμβολή της δυναστείας των Πτολεμαίων στην Αλεξάνδρεια.


Η λατρεία της Ισιδας διαδόθηκε ευρέως επειδή οι Πτολεμαίοι την προέβαλλαν ως την πιο καλόβουλη, καλοπροαίρετη, μειλίχια και πολυεύσπλαχνη θεά που είχαν γνωρίσει ως τότε οι άνθρωποι, καθώς η ίδια, αν και θεά, δοκίμασε αβάσταχτο πόνο και γνώρισε ποικίλα βάσανα όταν, ως αφοσιωμένη νεαρή σύζυγος, αναζητούσε μέσα σ’ έναν σκοτεινό κόσμο τον αδικοχαμένο και κατακρεουργημένο σύζυγό της και ως στοργική μητέρα αγωνιζόταν με αυτοθυσία να σώσει το ανήλικο παιδί της που κινδύνευε. Επομένως, αφού είχε άμεση αντίληψη του πόνου και της δυστυχίας, μπορούσε αυτή καλύτερα από κάθε άλλη θεότητα να συμπαρασταθεί στους πάσχοντες ανθρώπους, στους οποίους συχνά παρουσιαζόταν στα όνειρά τους και τους γνωστοποιούσε τις συνταγές θεραπείας τους και εν γένει τις επιθυμίες της. Επενέβαινε ακόμη και σε πρακτικά τους προβλήματα, καθώς φρόντιζε για τη βελτίωση των οικονομικών τους και τους προστάτευε από τους κινδύνους της θάλασσας.


Οι περιπέτειες της Ισιδας και η επικράτησή της έναντι των δυνάμεων του σκότους αποτελούσαν μέρος των μυστηρίων της, πράγμα που έφερνε ανακούφιση και παρηγοριά στους μύστες υπενθυμίζοντάς τους τις δικές της συμφορές αλλά και το ξεπέρασμά τους. Η τελετή μύησης στα μυστήριά της «έμοιαζε με εθελοντικό θάνατο συνοδευόμενο με μια αμυδρή ελπίδα ανάστασης» και σε τελική ανάλυση απέβλεπε στη συμφιλίωση των πιστών με τον θάνατο, αμβλύνοντας τον φόβο τους γι’ αυτόν. Ολα αυτά αναγεννούσαν τον μύστη και τον διευκόλυναν στη χάραξη μιας νέας ζωής. Αλλωστε η θεά εξουσίαζε και το ανθρώπινο πεπρωμένο, καθώς είχε τη δυνατότητα να προλαβαίνει τον επικείμενο θάνατο και να χαρίζει το δώρο της ζωής παρατείνοντας τη διάρκειά της.


Υπάρχει παράδοση που θέλει την Ισιδα παρθένο και να συλλαμβάνει τον μονάκριβο γιο της χωρίς ανδρική συνδρομή. Εκανε και αυτή θαύματα, καθώς ειδικευόταν, και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία, στη θεραπεία ποικίλων νοσημάτων, ακόμη και μέσω της εξομολόγησης, της ομολογίας δηλαδή αμαρτιών. Οσοι θεραπεύονταν από τη θεά είχαν την υποχρέωση να γνωστοποιούν δημόσια τη θεραπεία τους και τις ικανότητες της θεάς και να απαγγέλνουν ένα εγκώμιο, μια «αρεταλογία» της. Οι «αρεταλογίες» της Ισιδας είναι ύμνοι στους οποίους απαριθμούνται οι προσφορές της στο ανθρώπινο γένος. Ετσι από αυτούς γνωρίζουμε ανάμεσα στα άλλα ότι η Ισις ήταν αυτή που δίδαξε την καλλιέργεια των καρπών της γης βάζοντας τις βάσεις του πολιτισμένου βίου ή ότι αυτή επέβαλε τον σεβασμό στον θεό και στον όρκο, την αγάπη των γονιών για τα παιδιά και τη φροντίδα των παιδιών για τους γονείς, ενώ εισήγαγε και τον θεσμό του γάμου. Οι ισιακές «αρεταλογίες» μοιάζουν κάπως με τον ευχαριστήριο ύμνο προς την Παναγία, τον γνωστό ως Ακάθιστο Υμνο, μόνο που εδώ ο υμνωδός είναι αυτός που υμνεί και δοξάζει τις «αρετές» της Θεοτόκου, ενώ στις «αρεταλογίες» η ίδια η Ισις είναι αυτή που απαγγέλλει με αυταρέσκεια τις ευεργεσίες της.


Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής της Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.