Ολοι όσοι με πάθος προσπαθούν να επισημάνουν ξενικά τοπωνύμια στον ελλαδικό χώρο δεν βλέπουν τα ελληνικής προέλευσης τοπωνύμια στην Ευρώπη. Ενα από αυτά είναι το Μόναχο, που βγαίνει από τη ­ διυλισμένη βέβαια στα λατινικά ­ λέξη μοναχός. Γι’ αυτό άλλωστε, ως σήμερα, σύμβολο της βαυαρικής πρωτεύουσας είναι καλογεράκι με τα χέρια απλωμένα ώστε να σχηματίζεται σταυρός.


Το Μόναχο αποτελεί σαφή διάψευση της άποψης που ­ αορίστως αλλά σταθερώς ­ τρέφουν για τους αγρότες μαρξιστές και φιλελεύθεροι. Η πόλη, πράγματι, θυμίζει μεγάλο χωριό. Καμπάνες αντηχούν συνεχώς, οι άνθρωποι ντύνονται με στοιχεία φορεσιάς παραδοσιακής, εγκαρδιότητα χαρακτηρίζει ­ κατά κανόνα ­ τις σχέσεις τους. Είναι σαφές ότι το παρελθόν δεν είναι εδώ κάτι το νεκρό, αλλά παράγοντας ουσιώδης του παρόντος· επιπλέον ο δεσμός με αυτό όχι μόνο δεν αποτρέπει την οικονομική και κοινωνική πρόοδο αλλά, αντίθετα, τη διευκολύνει. Και βέβαια η πρωτεύουσα της Βαυαρίας, παρά τις ομάδες ζωηρών Νεοελλήνων που αενάως κυκλοφορούν στους κεντρικούς δρόμους της, δεν είναι πόλη ελληνική, αν και προβάλλει δεσμό ισχυρότατο με τα καθ’ ημάς. Το Μόναχο, πράγματι, είναι μια άλλη Αθήνα και, δυστυχώς για τη δική μας χώρα, το εν λόγω αντίγραφο είναι σήμερα πολύ πιο ωραίο από την εξέλιξη του προτύπου.


Η ­ ελαφρώς παραμυθένια ­ άλλη Αθήνα οφείλεται κυρίως στη δυναστεία των Βίτελσμπαχ και ιδίως στην παράφορη μα και γοητευτική προσωπικότητα του βασιλιά Λουδοβίκου Α’, γιος του ήταν ο δικός μας Οθων. Πατέρας και γιος υπήρξαν ρομαντικοί ­ όχι με την έννοια την κοσμική αλλά την ιδεολογική, επιχειρούσαν δηλαδή την ιδεατή αναβίωση και την επανόρθωση των μεγάλων αδικιών του παρελθόντος. Ο πατέρας, παρά τις έντονες ιδιορρυθμίες του χαρακτήρα του και τις μεταπτώσεις του βίου του, γενικώς πέτυχε και άφησε πίσω του έργο, η έλξη του οποίου είναι αισθητή τοις πάσι, αλλά βέβαια δεν είχε ­ ο ευτυχής! ­ και μεγάλες αδικίες να επανορθώσει. Αντίθετα ο Οθων, θεωρητικώς τουλάχιστον, απέτυχε και βαρέως πλήρωσε το τίμημα της όποιας αποτυχίας του: πέθανε σχετικά νέος, με την καρδιά ραγισμένη, μακριά από τη θετή του πατρίδα, την οποία και λάτρεψε…


Γιατί απέτυχε ο Οθων; Η απάντηση που, ως τώρα, διάχυτη υφίσταται, έγκειται στον χαρακτηρισμό του ως κωφού, ατέκνου και σχολαστικού. Το τελευταίο δεν έχει και μεγάλη σημασία εφόσον, αν δεν ήταν σχολαστικός, μπορεί και να τον έλεγαν «πονηρό» και «ρουσφετολόγο», όπως, π.χ., τον Γεώργιο Α’ που τον διαδέχτηκε. Οσον αφορά τώρα τις δύο άλλες «κατηγορίες», θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει το ακόλουθο ερώτημα: «Καλά, όλοι οι άλλοι που είτε κληρονομικώς είτε μέσω της ψήφου ανέβηκαν στα ύπατα κρατικά αξιώματα στην Ελλάδα και γενικώς στην Ευρώπη είχαν παιδιά και ακοή οξυτάτη;». Μάλλον όχι. Επομένως κάπου αλλού πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια της αποτυχίας του και της συνακόλουθης ανατροπής του.


Ο γόνος των Βίτελσμπαχ ήρθε στη χειραφετημένη χώρα νεότατος και, προφανώς, αφιέρωσε χρόνο και κόπο στην προσπάθεια να καταλάβει τι επιτέλους γινόταν εδώ ­ έργο δυσχερέστατο και για πρόσωπο που θα είχε τα διπλάσια χρόνια και πολλαπλάσια πείρα από αυτόν. Τελικά όμως «μπήκε στο νόημα» και αναλόγως προσάρμοσε την πολιτική του. Η οιονεί μομφή που του προσάπτεται, πως αρχικώς ήταν φίλος των Αψβούργων δεν φαίνεται και τόσο αβάσιμη. Ο εύστροφος Μέτερνιχ, που είχε επίγνωση των αισθημάτων τα οποία, λόγω τη στάσης της Βιέννης προς την Επανάσταση του 1821, έτρεφαν οι Ελληνες προς την Αυστρία, πήγε εμμέσως να αποκτήσει επιρροή στην Ελλάδα λέγοντας ότι η Κωνσταντινούπολη πρέπει να γίνει ελληνική. Γρήγορα όμως αναίρεσε στην ουσία την αρχική του γνώμη τονίζοντας ότι, για να γίνει αυτό, θα έπρεπε οι Ελληνες να κάτσουν ήσυχοι. Με άλλα λόγια, όχι πολεμικές περιπέτειες με την Τουρκία. Ο Οθων κατανόησε την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και η απάντησή του υπήρξε, τελικώς, σαφής: τόνισε τον τότε επαναστατικό χαρακτήρα του ελληνικού κράτους και προετοίμασε προσέγγιση με τη Ρωσία, τη μόνη δύναμη που εμπράκτως αντιστρατευόταν την οθωμανική αυτοκρατορία.


Η προσέγγιση αυτή πήρε σάρκα και οστά κατά τον Κριμαϊκό Πόλεμο· οι Ελληνες ήταν οι μόνοι στην πράξη υποστηρικτές του μεγάλου ορθοδόξου κράτους του Βορρά. Φαίνεται πως ο Οθων σκοπίμως είχε αφήσει να γίνονται αξιωματικοί περισσότεροι από όσους χρειαζόταν ο μικρός τότε ελληνικός στρατός, εφόσον θεωρούσε ως δυνάμει στρατιώτες όλους τους Ελληνες, ελεύθερους μα και αλύτρωτους. Το επαναστατικό εγχείρημα που άρχισε το 1854 στις τότε υπό οθωμανική κυριαρχία Ηπειρο και Θεσσαλία είχε βάσιμες πιθανότητες επιτυχίας. Οπως όμως έχει επισημάνει σπουδαίος νεοέλλην ιστορικός, ο Στέφανος Παπαδόπουλος, που δυστυχώς δεν ζει πια, η προσπάθεια φυλλορρόησε κυρίως λόγω της στάσης της Γαλλίας και της Βρετανίας, προξενικοί ­ αν όχι και άλλοι ­ πράκτορες των οποίων έθεταν τότε σε κυκλοφορία και «διαδόσεις». Ισως να γνώριζαν καλά την ψυχολογία του μέσου Ελληνα και συστηματικώς να μετέδιδαν την «είδηση» πως το Παρίσι και το Λονδίνο ποτέ δεν θα έστεργαν στην ενσωμάτωση των απελευθερωμένων περιοχών στο ελληνικό βασίλειο.


Ετσι ο Οθων έχασε τον πόλεμό του, αφού βέβαια και η Ρωσία τότε ηττήθηκε, και αντί να ενθρονιστεί ως διάδοχος του Κωνσταντίνου ΙΑ’ στην Κωνσταντινούπολη βρέθηκε δέσμιος των Αγγλογάλλων στην Αθήνα. Από εκεί και πέρα, εφόσον μάλιστα δεν είχε μπορέσει να εξασφαλίσει την ενεργό υποστήριξη των αγροτών, η τύχη του ήταν προδιαγεγραμμένη. Ολοι αυτοί που δυσχερώς θα έβρισκαν θέση στην ηρωικού χαρακτήρα αυστηρή ­ αλλά και ηθική ­ κοινωνία που ήθελε να δημιουργήσει, δικηγόροι, π.χ., πλοιοκτήτες και επίδοξοι μεγαλοκερδοσκόποι συνεργάστηκαν για να τον ρίξουν. Και βέβαια, πίσω από όλους αυτούς ορθώνονταν ισχυρά τζάκια με εμπορικά συμφέροντα, ελληνικές παροικίες μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων και ακόμη πιο πίσω απλωνόταν η βαριά σκιά της βρετανικής πολιτικής.


Πρόσφατα, στις 8 Νοεμβρίου, επισήμως εγκαινιάστηκε στο Μόναχο μεγάλη έκθεση που, με θέμα Das Neue Hellas (= Η νέα Ελλάδα), παρουσιάζει εντυπωσιακό και άψογα δομημένο πανόραμα της ξεσηκωμένης χώρας και των μετέπειτα. Παραδόξως ο μόνος οιονεί αδικημένος στην έκθεση αυτήν μπορεί να θεωρηθεί ο ίδιος ο Οθων, καθώς δεν προβάλλεται σε όλη της την έκταση η προσφορά του στην αναγέννηση του σύγχρονου Ελληνισμού. Και βέβαια τούτο ηθικώς είναι ανεπίτρεπτο, αλλά επιστημονικώς κατανοητό ίσως. Πράγματι ένα από τα μεγαλύτερα λάθη του πρώτου βασιλιά της Ελλάδας είναι ότι ουδέποτε θέλησε να συνειδητοποιήσει τις τραγικές για το πρόσωπό του συνέπειες τής αγάπης που έτρεφε προς τη χώρα όπου κλήθηκε να βασιλεύσει.


Ο κ. Δημήτρης Μιχαλόπουλος είναι διευθυντής του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών.