* Ο κ. Χρήστος Γ. Ανδρεάδης, φιλόλογος – ιστορικός, αναφερόμενος σε κείμενο του κ. Νάσου Βαγενά («Το Βήμα», 15/9/1996, Νέες Εποχές, σελ. 16) για τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννηση του Καρυωτάκη, διαμαρτύρεται για την εκτίμηση ότι «το γεγονός πάει να περάσει απαρατήρητο» και επισημαίνει: Η «Νέα Εστία» αφιέρωσε ακριβώς για την επέτειο αυτή ολόκληρο τεύχος, το υπ’ αριθ. 1655/15-6-1996 το οποίο μάλιστα το είχε προαναγγείλει στο προηγούμενο (1654/1-6-1996).Πώς τα Λιμνιά έγιναν Ιμια* Αρχικά διαβάσαμε «η νησίδα Ιμια», «η κρίση της Ιμιας», αλλά και «της Ιμια». Επειτα, όταν μάθαμε ότι υπάρχει και αδελφή βραχονησίδα, διαβάσαμε «τα Ιμια», «οι βραχονησίδες Ιμια» και «το επεισόδιο των Ιμια». Ακούστηκε επίσης ελληνοπρεπέστερα, υποτίθεται, «η κρίση των Ιμίων». Κανείς δεν διερωτήθηκε τι σχέση έχουν αυτοί οι εξόχως ανελλήνιστοι τύποι με τα δύο νησάκια, την ελληνικότητα των οποίων υποστηρίζουμε με τόση θέρμη. Και όμως, όπως έχει ήδη παρατηρηθεί (Λ. Καλλιβρετάκη. Υπόμνημα περί των νησίδων «Λιμνιά – Ιμια». Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών. Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών. Φεβρ. 1996), στους παλιούς χάρτες τα νησάκια αναγράφονται ως «τα Λιμνιά», το «Μεγάλο» και το «Μικρό Λιμνιό» ­ φυσικά «του Λιμνιού» και «των Λιμνιών». Αξίζει να δούμε την ιστορία του ονόματος. Παλιότερα λεγόταν «το Καλολιμνιό», Μεγάλο και Μικρό, δηλαδή «Καλολιμνιώτικο», επειδή οι νησίδες ανήκουν στην Καλόλιμνο. Αργότερα αποσπάσθηκε το Καλο-, ίσως γιατί θεωρήθηκε επίθετο («Καλό Λιμνιό»), και έμεινε «το Λιμνιό», «τα Λιμνιά». Οι Ιταλοί απέδωσαν τα Λιμνιά ως Limmia, έπειτα το αρχικό L θεωρήθηκε άρθρο και έγραψαν L’ Immia, Immia, εκλαμβάνοντάς το ως θηλυκό ενικού και ανεβάζοντας τον τόνο στην πρώτη συλλαβή (Immia), σύμφωνα με την ιταλική τονική συνήθεια. Ετσι «η Ιμια» δεν είναι παρά μια ιταλική (χαρτο)γραφική παρανόηση, που όμως επικράτησε στους ελληνικούς διπλωματικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους.


Αλλά και η τουρκική ονομασία της νησίδας είναι, όπως ακούμε, «Καρντάκ», στον πληθυντικό «Καρντακλάρ». Αν όμως ψάχναμε στις εγκυκλοπαίδειες ή ρωτούσαμε κάποιον Καλύμνιο, θα μαθαίναμε ότι τα νησάκια έχουν και δεύτερη ελληνική ονομασία: «τα Καρδάκια». (Αναφέρεται και τρίτη ονομασία, λόγια αυτή, «οι Παίδες»). Οι Τούρκοι πάντως γνωρίζουν ότι η δική τους ονομασία είναι ελληνική, γι’ αυτό και τα μετονόμασαν τελευταία σε Ikince («δεύτερα» / «διπλά»;).


Κατά τα άλλα, υποτίθεται ότι «το όνομα είναι η ψυχή μας». Κ. ΤΣΑΝΤΣΑΝΟΓΛΟΥ, Θεσσαλονίκη «Πατέρας της ενωμένης Ευρώπης»


ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας


* Στην έγκριτη εφημερίδα σας της 22ας τ.μ. (σελ. Ε7), ο εξαίρετος συνεργάτης σας κ. Στ. Ευσταθιάδης δημοσίευσε ένα εμπεριστατωμένο άρθρο με τον τίτλο «Ο Τσόρτσιλ και πατέρας της ενωμένης Ευρώπης», όπου με επιστημονικό τρόπο εκθέτει τις απόψεις του άγγλου πολιτικού.


Θα μου επιτρέψει όμως ο κ. Ευσταθιάδης να επισημάνω και να γνωστοποιήσω ακόμη μία φορά στους αναγνώστες σας ότι ο πρώτος που διεκήρυξε και αγωνίστηκε να επιβάλει στους συγχρόνους του πολιτικούς και διπλωμάτες την επείγουσα ανάγκη για την ενοποίηση της Ευρώπης ήταν ο έλληνας διάσημος ευρωπαίος διπλωμάτης Ιωάννης Καποδίστριας, υπουργός των Εξωτερικών της τότε πανίσχυρης ρωσικής αυτοκρατορίας. Στα συνέδρια όπου διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο από το 1814-1815 (Συνέδριο της Βιέννης) ως τα τελευταία συνέδρια που έλαβε μέρος, των ετών 1818-1821, διεκήρυξε με συγκλονιστικά επιχειρήματα τις πρωτοφανείς αυτές απόψεις του.


Στο συνέδριο του Aachen, το 1818, υπέβαλε βαρυσήμαντο υπόμνημα, το οποίο δικαίως χαρακτηρίστηκε «το προσχέδιο για μια πανευρωπαϊκή συνεργασία και ενοποίηση». Στα συνέδρια του Troppau και Laibach, 1820-1821, επανήλθε δριμύτερος στην επείγουσα ανάγκη «για την επικράτηση των φιλελευθέρων και δημοκρατικών ιδεών σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη και για την ισότιμη αναγνώριση των δικαιωμάτων και των συνταγματικών ελευθεριών σε όλα ανεξαιρέτως τα ευρωπαϊκά κράτη, και κυρίως στα μικρά, που καταδυναστεύονταν από τα ισχυρά… Μόνο όταν όλα ανεξαιρέτως τα ευρωπαϊκά κράτη συγκεντρώνονταν γύρω από μια κοινή και ενωμένη πατρίδα, την Ευρώπη, οι λαοί της θα μπορούσαν να αναπτυχθούν ισότιμα σε όλους τους τομείς. Και μόνο τότε θα γινόταν πραγματικότητα η καταστολή των κοινωνικών επαναστάσεων».


Για τον μεγάλο αυτόν έλληνα – ευρωπαίο διπλωμάτη και πολιτικό, «ακρογωνιαίος λίθος για την ενότητα ενός πανευρωπαϊκού ή και παγκοσμίου οργανισμού είναι η ισότιμη συμμετοχή και των μικρών κρατών στις αποφάσεις των μεγάλων. Μόνο τότε η ενωμένη Ευρώπη θα χάριζε την ειρήνη και την ευημερία στους λαούς της».


Το σπουδαιότατο αυτό θέμα το έχω κάνει διεθνώς γνωστό με δύο ειδικές μελέτες μου στην αγγλική: «Ioannis Capodistrias. The first inspirer of a United Europe», London 1993, και κυρίως με τη δεύτερη, που κυκλοφόρησε το 1994, όταν η Ελλάδα είχε την προεδρία της ΕΟΚ, με τον τίτλο «John Kapodistrias. Α Greek Europhile Diplomat», έκδοση Εταιρείας Μελέτης Ελληνικής Ιστορίας και με χορηγία του ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη. Προσφέρθηκε τότε σε όλους τους αρχηγούς των συμμετεχόντων κρατών στη Σύνοδο Κορυφής στην Κέρκυρα και στάλθηκε σε όλους τους ευρωβουλευτές και στα σπουδαιότερα πανεπιστήμια και στις βιβλιοθήκες του κόσμου. Η ανταπόκριση υπερέβη κάθε όριο ευμενούς υποδοχής.


Για το ίδιο θέμα υπάρχει σχετική μελέτη μου στα ελληνικά «Ο Ιωάννης Καποδίστριας και η Ενωμένη Ευρώπη», στα πρακτικά του ΙΔ’ πανελλήνιου ιστορικού συνεδρίου, στη Θεσσαλονίκη το 1994, καθώς και στο ογκώδες σύγγραμμά μου «Ιωάννης Καποδίστριας. Ο άνθρωπος – Ο διπλωμάτης», δέκατη έκδοση, Αθήνα, 1996.


Επομένως, ο Τσόρτσιλ δικαίως θεωρείται «πατέρας», αλλά μόνο για τη σύγχρονη εποχή. Ο ιστορικά όμως αληθινός «πατέρας» και εμπνευστής αυτής της υψηλής ιδέας είναι ο έλληνας διπλωμάτης Ιωάννης Καποδίστριας. Δεν πρέπει να το λησμονούμε ούτε να το αγνοούμε. ΕΛΕΝΗ Ε. ΚΟΥΚΚΟΥ Ιστορικός – Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών


Η καραμέλα της τιμολογιακής σύγκρισης


* Στο ένθετο «Ανάπτυξη» (29.9.96) διάβασα ρεπορτάζ με τίτλο «Αυτοκίνητα σε ευρωπαϊκές τιμές». Σε ένα σημείο αναφέρει ότι ο φόρος κατανάλωσης δεν επηρεάζει και τόσο τις τιμές των αυτοκινήτων ως 1.400 κ.ε., και αυτό γίνεται εμφανές από τη σύγκριση των τιμών Ελλάδας και εξωτερικούΩ για παράδειγμα, αναφέρεται το εξής: στην Ιταλία αυτοκίνητο Punto 75, 1.400 κ.ε. κλπ., κοστίζει 3.420.000 και στην Ελλάδα 3.400.000. Δηλαδή ο εν λόγω δημοσιογράφος απευθύνεται σε ανόητους; Διότι στην Ιταλία δεν υπάρχει μισθός 140.000 τον μήνα ή ημερομίσθιο 7.000 κλπ.! Ας σταματήσει λοιπόν επιτέλους αυτή η καραμέλα των κυβερνήσεων αλλά και των δημοσιογράφων για την τιμολογιακή σύγκριση όχι μόνο του αυτοκινήτου, αλλά και άλλων ειδών. Εκτός και αν αναμορφωθούν τα επίπεδα των οικονομικών παροχών σε κάθε κράτος. ΜΙΧΑΗΛ ΧΑΝΙΩΤΑΚΗΣ, Χαλάνδρι