ENENHNTA χρόνια από τότε που ανέτειλε στο Αγρίνιο το άστρο των Παπαστράτων με μια εταιρεία-πρόδρομο αυτής που έγινε συνώνυμη με το ελληνικό τσιγάρο, ο έλεγχος της πιο ισχυρής ελληνικής καπνοβιομηχανίας περνά στα χέρια της πιο ισχυρής καπνοβιομηχανίας του κόσμου. Ο ακήρυκτος πόλεμος των επιγόνων της δυναστείας του ελληνικού καπνού με την αμερικανική Philip Morris για τον έλεγχο της κραταιάς ελληνικής καπνοβιομηχανίας κράτησε 28 χρόνια. Αρχισε το 1975, όταν η αμερικανική εταιρεία ανέθεσε στην ελληνική την παραγωγή του Marlboro, του κυρίαρχου παγκοσμίως σήματος με τον περίφημο καουμπόι εν δράσει, αλλά απέτυχε να αποκτήσει έστω ένα σημαντικό πακέτο μετοχών αφού προσέκρουσε σε σθεναρή άρνηση της οικογένειας. Το ίδιο συνέβη και άλλες φορές αργότερα, παρά το γεγονός ότι συν τω χρόνω μεγάλωνε η εξάρτηση της ελληνικής επιχείρησης από τη συνεργασία της με την αμερικανική τόσο για την παραγωγή όσο και για τη διανομή τσιγάρων.


Το τέλος του ακήρυκτου πολέμου μεταξύ της ελληνικής καπνοβιομηχανίας και της αμερικανικής Philip Morris ήταν αναμενόμενο. Είχε προδιαγραφεί στα μέσα της δεκαετίας του ’90, όταν παγιοποιήθηκε η κυριαρχία των ξένων σημάτων στην ελληνική αγορά και οριστικοποιήθηκε στις 9 Ιουλίου του 1998, όταν άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 88 ετών ο τελευταίος των Παπαστράτων, ο μόνος από την τρίτη γενιά της οικογένειας που έσωζε το όνομά της και για πολλά χρόνια σήκωνε το κύριο βάρος των επιχειρήσεων αρνούμενος τις δελεαστικές προτάσεις της εταιρείας του Marlboro, o αείμνηστος Τάσος I. Παπαστράτος, γιος γερουσιαστή της προπολεμικής Ελλάδας.


* Ο έλεγχος στους συγγενείς


Τότε ο έλεγχος της εισηγμένης από τη δεκαετία του ’40 στη Σοφοκλέους εταιρείας πέρασε πλέον σε συγγενείς δεύτερου και τρίτου βαθμού με άλλα βασικά ενδιαφέροντα που – με ελάχιστες εξαιρέσεις – τη γνώριζαν από μακριά και είχαν ελάχιστη σχέση με τα καπνά και το τσιγάρο. Για τα ελληνικά δεδομένα η επιχείρηση απώλεσε την ταυτότητά της, έχασε την ψυχή της, αμερικανοποιήθηκε. Και τελικά υπέκυψε, με καθυστέρηση μερικών ετών, στον ασφυκτικό αμερικανικό εναγκαλισμό, αν και συνέχιζε την ανοδική της πορεία με επαγγελματικό μάνατζμεντ που ταίριαζε πια στις νέες συνθήκες του μάρκετινγκ και της επέλασης των ξένων σημάτων, αποκτώντας από την Coca-Cola Τρία Εψιλον τον κ. Χρ. Κομνηνό.


H πώληση ήταν θέμα χρόνου, παρ’ ότι οι πωλήσεις έβαιναν συνεχώς αυξανόμενες και συνολικά τη δεκαετία 1993-2002 έφθασαν τα 2,66 δισ. ευρώ, αποφέροντας κέρδη προ φόρων ύψους 342,85 εκατ. ευρώ και μερίσματα ύψους 198,80 εκατ. ευρώ. Αρκούσε – λέγεται – μια «απειλή» διακοπής της παραγωγής του Marlboro για να συνθηκολογήσουν και όσοι από τους βασικούς μετόχους είχαν αντιρρήσεις.


Μετά την αποχώρηση το 2000 του ανιψιού του T. Παπαστράτου κ. T. Αβέρωφ, της γνωστής μετσοβίτικης οικογένειας, αδελφού του ευρωβουλευτή κ. Ιω. Αβέρωφ, στη διοίκηση της εταιρείας είχε απομείνει από την ευρύτερη οικογένεια μόνο ο εγγονός του τελευταίου των Παπαστράτων κ. Φιλίπ Πολί. Το 1995 ο κ. T. Αβέρωφ είχε αναστατώσει αγορές-φιλέτα της Philip Morris, διεθνώς, εξάγοντας από το εργοστάσιο του Πειραιά σε διάφορες χώρες 14,3 δισ. τσιγάρα αξίας 110 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ. Οι 33 κληρονόμοι του χρυσού πακέτου του 75% των μετοχών συμφώνησαν τελικά προ ημερών σε ένα τίμημα 18,15 ευρώ ανά μετοχή που αντιστοιχεί σε περίπου 363,5 εκατ. ευρώ ή, αν προτιμάτε, περί τα 124 δισ. – παλαιές – δραχμές.


Συνολικά για το 100% των μετοχών, λαμβανομένης υπόψη της δημόσιας προσφοράς που θα ακολουθήσει για το υπόλοιπο 25%, η αμερικανική εταιρεία προσφέρει 487,1 εκατ. ευρώ, κάτι λιγότερο από 166 δισ. – παλαιές – δραχμές.


Αυτός που έθεσε τα θεμέλια της δημιουργίας της μεγάλης ελληνικής εταιρείας, που πολλοί παρομοιάζουν με βιομηχανία-τράπεζα λόγω των τεραστίων διαθεσίμων που υπάρχουν πάντα στα ταμεία της, ήταν ο Ευάγγελος Παπαστράτος. Ηταν ο νεότερος από τους τέσσερις γιους ενός παντοπώλη στο διάσημο για τα καπνά του Αγρίνιο, ο οποίος είχε αρχίσει την επαγγελματική του σταδιοδρομία σε ηλικία 12 ετών ως υπάλληλος ενός γραφείου εμπορίας αγροτικών προϊόντων με την επωνυμία Ρόζης & Βαρνάβας. Το 1906, σε ηλικία 22 ετών, με δανεικό κεφάλαιο 3.000 δρχ. της εποχής, ίδρυσε μια πρώτη εταιρεία εμπορίας καπνών και άλλων γεωργικών προϊόντων με την επωνυμία Αυγερινός & Παπαστράτος, από κοινού με τον Σωτήρη Αυγερινό.


Ο πατέρας του Αναστάσης, γιος ενός παπα-Στράτου που με την παπαδιά του είχε μετακομίσει πολλά χρόνια νωρίτερα στο Αγρίνιο από το απροφύλακτο από τους ληστές χωριό του, τα Προσήλια του Δήμου Θέρμου, δεν ζούσε πια, ενώ τα μεγαλύτερα αδέλφια του Σωτήρης, Ιωάννης και Επαμεινώνδας και η αδελφή του Αλεξάνδρα είχαν τραβήξει τον δικό τους, διαφορετικό δρόμο, όταν αυτός διείδε ένα λαμπρό μέλλον στα καπνά.


Στα επτά μόλις χρόνια που κράτησε η λειτουργία της εταιρείας, καθώς ο Σ. Αυγερινός το 1913 πέθανε και η επιχείρηση διαλύθηκε, τα κέρδη έφθασαν τις 150.000 δρχ. Ο Βαλκανικός Πόλεμος δεν στάθηκε σοβαρό εμπόδιο για τον τολμηρό καπνέμπορο, ο οποίος δεν δίστασε να «ξανοιχτεί» στο Κάιρο, στο Ρότερνταμ, στη Δρέσδη και στο Αννόβερο, για να δημιουργήσει στέρεες βάσεις συνεργασίας με μεγάλους καπνεμπορικούς οίκους και καπνοβιομηχανίες του εξωτερικού, διαφημίζοντας την ποιότητα των καπνών Αγρινίου.


Ακριβώς ενενήντα χρόνια προτού επέλθει η πρόσφατη συμφωνία με τη Philip Morris, τον Μάιο του 1913, ιδρύθηκε στα περίχωρα του Αγρινίου η εταιρεία-πρόδρομος της μεγάλης καπνοβιομηχανίας, η καπνεμπορική Αδελφοί Παπαστράτου. Συνιδρυτής της μαζί με τον Ευάγγελο ο αδελφός του Σωτήρης Παπαστράτος, που πείστηκε να παρατήσει τη στρατιωτική καριέρα για τα καπνά. Τα πολλά κέρδη δεν άργησαν, αφού πουλήθηκε σε πολύ υψηλές τιμές μια μεγάλη παρτίδα που ο Ευ. Παπαστράτος είχε αγοράσει από τους παλαιούς προϊσταμένους και τότε πια ανταγωνιστές του της εταιρείας Ρόζης & Βαρνάβας. Ετσι στην εταιρεία προστέθηκε μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό Επαμεινώνδα και ο άλλος αδελφός Ιωάννης, δικηγόρος που έμελλε να χρηματίσει και γερουσιαστής. Το ένα δέκατο των ελληνικών εξαγωγών «περνούσε» από την εταιρεία τους.


Ο A’ Παγκόσμιος Πόλεμος έφερε την επιστράτευση, αλλά ο μεγαλύτερος από τους τέσσερις αδελφούς κράτησε την επιχείρηση όρθια. Κανένας τους δεν είχε αποκτήσει δικό του σπίτι όταν, μετά τον πόλεμο, η εταιρεία έκτισε μεγάλες καπναποθήκες στα 12 μεγαλύτερα καπνοπαραγωγικά κέντρα της χώρας και άρχισε να επεκτείνεται με γραφεία στο εξωτερικό. Με την ίδρυση γραφείου με τη φίρμα Papastratos Freres στο Αμστερνταμ, γύρω στο 1920, έκανε ένα ακόμη σημαντικό βήμα προσέγγισης των μεγάλων καπνοβιομηχανιών.


«Οταν οι περιστάσεις έκαναν να περιορισθούν σημαντικά οι δυνατότητες του εξαγωγικού καπνεμπορίου, κρίναμε πως είχε φθάσει η ώρα να ασχοληθούμε και με τη βιομηχανία σιγαρέτων στην Ελλάδα» έλεγε αργότερα ο Ευάγγελος Παπαστράτος. Το 1930 ήταν έτος-σταθμός. Τον Ιούλιο αυτού του έτους ίδρυσαν την καπνοβιομηχανία Παπαστράτος Ανώνυμη Βιομηχανική Εταιρεία Σιγαρέττων. Στον Πειραιά, δίπλα σε χώρους εναποθήκευσης και επεξεργασίας καπνών που προορίζονταν για εξαγωγή, στις 21 Μαΐου 1931 ο Ελευθέριος Βενιζέλος πάτησε ένα κουμπί και έθεσε σε κίνηση τα μηχανήματα του εργοστασίου.


Εξήντα έξι χρόνια προτού η Παπαστράτος – το 1999 – θέσει σε λειτουργία βιομηχανική μονάδα τσιγάρων στο Βουκουρέστι, η εταιρεία έγινε η πρώτη ελληνική βιομηχανία που έφτιαξε εργοστάσιο στη Δυτική Ευρώπη το 1933. Ιδρυσε στο Βερολίνο την επιχείρηση Hellas Zigaretten Fabrik, που παρήγε τσιγάρα με ελληνικά σήματα. Εξαιτίας όμως του ναζισμού και του εθνικισμού που αυτός καλλιέργησε, όπως έλεγε αργότερα ο Ευ. Παπαστράτος, το εργοστάσιο έκλεισε το 1936 με ζημιές που εκμηδένισαν τα κέρδη μιας δεκαετίας από το καπνεμπόριο.


* Οικογενειακή επιχείρηση


Το 1948 ο Ευ. Παπαστράτος, ο οποίος την περίοδο της Κατοχής συνεργαζόταν με τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό και διετέλεσε αντιπρόεδρός του, πάντρεψε με τον βιομήχανο Θανάση Γκέρτσο τη μονάκριβη κόρη του Χάρη που είχε αποκτήσει από τον γάμο του με την Αικατερίνη Δαμβέργη της γνωστής οικογένειας βιομηχάνων. Πέθανε το 1973 σε ηλικία 89 ετών, ενώ ο μεγαλύτερος αδελφός Επαμεινώνδας είχε φύγει από τη ζωή το 1953 σε ηλικία 73 ετών και ο έτερος αδελφός Ιωάννης το 1958, σε ηλικία 79 ετών. H μεγάλη οικογένεια των Παπαστράτων ευτύχησε να αποκτήσει πολλά παιδιά αλλά λίγους γιους και για πολλά χρόνια, κατά το παρελθόν, επιτελική θέση είχε αναλάβει ο Θάνος Καψάλης, γιος της αδελφής των Παπαστράτων, Αλεξάνδρας.


«Καθώς ήμασταν μια καθαυτό οικογενειακή επιχείρηση που οφείλει την προκοπή της στη στενή αλληλεγγύη των τεσσάρων αδελφών μελών της, θελήσαμε να συγκεντρώσουμε γύρω μας και να προωθήσουμε τους διάφορους συγγενείς μας τόσο από την πατρική όσο και από την πλευρά της μητέρας μας, και όταν ακόμη δεν μας ήταν τόσο πολύ οικείοι» εξηγούσε λίγο πριν από τον θάνατό του ο Ευάγγελος Παπαστράτος. Ως το 1998 έσωζε το όνομα και την ελληνικότητα της πολυδιασπασμένης ιδιοκτησίας, λειτουργώντας με σιδηρά πυγμή ως συνδετικός κρίκος, ο Τάσος I. Παπαστράτος, εμπνευστής του δημοφιλούς σήματος Assos. Τώρα το μερίδιο της Philip Morris στην ελληνική αγορά αυξάνεται αυτόματα κατά πέντε και πλέον δισεκατομμύρια τσιγάρα και από κάτι λιγότερο από 26% εκτοξεύεται σε πάνω από 42%.


TI METABIBAZOYN Οι επτά μεγάλες οικογένειες


Ποσοστό 65,35% των μετοχών περνά στους «καουμπόηδες» της Philip Morris στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού από επτά μεγάλες οικογένειες, που αντιπροσωπεύουν τη συνέχεια της ελίτ του Μεσοπολέμου και της μεταπολεμικής Ελλάδας. Οι επτά αυτές οικογένειες θα εισπράξουν συνολικά περί τα 316,4 εκατ. ευρώ. H οικογένεια Γκέρτσου, με ποσοστά που κατέχουν οι κυρίες Χαρίκλεια, Μαρία και Αικατερίνη Γκέρτσου και ο κ. Δημ. Γκέρτσος, σύζυγος εγγονής του Ευάγγελου Παπαστράτου, είναι ο κυριότερος μέτοχος, ακολουθούμενος από την οικογένεια του εγγονού του Τάσου Παπαστράτου κ. Φ. Πολί, μέσω του ιδίου και τριών ακόμη συγγενών του. Επεται η οικογένεια Ηλιάσκου μέσω της κυρίας Αλεξάνδρας Ηλιάσκου, κόρης του T. Παπαστράτου, του κ. N. Ηλιάσκου και των κυριών Ναταλίας, Ελεονόρας και Ραφαέλας Ηλιάσκου. Με παρόμοιο ποσοστό, όπως μπορείτε να δείτε στον σχετικό πίνακα, έπεται η οικογένεια της εγγονής του Σωτ. Παπαστράτου κυρίας Δάφνης Παπαπαναγιώτου, μέσω της ιδίας, της αδελφής της Μαρίνας και των μελών των συγγενικών οικογενειών Ηλιάδη-Κουτσίκου. H οικογένεια Γουλανδρή είναι ο πέμπτος μεγαλύτερος μέτοχος, κυρίως από την πλευρά της κυρίας Αλίκης Γουλανδρή, κόρης του T. Παπαστράτου, ακολουθούμενη από την οικογένεια της κυρίας Ασημίνας Κριεζή, κόρης του Σωτ. Παπαστράτου. Ικανό να αποφέρει σημαντικά έσοδα είναι και το ποσοστό της οικογένειας του κ. Τάσου Αβέρωφ, κυρίως μέσω του ιδίου, του κ. Ιω. Αβέρωφ και της κυρίας Ευφημίας Αβέρωφ.


Γυναίκες, οι οποίες συνδέθηκαν διά βίου με την πολυμελή οικογένεια των Παπαστράτων κληρονομώντας την, πλειοψηφούν συνολικά στη λίστα των κατόχων του 75% που μεταβιβάζεται, δίκην οικογενειακού πακέτου, στην αμερικανική εταιρεία. Ο μοναδικός μέτοχος-πωλητής που φέρει το ιστορικό όνομα είναι η κόρη του τελευταίου της δυναστείας κυρία Αταλάντα Παπαστράτου, κάτοχος του 2,40%.