ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ που προσέφερε ο Ομιλος Λάτση για την απόκτηση της Τράπεζας Κρήτης αποτέλεσε τη μεγαλύτερη έκπληξη για την κυβέρνηση, την Τράπεζα της Ελλάδος, το σύνολο των τραπεζών και το χρηματιστήριο.
Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, όταν η επιτροπή άνοιξε τις προσφορές και είδε το τίμημα των 93 δισ δρχ., ορισμένοι θεώρησαν ότι είναι τυπογραφικό λάθος και πείσθηκαν μόνο όταν είδαν οτι το ποσόν υπήρχε και ολογράφως. Ανάλογη έκπληξη ένιωσε και ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος και ασφαλώς ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, και ο Πρωθυπουργός.
Οι προσφορές των άλλων υποψηφίων αγοραστών και το τίμημα, που ανέμενε η κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδος, δικαιολογούν την έκπληξη.
Τα 93 δισ. δρχ. θεωρήθηκαν και θεωρούνται υπερβολικό ποσόν από όλους, αφού πριν από ένα χρόνο η Τράπεζα Πειραιώς προσέφερε 17 δισ. δρχ. Ο Ομιλος Λάτση δεν υπέβαλε καθόλου προσφορά, ενώ τώρα όλες οι αρμόδιες πηγές εκτιμούσαν ότι η Τράπεζα Κρήτης θα πωληθεί περίπου 30 δισ. δρχ. Με βάση το ποσόν αυτό, υπέβαλαν προσφορές και οι άλλοι δύο υποψήφιοι, δηλαδή η Εργασίας και η Πειραιώς, των οποίων οι προσφορές, μολονότι δεν ήταν οι υψηλότερες, ξεπέρασαν τις αναμενόμενες.
Σε μια προσπάθεια να ερμηνεύσουν το υψηλό τίμημα που προσέφερε ο Ομιλος Λάτση, παράγοντες της αγοράς υποστήριξαν ότι «κάτι άλλο κρύβεται πίσω από την προσφορά», ότι «ο Ομιλος Λάτση θα έχει και άλλα ανταλλάγματα», ότι «έκαναν λάθος και την πάτησαν», ότι «ο Λάτσης θέλησε να δείξει τη δύναμή του», καθώς και άλλες εικασίες.
Τι κρύβεται όμως πίσω από την προσφορά του Ομίλου Λάτση και πώς έφθασε στο ποσόν των 93 δισ. δρχ.;.
Το μόνο που δηλώνει, αυτή τη στιγμή, ο γενικός διευθυντής της Eurobank κ. Ν. Νανόπουλος, είναι οτι «με το ποσόν που προσφέραμε, η απόκτηση της Τράπεζας Κρήτης θα είναι αποδοτική. Δεν προσφέραμε περισσότερα από όσο αξίζει η τράπεζα, αλλά ασφαλώς εάν γνωρίζαμε πόσο χαμηλές θα ήταν οι προσφορές των άλλων θα διαμορφώναμε άλλη προσφορά. Η Τράπεζα Κρήτης εξυπηρετεί τον στρατηγικό στόχο του ομίλου».
Πώς διαμορφώθηκε όμως αυτό το τίμημα; Πηγές του ομίλου Λάτση αναφέρουν ότι τον τελευταίο χρόνο άλλαξαν πολλά στην ελληνική οικονομία.
* Πρώτον, βελτιώθηκε σημαντικά το μακροοικονομικό και μικροοικονομικό περιβάλλον, με αντίστοιχη βελτίωση των επενδυτικών προοπτικών. Επίσης μεταβλήθηκε ο τρόπος αποτίμησης των τραπεζών, αφενός, από το Χρηματιστήριο , αφετέρου, από τους ίδιους τους «παίκτες» της τραπεζικής αγοράς.
* Δεύτερον, οι όροι του διαγωνισμού, όπως διαμορφώθηκαν αυτή τη φορά, διασφαλίζουν περισσότερο τον αγοραστή. Οι επισφάλειες του 1998 καταμετρήθηκαν και αναγνωρίζονται, οι υπερβάλλουσες επισφάλειες, που θα προκύψουν επίσης , αναγνωρίζονται από τον πωλητή και αφαιρούνται από το τίμημα.
* Τρίτον, το ποσόν είναι καταβλητέο, σε τέσσερα χρόνια. Το 40% θα καταβληθεί τον τελευταίο χρόνο, ενώ άμεσα θα καταβληθούν μόνο 28 δισ. δρχ.
* Τέταρτον, η Τράπεζα Κρήτης έχει υψηλό ονομαστικό μετοχικό κεφάλαιο, αλλά και υψηλές επισφάλειες. Οταν οι επισφάλειες αυτές διαγραφούν, δημιουργούν σημαντικές φοροαπαλλαγές. Ολα αυτά μαζί μειώνουν σημαντικά το κόστος απόκτησης της τράπεζας.
Αυτά, όσον αφορά το λογιστικό μέρος του ζητήματος. Οσον αφορά το στρατηγικό μέρος, η απόκτηση της Τράπεζας Κρήτης από τον όμιλο Λάτση εντάσσεται στο στόχο της απόκτησης ενός μεγάλου δυκτύου και της διεύρυνσης του μεριδίου του στην εγχώρια αγορά. Ο όμιλος, ο οποίος εκτός απο την Eurobank και την Κρήτης έχει αποκτήσει και την Τράπεζα Αθηνών, και την Interbank, διαθέτει συνολικά ένα δίκτυο 180 υποκαταστήματων με τρεις ξεχωριστές επωνυμίες.
Σύμφωνα με πηγές του ομίλου, δεν σκοπεύει να τις ενοποιήσει προς το παρόν, αλλά αυτό θα γίνει σε ένα χρονικό ορίζοντα δύο ή τριών ετών, και αφού πρώτα εξυγιανθούν οι νεοαποκτηθείσες τράπεζες, έργο δύσκολο και χρονοβόρο.
Επισήμως, ο όμιλος Λάτση δεν έχει ανακοινώσει την πρόθεσή του να εξαγοράσει την Ιονική. Πηγές του ομίλου όμως αναφέρουν ότι το θέμα της Ιονικής θα εξετασθεί αναλυτικά, και ότι ο στόχος της επέκτασης στον οποίο ενδεχομένως να ενταχθεί και η Ιονική, δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Τέλος, όσον αφορά την εισαγωγή του ομίλου στο Χρηματιστήριο, αυτό δεν έχει ακόμη αποφασισθεί. Εξετάζεται να γίνει αυτό σε απώτερο χρόνο, και θα εξαρτηθεί απο πολλούς παράγοντες οι οποίοι ακόμη δεν έχουν αποσαφηνισθεί.
Ακόμη όμως και αν εξετασθούν οι κινήσεις του ομίλου Λάτση υπό την προοπτική του Χρηματιστηρίου, διαπιστώνουμε ότι ο όμιλος με κεφάλαια, ύψους περίπου 250 δισ. δρχ. μαζί με τις μελλοντικές αυξήσεις κεφαλαίου της Τράπεζας Αθηνών και της Τράπεζας Κρήτης, έχει ανέλθει μεταξύ ενός γκρουπ μεγαλύτερων τραπεζών, η χρηματιστηριακή αξία των οποίων κυμαίνεται από 500 δισ. δρχ. (Ιονική) έως 700 δισ. δρχ. (Εργασίας). Αφού εξυγιανθούν και ενοποιηθούν οι τράπεζες του ομίλου και εφόσον αποφασισθεί η εισαγωγή του στο Χρηματιστήριο, η αποτίμησή του, σύμφωνα με τα στελέχη του, θα είναι σαφώς μεγαλύτερη του κόστους δημιουργίας του.