ΣΤΗΝ Κεντρική Ευρώπη ενδιαφέρον παρουσιάζει η δραστηριότητα της εταιρείας Ελληνική Υφαντουργία ΑΕ, η οποία συμμετέχει κατά 50% σε παραγωγική μονάδα στην Πολωνία που ιδρύθηκε μέσα στο 1995 και έχει στόχο να προμηθεύει με ύφασμα τζιν την τοπική αγορά σε πρώτο στάδιο και να ξεκινήσει σταδιακά και εξαγωγική δραστηριότητα. Η ίδρυση και η εγκατάσταση στην Πολωνία μονάδας υφαντηρίου και φινιριστηρίου για την παραγωγή indigo denim έχει στόχο την εξασφάλιση υφάσματος denim υψηλής ποιότητας και χαμηλού κόστους στις μεταποιητικές μονάδες του κλάδου έτοιμου ενδύματος της Πολωνίας, η οποία αποτελεί ήδη σημαντικότατη σε μέγεθος αγορά για την Ελληνική Υφαντουργία. Σημειωτέον ότι δεν υπάρχει στην Πολωνία αξιόλογη μονάδα παραγωγής denim. Για την κατασκευή indigo denim η νέα μονάδα χρησιμοποιεί υψηλής ποιότητας νήματα που παράγονται και βάφονται από την Ελληνική Υφαντουργία. Η συνεισφορά της στην προστιθέμενη αξία του τελικού προϊόντος εκτιμάται σε 50%. Η μονάδα βρίσκεται στην περιοχή Zielona Gora.
Στην κοντινή Ουγγαρία ο μεγαλύτερος έλληνας επενδυτής είναι ο όμιλος του κ. Π. Ζερίτη της Χαρτοποιίας Θράκης ΑΕ στον τομέα της χαρτοβιομηχανίας, ο οποίος αποτελείται από τέσσερις βιομηχανίες εκ των οποίων η μεγαλύτερη βρίσκεται στην Ουγγαρία και παράγει σχεδόν διπλάσιες ποσότητες προϊόντων από ό,τι η χαρτοποιία στη Θράκη.
Η εταιρεία Piszkei Paper Mill SA βρίσκεται στην περιοχή Labatlan της Ουγγαρίας και είναι η πρώτη εταιρεία στο tissue και στα ελαφρά χαρτιά στην Ουγγαρία. Η βιομηχανία αυτή θεωρείται υψηλού τεχνολογικού επιπέδου καθώς έχει κατασκευαστεί από φινλανδούς βιομηχάνους. Ο ελληνικός όμιλος εφήρμοσε εκεί δική του τεχνολογία, αναβαθμίζοντας ακόμα περισσότερο την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα της παραγωγικής διαδικασίας. Η εταιρεία απασχολεί 914 εργαζομένους. Το 1996 η παραγωγή της ανήλθε σε 56.000 τόνους και αντιστοιχούσε στο 48,7% της συνολικής παραγωγής των τεσσάρων χαρτοβιομηχανιών του ομίλου. Οι καθαρές πωλήσεις, υπολογιζόμενες σε δολάρια, ήταν ύψους 54,92 εκατ. δολ. ΗΠΑ. Επίσης, στον ελληνικό όμιλο ανήκει και η εταιρεία St. Andre Paper Mill SA, που βρίσκεται στη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας και είναι βιομηχανία χάρτου. Είναι η πρώτη εταιρεία στην Ουγγαρία, στην παραγωγή φακέλων και ειδικών χαρτιών, και απασχολεί 260 εργαζομένους. Στον ίδιο όμιλο ανήκει εξάλλου και η χαρτοβιομηχανία Pyramids Paper Mill SA, που βρίσκεται στο Κάιρο της Αιγύπτου. Η παραγωγή της το 1996 ήταν 21.000 τόνοι, ίση με το 18,3% της συνολικής παραγωγής του ομίλου, που απέδωσαν πωλήσεις αξίας 25,51 εκατ. δολ. ΗΠΑ. Απασχολεί 528 εργαζομένους. Η παραγωγή του ομίλου βιομηχανιών χάρτου Ζερίτη το 1996 ανήλθε σε 115.000 τόνους, από τους οποίους οι 28.000 τόνοι προϊόντων χάρτου παρήχθησαν στην Ελλάδα, οι 66.000 στην Ουγγαρία και οι υπόλοιποι 21.000 τόνοι στην Αίγυπτο.
Πιο ψηλά, στη Ρωσία, σε έναν πολύ μεγάλο βιομηχανικό επενδυτή εξελίσσεται ο ελληνικός όμιλος Μέτων – ΕΤΕΠ. Στις αρχές του 1997 η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης αποφάσισε να χορηγήσει δάνειο 20,1 εκατ. δολ. ΗΠΑ στον όμιλο εταιρειών των οικογενειών Αρφάνη – Χιόνη, προκειμένου το δάνειο αυτό να καλύψει κατά το 1/3 τις επενδύσεις της κοινοπραξίας Αθήνα – Βόλγα. Σε αυτή συμμετέχουν ο ελληνικός όμιλος και οι τοπικές αρχές του Βόλγογκραντ στη Ρωσία. Η κοινοπραξία δραστηριοποιείται στον κλάδο των τροφίμων και οι νέες επενδύσεις της, ύψους 57,5 εκατ. δολ., στοχεύουν στην καθετοποίηση της παραγωγής τροφίμων με τη δημιουργία εκτροφείου, σφαγείων, αλλαντοποιείων, εργοστασίου ζωοτροφών, καθώς επίσης μονάδας επεξεργασίας ηλιάνθου και εμφιάλωσης ηλιελαίου.
Για να ξαναγυρίσουμε όμως στα Βαλκάνια, αξίζει να σημειώσουμε ότι η μεγαλύτερη ζυθοποιία της Βουλγαρίας ανήκει ήδη σε ελληνική εταιρεία, η οποία σύντομα, εκτός απροόπτου, θα αποκτήσει και μία ζυθοποιία στα Σκόπια. Η εταιρεία Brewinvest είναι εταιρεία την οποία ίδρυσαν η Αθηναϊκή Ζυθοποιία ΑΕ και η Ελληνική Εταιρεία Εμφιαλώσεως ΑΕ στην Ελλάδα με συμμετοχή 50% η καθεμία και σκοπό την ανάπτυξη δραστηριότητας στον χώρο της ζυθοποιίας στη Βουλγαρία. Εχει μετοχικό κεφάλαιο ύψους 6 δισ. δραχμών.
Η εταιρεία ελέγχει από το 1994 πάνω από το 80% της ζυθοποιίας Zagorka AD, της μεγαλύτερης ζυθοποιίας. Η απόκτηση του ελέγχου της κόστισε στην Brewinvest γύρω στα 21 εκατ. δολάρια. Η εταιρεία Brewinvest έχει προγραμματίσει μεγάλες επενδύσεις στη βουλγαρική ζυθοποιία. Εξετάζει επίσης το ενδεχόμενο επέκτασής της σε άλλες χώρες των Βαλκανίων. Εχει αναφερθεί ότι η Ζagorκa το 1995 πραγματοποίησε πωλήσεις της τάξης των 50 εκατ. δολ. ΗΠΑ και είχε κέρδη γύρω στα 2 δισ. δραχμές. Το 1996, λόγω της κρίσης στη βουλγαρική κοινωνία, η εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών της εταιρείας δεν ήταν ικανοποιητική, αν και το μερίδιο αγοράς σημείωσε νέα αύξηση και υπερβαίνει σημαντικά το 20%. Η Αθηναϊκή Ζυθοποιία έχει αναλάβει το δικαίωμα και την ευθύνη, για λογαριασμό του διεθνούς ομίλου στον οποίο ανήκει, να επεκταθεί ευρύτερα στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Ευρώπη. Στην εταιρεία απασχολούνται 550 άτομα.
Και μια και ο λόγος για τα Σκόπια, ας σημειώσουμε εδώ ότι μία από τις μεγαλύτερες ελληνικές πολυεθνικές, η εταιρεία επεξεργασίας καπνών Καπνική Μιχαηλίδης ΑΕ, τα τέλη του 1996 εξαγόρασε σε ποσοστό 60% το εργοστάσιο Strumica Tabac, που βρίσκεται περίπου 45 χλμ. από τα ελληνοσκοπιανά σύνορα στην πΓΔΜ. Το 20% εξαγοράσθηκε από την τοπική κυβέρνηση, ενώ το 40% από τους εργαζομένους στο εργοστάσιο, στα χέρια των οποίων είχε περιέλθει σύμφωνα με το ισχύον μοντέλο ιδιωτικοποιήσεων. Ηδη βρίσκεται εν εξελίξει επένδυση 500 εκατ. δρχ. στη μονάδα. Η συνολική επένδυση της Καπνικής στη Strumica θα ανέλθει σε 6,7 εκατ. γερμανικά μάρκα. Η Strumica ήδη πραγματοποίησε τις πρώτες εξαγωγές, συνολικού ύψους 3 εκατ. δολ., στην ιαπωνική, στην ουκρανική και στη ρωσική αγορά. Επόμενοι στόχοι της εταιρείας είναι οι αγορές της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Η ελληνική εταιρεία καπνών έχει μονάδα και στη Σμύρνη, μονάδα που περιλαμβάνει βιομηχανοστάσιο και αποθηκευτικούς χώρους συνολικά 12.500 τ.μ., με επένδυση που έφθασε τα 8.100.000 δολάρια. Στη Σμύρνη απασχολούνται 35 άνδρες και 350 γυναίκες προσωπικό. Η ελληνική εταιρεία έχει εργοστάσια και στην Αλβανία: στην Κορυτσά καλύπτει έκταση 17.400 τ.μ. και εργάζονται 120 άνδρες και 450 γυναίκες. Το αντίστοιχο στο Μπεράτι έχει επιφάνεια 9.250 τ.μ. και απασχολεί 100 άνδρες και 400 γυναίκες. Παράλληλα, προωθούνται και οι διαδικασίες για την έναρξη λειτουργίας της νέας εταιρείας Atlas Tobacco στην Αλγερία, το μετοχικό κεφάλαιο της οποίας ανέρχεται σε 7.300.000 δολάρια. Μέτοχοι στην εταιρεία είναι η Μιχαηλίδης Α. Καπνική ΑΕ με ποσοστό 55%, το κρατικό μονοπώλιο καπνού της Αλγερίας με 35% και ένα 10% έχει το Ευρωπαϊκό Περιφερειακό Ταμείο.
Στη Ρουμανία, όπου τελευταία γίνονται όλο και περισσότερες ελληνικές επενδύσεις, είναι από ετών παρούσα, βιομηχανικά, η Ιντρακόμ ΑΕ. Ο ελληνικός όμιλος έχει το 65% και τον έλεγχο στη βιομηχανική εταιρεία Intrarom SA, το εργοστάσιο της οποίας βρίσκεται λίγο έξω από το Βουκουρέστι σε έκταση 10 στρεμμάτων, με χώρους παραγωγής 4.000 τ.μ. και γραφείων 2.000 τ.μ. Το εργοστάσιο αυτό παράγει ηλεκτρονικό και τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό όπως συστήματα παλμοκωδικής διαμόρφωσης (PCM), καρτοτηλέφωνα, ηλεκτρονικούς ενεργειακούς μετρητές, αγροτικά ραδιοδίκτυα , τερματικές μηχανές Lotto και λογισμικό. Απασχολεί 140 άτομα και τον Δεκέμβριο του 1996 ολοκλήρωσε επένδυση με κεφάλαιο 7,5 εκατ. δολαρίων.
Η Intrarom, το 35% της οποίας ανήκει στη ρουμανική εταιρεία πληροφορικής Automatica, είναι μία μόνο από τις διεθνείς επενδύσεις του ομίλου Ιντρακόμ. Το 1996 πραγματοποίησε κύκλο εργασιών 9,5 εκατ. δολ. έναντι 6 εκατ. δολ. το 1995, ενώ το 1997 ο κύκλος εργασιών προβλέπεται να ανέλθει σε 15 εκατ. δολάρια. Πελάτες της εταιρείας είναι οι αντίστοιχοι οργανισμοί ΟΤΕ, ΔΕΗ, ΟΣΕ και ΟΠΑΠ της Ρουμανίας.
Στη χώρα αυτή εδώ και λίγες εβδομάδες έχουν «παραγωγικές βάσεις» και δύο ελληνικές βιομηχανίες πλαστικών. Η Πλαστικά Κρήτης ΑΕ έθεσε σε λειτουργία, από τον περασμένο μήνα, μέσω joint venture, βιομηχανική μονάδα στη Ρουμανία. Η παραγωγή master batches, που χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη στη βιομηχανία πλαστικών, είναι το αντικείμενο. Εχει συσταθεί η εταιρεία με την επωνυμία Romcolor 2000 SA. Επίσης η εταιρεία πλαστικών Αργώ ΑΕΒΕ έχει προχωρήσει και στη δημιουργία παραγωγικής μονάδας στη Ρουμανία. Από 1.1.96 λειτουργεί η Argo Rom, θυγατρική βιομηχανική εταιρεία στη Ρουμανία. Η παραγωγή του εργοστασίου που αυτή έχει στο Βουκουρέστι έχει αρχίσει.
Επίσης, στο Βουκουρέστι δεν θα αργήσει να λειτουργήσει εργοστάσιο και μιας ελληνικής εταιρείας τροφίμων και συγκεκριμένα αλλαντικών· εταιρείας η οποία ήδη διαθέτει ανάλογη μονάδα στην Ουκρανία. Στο πλαίσιο της δραστηριότητάς της στο εξωτερικό η ΒΕΚΚΑ ΑΕ, σε συνεργασία με την ουκρανική Tirs, προχώρησε στη δημιουργία της πρώτης ελληνοουκρανικής εργοστασιακής μονάδας παραγωγής αλλαντικών. Στο μετοχικό κεφάλαιο της μονάδας αυτής που ονομάζεται ΒΕΚΚΑ – Tirs η πρώτη συμμετέχει κατά 60% και η δεύτερη κατά το υπόλοιπο 40%. Η παραγωγική διαδικασία της μονάδας αναπτύσσεται σε εργοστάσιο της ουκρανικής εταιρείας, για τον εκσυγχρονισμό του οποίου διατέθηκαν 200.000 δολάρια. Η μονάδα λειτουργεί με τεχνογνωσία της ΒΕΚΚΑ και παράγει προϊόντα με την επωνυμία της εταιρείας, για την οποία και αποτελεί το πρώτο βήμα διεθνοποίησης του εμπορικού της σήματος και διεύρυνσης των εξαγωγών της προς την Ουκρανία και τη Ρωσία. Η μονάδα διαθέτει χοιροτροφείο και σφαγείο. Ετσι, η ΒΕΚΚΑ ΑΕ έγινε η πρώτη ελληνική αλλαντοβιομηχανία με εργοστάσιο σε άλλη χώρα. Παράλληλα, η εταιρεία εξάγει προϊόντα της στη Ρουμανία, όπου εγκατέστησε αντιπροσωπεία της και προωθεί τη λειτουργία βιομηχανικής μονάδας. Χρησιμοποιεί μισθωμένες εγκαταστάσεις στο Βουκουρέστι και προωθεί την κατασκευή δικού της εργοστασίου.
Επίσης η ελληνική εταιρεία εμφιάλωσης υγραερίων Πετρογκάζ ΑΕ είναι ήδη παρούσα στη Ρουμανία. Συμμετέχει με 22,68% στο μετοχικό κεφάλαιο της Butangaz Ρουμανίας, που έχει ιδρυθεί προ μηνών σε συνεργασία και σε σχέση join venture με την κρατική εταιρεία πετρελαιοειδών Competrol.
Στην Αλβανία, πέρα από εταιρείες του κλωστοϋφαντουργικού τομέα, δραστηριοποιείται παραγωγικά, μεταξύ άλλων, η εταιρεία κονσερβοποίησης σαλιγκαριών Σαλιγκάρ ΑΕ. Η αρχή είχε γίνει το 1991, όταν αποφασίστηκε να γίνει η επεξεργασία περίπου 1.000 τόνων σαλιγκαριών στην Αλβανία, σε κρατικές εγκαταστάσεις τις οποίες νοίκιασε η εταιρεία. Στην Κορυτσά γίνεται μέρος των εργασιών από 200 γυναίκες της περιοχής. Μια πρώτη επίσης επεξεργασία σαλιγκαριών γίνεται σε μονάδα που διαθέτει, από το 1988, η Σαλιγκάρ στη Μολδαβία. Εκεί γίνεται η πρώτη επεξεργασία των σαλιγκαριών, προτού αυτά έρθουν στο εργοστάσιο της Σκύδρας στη Βόρεια Ελλάδα.
Επίσης στην Αλβανία ενδιαφέρον παρουσιάζει η δραστηριότητα της εταιρείας Kavex Ν. Γλεούδης Καπνική ΑΕ, η οποία συμμετέχει και σε δύο εταιρείες joint venture ελληνοαλβανικών συμφερόντων, εκ των οποίων η μία έχει τις εγκαταστάσεις της στην αλβανική πόλη Ελμπασάν και η άλλη στο Φιέρι. Η μία λέγεται Kavex – Fier SA και η άλλη Kavex – Elbasan SA. Η ελληνική εταιρεία συμμετέχει με 61% και 51%, αντίστοιχα, με εταίρο το αλβανικό Δημόσιο. Τα δύο εργοστάσια απασχολούν, κατά διαστήματα, περίπου 700 εργαζομένους και πραγματοποιούν πωλήσεις άνω των 5 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ.
Στη Βουλγαρία έχει θυγατρική η εταιρεία χυμών και αναψυκτικών Φλώρινα – Α. Χωναίος ΑΒΕΕ, την εταιρεία Hermes Balkan που έχει σκοπό τη διανομή των προϊόντων της. Παράλληλα, η ελληνική βιομηχανία έχει προχωρήσει στην παραγωγή μεγάλου μέρους των προϊόντων της με τη διαδικασία του φασόν σε κρατικό εργοστάσιο στο Μπόντεβγκραντ της Βουλγαρίας, φροντίζοντας ώστε η διασφάλιση της ποιότητας των προϊόντων να γίνεται υπό την αυστηρή επίβλεψη των τεχνικών της. Στην παραγωγή ποτών και αναψυκτικών η Βουλγαρία έχει ήδη μια καλή παράδοση.
Η πρώτη σημαντική ελληνική επένδυση στον τομέα των μετάλλων στη Βουλγαρία θα γίνει τώρα. Μέσω της ελεγχόμενης εταιρείας Steelmet Bulgaria SA, εταιρείας που αναπτύσσει εμπορικές δραστηριότητες, η ελληνική βιομηχανία προφίλ αλουμινίου ΕΤΕΜ ΑΕ του ομίλου Βιοχάλκο σχεδιάζει να ιδρύσει βιομηχανική μονάδα δυναμικότητας 6.000 τόνων προφίλ σε συνεργασία με την Euromerchant Balkan Fund και τοπικό συνεργάτη της, διατηρώντας η ίδια το 56% των μετοχών και επενδύοντας με τεχνικό εξοπλισμό. Η επένδυση είναι συνολικού ύψους περίπου 1,5 δισ. δρχ.
Μεγάλη δραστηριότητα παρουσιάζεται στη Βουλγαρία και στην Αλβανία κυρίως από ελληνικές επιχειρήσεις κλωστοϋφαντουργίας και ρουχισμού. Από το 1995 λειτουργεί για λογαριασμό της εταιρείας Sports House ΑΕ παραγωγική μονάδα στη Σόφια της Βουλγαρίας στην οποία μετέχουν οι τρεις βασικοί μέτοχοι της Sports House , η οποία δραστηριοποιείται αποκλειστικά στον τομέα της ραφής ενδυμάτων.
Αν θέλουμε να αναζητήσουμε τον μεγαλύτερο έλληνα επενδυτή στον ευρύτερο βαλκανικό χώρο στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας και του ενδύματος, τότε πρέπει να δώσουμε τον λόγο στην εταιρεία παραγωγής αθλητικών ενδυμάτων Fanco ΑΕ, η οποία απασχολεί πάνω από 460 εργαζομένους στην Ελλάδα. Θα εργάζονται γι’ αυτήν άλλοι 220 στη Βουλγαρία, καθώς και 230 στην Αλβανία, αν όλα πάνε καλά, εντός του 1997.
Η Fanco είναι καθετοποιημένη κλωστοϋφαντουργική εταιρεία που λειτουργεί στη Θράκη από το 1987. Η εταιρεία έχει το προφίλ του σύγχρονου ευρωπαίου κατασκευαστή στην περιφέρεια της Ευρωπαϊκής Ενωσης και παράλληλα, λόγω γεωγραφικής θέσης και παράδοσης, έχει δυνατότητες συνεργασίας με τις βαλκανικές χώρες. Από το 1994 η εταιρεία έχει προχωρήσει σε ίδρυση θυγατρικής μονάδας στην Αλβανία, που είναι ένα όπλο της για την αντιμετώπιση του διεθνούς ανταγωνισμού ο οποίος είναι ιδιαίτερα σκληρός στο επίπεδο των τιμών. Επίσης συνεργάζεται με τρεις παραγωγικές μονάδες στη Βουλγαρία, οι οποίες παράγουν γι’ αυτή φασόν. Η μονάδα της επιχείρησης στην Κορυτσά της Αλβανίας, που ελέγχεται από την επιχείρηση Alfan, απασχολεί 130 άτομα. Είναι μεικτή επιχείρηση με συμμετοχή της Fanco κατά 98%. Από την Ισπανία για τη Δυτική Ευρώπη, από τη Βουλγαρία για την Ανατολή και από την Αίγυπτο για την Αφρική
ΜΙΑ ΑΚΟΜΗ ελληνική βιομηχανία τροφίμων συνεχίζει να εκπλήσσει με τον δυναμισμό της στη διεθνή αγορά. Η εταιρεία Chipita International ΑΕ έχει μία μονάδα στην Πορτογαλία. Η συνεργασία που είχε ξεκινήσει πριν από τέσσερα χρόνια με την Pepsico στην Πορτογαλία, για τη διανομή των προϊόντων της ελληνικής εταιρείας στην τοπική αγορά, είχε συνέχεια. Το αποτέλεσμα της στενότερης συνεργασίας που αποφάσισαν να αναπτύξουν οι δύο εταιρείες είναι η μονάδα παραγωγής κρουασάν που ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1996, με συμμετοχή της Chipita International κατά 30%, μιας θυγατρικής της αμερικανικής Pepsico, της Matutano, κατά 60% και τοπικών συνεργατών της ελληνικής βιομηχανίας κατά 10% στο σύνολο της επένδυσης, που κόστισε 1.200 εκατ. δραχμές. Η παραγωγική ικανότητα της νέας μονάδας, που βρίσκεται λίγο έξω από την πρωτεύουσα Λισαβόνα, ανέρχεται σε 3.000 τόνους κρουασάν ετησίως. «Αποφασίσαμε την ίδρυση εργοστασίου παραγωγής κρουασάν για την καλύτερη κάλυψη της αγοράς, με σκοπό να αρχίσει από την Πορτογαλία και μια εξαγωγική προσπάθεια αρχικά προς την Ισπανία και αργότερα προς το Βέλγιο, την Ολλανδία και το Μαρόκο», εξηγεί ο κ. Κ. Αποστολίδης, διευθύνων σύμβουλος. Η κοινοπρακτική εταιρεία που δημιουργήθηκε με μετοχικό κεφάλαιο 338.000.000 escudos, δηλαδή περίπου 550 εκατ. δρχ., ονομάζεται Chipima SA. Το εργοστάσιό της άρχισε τη λειτουργία του τον Ιούνιο του 1996.
Επίσης, μια νέα μονάδα της Chipita στη Βουλγαρία λειτούργησε το 1996, αντιπροσωπεύοντας επένδυση 800 εκατ. δρχ. σε οικόπεδα 11 στρμ. με στεγασμένους χώρους 3.000 τ.μ. περίπου. Η ελληνική εταιρεία έχει το 51% των μετοχών της νέας εταιρείας, ενώ σημαντική συμμετοχή είναι και αυτή της γαλακτοβιομηχανίας Δέλτα, με ποσοστό γύρω στο 20%, όπως και της Global Finance μέσω του Balkan Fund, δηλαδή του κεφαλαίου που χρηματοδοτεί επενδυτικά σχέδια στη Βαλκανική. Στην εταιρεία συμμετέχει επίσης ο βούλγαρος διανομέας των προϊόντων της εταιρείας στην τοπική αγορά. Η μονάδα, που είναι εγκατεστημένη στο Καζίτσανε, 8 χλμ. από το κέντρο της Σόφιας, απασχολεί γύρω στους 100 εργαζόμενους και θα καλύψει τις ανάγκες της βαλκανικής αγοράς και ευρύτερα της αγοράς των χωρών της πρώην Ανατολικής Ευρώπης. Η εταιρεία ονομάζεται Chipita Bulgaria και έχει μετοχικό κεφάλαιο 3.600.000 δολ. ΗΠΑ. «Η εταιρεία θα επιδιώξει εξαγωγές από τη Βουλγαρία στις παρευξείνιες χώρες αλλά και σε άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Από την επένδυση αυτή προβλέπεται σημαντική μείωση του κόστους, τόσο λόγω φθηνότερων εργατικών και βιομηχανικών εξόδων όσο και λόγω της εξάλειψης των εισαγωγικών δασμών και του κόστους μεταφοράς», όπως εξηγείται.
Η ελληνική επιχείρηση συμμετέχει εξάλλου στην κατασκευή μονάδας παραγωγής κρουασάν στην Αίγυπτο σε μια συνολική επένδυση 1 δισ. δρχ. όπου η συμμετοχή της είναι 25%. Ετσι ιδρύθηκε, από κοινού με εταιρεία του εμπορικού και βιομηχανικού ομίλου εταιρειών Berzi Group, μια κοινοπρακτική επιχείρηση, η εταιρεία Edita SAE, με μετοχικό κεφάλαιο 6.000.000 λιρών Αιγύπτου, δηλαδή περίπου 450 εκατ. δρχ., στην οποία η ελληνική βιομηχανία συμμετέχει με ποσοστό 25%. Σκοπός της είναι η παραγωγή ενός ειδικού τύπου κρουασάν για τις χώρες της Μέσης Ανατολής, με μια αυτόματη γραμμή παραγωγής, εγκατεστημένη σε ιδιόκτητο υπό ανέγερση εργοστάσιο. Η παραγωγή προβλέπεται να ξεκινήσει σε λίγες εβδομάδες. «Η τοπική παραγωγή στην Αίγυπτο θα δώσει νέες ευκαιρίες και δυνατότητες για εξαγωγές του προϊόντος σε όλες σχεδόν τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής», εξηγούν οι υπεύθυνοι της εταιρείας.
* ΟΧΙ ΠΟΛΥ μακριά από την Αίγυπτο στράφηκε αυτόν τον μήνα μια άλλη αναπτυσσόμενη ελληνική εταιρεία. Ο όμιλος της εταιρείας ιχθυοκαλλιεργειών Νηρεύς ΑΕ προχώρησε σε σύναψη συμφωνίας υπό μορφή joint venture με μεγάλο όμιλο εταιρειών στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Βασικός συνεργάτης είναι η εταιρεία Saif Group και πιο συγκεκριμένα η εταιρεία του γκρουπ Union Cold Stores & Distribution Company, μέρος της οποίας ανήκει στο Δημόσιο και η οποία θεωρείται ένα από τα ισχυρότερα επιχειρηματικά γκρουπ της χώρας. Το 51% της νέας εταιρείας θα ανήκει στον ξένο όμιλο και το 49% στη Nireus Consultants ΑΕ. Για τον σκοπό αυτό ιδρύθηκε στο Αμπου Ντάμπι θυγατρική με την επωνυμία Nireus Gulf. Η συμφωνία προβλέπει κατ’ αρχήν τη μεταφορά τεχνογνωσίας σε θαλάσσιες υδατοκαλλιέργειες ευρείας κλίμακας με την ίδρυση ιχθυογεννητικού σταθμού και μονάδας καλλιέργειας ψαριών και γαρίδων στην περιοχή των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Η νέα εταιρεία θα δραστηριοποιηθεί, παράλληλα, στον χώρο της αλιείας, της εμπορίας και της μεταποίησης αλιευμάτων με δημιουργία εγκαταστάσεων στο Αμπου Ντάμπι. Επίσης, η εταιρεία διαπραγματεύεται να αναλάβει την κατασκευή ενός κρατικού ιχθυογεννητικού σταθμού με σκοπό την παραγωγή ιχθυδίων για τον εμπλουτισμό της θαλάσσιας περιοχής και την εμπορία γόνου θαλασσινών ψαριών. Η κύρια αιτία που ωθεί τις ελληνικές επιχειρήσεις να ιδρύουν εργοστάσια αλλού είναι τα χαμηλά ημερομίσθια Ελκυστικές οι χώρες χαμηλού κόστους
ΟΛΟΕΝΑ και περισσότερες ελληνικές βιομηχανίες αναζητούν κάτι ανάλογο ή και ευκαιρίες για την παραγωγή προϊόντων χαμηλότερου κόστους σε «χώρες χαμηλού κόστους», όπως είναι οι γειτονικές μας αγορές.
Μερικές φορές η ελληνική παραγωγή δεν θίγεται, άλλες ναι. Αυτό ισχύει βέβαια και για τις θέσεις εργασίας. Αλλες φορές, όμως, ανάλογα και με τα προϊόντα που παράγει κάθε εταιρεία, η επιτόπια βιομηχανική παραγωγή μοιάζει αναγκαία. Ετσι η γαλακτοβιομηχανία Δέλτα ΑΕ θα επενδύσει άλλα 15 εκατ. δολάρια την προσεχή τριετία για βιομηχανικές μονάδες στη Βαλκανική και πιο μακριά από αυτήν.
Ηδη η εταιρεία Delvi-tSA, με έδρα τη Βάρνα της Βουλγαρίας, αντιπροσωπεύει μια από τις επενδύσεις της Δέλτα στο εξωτερικό, στα Βαλκάνια. Η Δέλτα συμμετέχει στην εταιρεία με ποσοστό 26%. Η επιχείρηση δραστηριοποιείται στην παραγωγή παγωτού με το σήμα «Δέλτα» στη Βάρνα της Βουλγαρίας, το οποίο διαθέτει αποκλειστικά στη συγγενική της Delvi-t. Το εργοστάσιο της Βάρνας είναι ένα σύγχρονο εργοστάσιο παραγωγής παγωτού που αντιπροσωπεύει επένδυση της τάξης των 5 εκατ. δολαρίων. Το εργοστάσιο της Βουλγαρίας χρησιμεύει και ως βάση της εταιρείας για την επέκτασή της στα Βαλκάνια και στις Παρευξείνιες χώρες. Τροφοδοτεί με παγωτά τις εταιρείες διανομής που έχει συστήσει η Δέλτα στη Ρουμανία και στην Ουκρανία. Η Del-Rom SA είναι μια εμπορική εταιρεία της οποίας η Δέλτα κατέχει το 80%. Εχει την έδρα της στη Ρουμανία. Αντικείμενο δραστηριότητάς της είναι η εμπορία παγωτού που εισάγει από τη Βουλγαρία. Κατέχει ήδη το 20% της τοπικής αγοράς. Η εταιρεία Delta-Ukraine είναι νεοσύστατη εταιρεία στην οποία η Δέλτα συμμετέχει με 52%. Ασχολείται με τη διανομή παγωτού στην αγορά της Ουκρανίας και τροφοδοτείται από το εργοστάσιο της Βουλγαρίας. Ο κ. Alexandr Krylov είναι υπεύθυνος σε αυτήν.
Η δεκαετία του ’90 χαρακτηρίζεται για την εταιρεία από τα πρώτα και δοκιμαστικά βήματα στον διεθνή χώρο. Η έμφαση έχει δοθεί στα Βαλκάνια και λόγω των πολιτικών συνθηκών που δημιουργήθηκαν εκεί και λόγω των ειδικών δεσμών που πάντα είχε η χώρα μας με τις χώρες της Χερσονήσου του Αίμου. Η Δέλτα, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανοικοδόμησης και Ανάπτυξης (EBRD), ολοκλήρωσε το έργο εκσυγχρονισμού και επέκτασης του εργοστασίου παγωτού στη Βάρνα, το οποίο απασχολεί 200 άτομα, ενώ στην Delvi-t απασχολούνται 220 άτομα.
Τα Βαλκάνια αποτελούν μία μόνο από τις περιοχές παραγωγικού ενδιαφέροντος ενός άλλου ομίλου που αξιοποιεί σε διάφορες περιοχές της γης ευκαιρίες για πώληση τεχνολογίας και επιτόπια παραγωγή πλαστικών σωλήνων με δική του τεχνολογία, του ομίλου Πετζετάκις. Πρόκειται για μια ελληνική πολυεθνική εταιρεία, η οποία μέσω και συνδεδεμένων επιχειρήσεων παράγει μια ποικιλία από σωλήνες στις ακόλουθες τοποθεσίες: Θήβα – Ελλάς, Θεσσαλονίκη – Ελλάς, IIhavo – Πορτογαλία, Τεχεράνη – Ιράν, IIIinois – ΗΠΑ και Linyi – Κίνα.
Οι βιομηχανικές συμμετοχές εξωτερικού της Πετζετάκις, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, είναι οι ακόλουθες: Heliflex Portuguesa LDA, με ποσοστό 51% και με βιομηχανική και εμπορική δραστηριότητα· Heliflex Iran SA, με ποσοστό 40% και με βιομηχανική και εμπορική δραστηριότητα· Avid Iran SA. Το 1994 το συμβούλιο υπουργών της κυβέρνησης του Ιράν ενέκρινε την εισαγωγή κεφαλαίων προκειμένου να ιδρυθεί και να λειτουργήσει νέα, δεύτερη μονάδα παραγωγής εύκαμπτων ενισχυμένων πλαστικών σωλήνων στο Ιράν. Η παραγωγική μονάδα λειτουργεί με τεχνολογία παραγωγής της Πετζετάκις, που συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο με ποσοστό 25%. Η παραγωγική δυναμικότητα των δύο εταιρειών του Ιράν ανέρχεται σε 6.000 τόνους. Το 1995 υπεγράφη προσύμφωνο συνεργασίας με την ινδική DCW, τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία της Ινδίας, για την παραγωγή τελικών προϊόντων στην Ινδία. Επίσης στην Κίνα άρχισε να λειτουργεί κοινοπρακτική εταιρεία παραγωγής σωλήνων το 1996, ενώ μια μονάδα παραγωγής λειτουργεί και στις ΗΠΑ. Εξάλλου, πριν από λίγους μήνες με τη ρουμανική πετροχημική εταιρεία Oltchim SA υπεγράφη συμφωνία για τη δημιουργία μεγάλης παραγωγικής μονάδας στη Ρουμανία, με στόχο τη διείσδυση στον βαλκανικό χώρο και στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ.
Ειδικότερα στις ΗΠΑ η ελληνική εταιρεία, στο πλαίσιο της στρατηγικής της για διεθνή επέκταση, κατέληξε σε συμφωνία με την εταιρεία Contech Construction Products και μέσω joint venture, όπου η κάθε εταιρεία συμμετέχει με 50%, ξεκίνησε η εγκατάσταση και λειτουργία στις ΗΠΑ, στο Ιλινόι, μονάδας παραγωγής σωλήνων με τη διεθνώς κατοχυρωμένη ονομασία «Helidur Spiral». Η επένδυση αυτή ανήλθε στο σύνολό της σε 2,5 εκατ. δολάρια και η συμμετοχή της Πετζετάκις αφορούσε την προσφορά βασικών μηχανημάτων δικής της τεχνολογίας και την τεχνογνωσία παραγωγής.
Ηδη λειτουργεί κοινοπρακτική εταιρεία του ομίλου στην Κίνα με την επωνυμία Linyi Α.G. Petzetakis Plastics Company LTD, η οποία άρχισε τη λειτουργία της την 1.7.1996. Πρόκειται για εταιρεία jont venture με σημαντικό τοπικό κρατικό φορέα.