Η κρίση οδηγεί τις μεγαλύτερες εταιρείες εις… γάμου κοινωνίαν
Οι δύο βασικοί μέτοχοι των λιπασματοβιομηχανιών: ο κ. Θεόδωρος Καρατζάς της Εθνικής (αριστερά) και ο κ. Κωνσταντίνος Γεωργουτσάκος της Εμπορικής (δεξιά). Ο Πρωθυπουργός αποδέχθηκε την εισήγησή τους«Ποιος θα απορροφήσει ποιον;»: αυτά τα λόγια, εδώ και μερικά εικοσιτετράωρα, δεν φεύγουν από το στόμα μερικών εκατοντάδων εργαζομένων στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα και στην Καβάλα, αλλά και των υπευθύνων των δύο μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών. Μια «μάχη επιγόνων» του Αθανασιάδη – Μποδοσάκη και του Στρατή Ανδρεάδη φαίνεται ότι διεξάγεται ήδη στο παρασκήνιο, με πρωταγωνιστή τον κ. Σταμάτη Μαντζαβίνο, τον παλαιότερο αξιωματούχο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) ο οποίος αναδεικνύεται κεντρικό πρόσωπο. Η εταιρεία Χημικές Βιομηχανίες Βορείου Ελλάδος ΑΒΕΕ (ΧΒΒΕ) και η εταιρεία Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων ΑΕ (ΒΦΛ), «κόρες» η πρώτη της Εθνικής Τράπεζας και η δεύτερη της Εμπορικής Τράπεζας, δεν θα αργήσουν να έλθουν εις… «γάμου κοινωνίαν».
Ο πρωθυπουργός κ. Κ. Σημίτης πριν από λίγες ημέρες αποδέχθηκε εισήγηση των κκ. Θεόδωρου Καρατζά και Κωνσταντίνου Γεωργουτσάκου, διοικητών των δύο τραπεζών, για τη συγχώνευση των δύο εταιρειών σε μία. Μερικοί είπαν: «Θα τρίζουν τα κόκαλα του Μποδοσάκη και του Ανδρεάδη…».
Η εταιρεία ΧΒΒΕ της Θεσσαλονίκης και η εταιρεία ΒΦΛ της Καβάλας βρίσκονταν σε διαρκή πόλεμο επί «παντοκρατορίας» Μποδοσάκη. Ισως όμως η επιθυμία του να «απορροφήσει» τη μονάδα της Καβάλας γίνει τώρα πραγματικότητα καθώς οι πληροφορίες φέρουν τον «εξ απορρήτων του» κάποτε κ. Μαντζαβίνο, διευθύνοντα σύμβουλο της ΧΒΒΕ σήμερα, επικρατέστερο να ηγηθεί της νέας εταιρείας που θα δημιουργηθεί και από την οποία θα προμηθεύονται τα λιπάσματα που τους είναι απαραίτητα τουλάχιστον 6 στους 10 αγρότες. Γύρω στο 60% ήταν το μερίδιο των λιπασμάτων αυτών των εταιρειών στους ελληνικούς αγρούς το 1996.
Μια νέα, κολοσσιαία εταιρεία θα προκύψει, σύμφωνα με κατευθυντήριες οδηγίες ενός συμβούλου επιχειρήσεων με διεθνή εμβέλεια, του KPMG Peat Marwick, εντός του 1997, για να εισαχθεί λίγους μήνες μετά στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και να αρχίσει έτσι η ιδιωτικοποίησή της. Ούτε η Εθνική Τράπεζα, η οποία κατέχει το 60% των μετοχών της ΧΒΒΕ, ούτε η Εμπορική Τράπεζα, η οποία κατέχει μαζί με την Ιονική Τράπεζα και άλλες θυγατρικές εταιρείες του ομίλου το 100% της ΒΦΛ, θέλουν να τις κρατήσουν. Αντιθέτως, αν και οι εταιρείες αυτές έχουν να επιδείξουν κάποια κέρδη, θα ήθελαν να απαλλαγούν από αυτές το ταχύτερο δυνατόν.
Σε 66 δισ. δρχ. έφθασαν το 1996 οι συνολικές πωλήσεις αυτών των δύο γιγάντων της ελληνικής χημικής βιομηχανίας, αλλά δεν είναι λίγοι αυτοί που λένε ότι και τα περυσινά κέρδη που είχαν οι δύο εταιρείες μπορεί να μην υπάρχουν μετά από ένα χρόνο αν ο ανταγωνισμός από τα λιπάσματα του εξωτερικού οργανωθεί και διεισδύσει στην Ελλάδα αποτελεσματικότερα. Ισως μάλιστα να μην υπήρχε δεκάρα κέρδος αν οι δύο αυτές ανταγωνίστριες, κατά τα άλλα, βιομηχανίες σε κάποια διαλείμματα της ιστορικής διαμάχης τους δεν καθόριζαν περίπου ενιαία τις τιμές και δεν «μοίραζαν» τρόπο τινά την Ελλάδα στα μέτρα τους, κάνοντας μάλιστα ό,τι μπορούν για να κλείσουν οι άλλες δύο, πολύ προβληματικές βιομηχανίες λιπασμάτων της Ελλάδας, αυτές που βρίσκονται στην Πτολεμαΐδα και στη Δραπετσώνα. Πρόκειται για δύο «άσπονδες φίλες».
Επί «παντοκρατορίας» Μποδοσάκη, τη βιομηχανία λιπασμάτων του Ανδρεάδη στην Καβάλα η βιομηχανία της Θεσσαλονίκης και εκείνη της Δραπετσώνας, που ανήκαν είτε κατά ένα μέρος είτε πλήρως στο Ιδρυμα Μποδοσάκη, δεν την άφηναν σε «χλωρό κλαρί». Αυτή όμως είναι σήμερα με διαφορά η μεγαλύτερη και ισχυρότερη βιομηχανία λιπασμάτων της Ελλάδας.
Το 1966 ο Μποδοσάκης με γάλλους συνεταίρους και την Εθνική Τράπεζα στο πλευρό του, εναντίον της Εμπορικής και του Στρ. Ανδρεάδη, ίδρυσε την εταιρεία ΧΒΒΕ στη Θεσσαλονίκη για να περιορίσει τη μονάδα της Καβάλας… στη Θράκη. Με την πάροδο του χρόνου όμως και χάρη στο λιμάνι και στις εγκαταστάσεις που δημιούργησε στην Καβάλα από το μηδέν, η ΒΦΛ αναδείχθηκε «με το σπαθί της» κορυφαία εταιρεία του τομέα, η μόνη μάλιστα που είναι σε θέση, πολύ περισσότερο όταν αρχίσει να κάνει χρήση του φυσικού αερίου, να παράγει τις πρώτες ύλες με τις οποίες παρασκευάζονται τα λιπάσματα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν δεν υπήρχε πια ο Μποδοσάκης, άρχισε να «παίρνει πάνω της» η βιομηχανία της Καβάλας. Εδώ και μερικά χρόνια κάνει μεγαλύτερες πωλήσεις από ό,τι η βιομηχανία της Θεσσαλονίκης.
Η εταιρεία ΧΒΒΕ, που έχασε έδαφος για μία ακόμη χρονιά το 1996 από τη ΒΦΛ, η οποία διευθύνεται από τον κ. Γ. Αγγελόπουλο, πρόσωπο απολύτου εμπιστοσύνης του Πρωθυπουργού, έχει όμως αυτή τη στιγμή ένα μεγάλο πλεονέκτημα: το 40% του μετοχικού κεφαλαίου της ανήκει σε ιδιώτες και δείχνει περισσότερο έτοιμη από τη μεγάλη ανταγωνίστριά της να εξοικειωθεί με τους κανόνες και τα δεδομένα μιας ιδιωτικοποιημένης επιχείρησης. Το 27% των μετοχών έχει ένας γάλλος κολοσσός, η χημική βιομηχανία Rhone Poulenc, που έχει συμφέροντα και σε άλλες τρεις επιχειρήσεις στην Ελλάδα, ενώ ένα 13% ανήκει σε μια υπερπόντια εταιρεία συμφερόντων της οικογενείας Μεντζελοπούλου που κατοικεί στο Παρίσι. Ανέκαθεν η ΧΒΒΕ είχε μια συμπάθεια στη Γαλλία. Προ τριών ετών είχε έλθει σε συνεταιρισμό με μια ελληνική βιομηχανία γαλλικών κεφαλαίων για να φτιάξουν από κοινού σουπερμάρκετ αγροτικών εφοδίων, συνεργασία που έληξε μάλλον άδοξα στα τέλη του 1996. Κανένας δεν πιστεύει όμως ότι οι Γάλλοι θα ενδιαφερθούν να βρεθούν στο τιμόνι της εταιρείας που θα προκύψει από τη συγχώνευση.
Ολα τα ονόματα πιθανών ενδιαφερομένων που συζητούνται στα γραφεία των στελεχών της ΧΒΒΕ και της ΒΦΛ είναι σουηδικά και φινλανδικά, με δεδομένο ότι τα ισχυρότερα γκρουπ λιπασμάτων στην Ευρώπη σήμερα είναι τα σκανδιναβικά, αν και μια κολοσσιαία γερμανική χημική βιομηχανία, η BASF, είναι αυτή που έχει ιδιαίτερα «ενοχληθεί» τα τελευταία χρόνια από την εξαγωγική δραστηριότητα των ελληνικών βιομηχανιών λιπασμάτων.
Κατά τα άλλα, αν ενδιαφέρεστε και για την τύχη ή την πορεία των βιομηχανιών λιπασμάτων της Δραπετσώνας ΛΙΔΡΑ και της Πτολεμαΐδας ΑΕΒΑΛ, δεν υπάρχουν ευχάριστα νέα. Για τη μονάδα της Πτολεμαΐδας, την οποία η ΕΤΒΑ επιθυμεί να μισθώσει ή να μεταβιβάσει, δεν υπάρχει ακόμη σοβαρό ενδιαφέρον. Οσο για τη μονάδα της Δραπετσώνας, που ανήκει στην Εθνική Τράπεζα, μόνος ενδιαφερόμενος είναι η κρατικοσυνεταιριστική εταιρεία εμπορίας λιπασμάτων ΣΥΝΕΛ ΑΕ, ενώ το πρόβλημα της διαγραφής χρεών φαίνεται άλυτο, δεδομένης και της πρόσφατης «αποτρεπτικής» παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Πόσες λιπασματοβιομηχανίες θα υπάρχουν, άραγε, όταν η ενωμένη εταιρεία λιπασμάτων της Θεσσαλονίκης και της Καβάλας θα απευθυνθεί στο επενδυτικό κοινό; Ποιος θα απορροφήσει ποιον
Ο εκ των αντιπροέδρων του ΣΕΒ κ. Στ. Μαντζαβίνος είναι από τους επικρατέστερους για την ηγεσία της νέας εταιρείας«Ποιος θα απορροφήσει ποιον;» είναι λοιπόν το ερώτημα στο οποίο θα κληθούν να απαντήσουν και όσοι έχουν τις πολλές μετοχές, οι διοικητές δηλαδή των δύο μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών. Ο κ. Στ. Μαντζαβίνος, που γεννήθηκε το 1932 και έκανε πανεπιστημιακές σπουδές στον Καναδά και στις ΗΠΑ από το 1949 ώς το 1954, για να υπηρετήσει έφεδρος αξιωματικός στο Πολεμικό Ναυτικό το 1955 και να προσληφθεί για πρώτη φορά στο γκρουπ Μποδοσάκη στην Πυρκάλ το 1958, μετράει 35 συναπτά έτη θητείας στη βιομηχανία λιπασμάτων. Το 1962 σχεδίασε λέγεται την ίδρυση της ΧΒΒΕ ΑΕ για λογαριασμό του Μποδοσάκη και το 1966 ανέλαβε στην εταιρεία αυτή βοηθός γενικός διευθυντής. Αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος στην εταιρεία είναι από το 1991, ενώ από το 1975 ώς το 1989 ήταν μέλος του ΔΣ και από το 1989 ώς την κατάρρευση της εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων ΑΕ, που είχε στην κατοχή της τη βιομηχανία της Δραπετσώνας, ήταν πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της.
Στα δύσκολα χρόνια πριν από τη δολοφονία από τη «17 Νοέμβρη» του Αλ. Αθανασιάδη, του ανθρώπου που άφησε στη θέση του ο Αθανασιάδης Μποδοσάκης πεθαίνοντας, ήταν μαζί του σε όλες τις μάταιες τότε προσπάθειες να ενισχυθεί με μεγάλες δεξαμενές πρώτων υλών και να εκσυγχρονισθεί η βιομηχανία της Δραπετσώνας.
Από το 1991 είναι πρόεδρος στο Ιδρυμα Μποδοσάκη. Σήμερα είναι ένας από τους πέντε αντιπροέδρους του ΣΕΒ, στη διοίκηση του οποίου συμμετέχει ανελλιπώς όσο κανείς άλλος από το 1970, ενώ την περίοδο 1991-93 ήταν μέλος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Η Γαλλία τον έχει τιμήσει απονέμοντάς του το 1987 τη διάκριση του Ιππότη της Λεγεώνος της Τιμής.
Ο έτερος υποψήφιος για τη διοίκηση της ενωμένης εταιρείας είναι ο κ. Γεώργιος Αγγελόπουλος. Η ΒΦΛ υπό την διοίκηση του κ. Αγγελόπουλου τα τελευταία χρόνια έλαβε αρκετές πρωτοβουλίες συνεταιρισμού με τους ρώσους και τους έλληνες προμηθευτές του φυσικού αερίου, πρωτοβουλίες οι οποίες τελικώς δεν έτυχαν της εγκρίσεως όλων των ενδιαφερόμενων πλευρών· οδήγησε όμως τα τελευταία χρόνια τη βιομηχανία της Καβάλας στην ανάπτυξη. Εχει εκφράσει τη γνώμη ότι η ΒΦΛ «μπορεί και πρέπει να αξιοποιήσει ακόμη περισσότερο τα πλεονεκτήματα του μεγάλου βιομηχανικού δυναμικού της, της γεωγραφικής θέσης και των λιμενικών εγκαταστάσεων που διαθέτει, όπως επίσης και κυρίως τους ισχυρούς δεσμούς που έχει συνάψει η εταιρεία στη διεθνή αγορά». Η παραγωγή τής ΒΦΛ ΑΕ το 1996 έσπασε κάθε ρεκόρ πλησιάζοντας τους 800.000 τόνους πολύ υψηλότερη εκείνης της ΧΒΒΕ. Η φυσιογνωμία των δύο επιχειρήσεων
Σε όλη σχεδόν την Ευρώπη ο αγροτικός τομέας φθίνει και μαζί του φθίνουν και τα εργοστάσια λιπασμάτων. Οι βιομηχανίες λιπασμάτων της Καβάλας και της Θεσσαλονίκης, ονομαστικής παραγωγικής δραστηριότητας περίπου 720.000 τόνων η καθεμία, μετά την απελευθέρωση της τιμής των λιπασμάτων το 1992 από την κυβέρνηση Μητσοτάκη «ανάσαναν» οικονομικά. Αν όμως ιδιωτικοποιείτο η μία μόνο από τις δύο και αποκτούσε μέτοχο με μεγάλα κεφάλαια, τότε είναι βέβαιο ότι η μακροημέρευση της άλλης αυτομάτως θα ήταν αβέβαιη. Τα τελευταία χρόνια όλα δείχνουν ότι οι δύο αυτές μεγάλες εταιρείες για να πλήξουν τις δύο μικρότερες και να τις «βγάλουν» ίσως από «τη μέση», αλλά και πρώτα πρώτα για να «συντηρηθούν» οι ίδιες, «μοίρασαν» γεωγραφικά την Ελλάδα σε περιοχές και νομούς όπου η μία θα άφηνε ελεύθερο το έδαφος στην άλλη. Κάπως έτσι έγινε δυνατόν οι δύο αυτές εταιρείες να έχουν το 1996 κέρδη, κατά πληροφορίες, συνολικού ύψους 3 δισ. δρχ. περίπου, αν και δεν θα πρέπει κανείς να αποκλείει ότι τις τελευταίες ημέρες τα λογιστήρια των δύο εταιρειών καταβάλλουν κάθε προσπάθεια ώστε η «εικόνα» της μιας εταιρείας να είναι καλύτερη από της άλλης.
Γεγονός είναι ότι το 1996 αυξήθηκε η παραγωγή στην Καβάλα και ήταν περιορισμένη, συγκριτικά, στη Θεσσαλονίκη. Από την Καβάλα μάλιστα έγιναν μεγάλες εξαγωγές περίπου 270.000 τόνων στην Ευρώπη, στην Κίνα και στην Απω Ανατολή.
Η ΒΦΛ δείχνει να είναι καταξιωμένη στη διεθνή αγορά και αναγνωρίζεται ως έγκυρος συνομιλητής, ενώ η ΧΒΒΕ έχει άλλα σπουδαιότερα ίσως πλεονεκτήματα. Κατ’ αρχήν πάντα ήταν το «αγαπημένο παιδί» όλων των κυβερνήσεων. Η παραγωγή μέρους προϊόντων της εξάλλου έχει πιστοποιηθεί κατά ISO με βάση διεθνή πρότυπα και το πάγιο ενεργητικό της σε τιμές κτήσεως και βάσει των ισολογισμών εμφανίζεται να είναι σχεδόν διπλάσιο εκείνου της ΒΦΛ. Αυτά, ασχέτως του γεγονότος ότι στη μονάδα αυτή της Θεσσαλονίκης δεν περνάει χρόνος όπου να μην ξεσπάσει μια μεγάλη απεργία και του άλλου γεγονότος ότι ορισμένα από τα προς εξαγωγήν χημικά προϊόντα αυτής της μονάδας έχουν μπει στον «μαυροπίνακα» της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η εταιρεία ΧΒΒΕ, ασθενέστερη της ΒΦΛ σε πωλήσεις και σε όγκο εργασιών, προετοιμάζεται καιρό τώρα ώστε να συνδεθεί με το Χρηματιστήριο, σύμφωνα με οδηγίες των μετόχων της. Ετσι, τον περασμένο Δεκέμβριο για να ωραιοποιήσει την εικόνα της απορρόφησε μια ζημιογόνο θυγατρική με τη διαδικασία της συγχώνευσης ενώ άλλαξε μάλιστα και το «επώνυμό» της από ΧΒΒΕ ΑΕ σε ΧΒΒΕ ΑΒΕΕ, ώστε να εμφανισθεί πλέον ως νέα εταιρεία, πιθανότατα με πολύ ισχυρότερη οικονομική βάση.