Εδώ και 2.500 χρόνια, τουλάχιστον από τον Πλάτωνα ως σήμερα, οι φιλόσοφοι και οι κοινωνικοί επιστήμονες έχουν ασχοληθεί με το περιεχόμενο της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ισότητας. Ανάμεσά τους βρίσκονται ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Μαρξ και ο Ενγκελς, οι ουτοπικοί σοσιαλιστές, ο Τζον Στιούαρτ Μιλ και οι ωφελιμιστές, και στις ημέρες μας ο Τζον Ρόουλς κ.ά. Φυσικά δεν ήταν μόνο οι κοινωνικοί επιστήμονες που έδειξαν ενδιαφέρον για τα κοινωνικά προβλήματα και τη δίκαιη λύση τους. Πολλοί άλλοι έχουν δείξει ανάλογο ενδιαφέρον. Σημαντικότεροι μεταξύ αυτών ήταν ο Ισαάκ Νεύτωνας και ο Αλβέρτος Αϊνστάιν, του οποίου οι σοσιαλιστικές ιδέες ήταν γνωστές και διατυπωμένες από το 1949, όταν έγραψε ένα άρθρο για το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Μηνιαία Επιθεώρηση»1 με τίτλο «Γιατί σοσιαλισμός;». Ο Αϊνστάιν αναφέρεται στις αδυναμίες του καπιταλισμού και στα πλεονεκτήματα του σοσιαλισμού, αλλά και στις δυσκολίες που παρουσιάζει η πραγματοποίησή του.
Μια άλλη ομάδα ανθρώπων που στη διαδρομή της ιστορίας έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την κοινωνική δικαιοσύνη είναι οι θεολόγοι και οι άνθρωποι της Εκκλησίας. Σημαντικότερος μεταξύ των θεολόγων-φιλοσόφων θεωρείται ο Θωμάς ο Ακινάτης2, του οποίου είναι γνωστή η προσπάθεια να ορίσει την έννοια του δίκαιου μισθού και της δίκαιης τιμής των προϊόντων, καθώς επίσης και η καταδίκη της λήψης τόκων από δανεισμό χρημάτων (αυτή είναι η άποψη του Αριστοτέλη την οποία επαναφέρει ο Ακινάτης, ότι δηλαδή το χρήμα είναι στείρο και δεν παράγει τίποτε και άρα η λήψη τόκων είναι αδικαιολόγητη). Δίκαιος μισθός κατά τον Ακινάτη είναι εκείνος που επιτρέπει στον εργάτη να διατηρήσει το επίπεδο διαβίωσης που έχει. Επίσης ο θρησκευτικός αναμορφωτής Μαρτίνος Λούθηρος στο έργο του «Για το εμπόριο και την τοκογλυφία» (1524) αναφέρεται σε θέματα δικαιοσύνης. Παράλληλα με τα έργα των θεολόγων, η επίσημη Εκκλησία ως κοινωνικός θεσμός έδειξε πάντοτε μεγάλο ενδιαφέρον για την κοινωνική δικαιοσύνη, τουλάχιστον με λόγια και διακηρύξεις, αν όχι με έργα.
* Κοινωνική δικαιοσύνη
Μια άλλη κατηγορία ατόμων που έδειξε ευαισθησία και ενδιαφέρον για την κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα ήταν και είναι οι άνθρωποι της πολιτικής. Στις διακηρύξεις και στα προγράμματα όλων σχεδόν των πολιτικών κομμάτων, των κινημάτων ανεξαρτησίας, των επαναστατικών κινημάτων και γενικά κάθε οργανωμένης κίνησης που διεκδικεί πολιτική εξουσία με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, υπάρχει σαφής αναφορά στην κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα. Η αστική Γαλλική Επανάσταση του 1789 έγινε με σύνθημα την ελευθερία, την αδελφοσύνη και την ισότητα. Η μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία το 1917 έγινε με σύνθημα την κατάργηση της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο και τη δημιουργία μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας βασισμένης στην κοινωνική δικαιοσύνη. Στη σύγχρονη πολιτική ζωή σχεδόν κάθε πολιτικό κόμμα έχει κεντρικό στόχο του προγράμματός του την ισότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη και την προστασία των οικονομικώς αδυνάτων ενώ ταυτόχρονα κατηγορεί το εκάστοτε κυβερνών κόμμα για την αποτυχία του σε αυτό ακριβώς το ζήτημα.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η κοινωνική δικαιοσύνη ήταν πάντοτε ένα κεντρικό ζήτημα που έβρισκε υποστήριξη τουλάχιστον σε λόγια και διακηρύξεις από την πολιτική εξουσία, την επίσημη Εκκλησία και την πνευματική ηγεσία. Με τέτοιους υποστηρικτές και για τόσο μεγάλα χρονικά διαστήματα θα νόμιζε κανείς ότι η κοινωνική δικαιοσύνη θα είχε πραγματοποιηθεί και ότι η ισότητα θα ήταν το κανονικό και όχι το ασυνήθιστο. Εν τούτοις η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Οπως θα δούμε αμέσως πιο κάτω, η ισότητα παραμένει μια απραγματοποίητη ευγενική προσδοκία που απέχει πολύ από τη σημερινή οικονομική κατάσταση σε παγκόσμια κλίμακα.
* Οικονομικές κατακτήσεις
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολύ σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές κατακτήσεις. Πράγματι σήμερα στις περισσότερες χώρες του κόσμου, τουλάχιστον σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους, οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να διεκδικήσουν πολιτικά αξιώματα, να ψηφίσουν όποιο κόμμα θέλουν, να επιλέξουν όποιο επάγγελμα θέλουν, να ζήσουν σε όποια περιοχή της χώρας τους θέλουν, να πιστεύουν και να λατρεύουν όποιον ή όποιους θεούς θέλουν, να είναι άθεοι ή ειδωλολάτρες κτλ. Πολλά από αυτά μάς φαίνονται τώρα αυτονόητα. Και όμως ως πριν από λίγα χρόνια πολλές από αυτές τις κατακτήσεις ήταν ανικανοποίητα κοινωνικά αιτήματα. Ως το 1974, δηλαδή μόλις 26 χρόνια πριν, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας ήταν παράνομο. Σε ορισμένες χώρες τα κομμουνιστικά κόμματα είναι ακόμη παράνομα. Στη Νοτιοαφρικανική Ενωση περίπου ως το 1990 οι μαύροι Αφρικανοί δεν είχαν το δικαίωμα του εκλέγεσθαι και ο ηγέτης των μαύρων (σήμερα πρωθυπουργός) ήταν φυλακισμένος για πολλά χρόνια. Στη Ροδεσία οι μαύροι ήταν υποτελείς στους Αγγλους περίπου ως το 1970.
Στην Ελβετία, μία από τις πιο ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου, οι γυναίκες απέκτησαν το δικαίωμα του εκλέγειν σε ομοσπονδιακό επίπεδο μόλις το 1971. Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής το σύστημα της δουλείας καταργήθηκε μόλις το 1865, ύστερα από τετραετή εμφύλιο πόλεμο μεταξύ του βιομηχανικού Βορρά και του δουλοκτητικού Νότου. Ως πριν από λίγα χρόνια οι πολιτικές ελευθερίας στη Σοβιετική Ενωση και στις άλλες σοσιαλιστικές Δημοκρατίες της Ανατολικής Ευρώπης ήταν ανύπαρκτες ή εξαιρετικά περιορισμένες. Τέλος, είναι γνωστά σε όλους τα φρικιαστικά εγκλήματα των γερμανών ναζιστών και των ιταλών φασιστών που έγιναν μόλις πριν από 50 χρόνια. Τα παραδείγματα αυτά αναφέρονται για να φανεί ότι τα πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι αυτονόητα και ότι η κατάκτησή τους απαιτεί χρόνο και προσπάθεια. Ο κόσμος όχι μόνο κινείται αργά, αλλά η κίνησή του δεν είναι πάντοτε προς το καλύτερο. Η κατάκτηση της κοινωνικής και οικονομικής ισότητας δεν είναι αυτονόητη.
Ποιοι γεύονται τον παγκόσμιο πλούτο
Ως φτώχεια ορίζεται η έλλειψη των απαραίτητων μέσων συντήρησης. Ο άνθρωπος που δεν έχει τα απαραίτητα μέσα συντήρησης είναι φτωχός. Το περιεχόμενο του ορισμού δεν είναι σαφές. Τι ακριβώς σημαίνει «απαραίτητο» και τι «συντήρηση»; Ο όρος συντήρηση μπορεί να περιλαμβάνει τη διατροφή με έναν ελάχιστο αριθμό θερμίδων, ένδυση, κατοικία, εκπαίδευση, ψυχαγωγία, ακόμη και ορισμένες «πολυτέλειες» που στην ουσία έχουν γίνει ανάγκες, όπως π.χ. το τσιγάρο, το κρασί, ο κινηματογράφος κτλ. Είναι φανερό ότι ο όρος «συντήρηση» περιλαμβάνει ένα φυσικό ελάχιστο και ταυτόχρονα ένα ιστορικό και κοινωνικό στοιχείο που προέρχεται από τις συνήθειες του πληθυσμού όπως διαμορφώνονται διαχρονικά, αλλά δεν μπορεί να προσδιορισθεί με ακρίβεια το περιεχόμενό του. Ο όρος «απαραίτητο» έχει επίσης κάποια απροσδιοριστία, π.χ. πόσες θερμίδες είναι απαραίτητες για να θεωρείται σωστή η διατροφή ενός ατόμου; από ποιες τροφές πρέπει να λαμβάνονται αυτές οι θερμίδες; τι είδους ψυχαγωγία είναι απαραίτητη; κτλ.
Επιπλέον, η φτώχεια δεν πρέπει να γίνει κατανοητή μόνο ως έλλειψη ενός απόλυτου μεγέθους μέσων συντήρησης ή εισοδήματος. Υπάρχει ταυτόχρονα και ως σχετικό μέγεθος. Το επίπεδο εισοδήματος κάτω του οποίου θεωρείται ότι το άτομο ή η οικογένεια είναι φτωχή στην Ουγκάντα είναι οπωσδήποτε μικρότερο από το εισόδημα της φτωχής οικογένειας στο Βέλγιο.
* Η φτώχεια στην Ελλάδα
Η φτώχεια στην Ελλάδα του 1950 αντιστοιχεί σε διαφορετικό απόλυτο επίπεδο απ’ ό,τι το 1999. Είναι φανερό ότι η φτώχεια ως μέγεθος έχει δύο πλευρές, δηλαδή την απόλυτη και τη σχετική.
Οι δυσκολίες αυτές έχουν οδηγήσει τους ερευνητές στην υιοθέτηση ορισμών που άλλοτε βασίζονται στο απόλυτο επίπεδο του εισοδήματος, π.χ. σε εισόδημα που εξασφαλίζει ένα ελάχιστο ύψος διαβίωσης, και άλλοτε στο σχετικό ύψος εισοδήματος.
Ο ορισμός που χρησιμοποιείται στις στατιστικές της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι της δεύτερης κατηγορίας και θεωρεί ότι φτωχός είναι όποιος έχει εισόδημα κάτω του μισού του μέσου όρου.
Αυτός ο ορισμός της φτώχειας έχει μια φαινομενική αδυναμία. Αν εξαιρέσουμε την περίπτωση που όλοι έχουν το ίδιο εισόδημα, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις θα υπάρχουν πάντοτε φτωχοί, ανεξάρτητα από το πόσο υψηλό είναι το απόλυτο ύψος του εισοδήματός τους. Οι λιγότερο πλούσιοι είναι, σύμφωνα με τον ορισμό αυτό, φτωχοί. Ο ορισμός αυτός τονίζει ότι η φτώχεια είναι σχετική.
Θα μπορούσε κανείς να αναζητήσει και να χρησιμοποιήσει έναν ορισμό φτώχειας που να βασίζεται σε συγκεκριμένα πραγματικά μεγέθη, όπως π.χ. ο ελάχιστος αριθμός θερμίδων που είναι αναγκαίο να περιλαμβάνονται στην καθημερινή διατροφή του ατόμου, τα ελάχιστα κυβικά μέτρα που πρέπει να έχει η κατοικία του, τα ελάχιστα ενδύματα που χρειάζονται ώστε να προστατεύεται από τις καιρικές συνθήκες, κτλ. Το άτομο που έχει λιγότερα από τα ελάχιστα θεωρείται φτωχό.
* Το ελάχιστο όριο
Τέτοιοι ορισμοί έχουν χρησιμοποιηθεί, αλλά με λίγη σκέψη ο αναγνώστης μπορεί να αντιληφθεί ότι ο προσδιορισμός του ελαχίστου ορίου δεν είναι αντικειμενικός. Για παράδειγμα: Ποιος είναι ο ελάχιστος αριθμός των θερμίδων που είναι απαραίτητες; Αυτός που είναι αναγκαίος για απλή επιβίωση; Τι σημαίνει επιβίωση και πλήρης φυσική ανάπτυξη; Εστω ότι αυτός ο αριθμός μπορεί να προσδιορισθεί και ότι είναι 3.200 θερμίδες ημερησίως. Υπάρχουν πολλοί συνδυασμοί τροφών από τις οποίες μπορούν να ληφθούν αυτές οι θερμίδες, π.χ. από απλές τροφές, όπως ψωμί, ελιές, τυρί και κρασί, ως τα πλέον περίπλοκα και πανάκριβα εδέσματα. Ποιος συνδυασμός είναι αυτός από τον οποίο πρέπει να ληφθούν οι 3.200 θερμίδες;
Ανάλογα επιχειρήματα ισχύουν, σε μεγαλύτερο βαθμό, για άλλα στοιχεία που περιλαμβάνονται σε έναν αντικειμενικό ορισμό της φτώχειας. Συμπερασματικά, ο ορισμός αυτός τονίζει ακριβώς τη σχετικότητα της έννοιας.
Εσείς πώς θα μοιράζατε 100 καρβέλια;
Η έκταση της ανισότητας στη διανομή του εισοδήματος μπορεί να μετρηθεί με διάφορους τρόπους. Ενας απλός και κατανοητός τρόπος είναι αυτός με τον οποίο παρουσιάζουμε τη διανομή σε διάφορες χώρες στους Πίνακες 3 και 4. Προτού εξετάσουμε τα στοιχεία αυτών των πινάκων είναι σκόπιμο να εξηγήσουμε με ένα παράδειγμα τι ακριβώς δείχνουν. Υποθέστε ότι μια οικονομία έχει 100 άτομα και το συνολικό εισόδημα είναι 100 καρβέλια ψωμί. Αν η διανομή των καρβελιών ήταν ίση, τότε κάθε άτομο θα είχε ένα καρβέλι. Στην περίπτωση αυτή ο κάθε πολίτης που αποτελεί το εκατοστό του πληθυσμού θα είχε το ένα εκατοστό των καρβελιών. Αν χωρίσουμε τον πληθυσμό σε δεκατημόρια, το πρώτο δεκατημόριο θα είχε το 10% των καρβελιών, το δεύτερο δεκατημόριο θα είχε επίσης το 10% των καρβελιών κ.ο.κ., ως το δέκατο δεκατημόριο που θα είχε πάλι 10% των καρβελιών. Με άλλα λόγια, αν η διανομή του εισοδήματος ήταν απολύτως ίση, τότε κάθε δεκατημόριο του πληθυσμού θα είχε το 10% του εισοδήματος.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι η διανομή αλλάζει και ότι τα 10 φτωχότερα άτομα έχουν συνολικά ένα καρβέλι ψωμί, τα 10 πλουσιότερα έχουν συνολικά 19 καρβέλια και τα υπόλοιπα έχουν ένα καρβέλι το καθένα όπως πριν. Σε αυτή την περίπτωση η διανομή των καρβελιών θα ήταν ως εξής: το πρώτο και φτωχότερο δεκατημόριο θα είχε το 1% των καρβελιών, το δέκατο και πλουσιότερο δεκατημόριο θα είχε το 19% και τα ενδιάμεσα δεκατημόρια θα είχαν όπως πριν το 10%.
Αξίζει να τονίσουμε ένα ακόμη σημείο στο τελευταίο παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι και οι 10 φτωχότεροι μοιράζονται το μοναδικό τους καρβέλι σε ίσα μέρη, δηλαδή έχει ο καθένας το ένα δέκατο του ενός καρβελιού. Επίσης ας υποθέσουμε ότι οι 10 πλουσιότεροι μοιράζονται τα 19 καρβέλια τους σε ίσα μέρη, δηλαδή ο καθένας από τους 10 πλουσιότερους έχει 1,9 καρβέλια. Συγκρίνοντας τώρα τους πλουσιότερους με τους φτωχότερους βλέπουμε ότι οι μεν είναι 19 φορές πλουσιότεροι των δε. Αυτό είχε ήδη φανεί στη σχέση πρώτου και τελευταίου δεκατημορίου, δηλαδή 1% προς 19%. Συνεπώς οι σχέσεις των δεκατημορίων δίνουν μια εκτίμηση των εισοδηματικών διαφορών μεταξύ των ατόμων των διαφόρων δεκατημορίων. Φυσικά οι πραγματικές διαφορές είναι πολύ μεγαλύτερες, διότι μέσα στο ίδιο δεκατημόριο υπάρχουν σημαντικές διαφορές. Υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στους φτωχούς και ακόμη σημαντικότερες ανάμεσα στους πλούσιους. Υπάρχουν δηλαδή οι φτωχοί των φτωχών και οι πλούσιοι των πλουσίων.
Μπορούμε τώρα να εξετάσουμε τον Πίνακα 3 που παρουσιάζει τη διανομή του εισοδήματος σε δεκατημόρια για διάφορες υπανάπτυκτες χώρες από διάφορες περιοχές του κόσμου. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο Πίνακας 3 παρουσιάζει τα φτωχότερα δύο δεκατημόρια και τα πλουσιότερα δύο. Τα ενδιάμεσα δεν είναι διαθέσιμα. Σύμφωνα με τον πίνακα αυτό οι χώρες με την πλέον άνιση διανομή είναι η Βραζιλία, η Μποτσουάνα και η Χιλή. Οι διαφορές είναι εκπληκτικά μεγάλες. Στη Βραζιλία, π.χ., τα άτομα του πλουσιότερου δεκατημορίου είναι 70 φορές πλουσιότερα απ’ αυτά του φτωχότερου δεκατημορίου. Οι χώρες με τη μικρότερη ανισότητα είναι η Ιορδανία, το Μαρόκο, το Μπανγκλαντές κτλ. Εδώ οι διαφορές δεν είναι τρομακτικές όπως στην περίπτωση της Βραζιλίας ή της Χιλής, αλλά είναι σημαντικές. Οι πλουσιότεροι έχουν περίπου έξι φορές μεγαλύτερα εισοδήματα απ’ ό,τι οι φτωχότεροι. Επαναλαμβάνουμε ότι οι πραγματικές διαφορές είναι πολύ μεγαλύτερες, σε όλες τις περιπτώσεις, διότι η διανομή δεν είναι ίση μέσα σε κάθε δεκατημόριο.
Ο Πίνακας 4 παρουσιάζει τη διανομή του εισοδήματος κατά δεκατημόρια για τις ανεπτυγμένες χώρες. Σε ορισμένες χώρες δίνονται τα πεμπτημόρια, δηλαδή η αναλογία του εισοδήματος που αντιστοιχεί σε κάθε 20% του πληθυσμού. Για παράδειγμα στην Αυστρία το φτωχότερο 20% του πληθυσμού έχει το 5,2% του εισοδήματος. Γενικά, αν προσθέσει κανείς το πρώτο με το δεύτερο δεκατημόριο του Πίνακα 4, έχει το πρώτο πεμπτημόριο. Τα στοιχεία του Πίνακα 4 παρουσιάζουν σημαντική σύγκλιση, αν εξαιρέσει κανείς τη Ρωσία, τη Γιουγκοσλαβία και την Πορτογαλία (για την οποία τα στοιχεία είναι αρκετά παλαιά και σίγουρα δεν εκφράζουν τη σημερινή κατάσταση). Η σύγκλιση αυτή είναι σημαντική όχι μόνο στα ενδιάμεσα δεκατημόρια, π.χ. στο τέταρτο, στο πέμπτο κτλ., αλλά και στο δεκατημόριο των πλουσιότερων. Αντίθετα στο δεκατημόριο των φτωχότερων οι διαφορές είναι πιο σημαντικές. Για παράδειγμα, το φτωχότερο 10% στη Βρετανία έχει το 3,9% του εισοδήματος, ενώ στη Δανία μόνο το 1,9%. Η λιγότερο άνιση διανομή φαίνεται να είναι αυτή της Νορβηγίας όπως και της Τσεχοσλοβακίας, όπου τα δεκατημόρια των πλουσιότερων είναι σχετικά μικρά, 16,8% και 18,7% αντίστοιχα. Η διανομή του εισοδήματος στην Ελλάδα δεν παρουσιάζει αποκλίσεις από τη διανομή των άλλων χωρών της Ευρώπης. Σε όλα τα δεκατημόρια το ποσοστό της Ελλάδας φαίνεται να είναι κοντά στον μέσο όρο των άλλων χωρών.
Συγκρίνοντας τους Πίνακες 3 και 4 μπορεί κανείς να δει ότι η διανομή του εισοδήματος είναι λιγότερο άνιση στις ανεπτυγμένες χώρες απ’ ό,τι στις υπανάπτυκτες. Οπως έχουμε ήδη πει, αυτό το αποτέλεσμα δεν είναι τυχαίο. Οι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η οικονομική ανάπτυξη όχι μόνο βελτιώνει το επίπεδο διαβίωσης όλων αλλά επιπλέον τείνει να μειώσει τις σχετικές εισοδηματικές διαφορές.
1. Το περιοδικό αυτό («Monthly Review») ιδρύθηκε από τον καθηγητή Paul Sweezy και είχε σημαντική επίδραση στη διάδοση και προώθηση των σοσιαλιστικών ιδεών στις ΗΠΑ, και κυρίως στα πανεπιστήμια και στους χώρους των αμερικανών διανοουμένων.
2. Ο Θωμάς ο Ακινάτης (1225-1274) θεωρείται ο κορυφαίος σχολιαστικός θεολόγος και φιλόσοφος της Καθολικής Εκκλησίας. Γεννήθηκε στην πόλη Ακονίνο (εξ ου και το όνομά του) της Βόρειας Ιταλίας από πατέρα φεουδάρχη. Ηταν βαθύτατα επηρεασμένος από τον Αριστοτέλη. Το έργο του ήρθε στην επικαιρότητα το 1879 με εγκύκλιο του πάπα Λέοντα ΙΓ’.
Ο κ. Θεόδωρος Π. Λιανός είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.