Θανάσης Οικονόμου

Θανάσης Οικονόμου «Το ωραιότερο τοπίο είναι της Γης» ΜΑΡΙΑ ΝΤΑΛΙΑΝΗ Ορισμένων ανθρώπων οι ζωές είναι αναμενόμενες. Ο Θανάσης Οικονόμου δεν υπάγεται σε αυτή την κατηγορία. Ο καθηγητής της Αστροφυσικής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, ο Ελληνας του Αρη, ήταν 11 χρόνων όταν ξεκίνησε την επίπονη πορεία της ζωής του. Αφετηρία του ένα αριστερό «κεφαλοχώρι» των Γρεβενών και τερματισμός το Jet Propulsion Laboratory

«Το ωραιότερο τοπίο είναι της Γης»


Ορισμένων ανθρώπων οι ζωές είναι αναμενόμενες. Ο Θανάσης Οικονόμου δεν υπάγεται σε αυτή την κατηγορία. Ο καθηγητής της Αστροφυσικής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, ο Ελληνας του Αρη, ήταν 11 χρόνων όταν ξεκίνησε την επίπονη πορεία της ζωής του. Αφετηρία του ένα αριστερό «κεφαλοχώρι» των Γρεβενών και τερματισμός το Jet Propulsion Laboratory της NASA στην Πασαντίνα της Καλιφόρνιας.


Ο Θανάσης Οικονόμου από τη Ζάκα Γρεβενών είναι από εκείνους τους ανθρώπους που το υλικό τους είναι προορισμένο για να αντέχει και να λάμπει μέσα από τις κακουχίες. Τον συναντήσαμε τηλεφωνικά στην Πασαντίνα ­ μόλις είχε επιστρέψει από το διαστημικό κέντρο. Είναι ο Ελληνας που κατασκεύασε το «Alpha Proton Χ-ray Spektrometer», ένα «μηχανάκι» δηλαδή ­ όπως τρυφερά το αποκαλεί ο ίδιος ­, που «οσμίζεται» εδώ και ένα μήνα το χώμα και τα πετρώματα του πλανήτη Αρη για λογαριασμό της NASA. Το «μηχανάκι» του είναι αυτό που ήδη έφερε τις πρώτες πολύτιμες πληροφορίες που θα δώσουν απάντηση στο ερώτημα «από τι είναι φτιαγμένος ο Αρης». Και όταν απαντηθεί με τη σειρά του αυτό το ερώτημα θα έρθουν άλλα πιο επιτακτικά να ζητήσουν απάντηση. Οπως, αν, για παράδειγμα, μπορεί να υπάρξει ή αν υπήρξε ζωή στον Αρη. Αν είμαστε ή όχι μόνοι στο Σύμπαν. Αν η κατάσταση των άλλων πλανητών έχει κάτι να μας δείξει για το μέλλον της Γης.


Αυτή τη φορά όμως ο γλυκομίλητος καθηγητής άνοιξε την καρδιά του λίγο βαθύτερα. Θυμήθηκε τα πέτρινα χρόνια του Εμφυλίου και της Αριστεράς. Θυμήθηκε τις εποχές όπου οδηγώντας αυτοκίνητο με γερμανικές πινακίδες, εφοδιασμένος με αμερικανικό διαβατήριο, αυτός ο γεννημένος στην Ελλάδα, που μιλούσε τσέχικα, είχε χαρακτηριστεί «διπλός πράκτορας». Ο Θανάσης ή Τομ Οικονόμου, όπως τον αποκαλούν οι αμερικανοί συνάδελφοί του με τους οποίους συνοδοιπορεί 30 χρόνια τώρα, ανοίγει την ψυχή του σήμερα στο «Βήμα».





­ Πόσο θα αντέξετε ακόμη να δουλεύετε με αυτούς τους ρυθμούς;


(χαμογελώντας) «Οσο αντέξει το Pathfinder. Αλλωστε τώρα υπάρχει απόλαυση στην κούραση. Δεν είναι δυσβάσταχτη. Κούραση νιώθεις όταν πολεμάς και προσπαθείς για κάτι που δεν φέρνει αποτελέσματα. Οταν έχεις αποτέλεσμα και μάλιστα ελπιδοφόρο, τότε μετριάζεται η κούραση».


­ Κύριε καθηγητά, είναι χαρούμενο το φορτίο των παιδικών σας χρόνων;


«Δεν θα το περιέγραφα ακριβώς έτσι. Ξέρετε, γεννήθηκα το ’37 και έζησα την Κατοχή. Τότε η έγνοια μας ήταν πώς να αποφύγουμε τους Γερμανούς. Γεννήθηκα σε ένα από τα ωραιότερα και μεγαλύτερα τότε χωριά των Γρεβενών, στη Ζάκα. Ενα κεφαλοχώρι, που συνέβαινε να είναι αριστερό. Αμέσως μετά την Κατοχή, λοιπόν, ξανοιχτήκαμε στην περιπέτεια του Εμφυλίου. Το χωριό το χτυπήσανε πολύ και οι αντάρτες και οι στρατιωτικοί. Καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς και οι άνθρωποι πάλευαν να ζήσουν και να επιβιώσουν».


­ Είχε σχολείο το χωριό;


«Το χωριό είχε σχολείο. Δάσκαλο δεν είχε. Βλέπετε, τότε το κράτος δεν λειτουργούσε κανονικά και ήταν συνηθισμένο πράγμα να μην υπάρχουν δάσκαλοι, ειδικά στα ορεινά. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθα από τον πατέρα μου, που ήταν άνθρωπος μορφωμένος. Ηταν γραμματέας του χωριού και ας έβοσκε πρόβατα για να ζήσει την οικογένειά του. Ηταν και αριστερός ο πατέρας μου. Κάθε βράδυ λοιπόν που ξάπλωνα στο κρεβάτι, προτού κοιμηθώ μου μάθαινε αριθμητική, γεωγραφία και μου μιλούσε για τα αστέρια».


­ Εχετε την ανάμνηση του πατρικού σπιτιού σας;


«Βεβαίως! Το πατρικό μου, πέτρινο και γερό, ήταν στο κέντρο του χωριού. Δίπλα ήταν του παππού μου, που καταπιανόταν επίσης με την κτηνοτροφία. Τον βοηθούσα λοιπόν κι εγώ με τα αδέλφια μου».


­ Σας άρεσε;


«Μα δεν ξέραμε τίποτε άλλο τότε»!


­ Πότε φύγατε από το χωριό;


«Είναι μεγάλη ιστορία κι έχω καιρό να την πω… Ξέρετε, πρέπει να ζήσεις αυτή την εποχή για να την καταλάβεις. Μέσα στον Εμφύλιο ολόκληρη η χώρα ζει σκληρές μάχες. Μιλάω για το ’46, το ’47, το ’48. Οι αριστεροί με τον στρατό βομβαρδίζονταν καθημερινά. Το χωριό ως αριστερό ήταν στο μάτι του κυκλώνα και πολλοί άνθρωποι και παιδιά σκοτωθήκανε. Σκέφτηκαν, λοιπόν, για να αποφύγουν τις απώλειες, να στείλουνε τα παιδιά στην Αλβανία, να σωθούν. Μάζεψαν γύρω στα 200 παιδιά από τη Ζάκα, από μωρά ως 15 χρόνων. Τα μεγαλύτερα πολεμούσαν. Ετσι έφυγα κι εγώ».


­ Εσείς θέλατε;


«Καλό ερώτημα. Εγώ ήθελα; Οταν σκέφτομαι εκείνες τις ημέρες θυμάμαι την αγωνία του πατέρα και της μάνας για τη ζωή μας. Είμαστε έξι αδέλφια. Εγώ είμαι ο δεύτερος από το τέλος. Ζούσαμε λοιπόν στο σπίτι με τις αδελφές μου όλοι μαζί, εκτός από δύο αδέλφια μου που είχαν κατεβεί στην πρωτεύουσα και έκαναν μικρές δουλίτσες για να ζήσουν. Ο πατέρας μού μίλησε ξεχωριστά. Μου είπε πως η φυγή ήταν προσωρινή γιατί η ζωή μου κινδύνευε. Κι εγώ το ήξερα αυτό. Μια φορά είχαν έρθει σπίτι μας και μας χτύπησαν. Είχαν χτυπήσει κι εμένα και όταν με είδε η μάνα μου τρόμαξε γιατί δεν είχα πει τίποτε. Πονούσα, αλλά όταν είδα πόσο χτύπησαν τον πατέρα μού φάνηκε αστείος ο πόνος μου. Με έπεισε και δεν είπα τίποτε. Αλλωστε ήταν προσωρινό. Περιμέναμε να βομβαρδίσουν το χωριό. Η φυγή έγινε μια νύχτα. Ημασταν καμιά διακοσαριά παιδιά από το χωριό μας. Υπήρχαν και μωρά. Ηταν πολλές μανάδες που είχαν χωριστεί σε γκρούπες και συνόδευαν 15-20 παιδιά».


­ Πώς φτάσατε στην Αλβανία;


«Με τα πόδια. Κάναμε τρεις ημέρες να φτάσουμε. Περπατούσαμε μέσα στα βουνά τη νύχτα και στον δρόμο ενωνόμασταν μαζί με παιδιά από άλλα χωριά. Δεν είχαμε τίποτε μαζί μας. Μόνο λίγα προσωπικά είδη, δηλαδή μια αλλαξιά εσώρουχα. Δεν φοβόμασταν. Ξέραμε ότι φεύγαμε για καλό. Οταν περάσαμε τα σύνορα της Αλβανίας, μας παρέλαβαν οι οργανωτές και μας μοίρασαν σε σπίτια όπου μείναμε για ένα μήνα. Δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε γιατί λίγοι γνώριζαν τα ελληνικά. Δεν κάναμε τίποτε, μόνο περιμέναμε. Και μετά από ένα μήνα μάς πήγαν με λεωφορεία στη Γιουγκοσλαβία και μετά με τρένο στην Τσεχοσλοβακία. Εκεί μέναμε σε ορφανοτροφείο για πολλά χρόνια. Εκεί πρωτοπήγα σχολείο. Εκεί τελείωσα το δημοτικό στα 16 μου χρόνια κι επειδή αγαπούσα τα μαθηματικά και τη φυσική οι δάσκαλοί μου με κατευθύνανε στις θετικές επιστήμες. Γυμνάσιο πήγα σε τσέχικο σχολείο και αργότερα σπούδασα Πυρηνική Φυσική στο Πανεπιστήμιο της Πράγας».


­ Ολο αυτό το διάστημα είχατε επαφή με τους γονείς σας;


«Οχι, ζούσα με τα άλλα παιδιά στο ορφανοτροφείο. Τότε με απασχολούσαν μόνο τα γράμματα και όχι πως δεν σκεφτόμουνα την οικογένειά μου, αλλά πάντα είχα την πεποίθηση πως όλα αυτά είναι για καλό. Το ’49 μάθαμε για την ήττα, ότι οι αντάρτες παραδόθηκαν στον στρατό. Τότε ήταν που η οικογένειά μου κατέφυγε στην Αλβανία για να σωθεί από τους διωγμούς. Ηρθαν και αυτοί στην Τσεχοσλοβακία αλλά έμεναν σε άλλη πόλη. Τους είδα ξανά το ’52. Εκεί κλάψαμε όλοι. Παραμείναμε όμως χωριστά γιατί ήταν καλύτερα έτσι».


­ Πώς ήρθε στη ζωή σας η αγάπη για τα αστέρια;


«Νομίζω πως πάντα μου άρεσε να τα παρατηρώ. Απλώς δεν φανταζόμουν ποτέ πως θα τα εξερευνούσα κιόλας. Ο πατέρας μου μού μιλούσε για τα αστέρια που βλέπαμε ολοκάθαρα στον βουνίσιο ουρανό. Αφού πήρα το πτυχίο μου της Πυρηνικής Φυσικής από το Πανεπιστήμιο της Πράγας, εργάστηκα σε διάφορα ερευνητικά κέντρα στην Τσεχοσλοβακία. Δεν είχα σκεφτεί ιδιαίτερα ότι θα βρισκόμουν κάποτε στη θέση όπου είμαι σήμερα. Τα αστέρια ήρθαν φυσιολογικά στη ζωή μου».


­ Θα περίμενε κανείς πως το ρεύμα του ποταμού θα σας έβγαζε στην Ανατολή. Εσείς διαλέξατε τη Δύση.


«Η αλήθεια είναι πως μου δόθηκε η ευκαιρία να δουλέψω στη Μόσχα, όμως αρνήθηκα. Παρ’ ότι αν με ρωτήσετε θα σας πω πως είμαι αριστερός, δεν είχα ποτέ ενεργοποιηθεί πολιτικά. Δεν υπήρξα μέλος του κόμματος. Για μένα ήταν περισσότερο η πολιτική αίσθηση που βίωσα μέσα στην οικογένειά μου η πυξίδα και όχι η όποια καθοδήγηση. Οταν λοιπόν τα αδέλφια μου, που είχαν μεταναστεύσει στο Σικάγο το 1964 αναζητώντας καλύτερη μοίρα, μας κάλεσαν, βρεθήκαμε με την οικογένειά μου στην Αμερική».


­ Σπουδαγμένος στο ανατολικό μπλοκ με «ταυτότητα» αριστερού ήταν εύκολο να δουλέψετε στην Αμερική;


«Τελικά δεν ήταν δύσκολο. Ψάχνοντας για εργασία βρήκα τότε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου την ομάδα που προετοίμαζε την αποστολή της Σελήνης. Μια χούφτα άνθρωποι με επικεφαλής τον ουκρανό καθηγητή Turkevich, που με δέχτηκαν χωρίς προκατάληψη. Αρχίσαμε τότε τις εργασίες για την κατασκευή του προγόνου του σημερινού «Alpha Proton Χ-ray Spektrometer». Ο Ψυχρός Πόλεμος στην κορύφωσή του, με τις δύο υπερδυνάμεις να ανταγωνίζονται ποια θα φτάσει πρώτη στο Φεγγάρι. Οι Ρώσοι είχαν στείλει το «Σπούτνικ» το ’57 και ο Γκαγκάριν συγκλόνισε τους Αμερικανούς που τέντωναν το σχοινί στον αγώνα για την κατάκτηση του Σύμπαντος. Ηταν τότε με τις απανωτές αποστολές του «Σορβέρ» το ’67, το ’68, τότε που προετοιμάζαμε ταυτόχρονα την επανδρωμένη αποστολή του «Apollo». Οι αποστολές που προηγήθηκαν στη Σελήνη, προτού πατήσει εκεί πρώτος το πόδι του ο Αρμστρονγκ, είχαν ως κύριο μέλημα τα τεχνικά: πώς θα βρούνε κατ’ αρχήν τη Σελήνη, πώς θα κατεβούν, πώς θα έχουν το καλό αποτέλεσμα. Χρειάστηκε πολλή δουλειά για να πανηγυρίζουμε σήμερα την επιτυχία του Αρη. Η ομάδα μου είχε την έγνοια του «Alpha Back Scattering». Οπως τώρα παρακολουθούμε τι κάνει το «μηχανάκι» μας στον Αρη, τότε παρακολουθούσαμε πάλι από την Πασαντίνα της Καλιφόρνιας την πρώτη εξερεύνηση της Σελήνης».


­ Πώς έφταναν τα νέα από την «κόκκινη πλευρά»;


«Οι Ρώσοι είχαν πολλές αποτυχίες τότε. Βέβαια όλα κρατούνταν μυστικά. Ξέραμε τι έκαναν, αλλά δεν ξέραμε το μέγεθος της αποτυχίας. Είχαν χάσει τρεις – τέσσερις αστροναύτες προσπαθώντας να μπουν σε τροχιά. Δεν λειτούργησαν καλά οι μηχανισμοί και έκαναν πειράματα. Και αποστολές απέτυχαν κοστίζοντας ανυπολόγιστα για την εποχή. Υπήρξε μία περίπτωση όμως όπου συνεργάστηκα με τους Ρώσους. Ηταν όταν προετοίμαζαν μια αποστολή για ένα από τα δύο φεγγάρια του Αρη, το Fobos. Ο διευθυντής του Ρωσικού Διαστημικού Προγράμματος Σαργκέεφ επισκέφθηκε τη NASA και όταν είδε το όργανο που είχαμε φτιάξει για τη Σελήνη ζήτησε τη συνεργασία μας. Δυστυχώς τότε η NASA αρνήθηκε. Ηταν τα πολιτικά επί Μπρέζνιεφ, βλέπετε, που έκαναν κρίσιμες τις σχέσεις. Αργότερα όμως η NASA μου επέτρεψε να συνεργαστώ με τους Ρώσους μέσω Γερμανίας. Ετοιμάστηκαν δύο αποστολές το ’88 οι οποίες απέτυχαν. Τα διαστημόπλοια χάθηκαν. Ηταν μεγάλη η πίκρα και η απογοήτευση. Οπως αργότερα με την αποτυχία του «Mars ’94», που τελικά πραγματοποιήθηκε με δύο χρόνια καθυστέρηση από τη NASA και έγινε «Mars ’96». Μάλιστα υπάρχει μια ιστορία στην οποία είναι αναμεμιγμένο και το Πανεπιστήμιο της Κρήτης».


­ Δηλαδή;


«Το ’91 είχαμε ξεκινήσει μια συνεργασία με το ΙΤΕ της Κρήτης. Ο Βασίλης Ξανθόπουλος, ο καθηγητής που τόσο άδικα χάθηκε αργότερα (σ.σ.: ήταν ένας από τους δύο καθηγητές που πυροβόλησε εν ψυχρώ ένας φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης), ήταν μαθητής μου στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου. Σκεφτήκαμε λοιπόν το ηλεκτρονικό μέρος του οργάνου που θα έκανε την ανίχνευση των πετρωμάτων σε εκείνη την αποστολή να γίνει από το ΙΤΕ. Τελικά όμως η αποστολή απέτυχε».


­ Παρά τις αποτυχίες και το κόστος, όμως, οι αποστολές συνεχίζονται.


«Κοιτάξτε, πιστεύω ότι δεν θα σταματήσουμε ποτέ. Πάντα θα βάζουμε καινούργιους στόχους. Κάποτε ήταν το Φεγγάρι, μετά η Αφροδίτη, τώρα ο Αρης. Με τον «Voyager» έχουμε δει όλους τους πλανήτες εκτός από τον Πλούτωνα. Οι πρώτες εικόνες έρχονται. Τώρα έρχεται η σειρά των πολύπλοκων ερωτήσεων που ζητούν απαντήσεις. Ο Αρης έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον γιατί έχει κοινά στοιχεία με τη Γη. Θα είναι πολύ ευχάριστο να βρούμε ίχνη ζωής στον Κόκκινο Πλανήτη. Ως τώρα εικάζουμε πως πρέπει να έγινε κάποια μεγάλη καταστροφή στο παρελθόν, αλλά αυτές ακριβώς τις απαντήσεις ψάχνουμε να βρούμε».


­ Ποιο θα είναι το μέλλον της Γης;


«Υπάρχουν διάφορες απόψεις. Πολλοί πιστεύουν ότι αυτό που έγινε στον Αρη είναι δυνατό να γίνει και στη Γη. Βλέπεις, όμως, από την άλλη πλευρά την Αφροδίτη που έχει διαφορετική εικόνα από τον Αρη. Η ατμόσφαιρα στην Αφροδίτη είναι 100 φορές πυκνότερη και η θερμοκρασία στην επιφάνεια φτάνει τους 500 βαθμούς Κελσίου. Κάποιοι το συνδέουν αυτό με το Global warming στο Green House («το φαινόμενο του θερμοκηπίου»). Αυτό δηλαδή που συμβαίνει όταν η ατμόσφαιρα απορροφά ηλιακή ενέργεια χωρίς να την αντανακλά. Από την άλλη πλευρά στον Αρη η εικόνα είναι διαφορετική. Η θερμοκρασία εκεί κυμαίνεται στον Ισημερινό του πλανήτη από μείον 120 βαθμούς Κελσίου ως το πολύ 5-10 βαθμούς πάνω από το μηδέν. Χρειάζεται να μελετήσουμε σε βάθος την εξέλιξη των πλανητών για να βρούμε την άκρη του νήματος».


­ Θα επιστρέφατε για να μείνετε μόνιμα στην Ελλάδα;


«Την Ελλάδα τη λατρεύω. Ερχομαι σχεδόν κάθε καλοκαίρι για τις διακοπές. Για μόνιμα όμως… Θα σας πω τι συνέβη κάποτε. Είχα αυτή τη σκέψη πολύ έντονα στο μυαλό μου αλλά ένας φίλος μου αστροφυσικός από τη Θεσσαλονίκη μου είπε: «Για να έρθεις και να δουλέψεις εδώ στο πανεπιστήμιο θέλεις πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Μείνε καλύτερα εκεί»».


­ Εξακολουθείτε να κοιτάτε το Φεγγάρι με γυμνό μάτι;


(γελώντας) «Είναι λίγο αστείο. Οι ερωτευμένοι κοιτάζουν το Φεγγάρι με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Εγώ όταν κοιτάζω το Φεγγάρι βλέπω «τρία μάτια». Είναι τα τρία μηχανήματα που έχουμε στην επιφάνειά του και μας στέλνουν τις πληροφορίες. Νομίζω πως έχω χάσει λίγο τον ρομαντισμό μου».


­ Ποιο είναι το ομορφότερο τοπίο για σας;


«Κάθομαι ώρες και κοιτάζω την κοιλάδα προσεδάφισης του Pathfinder στον Αρη. Είναι υπέροχη με όλα αυτά τα πετρώματα και τους βράχους. Μετά σκέφτομαι την εικόνα της Γης από τη Σελήνη. Υπέροχο γαλάζιο. Νομίζω πως το ωραιότερο τοπίο είναι της Γης».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.