Είδαμε κακήν κακώς «Τα Πάθη του Χριστού» την περασμένη Τετάρτη (για λόγους οι οποίοι έμειναν αδιευκρίνιστοι, η εταιρεία διανομής της φρόντισε να την δείξει στους δημοσιογράφους όσο το δυνατόν πιο καθυστερημένα). Με το χέρι στην καρδιά μπορούμε να πούμε ότι ήδη την θεωρούμε ως μία από τις πλέον υπερτιμημένες ταινίες των τελευταίων ετών. Δεν είναι παρά ένα ατελείωτο και καταπιεστικό μέχρι εξουθενώσεως λουτρό αίματος που στόχο έχει να φέρει τον θεατή στο σημείο να πονέσει, όπως ακριβώς πόνεσε ο Ιησούς μεταφέροντας τον Σταυρό Του στον Γολγοθά.


Εν τω μεταξύ αυτό που παρατηρεί κανείς είναι ότι αν τα «Πάθη» διαφέρουν σε κάτι από τις περισσότερες ταινίες παρόμοιου περιεχομένου, αυτό είναι η σχεδόν λυσσαλέα επιμονή του σκηνοθέτη Γκίμπσον να δείξει το φραγγέλιο να εισχωρεί μέσα στις σάρκες του Θεανθρώπου, όσο πιο ωμά, όσο πιο γραφικά και όσο πιο έντονα γίνεται. Οι συνταρακτικές σκηνές του μαστιγώματος (πολλές σε slow motion) από Ρωμαίους-τέρατα είναι τόσο άγριες και αποκρουστικές που σε ορισμένες στιγμές έχεις την αίσθηση ότι παρακολουθείς τον «Σχιζοφρενή δολοφόνο με το μαστίγιο» – κατά τον «Σχιζοφρενή δολοφόνο με το πριόνι». Αν μάλιστα μπούμε στον κόπο και σκεφτούμε τον σάλο που έχει προκαλέσει από πέρυσι η ταινία παγκοσμίως, αναστατώνοντας κύκλους εβραϊκών και χριστιανικών οργανώσεων, θα δούμε ότι όλη αυτή η φασαρία σήμερα μοιάζει περισσότερο με διαφημιστικό τρυκ για την προώθησή της παρά με οτιδήποτε άλλο.


Κλασικά εικονογραφημένα


Γιατί το γεγονός βεβαίως είναι ότι ο περισσότερος κόσμος έχει ταυτίσει την ιστορία του Ιησού Χριστού με τα κλασικά εικονογραφημένα. Και είναι φυσικό. Ταινίες όπως η «Ωραιότερη Ιστορία του Κόσμου» του Τζορτζ Στίβενς, ο «Βασιλιάς των Βασιλέων» του Νίκολας Ρέι ή ο «Ιησούς από τη Ναζαρέτ» του Φράνκο Τζεφιρέλι, οι οποίες ανήκουν σε αυτήν ακριβώς την κατηγορία, δεν ενοχλούν γιατί χαϊδεύουν το θέμα τους, σχεδόν εξωραΐζουν τα Πάθη του Χριστού. Και όμως. Το ποσοστό του αντισημιτισμού των «Παθών» του Γκίμπσον, για τον οποίο έγινε τόσος ντόρος και χύθηκε τόσο πολύ μελάνι, είναι το ίδιο που έχουμε συναντήσει στις προηγούμενες, ηπιότερες όμως ταινίες. Αν το καλοσκεφτούμε δε, θα δούμε ότι οι μακιαβελικοί χειρισμοί στον «Ιησού από τη Ναζαρέτ» του Τζεφιρέλι είναι πολύ πιο έντονοι από αυτούς της ταινίας του Γκίμπσον, όπου όλα γίνονται ανοιχτά και ξεκάθαρα. Και όμως, στα «Πάθη», η αγανάκτηση, το μίσος και η οργή του θεατή μπορούν να σπάσουν το θερμόμετρο ακριβώς επειδή τα βασανιστήρια που βλέπουμε πάνω στον Ιησού (Τζιμ Καβίζελ) είναι δυσβάστακτα.


Πάντως, από την εποχή του βωβού κινηματογράφου ακόμη, όποτε η Εβδομη Τέχνη ασχολήθηκε «ενοχλητικά» όχι μόνο με τον Ιησού Χριστού αλλά γενικότερα με «καθεστώτα» του χριστιανισμού, ο όρος «σκάνδαλο» μοιραία την ακολουθούσε και εν τέλει – κακά τα ψέματα – την εξυπηρετούσε στον εισπρακτικό τομέα. Αυτό μάλιστα δεν έχει συμβεί μόνο στον κινηματογράφο. Νωπό άλλωστε παραμένει το περιστατικό της έκθεσης «Outlook», όταν ένας πίνακας που χρησιμοποιούσε αιρετικά το σύμβολο του χριστιανισμού στάθηκε ικανός να ξεσηκώσει θύελλα διαμαρτυριών.


Από τον Σκορσέζε ως τους… Μόντι Πάιθον


Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς όμως από περιστατικά εξοργισμένων αντιδράσεων των οπαδών του χριστιανισμού απέναντι σε κινηματογραφικές ταινίες οι οποίες θεωρήθηκαν αιρετικές;


Πριν από δεκαέξι χρόνια ο «Τελευταίος Πειρασμός» του Μάρτιν Σκορσέζε, βασισμένος στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, προκαλούσε την οργή χιλιάδων φανατικών θρησκόληπτων οι οποίοι απείλησαν να κάψουν τις κινηματογραφικές οθόνες επειδή θεώρησαν βλάσφημη την εικόνα του Ιησού Χριστού να υποκύπτει στους σεξουαλικούς πειρασμούς της Μαρίας Μαγδαληνής.


Σε διαφορετικό πλαίσιο και πολύ πιο πρόσφατα το «Αμήν.» (2002) του Κώστα Γαβρά στάθηκε αφορμή ώστε ο σκηνοθέτης να βρεθεί για λίγο αντιμέτωπος με τη γαλλική δικαιοσύνη. Ο λόγος; H ταινία δήλωνε ευθαρσώς ότι η Καθολική Εκκλησία συνεργάστηκε με τους ναζιστές στην εξολόθρευση των Εβραίων.


Με εξάμηνη φυλάκιση παραλίγο να τιμωρηθεί ο Πιερ Πάολο Παζολίνι, επειδή στο «Θεώρημα» (1968), καταρρίπτοντας την «έννοια της Αγιοσύνης», παρουσίασε έναν Αγγελο (Τέρενς Σταμπ) να εξουσιάζει με το πέος του μια ολόκληρη οικογένεια. Ζητήθηκε μάλιστα να καταστραφεί το αρνητικό της ταινίας, αν και το δικαστήριο αντιτάχθηκε. Ο ίδιος σκηνοθέτης, ο οποίος μάλιστα ήταν άθεος, λίγα χρόνια νωρίτερα είχε γυρίσει την πιο λιτή και τραγική ταινία για τον Ιησού, το «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο».


Δεν ξεχνιέται εύκολα η εποχή που το ριζοσπαστικό μιούζικαλ του Νόρμαν Τζούισον «Jesus Christ Superstar» (1973) προκαλούσε το μένος των φανατικών χριστιανών, που (όπως έχει γραφεί) απείλησαν να πριονίσουν την ταινία καταλαμβάνοντας τις αίθουσες των μηχανικών προβολής! Γιατί; Μα επειδή η εικόνα του Ιησού θύμιζε… προάγγελο των χίπις.


Και σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, αξίζει να πούμε ότι σε κάποιες χώρες της Σκανδιναβίας το κόκκινο φως της λογοκρισίας είδε ακόμη και η σουρεαλιστική κωμωδία των Μόντι Πάιθον «Ενας προφήτης μα… τι προφήτης» (1979), με το σκεπτικό ότι με το θέμα της προσέβαλλε τον χριστιανισμό.


Ημαρτον, Κύριε!


Ο τρόμος της αφίσας


Βλάσφημες έχουν χαρακτηρισθεί ακόμη και οι αφίσες κινηματογραφικών ταινιών από τη στιγμή που θίγουν «ενοχλητικά» τη θρησκεία. Το 2002 το Πολυμελές Πρωτοδικείο των Παρισίων επέτρεψε την κυκλοφορία της αφίσας της ταινίας «Αμήν.» απορρίπτοντας την αγωγή που είχε καταθέσει η Ενωση Συμμαχίας Εναντίον του Ρατσισμού και υπέρ του Σεβασμού της Γαλλικής και Χριστιανικής Ταυτότητας (AGROF). H αφίσα που σχεδίασε ο πρώην φωτογράφος της Benetton Ολιβέιρο Τοσκάνι παρουσιάζει έναν ημιτελή κόκκινο αγκυλωτό σταυρό ο οποίος παραπέμπει στον Σταυρό του Χριστού. «H ελεύθερη ανάγνωσή της μας επιτρέπει να αναλογισθούμε την επιθυμία να σπάσει η σβάστικα του ολοκληρωτισμού» είχε σημειώσει, πολύ εύστοχα, ο πρόεδρος του δικαστηρίου Ζαν Κλοντ Μαζεντί.


Ναι μεν το πόστερ του «Αμήν.» δεν λογοκρίθηκε, όμως εκείνο της ταινίας «Χαίρε Μαρία» (1984) του Ζαν Λυκ Γκοντάρ απαγορεύθηκε στη Γαλλία. Ο σκηνοθέτης μάλιστα χαρακτηρίστηκε «επικίνδυνος»!


Στα δικαστήρια οδηγήθηκε και ο τσέχος εν Χόλιγουντ σκηνοθέτης Μίλος Φόρμαν όταν κληρικοί προσπάθησαν να εμποδίσουν την κυκλοφορία της ταινίας «Υπόθεση Λάρι Φλιντ» που δείχνει τον βαρόνο της έντυπης πορνογραφίας Λάρι Φλιντ (Γούντι Χάρελσον) σταυρωμένο πάνω στο σώμα μιας γυμνής γυναίκας. Το δικαστήριο απέρριψε την αίτηση των κληρικών, ο Φόρμαν όμως απέσυρε αυτοβούλως τις αφίσες.


Ταινίες που προκάλεσαν




* «Ο εξορκιστής» (1973): Μοχθηρό προϊόν του Κακού χαρακτήρισε την κλασική ταινία φαντασίας και τρόμου του Γουίλιαμ Φρίντκιν ο ευαγγελιστής Μπίλι Γκρέιαμ, αγνοώντας το αυτονόητο: η ταινία είναι πάνω από όλα μια ημιντοκυμαντερίστικη (σε ορισμένα σημεία) μελέτη πάνω στο φαινόμενο του εξορκισμού.


* «Οι κόρες της ντροπής» (2002): Με καθαρότητα σκέψης και καταπληκτικές ερμηνείες από άγνωστους ηθοποιούς, ο Πίτερ Μάλεν θυμάται τη σκληρή ζωή στα «Μοναστήρια της Μαγδαληνής» της Ιρλανδίας τη δεκαετία του 1960, όπου έφηβα κορίτσια φυλακίζονταν επί σειρά ετών από τους γονείς τους έχοντας πέσει θύματα των σεξουαλικών ορμών τους. Και όμως, η έντιμη τούτη ταινία κατηγορήθηκε ως βλάσφημη.


* «Το χαμόγελο της μητέρας μου» (2002): Βυθισμένη σε μια ατμόσφαιρα μυστηρίου και αβεβαιότητας, η ταινία του Μάρκο Μπελόκιο έγινε γνωστή ύστερα από την επίθεση που άσκησε εναντίον της το Βατικανό χαρακτηρίζοντάς την ιερόσυλη. Ο κλήρος έπραξε έτσι γιατί η ταινία πραγματεύεται θαρραλέα το ηλεκτρισμένο ζήτημα της αγιοποίησης και ταυτοχρόνως αφήνει υπόνοιες για τα συμφέροντα της Εκκλησίας που συνοδεύουν μια τέτοια πράξη.