«Τώρα»
zenakos@dolnet.gr
Φυσικά της έδωσα, πρώτα από όλα, συγχαρητήρια για τη μεγάλη της επιτυχία – το μεγάλο βραβείο που πήρε στην τελευταία Μπιενάλε της Βενετίας εκπροσωπώντας το Λουξεμβούργο. Μου απάντησε με ένα αμήχανο «ευχαριστώ». Δύσκολα συνδυάζει κανείς την επιφυλακτική, μικροκαμωμένη καλλιτέχνιδα με την ποιητική δύναμη του έργου της – δύναμη αδιαμφισβήτητη, όπως μπορεί να διαβεβαιώσει καθένας που είδε τη βίντεο εγκατάσταση της Σου Μέι Τσε στη Βενετία.
Στη Βενετία – αλλά πριν από τη βράβευσή της – ήταν που άρχισε να σκέπτεται την πιθανότητα μιας έκθεσης στην Αθήνα. Και όταν επισκέφθηκε προ μηνών την αίθουσα τέχνης ΑΔ, το αποφάσισε. H ατομική της έκθεση στην ΑΔ τιτλοφορείται «Jetzt». H αίθουσα τέχνης μάλιστα παρουσίασε ένα βίντεο της Σου Μέι Τσε στην πρόσφατη art athina 2004, το ίδιο βίντεο που μπορεί να δει κανείς μπαίνοντας στην αίθουσα τέχνης, στα αριστερά. Το βίντεο απεικονίζει την καλλιτέχνιδα να παίζει βιολοντσέλο – λόγω της μουσικής της παιδείας, αυτό είναι ένα στοιχείο που εμφανίζεται συχνά στα έργα της -, το παίξιμό της όμως διαταράσσεται: σπάγκοι δεμένοι στα χέρια και στα πόδια της κατευθύνουν τις κινήσεις της σαν να είναι μαριονέτα.
«Δεν είμαι εγώ η ίδια» μου είπε η Σου Μέι Τσε. «Για μένα είναι απλώς μια φιγούρα, ένα σώμα. Δεν σκέφτομαι ποτέ ότι είμαι εγώ στο βίντεο. Πάντα λέω «η μουσικός». Δεν λέω ποτέ «εγώ». H μουσικός λοιπόν παίζει και το παίξιμό της διαταράσσεται. Στο τέλος, στο μοντάζ, κράτησα μόνο τα λάθη, μόνο τα σημεία όπου το παίξιμο είχε διαταραχθεί. Κατά κάποιον τρόπο είναι ένα έργο για το λάθος. Με τα λάθη προοδεύει κανείς. Ιδιαίτερα στη μουσική. Συνήθως, προκειμένου να έχουμε μια τέλεια εκτέλεση, κόβουμε τα λάθη. Εγώ κράτησα μόνο τα λάθη. Εχει επίσης να κάνει με την πίεση, την πίεση που δέχεται κανείς καθώς εκπαιδεύεται, στη μουσική για παράδειγμα, και που τελικά είναι το ακριβώς αντίθετο από τον στόχο: ο στόχος της εκπαίδευσης είναι να νιώσει κανείς ελεύθερος να εκφραστεί. Από την άλλη βέβαια – ποιος ξέρει; -, αν δεν είχα νιώσει την πίεση, ίσως να μην ένιωθα και τόση ανάγκη για ελευθερία. Συχνά νιώθω τον εαυτό μου ανάμεσα σε δύο πράγματα και το προτιμώ έτσι παρά να πρέπει να διαλέξω ένα από τα δύο. Μου συμβαίνει αυτό σε σχέση με την κουλτούρα μου, ας πούμε, διότι ο πατέρας μου είναι Κινέζος, η μητέρα μου Αγγλίδα και εγώ γεννήθηκα στο Λουξεμβούργο».
Ηθελε άραγε η ίδια η Σου Μέι Τσε να μάθει μουσική ή ήταν ιδέα των γονέων της; «Δική τους ιδέα ήταν» μου απάντησε. «Είναι, βλέπετε, και οι δύο μουσικοί. H μητέρα μου παίζει πιάνο και ο πατέρας μου βιολί. Εγώ διάλεξα πάλι κάτι άλλο, το βιολοντσέλο. Ξεκίνησα μικρή αλλά τώρα πια δεν έχω αρκετό χρόνο για να εξασκούμαι και έτσι δεν μπορώ να παίζω επαγγελματικά. Είναι όμως μια επιλογή – ήρθε μια στιγμή που έπρεπε να διαλέξω. Παίζω βέβαια πάντα, αλλά όχι με το σύστημα που απαιτείται αν παίζει κανείς επαγγελματικά, και αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για μένα να χρησιμοποιώ τη μουσική».
Δεν τη χρησιμοποιεί πάντα όμως. Στην έκθεσή της υπάρχει ένα νέο έργο, μια μεγάλη εγκατάσταση με υπερμεγέθεις μπάλες μπιλιάρδου οι οποίες στέκονται αγχωτικά ακίνητες πάνω στην τσόχινη επιφάνεια, ενώ στον τοίχο αναβοσβήνει μια επιγραφή με τη λέξη «Now», σαν να προστάζει ξανά και ξανά «τώρα», «τώρα», «τώρα»…
«Ναι, δεν χρησιμοποιώ πάντα τη μουσική» παραδέχθηκε η Σου Μέι Τσε. «Μπορεί όμως να χρησιμοποιήσω την ησυχία. Οπως σε αυτή την εγκατάσταση που έχει τίτλο «Jetzt», δηλαδή «τώρα» στα γερμανικά, όπως είναι και ο τίτλος όλης της έκθεσης. Χρησιμοποίησα τα γερμανικά επειδή είναι η μητρική μου γλώσσα. Ξέρω, ακούγεται παράξενο αλλά στο σπίτι μιλούσαμε γερμανικά – οι γονείς μου γνωρίστηκαν στις Βρυξέλλες και μιλούσαν μεταξύ τους στα γερμανικά. Χρησιμοποίησα τη λέξη αυτή γιατί πάντα, από παιδί, με απασχολούσε ο χρόνος και το «τώρα». Πάντα αισθάνομαι ότι «τώρα» σημαίνει «τώρα», δεν υπάρχει διάρκεια, πράγμα που το βρίσκω λίγο τρομακτικό. Οι μπάλες του μπιλιάρδου έχουν να κάνουν με μια στιγμή έντασης, ένα πολύ μικρό διάστημα χρόνου που υφίσταται προτού όλα αλλάξουν. Από τη μία λοιπόν βρίσκεται μια στιγμή η οποία είναι παγωμένη και από την άλλη η επιγραφή μάς υπενθυμίζει ότι ο χρόνος συνεχίζει, δεν σταματά…».
Μιλώντας για το «τώρα» δεν μπορούσε παρά να μου έρθει πάλι στο μυαλό η εμμονή μου των τελευταίων χρόνων και έτσι ρώτησα τη Σου Μέι Τσε αν κάθε φορά που της ζητούν να πάρει μέρος σε μια έκθεση σύγχρονης τέχνης, σκέπτεται: «Ναι. Είμαι σύγχρονη». Με άλλα λόγια, τι είναι το «τώρα»;
«Για μένα» μου απάντησε η καλλιτέχνις «κάθε καλλιτέχνης που κάνει τέχνη σήμερα είναι σύγχρονος. Αν στη δική μου δουλειά χρησιμοποιήσω το βίντεο, δεν θα το κάνω επειδή είναι «σύγχρονο». Θα διαλέξω το υλικό που με κάνει να νιώθω καλά σε σχέση με τη συγκεκριμένη ιδέα».
Χρησιμοποιεί όμως ποτέ, ας πούμε, την οξυγραφία, την ακουατίντα ή την αβγοτέμπερα σε ξύλο;
«A, όχι» μου απάντησε. «Δεν το έχω κάνει ποτέ. Αν όμως είχα μια ιδέα και το καλύτερο μέσο για να την εκφράσω ήταν ένας πίνακας, τότε θα το έκανα ή θα έβαζα κάποιον να τον φτιάξει για μένα. Δεν έχω όμως καμία συνείδηση ότι είμαι σύγχρονη. Είναι πιο σημαντικό το τι έχω να πω. Ορισμένες φορές με ενοχλεί επίσης η λέξη «νέος». Με καλούν, ας πούμε, να λάβω μέρος σε μια έκθεση με «νέους σύγχρονους καλλιτέχνες». Γιατί; Αν κάποιος είναι 50 χρόνων και έχει καλή δουλειά, γιατί να μη λάβει μέρος; Ενδιαφέρομαι βέβαια για μια πλευρά της σύγχρονης τέχνης που έχει να κάνει με τις συνδέσεις μεταξύ πραγμάτων τα οποία δεν έχουν απαραιτήτως να κάνουν με την τέχνη. Το να είμαι ανοιχτή σε άλλα πράγματα, σε παρατηρήσεις που έρχονται από οπουδήποτε και όχι μέσα από την τέχνη, είναι πολύ σημαντικό. Πρόκειται για κάτι προσωπικό. Ολες αυτές οι ετικέτες όμως χρησιμεύουν περισσότερο για να κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται σίγουροι για τις δικές τους επιλογές. Τους διευκολύνουν. Εχουν να κάνουν ένα βήμα λιγότερο. Νιώθουν ότι δεν παίρνουν τόσο μεγάλο ρίσκο αν κάποιος είναι «νέος» ή αν κάποιος είναι «σύγχρονος» ή αν κάποιος έχει πάρει βραβείο στη Βενετία. Είναι θέμα ευκολίας».
H έκθεση της Σου Μέι Τσε στην αίθουσα τέχνης ΑΔ (Παλλάδος 3, Ψυρρή) θα διαρκέσει ως τις 10 Ιουλίου. Πληροφορίες στο τηλ. 210 3228.785.