H Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία είναι η Εκκλησία της Αναστάσεως. Τα «Πάθη τα σεπτά» και η λαμπροφόρος Ανάσταση του Κυρίου αποτελούν το κέντρο της ορθόδοξης υμνολογίας – ποίησης και μουσικής. Για την ύμνηση αυτών των γεγονότων της M. Εβδομάδος στήθηκαν τα θαυμασιότερα μνημεία καλλιέπειας. Υμνογράφοι και μελουργοί βάλθηκαν να υμνήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο όλες τις λεπτομέρειες του πάθους και να δοξάσουν την Ανάσταση με όλες τις ποικιλότατες εκφράσεις χαράς και αγαλλίασης. Στις Ακολουθίες, κυρίως της M. Εβδομάδος, έχουμε ένα θαυμάσιο πλέξιμο των εβραϊκών Ψαλμών με τα χριστιανικά Τροπάρια, των Προφητειών και άλλων περικοπών της Παλαιάς Διαθήκης με τα Ευαγγέλια και τους Αποστόλους της Καινής Διαθήκης. Και συνυπάρχει βέβαια η εξομολογητική ανάταση, όπως εκφράζεται με τον ευχητικό λόγο, δηλαδή τις Ευχές και τις Δεήσεις, με τις οποίες η παπαδική χορεία διαλέγεται με τον Θεό σε ευθύ λόγο. Τη M. Εβδομάδα πάλι τελούνται όλες οι Ακολουθίες του εκκλησιαστικού νυχθημέρου. Για μια εμφανέστερη και δραματουργική παρακολούθηση των κοσμοσωτηρίων γεγονότων που συνέβησαν τότε, συμπυκνωμένα σε μία εβδομάδα, έχει διαμορφωθεί η Ακολουθία του Νιπτήρος και η μεγάλη ενότητα των 15 Αντιφώνων με τα 12 Ευαγγέλια που εξιστορούν το θείο πάθος μέχρι την ύψωση του Χριστού στον Σταυρό.


Από όλες αυτές τις Ακολουθίες εκείνες που ξεχωρίζουν για τον υμνολογικό τους πλούτο και τη μελική ποικιλία και κατασυγκινούν τις ψυχές των πιστών εξιστορώντας τα πάθη τα σεπτά σε όλες τους τις λεπτομέρειες είναι ο Ορθρος και ο Εσπερινός.


«Λογική» η λατρεία


H ορθόδοξη λατρεία είναι λογική λατρεία. H αναφορά του ανθρώπου στον Θεό, στη Θεοτόκο και στους αγίους και η προσομιλία είναι άμεση και γίνεται με τον λόγο, αφού και ο Θεός-Λόγος «σαρξ εγένετο» για μας. Το μέλος, ως σύμφυτο εκπόρευμα του λόγου, σε όλες του τις διαβαθμίσεις, αποτελεί το ηχητικό ένδυμα του λόγου που θέλει να μορφοποιήσει και αποκαλύψει «τον εγκείμενον τοις ρήμασι νουν», κατά τη σοφή διατύπωση του Γρηγορίου Νύσσης. Λόγος και Μέλος είναι δίδυμο εκπόρευμα και μαζί επιτήδευμα της διάνοιας του ανθρώπου. Ποιο είναι πρώτο και ποιο δεύτερο από τα δύο; Το συναμφότερο!


Ο λόγος στη λατρεία διακρίνεται σαφώς σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: σε βιβλικό λόγο (τα αναγνώσματα), σε ευχητικό λόγο (οι δεήσεις και οι ευχές) και σε υμνητικό λόγο (οι ψαλμοί και τα τροπάρια). Ο βιβλικός λόγος παραδόθηκε από τη θεόπνευστη Αγία Γραφή, δηλαδή Παλαιά και Καινή Διαθήκη, ο ευχητικός λόγος αποθησαυρίστηκε στο Ευχολόγιο και ο υμνητικός λόγος αποτελεί το απαύγασμα της Υμνογραφίας και της Ψαλτικής Τέχνης.


Ο διάλογος


Στη λατρεία υπάρχει ένας διηνεκής διάλογος του ανθρώπου με τον ευχητικό και υμνητικό λόγο και του Θεού με τον βιβλικό λόγο. «Τάδε λέγει Κύριος» ή «είπεν ο Κύριος» είναι η χαρακτηριστική έναρξη των βιβλικών αναγνωσμάτων. Και ο διάλογος αυτός εκτυλίσσεται πάντοτε, την κάθε ημέρα, σε ενεστώτα χρόνο. «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…», «Σήμερον ο Αδης στένων βοά…», «Σήμερον του ναού το καταπέτασμα…». ‘H «Ερχόμενος ο Κύριος…», «συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν, ίνα και συζήσωμεν αυτώ…», «αι γενεαί πάσαι ύμνον τη ταφή σου προσφέρουσι…», «Υμνούμεν σου Χριστέ το σωτήριον πάθος και δοξάζομέν σου την Ανάστασιν» και βέβαια η φωτοπλημμύρα «νυν», τώρα και την κάθε ώρα· «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός· ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια…». Το μέγα θαύμα στη ζωή των ορθοδόξων είναι αυτή η δυνατότητα: να μιλάμε στον Θεό την κάθε ώρα μας και να διαλεγόμαστε μαζί του.


Κατά την προσομιλία αυτή έχουν ποιηθεί θαυμάσιοι διάλογοι από τους μεγάλους υμνογράφους και σε ευθύ και σε πλάγιο ύφος, καθώς και θεσπέσιοι μονόλογοι του ίδιου του Χριστού και βέβαια της μητέρας του, της Θεοτόκου Μαρίας. Ποιος δεν θα σταθεί με δέος μπροστά στον ακόλουθο θείο μονόλογο:


«… Λαός μου, τι εποίησά σοι, ή τι σοι παρηνώχλησα;


τους τυφλούς σου εφώτισα, τους λεπρούς σου εκαθάρισα,


άνδρα όντα επί κλίνης ηνωρθωσάμην.


Λαός μου, τι εποίησά σοι και τι μοι ανταπέδωκας;


αντί του μάνα χολήν, αντί του ύδατος όξος,


αντί του αγαπάν με σταυρώ με προσηλώσατε…».


Και ποιος πιστός δεν θα θέλει να ψελλίσει, όταν το γνωρίζει, το ακόλουθο τροπάριο για να γλυκάνει με την παραδοχή το θείο παράπονο:


Εσταυρώθης δι’ εμέ, ίνα εμοί πηγάσης την άφεσιν·


εκεντήθης την πλευράν, ίνα κρουνούς ζωής αναβλύσης μοι·


τοις ήλοις προσήλωσαι, ίνα εγώ τω βάθει των παθημάτων σου


το ύψος του κράτους σου πιστούμενος κράζω σοι, ζωοδότα Χριστέ·


δόξα και τω σταυρώ, σώτερ, και τω πάθει σου.


Τα «σταυροθεοτοκία»


Οι περίφημοι μονόλογοι της Θεοτόκου, με ζωηρό το ανθρωπομορφικό στοιχείο, αποτελούν τη μεγάλη και ιδιαίτερα συγκινησιακή κατηγορία ποιημάτων, τα θαυμάσια «σταυροθεοτοκία» τροπάρια. H μάνα του Θεού, και μαζί με αυτήν όλες οι μάνες της οικουμένης, κάτω από τον σταυρό και τον σταυρωμένο γιο της, θρηνολογεί με απείρου κάλλους, άφθαστες, ποιητικές εκφράσεις και εικόνες και παρομοιώσεις. Και όχι μόνο στη δική μας βυζαντινή υμνολογία αλλά και στην παράλληλη ευλαβική αναφορά των άλλων χριστιανικών δογμάτων – κι ας θυμηθούμε τα περίφημα «Stabat Matter dolorosa, juxta crucen lacrimosa» [= «Η μάνα στεκόταν πονεμένη, κοντά στον σταυρό δακρυσμένη»] – και κυρίως στη λαϊκή ποίηση και μουσική παράδοση. Το λαϊκό μοιρολόγι της Παναγιάς, της «παρισταμένης τω σταυρώ», παραβγαίνει με τις υψηλότατες ποιητικές συλλήψεις του επιτάφιου θρήνου Και δεν ξέρω πόσοι γνωρίζουμε το ακόλουθο σταυροθεοτοκίο, ανάμεσα σε πολλά άλλα, με τον περιγραφικό λόγο στην αρχή, για διαζωγράφιση της εικόνας μιας μοιρολογήτρας, και με τον θαυμάσιο μονόλογο με το ρητορικό ερωτηματικό ύφος:


Σήμερον σε θεωρούσα η άμεμπτος Παρθένος,


εν σταυρώ, Λόγε, αναρτώμενον,


οδυρομένη μητρώα σπλάγχνα, ετέτρωτο την καρδίαν πικρώς,


και στενάζουσα οδυνηρώς εκ βάθους ψυχής,


παρειάς συν θριξί καταξαίνουσα, κατετρύχετο·


διό και το στήθος τύπτουσα, ανέκραγε γοερώς·


Οίμοι, θείον τέκνον, οίμοι το φως του κόσμου!


τι έδυς εξ οφθαλμών μου ο Αμνός του Θεού;


Οθεν, αι στρατιαί των ασωμάτων τρόμω συνείχοντο λέγουσαι·


Ακατάληπτε Κύριε, δόξα σοι.


Τα «αναστάσιμα»


Τα παντοία τροπάρια που υμνολογούν την Ανάσταση λέγονται «αναστάσιμα». Το θέμα της Αναστάσεως, στο οποίο πάντοτε σχεδόν νοείται ο σταυρικός θάνατος και συνεκδοχικά το θείο πάθος, εξυμνείται με ποιητικότατο τρόπο κατά οκτώ ενότητες, ανά μία σε καθέναν από τους οκτώ ήχους της ελληνικής μουσικής, όπως οργανώθηκε στην Ψαλτική Τέχνη, από τον μεγάλο θεολόγο και υμνολόγο Ιωάννη τον Δαμασκηνό (+περί το 754). Και προέκυψε έτσι η πρώτη περίφημη Οκτώηχος της ελληνικής ορθόδοξης λατρείας. Τα αναστάσιμα αυτά ποιήματα, 12 σε κάθε ήχο και συνολικά 96, είναι στιχηρά Ιδιόμελα, δηλαδή μονόστροφα ποιήματα που έχουν «ίδιον-μέλος» και στα οποία προψάλλεται ένας στίχος από τους Ψαλμούς, των κεκραγαρίων (Ψαλμοί 140-141 και 129 και 116) στους Εσπερινούς και των αίνων (Ψαλμοί 148-150) στους Ορθρους. H Οκτώηχος αυτή, που καθόρισε και τον μεγάλο επαναλαμβανόμενο κύκλο των οκτώ εβδομάδων τελέσεως των Ακολουθιών του εκκλησιαστικού νυχθημέρου, με κέντρο τον αναστάσιμο χαρακτήρα της Κυριακής και με απαρχή την Κυριακή της Αναστάσεως, εμπλουτίστηκε και με άλλα υμνογραφικά είδη και για όλες τις ημέρες της εβδομάδος και κατέληξε να είναι το βασικό υμνολογικό βιβλίο της λατρείας μας, η Μεγάλη Οκτώηχος ή η Μεγάλη Παρακλητική.


Ενα πανέμορφο τροπάριο της α’ ωδής του Κανόνος της Αναστάσεως, που και αυτός είναι ποίημα του Ιωάννου Δαμασκηνού, είναι το αρμοδιότερο να κλείσει αυτή τη μικρή προσέγγιση της υμνολογίας της M. Εβδομάδος των Παθών και της Κυριακής της Αναστάσεως, του Πάσχα:


Ουρανοί μεν επαξίως ευφαραινέσθωσαν, γη δε αγαλλιάσθω·


εορταζέτω δε κόσμος, ορατός τε άπας και αόρατος·


Χριστός γαρ εγήγερται, ευφροσύνη αιώνιος.


Και βέβαια ο θριαμβικός παιάνας για όλη την περίοδο μέχρι την εορτή της Αναλήψεως, 40 ημέρες, είναι το πασχάλιο στιχηρό Ιδιόμελο, στο ιλαρό σύντομο μέλος του πλ. α’ ήχου, με τον προψαλλόμενο στίχο (Ψαλμός 67), που θα γλυκαίνει τις ακοές μας και τη διάθεσή μας από την Κυριακή του Πάσχα:


Στίχος. Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού·


και φυγέτωσαν από προσώπου αυτού οι μισούντες αυτόν.


Πάσχα ιερόν ημίν σήμερον αναδέδεικται·


Πάσχα καινόν, άγιον, Πάσχα μυστικόν·


Πάσχα πανσεβάσμιον· Πάσχα Χριστός ο λυτρωτής.


Πάσχα άμωμον, Πάσχα μέγα, Πάσχα των πιστών,


Πάσχα το πύλας ημίν του παραδείσου ανοίξαν.


Πάσχα πάντας αγιάζον πιστούς.


Ο κ. Γρηγόρης Θ. Στάθης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.