» Πιστεύω στη λογική της ευαισθησίας »





Την πρώτη ατομική έκθεση της Κιμσούτζα στην Ελλάδα με τίτλο «Ταξίδι στον κόσμο» παρουσιάζει το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στους εκθεσιακούς χώρους της Νέας Πτέρυγας του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών από την Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2005. H έκθεση περιλαμβάνει εγκαταστάσεις, βιντεοεγκαταστάσεις και μια ηχητική εγκατάσταση, έργα από την τελευταία δεκαετία της δημιουργικής πορείας της καλλιτέχνιδος. Γεννημένη το 1957 στην Ταεγκού της Κορέας, η Κιμσούτζα σπούδασε στο Τμήμα Ζωγραφικής του Πανεπιστημίου Hong-Ik της Σεούλ (1980-84) και στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού (1984-85). Από το 1998 ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη αλλά φυσικά – όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει και από τη φύση των έργων της, τα οποία, σύμφωνα με το ΕΜΣΤ, ανιχνεύουν θέματα όπως «οι συνθήκες ύπαρξης και επικοινωνίας στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, ο νομαδισμός, η μετανάστευση, καθώς και η θέση και ο ρόλος της γυναίκας στη σύγχρονη κοινωνία» – ταξιδεύει συνέχεια. Στην Αθήνα βρέθηκε για την προετοιμασία της έκθεσής της, όπου και είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε, προτού ταξιδέψει απευθείας στο Νεπάλ – ένα σχέδιο για το οποίο ελπίζει ότι δεν θα ανατραπεί από τις εκεί πολιτικές συνθήκες.




– Πολλά έχουν γραφτεί για τις καταβολές σου, για το πώς ανατράφηκες ως καθολική χριστιανή, αλλά ο τρόπος ζωής σου βρίσκεται πιο κοντά στον βουδισμό. Επιπλέον, είσαι γεννημένη στην Κορέα, όπου ο κομφουκιανισμός κυριαρχεί, αλλά ταξιδεύεις συνέχεια και τώρα πια ζεις στη Νέα Υόρκη. Αποτελεί συνειδητή επιλογή να μιλήσεις για την πολυστρωματικότητα της ζωής χρησιμοποιώντας μια δυτική γλώσσα όπως η εγκατάσταση ή το video;


«Δεν άρχισα να ασχολούμαι με το video και τις εγκαταστάσεις επειδή ήθελα ακριβώς να φτιάξω εικόνες. Στην αρχή ήταν απλώς μια καταγραφή. Μάλιστα δεν ήταν καν η καταγραφή μιας performance διότι δεν επρόκειτο για performance, απλώς κατέγραφα την καθημερινή ζωή μου. Οταν όμως ξαναείδα το υλικό, ανακάλυψα ότι το video είχε τη δυνατότητα να αποκαλύψει μια κρυφή διαδικασία στη δουλειά μου. Ενα παράδειγμα είναι η εμμονή μου με το ράψιμο, αυτή η επαναληπτική, κυκλική κίνηση που έχει τόσα να κάνει με τον χρόνο και την οποία προσπαθώ να συμβολίσω με το σώμα μου – το σώμα μου ως βελόνα που ράβει το τεράστιο ύφασμα της φύσης. Ανακάλυψα λοιπόν ότι το video κάνει κάτι παρόμοιο, αν θέλεις με έναν μη υλικό τρόπο. Δεν υπήρχε λοιπόν πρόθεση σχετικά με το πόσο «δυτικό» μέσο είναι το video, επρόκειτο για κάτι που είχε να κάνει με μια δική μου διαδικασία. Το μέσο εισχώρησε στην ίδια την αντίληψη που είχα για τη δουλειά».


– Αυτό δεν σημαίνει σχεδόν ότι η προσέγγισή σου είναι περισσότερο μορφολογική παρά εννοιολογική;


«Υπάρχει πάντα ένα μορφολογικό ενδιαφέρον στη δουλειά μου. Αλλά πάντα στόχευα σε μια ολότητα σχετικά με έναν μορφολογικό τρόπο να φτιάξει κανείς τέχνη που να έχει ένα συναισθηματικό ή ιστορικό περιεχόμενο. Δεν υπάρχει συνεπώς ένας φορμαλισμός με την αυστηρή έννοια αλλά η προσπάθεια να συνυπάρξουν αυτά τα στοιχεία σε μια σύλληψη».


– Γιατί όμως πιστεύεις ότι η σύγχρονη κριτική δεν επιλέγει ποτέ να ασχοληθεί με τον μορφολογικό τρόπο αλλά μόνο με τα ζητήματα που θίγονται; Γιατί πρέπει να καταλήξουμε να μιλούμε όχι για την τέχνη σου αυτή καθαυτή αλλά για τη θέση της γυναίκας στην Κορέα ή για τον φεμινισμό;


«Μα γι’ αυτό ακριβώς πάντοτε απέφευγα να πω ότι είμαι φεμινίστρια. Δεν ήθελα να εμφανιστώ με τόσο στενή προοπτική. H δουλειά μου δεν αφορά μόνο τον μινιμαλισμό ή μόνο τον φεμινισμό ή μόνο τον φορμαλισμό ή μόνο την παγκοσμιοποίηση. Αποτελεί μια ολότητα η οποία ασφαλώς έχει όλα αυτά τα στοιχεία και αφορά όλες αυτές τις έννοιες, συγκροτείται ωστόσο βάσει μιας διαίσθησης και όχι βάσει μιας θεωρίας ή μιας συγκεκριμένης εννοιολογικής προσέγγισης. Μπορεί εκ των υστέρων να έχει αξία εννοιολογική αλλά τη στιγμή που κάνεις τη δουλειά είναι διαφορετικά, έχει να κάνει με τη δική σου παρουσία, τη δική σου διαίσθηση, τη δική σου επιθυμία. Πιστεύω στη λογική της ευαισθησίας».


– Πόση σημασία έχει όμως να αντιληφθεί ο θεατής από αυτή την «ολότητα» που περιγράφεις ακριβώς αυτό που εσύ έχεις στο μυαλό σου;


«Δεν έχει καμία σημασία. Κάποιος που έχει μια όμορφη ανάμνηση θα σκεφθεί κάτι διαφορετικό από κάποιον που έχει νιώσει πόνο. Το θέμα είναι να φτιάξει κανείς κάτι ανοικτό σε όλες αυτές τις πιθανότητες. Τα κλινοσκεπάσματα, ας πούμε, τα οποία εγκαθιστώ τώρα εδώ, είναι γοητευτικά γιατί παραπέμπουν σε ένα μέρος όπου γεννιόμαστε, αγαπάμε, ονειρευόμαστε, υποφέρουμε και πεθαίνουμε…».


– Και αν εγώ σκεφθώ τη στερεοτυπική εικόνα μιας ελληνίδας μικροαστής νοικοκυράς που κρεμάει τα σεντόνια στο μπαλκόνι όσο ο σύζυγός της είναι στη δουλειά και ζει έτσι την κλειστή, μικρή ζωή της;


«Αυτό δεν είναι τόσο διαφορετικό από κάτι που μπορεί να συμβαίνει στην Κορέα. Θα μπορούσε να είναι ένας τρόπος να το δεις. Εχω περάσει αρκετό καιρό προσπαθώντας να εκφράσω με έναν τρόπο τον γυναικείο οικιακό μόχθο. Πιστεύω ότι η ζωή της γυναίκας είναι γεμάτη δισδιάστατες και τρισδιάστατες αναπαραστατικές εγκαταστάσεις».


– Εστω και αν η δουλειά σου δεν είναι ευθέως πολιτική, υπάρχει μια πολιτική διάσταση, δεν είναι έτσι;


«Καταλαβαίνω ασφαλώς τι εννοείς αλλά δεν είχα ποτέ ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα πολιτικά πράγματα και πάντα πίστευα ότι για τα προβλήματα του κόσμου φταίνε οι πολιτικοί και όχι οι απλοί άνθρωποι. H μόνη φορά που ένιωσα ότι θα ήθελα να γινόμουν πολιτικός και να άλλαζα κάτι ήταν όταν επισκέφθηκα το Λάγος της Νιγηρίας. Οσα είδα εκεί ήταν απίστευτα».


– Επίτρεψέ μου όμως να προτείνω ένα σενάριο: μπορεί να πει κανείς ότι για την κατάντια διάφορων αφρικανικών χωρών ευθύνονται οι πολιτικοί τους που ξεπουλάνε τα πάντα σε δυτικές εταιρείες. Και δεν θα ήταν δύσκολο να εντοπίσει κανείς καλλιτέχνες που θίγουν ένα τέτοιο ζήτημα, καλλιτέχνες που συχνά λαμβάνουν μέρος σε μεγάλες εκθέσεις, ας πούμε, στις ΗΠΑ. Και δεν είναι διόλου απίθανο χορηγός στην έκθεση να είναι η ίδια εταιρεία στην οποία οι αφρικανοί πολιτικοί έχουν ξεπουλήσει την ίδια τους τη χώρα. Τι πρέπει να κάνει ένας καλλιτέχνης;


«Μερικές φορές πρέπει να λέμε «όχι». Και εγώ, όταν νιώθω ότι υπάρχει σύγκρουση, λέω όχι. Δεν είναι εύκολο βέβαια γιατί όλα συνδέονται. Αυτός είναι ένας λόγος που έφυγα από την Κορέα. Πρώτα από όλα ήταν δύσκολο να αναγνωριστεί μια γυναίκα ως καλλιτέχνις στην Κορέα ή να βρει υποστήριξη είτε οικονομική είτε κριτική. Ενιωθα τρομερή μοναξιά σε εκείνη την κοινωνία. Επρεπε να λέω συνέχεια «όχι» στην Κορέα».


– Εχεις πει ποτέ «όχι» στη Νέα Υόρκη;


«Δεν έχω κάνει ακόμη πολλά πράγματα στη Νέα Υόρκη. Δείχνω περισσότερα πράγματα στην Ευρώπη».


– H πιθανότητα βέβαια να πεις «όχι» έχει να κάνει με τη σταδιοδρομία σου, έτσι δεν είναι;


«Το πιο σημαντικό πράγμα είναι η δική μου ακεραιότητα. Συνήθως απλώς χρειάζεται χρόνος για να σκεφθείς. Αλλά δεν σου δίνουν χρόνο. Οπως τώρα με την Μπιενάλε της Βενετίας, το καλοκαίρι. H Ρόσα Μαρτίνες θέλει να δείξει ένα έργο αλλά οι επιμελητές θέλουν πάντα το έργο που ταιριάζει με αυτό που θέλουν να πουν. Εχω ένα έργο που είναι ιδανικό για την ιδέα της Ρόσα. Αλλά εγώ θέλω να δείξω άλλο, ένα καινούργιο. Θα δούμε».


– Καλή επιτυχία με την Μπιενάλε. Μια τελευταία ερώτηση: Εδώ στην Ελλάδα υπάρχουν αρκετοί νέοι καλλιτέχνες οι οποίοι κάνουν αρκετά καλή δουλειά, δεν κατορθώνουν όμως να ενταχθούν στο διεθνές σύστημα. Συχνά λέμε ότι δεν έχουν υποστήριξη από το κράτος ή τους θεσμούς ή τις υποδομές. Κάτι τέτοιο όμως μπορεί να ισχύει για έναν Γερμανό αλλά όχι για μια Κορεάτισσα. Εσύ πώς τα κατάφερες;


«Διακινδύνευσα τα πάντα. Θα μπορούσα ίσως να γίνω μια αρκετά επιτυχημένη καλλιτέχνις στην Κορέα. Αλλά τα παράτησα όλα, όσα είχα κερδίσει εκεί, και έφυγα χωρίς να έχω τίποτε. Το να παίρνει κανείς ρίσκα με τη ζωή του είναι ο μόνος τρόπος να προχωρήσει. Για εμένα ήταν η Νέα Υόρκη γιατί είχα μείνει εκεί παλαιότερα και είχα μια καλή εμπειρία. Αλλά θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο. Με μια έννοια, οι άνθρωποι παγιδεύονται από τους εαυτούς τους. H υποδομή μπορεί βέβαια να βοηθήσει αλλά τελικά είναι ατομική υπόθεση. Μοναξιά και ρίσκο. Αυτός είναι ο τρόπος. Δίχως μοναξιά και ρίσκο δεν μπορεί κανείς να πετύχει τίποτε».


H έκθεση της Κιμσούτζα «Ταξίδι στον κόσμο», την οποία διοργανώνει το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Νέα Πτέρυγα Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (Βασ. Σοφίας και Π. Κόκκαλη 1), θα εγκαινιαστεί μεθαύριο 15 Φεβρουαρίου και θα διαρκέσει ως τις 29 Μαΐου. Πληροφορίες από το ΕΜΣΤ στα τηλ. 210 9242.111-2, e-mail: protocol@ emst.culture.gr, hhttp: //www. emst.gr. Πληροφορίες για την καλλιτέχνιδα, http: //www.kimsooja. com.