Το ξεπέρασμα της κρίσης

πολιτική Το ξεπέρασμα της κρίσης Προβληματισμοί και ερωτήματα για το μέλλον ενός πυλώνα της δημοκρατίας μας ΔΗΜΗΤΡΗΣ A. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ H σχέση των κομμάτων με τη δημοκρατία θα μπορούσε να παρομοιαστεί με εκείνες τις ανθρώπινες σχέσεις που βρίσκονται επανειλημμένα ένα βήμα πριν από τον χωρισμό, χωρίς όμως να καταλήγουν σε αυτόν. Τα κόμματα ωστόσο αποκλείεται να πάρουν διαζύγιο από τη δημοκρατία, τουλάχιστον

H σχέση των κομμάτων με τη δημοκρατία θα μπορούσε να παρομοιαστεί με εκείνες τις ανθρώπινες σχέσεις που βρίσκονται επανειλημμένα ένα βήμα πριν από τον χωρισμό, χωρίς όμως να καταλήγουν σε αυτόν. Τα κόμματα ωστόσο αποκλείεται να πάρουν διαζύγιο από τη δημοκρατία, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον. Τα κόμματα έχουν την ευθύνη της σύνθεσης συγκρουόμενων κοινωνικών συμφερόντων και αντιτιθέμενων προτεραιοτήτων, μέσω της άρθρωσης πολιτικού λόγου για τα ανοιχτά ζητήματα κάθε κοινωνίας. Ενώ όμως είναι προφανής η σημασία των κομμάτων για τη δημοκρατία, πολλοί τα θεωρούν έναν εξοφλημένο θεσμό. Τα θεωρούν αδιακρίτως υποκινητές της διαφθοράς και μηχανισμούς ικανοποίησης προσωπικών φιλοδοξιών.


Οι πολιτικοί επιστήμονες και οι συνταγματολόγοι που προσκλήθηκαν από τους Δημ. Τσάτσο και Ξεν. Κοντιάδη να συμβάλουν στον συλλογικό τόμο Το μέλλον των κομμάτων, σε αντίθεση με τον κυνισμό μερίδας των MME και της κοινής γνώμης, προεκτείνουν τον προβληματισμό πέρα από τη διάχυτη μεμψιμοιρία περί κομμάτων. Παραδέχονται και τεκμηριώνουν το πρόβλημα, αλλά και προτείνουν διεξόδους. Ο Ευ. Βενιζέλος προτείνει το άνοιγμα των παραδοσιακών κομματικών μηχανισμών στην κοινωνία («ανοιχτό κόμμα»). Ο Μιχ. Σπουρδαλάκης τεκμηριώνει ότι η αντικομματική αμφισβήτηση δεν αφορά τα κόμματα γενικώς ως θεσμό της δημοκρατίας, αλλά τα σημερινά κρατικοδίαιτα κόμματα («κόμματα καρτέλ»). Ο A. Μακρυδημήτρης εξηγεί τα πλεονεκτήματα του διαχωρισμού του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος από την κυβέρνηση. Ο K. Χρυσογόνος αναζητεί «αντίδοτα» στην έλλειψη εσωκομματικής δημοκρατίας και στην ανεξέλεγκτη ιδιωτική χρηματοδότηση των κομμάτων. Ο Ξεν. Κοντιάδης δείχνει με στέρεο τρόπο πώς οι νέες Ανεξάρτητες Αρχές απαλλάσσουν τους πολιτικούς «από τη διαχείριση ευαίσθητων πεδίων άσκησης δημόσιων πολιτικών» και άρα εμμέσως συμβάλλουν στην υπέρβαση της κρίσης των κομμάτων. Οι Γ. Κατρούγκαλος και Ηβη Μαυρομούστακου, αφού παραθέσουν ποσοτικούς δείκτες για το νομοθετικό έργο και τον κοινοβουλευτικό έλεγχο στη Βουλή των Ελλήνων, εισηγούνται την ουσιαστική ενίσχυση των αρμοδιοτήτων των κοινοβουλευτικών επιτροπών.


Δικαιώματα και κόμματα


Ο X. Ανθόπουλος τονίζει τον συμπληρωματικό προς τα κόμματα ρόλο των ΜΚΟ στη λειτουργία της πολιτικής αντιπροσώπευσης και στον ιδιαίτερο ρόλο των πρώτων στο πλαίσιο του νέου προτύπου της «διαβουλευτικής δημοκρατίας». Ο Ηλ. Νικολακόπουλος εξιστορεί τις πρώτες δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα (του 1946 και του 1957!), εξηγεί το ανέφικτο της απόλυτης απαγόρευσης δημοσκοπήσεων στην τελευταία περίοδο προ των εκλογών και αντ’ αυτής προτείνει μια διαρκή επιτροπή «ελέγχου και δεοντολογίας των πολιτικών δημοσκοπήσεων». Στο ίδιο θέμα ο Γ. Μαυρής, ύστερα από μια επισκόπηση της πρόσφατης διεθνούς εμπειρίας, σκέφτεται ένα διττό σύστημα εγγυήσεων κατά της χειραγωγικής χρήσης των δημοσκοπήσεων και υπέρ «του δικαιώματος των πολιτών στην ολοκληρωμένη πληροφόρηση». Ο K. Μποτόπουλος εντοπίζει τη διαφορά Αριστεράς – Δεξιάς στο πεδίο των αξιών στο οποίο οι δύο παρατάξεις αποκλίνουν. Ο Απ. Γέροντας βλέπει διέξοδο από την κρίση των κομμάτων, εφόσον αυτά επιδιώξουν ως αρχή τους τον έλεγχο της παγκόσμιας οικονομίας και αποκτήσουν ως ηγεσία «μια νέα γενιά πολιτικών έξω από τα κυκλώματα των διαπλεκόμενων οικονομικοπολιτικών ελίτ».


Ο Απ. Παπακωνσταντίνου αναλύει το πώς κατοχυρώνονται πληρέστερα τα δικαιώματα ίδρυσης και συμμετοχής στα κόμματα από το Σύνταγμα της Ελλάδος σε συνδυασμό με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τον πρόσφατο N. 3023/2002. Ο Θαν. Ξηρός αμφιβάλλει αν αυτός ο νόμος προσκόμισε κάτι νέο ως προς τα οικονομικά των κομμάτων, αλλά είναι σχετικά αισιόδοξος ως προς τη «δημιουργία συνθηκών γνησιότερου εκλογικού ανταγωνισμού». Ο Δημ. Τσάτσος, διεθνώς γνωστός για τη συμβολή του και στο «Δίκαιο των Πολιτικών Κομμάτων», συνάγει από την ερμηνεία του άρθρου 191 της Συνθήκης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ότι έχει νόημα να μιλάμε για «ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα». Επίσης ότι επιτρέπεται στους πολίτες να είναι μέλη τους και ότι τα ευρωπαϊκά κόμματα δεν αποτελούν συνασπισμούς εθνικών κομμάτων ούτε όμως τα εκτοπίζουν. Στο ίδιο θέμα η Λίνα Παπαδοπούλου διαπιστώνει ότι ο Κανονισμός του Συμβουλίου που διέπλασε ειδικά το ανωτέρω άρθρο δεν συμβάλλει στο να υπερβούν οι ευρωπαϊκοί κομματικοί σχηματισμοί τη σημερινή, γραφειοκρατική φάση της ανάπτυξής τους. Εν τούτοις δεν έχει χαθεί το στοίχημα διαμόρφωσης μιας νέας «επικράτειας της πολιτικής» (A. Μανιτάκης) σε ευρωπαϊκό επίπεδο.


Επιστημονική γνώση και κοινή γνώμη


Είναι προφανές ότι σε αντίθεση με μερίδα των MME και της κοινής γνώμης, οι συγγραφείς του Μέλλοντος των κομμάτων δεν θεωρούν τα κόμματα απαξιωμένα και έχουν πειστικά επιχειρήματα γι’ αυτό. Από την άλλη, πολλοί εκ των συγγραφέων αναφέρονται εκτενώς σε βασικές γνώσεις πολιτικής επιστήμης και συνταγματικού δικαίου για τα πολιτικά κόμματα. Το υλικό αυτό, που προφανώς ταιριάζει σε εισαγωγικά εγχειρίδια, θα μπορούσε να έχει περιοριστεί. Το ίδιο μπορεί να πει κανείς για τις επικαλύψεις κεφαλαίων, όσο και αν αυτές είναι αναπόφευκτες σε συλλογικούς τόμους. Από τον συλλογικό τόμο λείπει μια εισαγωγή, ύστερα από τον ενδιαφέροντα πρόλογο. H εισαγωγή θα έδινε την ευκαιρία για μια σύνοψη των σημείων σύμπτωσης και απόκλισης μεταξύ των δεκαπέντε κεφαλαίων του τόμου. Στο τέλος θα ήταν επίσης χρήσιμα τυχόν ευρετήρια επιστημονικών όρων και κυρίων ονομάτων. Στο βιβλίο υπάρχουν σποραδικά τυπογραφικά λάθη, ενώ κάποια παραθέματα δεν συνοδεύονται από παραπομπές στις πηγές τους.


Οι αδυναμίες του τόμου δεν ακυρώνουν την προσφορά του. Αυτή έγκειται στην παρουσίαση της τρέχουσας επιστημονικής έρευνας για τα κόμματα. Δυστυχώς, στην Ελλάδα τουλάχιστον, οι συστηματικοί μελετητές έχουν υποχωρήσει ενώπιον των περιστασιακών σχολιαστών των ηλεκτρονικών MME, τα δε ρεπορτάζ στον Τύπο αρκούνται στα «παραπολιτικά» των κομμάτων. Αν οι ιστορικοί μας διαμαρτύρονται γιατί οι διάχυτες στον κόσμο απόψεις για την Ιστορία δεν έχουν καμία σχέση με τα πορίσματα της συστηματικής ιστορικής έρευνας, τότε τι να πουν οι πολιτικοί επιστήμονες και οι συνταγματολόγοι για τις ακόμη περισσότερο διάχυτες, μολονότι εξωπραγματικές και αβάσιμες, απόψεις περί κομμάτων;


Ο κ. Δημήτρης A. Σωτηρόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής της Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.