Οι επετειακοί εορτασμοί, με την περιοδική τους επανάληψη μέσα στον χρόνο, δίνουν την αφορμή για απολογισμούς, για καινούργιους προγραμματισμούς και οπωσδήποτε για νέες προσεγγίσεις, που κατοπτρίζουν κάθε φορά την ιστορική οπτική της στιγμής. Ως προς τον θεσσαλό πατριώτη, τον πρόδρομο των ελληνικών επαναστατικών κινημάτων Ρήγα Βελεστινλή, ας επισημανθεί αμέσως ότι χρειάστηκε να περάσουν δύο αιώνες από τη θανάτωσή του (1798) για να αρχίσουν να φωτίζονται ικανοποιητικά η σύνθετη προσωπικότητα και η πολύμορφη δράση του. Τέκνο του 18ου αιώνα, βαθιά εμποτισμένος με τα διδάγματα του Διαφωτισμού και τα κελεύσματα του πολιτικού φιλελευθερισμού, όπως αυτά εκφράστηκαν στον χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, επεδίωξε να ανταποκριθεί θεωρητικά, αλλά και έμπρακτα, στις διάχυτες προσδοκίες των υπόδουλων λαών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Προσδοκίες και οράματα που απέβλεπαν στην ελευθερία, με όποιο νόημα ή φόρτιση είχε κάθε φορά ο όρος αυτός για τις ποικίλες εθνότητες, ανάλογα με την ωρίμανση και τη συνειδητοποίηση των εθνικών τους πόθων και των κοινωνικών τους επιδιώξεων.


Ωστόσο η ριζοσπαστική επαναστατική, και ως εκ τούτου μυστική, πατριωτική δράση του Ρήγα, καθώς και τα πρωτοποριακά σχέδιά του για μια παμβαλκανική πολιτειακή οργάνωση, βασισμένη στη λαϊκή κυριαρχία, την «Ελληνική Δημοκρατία», παρέμειναν ως επί το πλείστον άγνωστα ως τα τέλη του 19ου αιώνα γιατί, προτού προλάβουν να τεθούν σε εφαρμογή, αποκαλύφθηκαν στην Τεργέστη και πατάχθηκαν σκληρά.


Κτήμα όλου του λαού


Η εκδοτική πρωτοβουλία της Βουλής των Ελλήνων, που στόχευε να καταστήσει το έργο του πρωτοπόρου επαναστάτη οραματιστή «κτήμα όλου του ελληνικού λαού», να προσφέρει μια νέα έκδοση των έργων του Ρήγα, βρήκε θερμή ανταπόκριση στο πρόσωπο του καθηγητή Πασχάλη Μ. Κιτρομηλίδη που επιμελήθηκε τη σειρά, καθώς και των συνεργατών του, ειδικών επιστημόνων οι οποίοι, ο καθένας από τη μεριά του, παρουσιάζουν σε νέα έκδοση και σχολιασμό τα πρωτοποριακά κείμενα του Ρήγα, είτε πρόκειται για δικές του συνθέσεις είτε για επιλεγμένες μεταφράσεις. Το σημείο άλλωστε που κάνει το γραπτό έργο του Ρήγα να ξεχωρίζει είναι ακριβώς η προσπάθειά του να συμβάλει στον φωτισμό του γένους, να αναδείξει, να εκλαϊκεύσει, μια νέα ηθική, μια νεωτεριστική οπτική τόσο στα πράγματα της καθημερινότητας όσο και στο ιδεολογικό υπόβαθρο. Η νέα συνολική έκδοση των έργων του Ρήγα, που φυσικά οφείλει πολλά σε όλους τους προηγούμενους μελετητές – ας αναφερθεί εδώ τιμητικά το όνομα του Λέανδρου Βρανούση -, αποτελεί μια πραγματική προσφορά, σε όποιον αναγνώστη και αν απευθύνεται.


Ο πρώτος τόμος της σειράς περιλαμβάνει το Σχολείο των ντελικάτων εραστών (Βιέννη, 1787), νεανικό έργο του Ρήγα το οποίο είχε ήδη παρουσιάσει αναλυτικά, με απόλυτη επιστημονική επάρκεια, από το 1971 ο σημερινός εκδότης του, νεοελληνιστής φιλόλογος Παναγιώτης Σ. Πίστας. Είναι ενδιαφέρον ότι ο ίδιος επιστήμονας ανέλαβε να παρουσιάσει και την πρόσφατη έκδοση, προσφέροντας στον σημερινό αναγνώστη όχι μόνο την εμπειρία και βαθιά γνώση του θέματος που απέκτησε ο ίδιος στην τριακονταετία που πέρασε αλλά και όλη τη σχετική νέα θεώρηση απέναντι στον Ρήγα και στον γάλλο συγγραφέα που εκείνος επέλεξε να μεταφράσει, τον Restif de la Bretonne, το έργο του οποίου έχει στο μεταξύ επανεκτιμηθεί και καταλάβει μια αναβαθμισμένη θέση στην ιστορία της γαλλικής λογοτεχνίας και στην ιστορία των ιδεών. Ετσι, αν παλαιότερα η μετάφραση των έξι διηγημάτων από τον Ρήγα είχε αποδοθεί σε νεανικές του προτιμήσεις, με ενίοτε κάποιες απαξιωτικές κρίσεις, σήμερα δικαιώνονται, καθώς επισημαίνει ο Π. Πίστας, όσοι είχαν ήδη διαβλέψει την αξία της, τόσο στο πλαίσιο της πρώιμης νεοελληνικής λογοτεχνίας του 18ου αιώνα (τομή ή κατ’ άλλους συνέχεια) όσο και των ιδεολογικών του στόχων για την αναμόρφωση και τον εκσυγχρονισμό της κοινωνικής ηθικής.


Το πνεύμα του Διαφωτισμού


Το έργο Φυσικής Απάνθισμα (Βιέννη, 1790), ερανισμένο από γερμανικά και γαλλικά εγχειρίδια Φυσικής, αποτελεί τον δεύτερο τόμο της σειράς. Γνωστό ευρύτερα από την επανέκδοσή του (Λ. Βρανούσης, 1968) και τις αναστατικές ανατυπώσεις του, παρουσιάζεται τώρα με τη φιλολογική και επιστημονική επιμέλεια του Κώστα Θ. Πέτσιου. Η νέα έκδοση βασίζεται στην πρώτη, του 1790, καθώς και στο αυτόγραφο χειρόγραφο του Ρήγα που απόκειται στο Τμήμα χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης, προερχόμενο από τη βιβλιοθήκη του μετσοβίτη εμπόρου στη Βιέννη Δ. Ποστολάκα. Με το εισαγωγικό του κείμενο και τον πλούσιο σχολιασμό του ο Κ. Πέτσιος παρουσιάζει για πρώτη φορά εξονυχιστικά το έργο αυτό του Ρήγα· τοποθετώντας το στο επιστημονικοφιλοσοφικό κλίμα της σύγχρονής του εποχής, φωτίζει τη μέθοδο με την οποία ο συγγραφέας του επιδίωξε, στο πνεύμα του Διαφωτισμού, να συντελέσει στη μόρφωση των συμπατριωτών του, να εκσυγχρονίσει τη διδασκαλία και να καταστήσει τη νεότερη φυσική επιστήμη με τις πειραματικές της μεθόδους πιο προσιτή στο ελληνικό κοινό.


Οι δύο επόμενοι τόμοι (τόμος Γ’ Ο Ηθικός Τρίπους, τόμος Δ’ Νέος Ανάχαρσις) ανήκουν στη δεύτερη λεγόμενη φάση του μεταφραστικού – εκδοτικού έργου του Ρήγα, αυτή της νέας παραμονής του στη Βιέννη, στα χρόνια 1796-1797. Τη φιλολογική επιμέλεια του Ηθικού Τρίποδος ανέλαβε η ιταλίδα νεοελληνίστρια Ines di Salvo, γνώστρια της νεοελληνικής και ιταλικής λογοτεχνίας της περιόδου του Διαφωτισμού, και ειδικευμένη στη μελέτη της γλώσσας του Ρήγα. Η επιμέλεια του Νέου Αναχάρσιδος, καθώς και οι εισαγωγές των δύο τόμων ανήκουν στην Αννα Ταμπάκη, η οποία, χάρη στη στέρεη γνώση της στα θέματα της μεταφραστικής κίνησης του 18ου και του αρχόμενου 19ου αιώνα, προσφέρει ένα αμφίπλευρο πανόραμα: αφενός, του ευρωπαϊκού πλαισίου μέσα στο οποίο δημιουργήθηκαν και άνθησαν τα κείμενα που επέλεξε να μεταφράσει ο Ρήγας και, αφετέρου, της υποδοχής τους από τον Ελληνισμό της εποχής. Παράλληλα, η Αννα Ταμπάκη αναζήτησε να ερμηνεύσει τις επιλογές αυτές στο πλαίσιο των ηθικών εννοιών και αρετών που διακήρυσσε ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός και των φιλελεύθερων πατριωτικών επιδιώξεων του μεταφραστή, όπου η αρχαιογνωσία αποτελούσε αποφασιστικό παράγοντα. Για την περίπτωση της περιήγησης του Νέου Αναχάρσιδος του αββά Μπαρθελεμύ το πράγμα είναι εύκολα ανιχνεύσιμο. Οπως είναι γνωστό, το πολυμεταφρασμένο αυτό κείμενο, στην ελληνική του εκδοχή, θεωρήθηκε από την αυστριακή αστυνομία επικίνδυνο σύγγραμμα, καθ’ ότι «ο μυστικός πόθος των Ελλήνων ανέκαθεν κατηυθύνετο προς τον σχηματισμόν αυτοτελούς κράτους», γεγονός που θα μπορούσε να μεταδοθεί ως «ηλεκτρικός σπινθήρ» και σε άλλες χώρες.


H «Ελληνική Δημοκρατία»


Είναι φανερό ότι η αυστριακή αστυνομία δεν είχε άδικο. Ο Ρήγας πια είχε φθάσει στην ολοκλήρωση του επαναστατικού του σχεδίου, έχοντας μάλιστα προετοιμάσει ακόμη και τον καταστατικό χάρτη του νέου κράτους που οραματιζόταν να δημιουργηθεί: την «Ελληνική Δημοκρατία», τη Δημοκρατία με πρότυπο το αρχαίο ελληνικό ιδεώδες, εμπνευσμένη από το γαλλικό Σύνταγμα του 1793. Τα κυρίως πολιτικά και πολιτειολογικά κείμενα του Ρήγα, που αποδεικνύουν τον συγκροτημένο προβληματισμό του για τη θεμελίωση και οργάνωση της πολιτείας και τη λειτουργία των θεσμών, αποτέλεσαν για άλλη μία φορά αντικείμενο μελέτης του Πασχάλη Μ. Κιτρομηλίδη. Στον πέμπτο τόμο της σειράς, με την οπτική του πολιτικού επιστήμονα, συνοψίζει τους προβληματισμούς που έχει αναπτύξει στις διαδοχικές προσεγγίσεις του στο θέμα, το οποίο τοποθετεί πάντοτε στο βαλκανικό του πλαίσιο. Συνάμα προσφέρει εδώ τον συγκερασμό των συμπερασμάτων, όλων των ειδικών επιστημόνων που έχουν ασχοληθεί με το πολύπλοκο αυτό θέμα, αν αναλογιστεί κανείς τα προβλήματα που θέτει η εθνική ανομοιογένεια των λαών της Βαλκανικής. Ο Π. Κιτρομηλίδης τονίζει ότι «η επαναστατική πρωτοβουλία του Ρήγα και οι ιδέες που την εξέφρασαν αντιπροσωπεύουν μια βαλκανική εκδοχή του ιακωβινισμού ως » πολιτισμικής επανάστασης» και κατ’ επέκταση συνδέονται με το γενικότερο φαινόμενο της εμφάνισης των πολιτικών παραδόσεων της νεωτερικότητας που αναδύθηκαν από τις συγκυρίες και τις ρήξεις της εποχής της Γαλλικής Επανάστασης».


Αποτυπώνοντας τη σημερινή κατάσταση των ερευνών και μελετών σχετικά με την προσωπικότητα και το έργο του Ρήγα, η νέα αυτή έκδοση των Απάντων του Ρήγα, με την επιστημονικά στέρεη και εμπεριστατωμένη παρουσίασή της, αποτελεί έναν σταθμό στις «ρηγαϊκές» σπουδές. Ευπρόσδεκτη σε όλους, ειδικούς και μη, επισημαίνεται επιπλέον η σημασία της, καθ’ ότι προέρχεται από πρωτοβουλία της Πολιτείας, που έφθασε σε αίσιο τέλος.


Η κυρία Λουκία Δρούλια είναι ιστορικός, ομότιμη διευθύντρια Ερευνών του Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.