Ενας αμύθητης αξίας θησαυρός, των εβραίων της Ελλάδος, από διαμάντια, χρυσά κοσμήματα και άλλα τιμαλφή καθώς και χιλιάδες χρυσές λίρες, που η συνολική του αξία ξεπερνούσε τα 125.000.000 χρυσά φράγκα, ποσό τεράστιο για την εποχή εκείνη, λεηλατήθηκε από τους Γερμανούς στη διάρκεια της κατοχής. Ενα μέρος αυτού του θησαυρού είχε αποσταλεί τότε στη Γερμανία από τους επικεφαλείς των ναζιστικών στρατευμάτων. Το υπόλοιπο παρέμεινε στην Ελλάδα και μετά το τέλος της κατοχής και όλες οι εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι μάλλον θα πρέπει να είναι θαμμένος κάπου στη Βόρειο Ελλάδα. Είναι λίγο πολύ γνωστή η ιστορία ενός από τους μεγαλύτερους διώκτες των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, του αναπληρωτή διοικητή της Στρατιωτικής Διοίκησης Θεσσαλονίκης – Αιγαίου Μαξιμίλιαν Μέρτεν, ο οποίος υπέγραψε για τη μεταφορά των 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης στα ναζιστικά στρατόπεδα και τον αφανισμό της μεγαλύτερης ισραηλιτικής κοινότητας που υπήρχε στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Ο Μέρτεν, που επέστρεψε τον Μάιο του 1957 στην Ελλάδα ως «τουρίστας», μετέβη αμέσως στη Θεσσαλονίκη, αναζητώντας κατά μια εκδοχή έναν κρυμμένο θησαυρό. Αλλά κατά την επιστροφή του στην Αθήνα αναγνωρίστηκε από επιζώντα θύματά του, προσήχθη σε δίκη, στο ειδικό δικαστήριο εγκληματιών πολέμου της Αθήνας, η οποία διήρκεσε από τις 11 Φεβρουαρίου ως τις 5 Μαΐου 1959 και καταδικάστηκε σε 25ετή κάθειρξη. Αφέθηκε όμως ελεύθερος μετά την έκδοση, από την τότε ελληνική κυβέρνηση κατόπιν εντόνων πιέσεων από την κυβέρνηση της τότε Δυτικής Γερμανίας, του νομοθετικού διατάγματος 4016, με το οποίο οριζόταν ότι «αναστέλλεται αυτοδικαίως και χωρίς να απαιτείται απόφασίς τις δικαστηρίου, πάσα δίωξις Γερμανών υπηκόων φερομένων ως εγκληματιών πολέμου, καθώς και η εκτέλεσις πάσης ποινής ή το υπόλοιπον ταύτης». Ετσι, στις 5 Νοεμβρίου 1959, ο «Δήμιος της Θεσσαλονίκης» Μέρτεν αποφυλακίζεται και απελαύνεται από την Ελλάδα, έχοντας καθήσει στις φυλακές μόλις 7 μήνες.
Οι πρόσφατες αποφάσεις της γερμανικής κυβέρνησης να αποζημιώσει τους ομήρους από τις ευρωπαϊκές χώρες, που μεταφέρθηκαν στη διάρκεια της πανούκλας του Γ’ Ράιχ για καταναγκαστική εργασία στη Γερμανία και στην Αυστρία, αλλά και η ενέργεια της κυβέρνησης της Ελβετίας να ανοίξει τους αζήτητους εδώ και πάνω από μισό αιώνα λογαριασμούς ξένων καταθετών – μεταξύ των οποίων και 31 Ελλήνων – αναζητώντας τους κληρονόμους τους, θέτει επί τάπητος ένα κρίσιμο ζήτημα, το οποίο δυστυχώς δεν το αντιμετώπισαν με τη δέουσα σοβαρότητα όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου: την καταβολή αποζημίωσης από τη Γερμανία στο ελληνικό κράτος για την αμύθητης αξίας περιουσία των ελλήνων εβραίων που λεηλατήθηκε από τους ναζιστές.
* Οι οργανωτές της αρπαγής
Οργανωτές της διαρπαγής της εβραϊκής περιουσίας και του αφανισμού της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, που αριθμούσε πάνω από 50.000 ψυχές, ήταν οι λοχαγοί των Ες-Ες Αλόις Μπρούνερ και Ντίτερ Βισλιτσένι, δύο ανθρωπόμορφα τέρατα, όπως τους περιγράφουν τα θύματά τους.
Η λεηλασία σε βάρος των εβραίων της Μακεδονίας αρχίζει στις 11 Ιουλίου του 1942, όταν όλοι οι άνδρες συγκεντρώνονται υποχρεωτικά στην πλατεία Ελευθερίας της Θεσσαλονίκης, όπου αρχίζει η επιλογή τους προκειμένου να αποσταλούν σε καταναγκαστικά έργα, κυρίως στην κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου. Η ηγεσία του εβραϊκού στοιχείου προσπάθησε να αντιδράσει. Οι αρχές κατοχής όμως, στις οποίες απευθύνθηκε η Ισραηλιτική Κοινότητα, ζήτησαν να καταβληθεί στους Γερμανούς το ποσό των δυόμισι δισεκατομμυρίων δραχμών ή 50.000.000 γερμανικά μάρκα για να απαλλαγούν οι ασχολούμενοι με καταναγκαστικά έργα Ισραηλίτες. Η κοινότητα δέχθηκε αναγκαστικά και υπεγράφη σχετικό συμφωνητικό με τον αρχηγό του Επιτελείου Θεσσαλονίκης – Αιγαίου Μαξ Μέρτεν. Τελικά καταβλήθηκαν 1.900.000.000 δρχ. ή 38.000.000 μάρκα σε 4 δόσεις. Το υπόλοιπο ποσό δεν χρειάστηκε να καταβληθεί, γιατί εν τω μεταξύ είχε συντελεσθεί η εξόντωση των Εβραίων της Θεσσαλονίκης.
Από τις 15 Μαρτίου ως τις 10 Αυγούστου 1943, οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης μεταφέρονται και, πλην ελαχίστων, εξοντώνονται στο στρατόπεδο Αουσβιτς-Μπιρκενάου, στην Πολωνία. Το γενικό πρόσταγμα το είχαν οι δήμιοι Μπρούνερ και Βισλιτσένι, οι οποίοι σύχναζαν στο κτίριο της οδού Βασιλίσσης Ολγας, όπου ήταν η έδρα της SD, της φοβερής γερμανικής αντικατασκοπίας. Στο ίδιο κτίριο, ιδιοκτησίας του Ερυθρού Σταυρού, στο οποίο τα τελευταία χρόνια στεγάστηκαν τα γραφεία του Οργανισμού της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας «Θεσσαλονίκη-97».
Ο Μπρούνερ παρουσίασε δύο πανούργα κόλπα που είχε χρησιμοποιήσει προηγουμένως στη Βιέννη και αργότερα στο Ντρανσί του Παρισιού, όπου έδρασε επίσης. Κάθε κρατούμενος έπρεπε να καταθέσει όσα χρήματα είχε σε ελληνικές δραχμές ή ξένα νομίσματα, λαμβάνοντας μια απόδειξη που έλεγε ότι «το ισότιμο ποσό θα αποδοθεί σε πολωνικά νομίσματα ζλότι από την Τράπεζα της Κρακοβίας».
Οι κρατούμενοι πίστεψαν τις διαβεβαιώσεις ότι στο γκέτο του Αουσβιτς, όπου επρόκειτο να μεταφερθούν, οι ηλικιωμένοι δεν θα υποβάλλονταν σε καταναγκαστική εργασία, τα παιδιά θα πήγαιναν σε εβραϊκά σχολεία, οι άνδρες και οι γυναίκες θα δούλευαν στα εργοστάσια και στα ορυχεία.
* Η διαδρομή του χρυσού
Οπως έγραψε ο Χάιντς Κούνιο στο βιβλίο του «Εζησα τον θάνατο», όταν ήρθε η ώρα οι Ισραηλίτες της Θεσσαλονίκης να ετοιμαστούν για αναχώρηση και διατάχθηκαν να συγκεντρωθούν στην κεντρική πλατεία του συνοικισμού Βαρόνου Χιρς, έπρεπε να πάρουν μαζί τους μόνο μία κουβέρτα, ένα κουτάλι κι ένα πιρούνι, καθώς επίσης να φορέσουν τα πιο ζεστά τους ρούχα. «Χρυσά κοσμήματα και άλλα τιμαλφή παραδόθηκαν στη Συναγωγή, που μας έδωσε στον καθένα μια σχετική απόδειξη παραλαβής των».
Οσοι από τους εβραίους πήραν μαζί τους κάποια κοσμήματα ή χρυσό και άλλα πολύτιμα αντικείμενα αναγκάσθηκαν να τα δηλώσουν φτάνοντας στο Αουσβιτς, στο ειδικό κομάντο (ομάδα εργασίας) που υπήρχε για τον σκοπό αυτό.
«Αποστολή του», περιγράφει ο Χ. Κούνιο «ήταν η καταγραφή των ισραηλιτικών αποσκευών: χρυσός, κοσμήματα από τη μια, τρόφιμα από την άλλη και ρούχα. Πολλοί που δούλευαν σε τούτο το κομάντο έκλεβαν χρυσό και ρούχα και οτιδήποτε άλλο».
* Ο θηριώδης δήμιος
«Ο πιο θηριώδης από τους ναζιστές δημίους», αναφέρεται στο «In Memoriam», που εξέδωσε το 1974 η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, «ήτο ο Μπρούνερ, προσωποποίηση του τευτονικού σαδισμού σε όλη του τη φρίκη. Μαστίγωνε τα θύματά του με ένα μαστίγιο από λεπτές δερμάτινες λωρίδες, εναλλασσόμενες με μετάλλινα νήματα, και τρομοκρατούσε με ένα περίστροφο που το στήριζε στον σβέρκο ή στον κρόταφο. Ο Τάκας, άλλο κάθαρμα της επιτροπής, ξεχώριζε επίσης με τη φοβερή κτηνωδία του. Αναφέρουμε, ανάμεσα σε πολλά άλλα, μια περίπτωση βασανισμού: Μια ημέρα, ο μέγας διώκτης Χασών οδηγεί δυο εβραίους, έναν αγαθό άνθρωπο και τον ανεψιό του. Ο Τάκας προεδρεύει της ανακρίσεως. Διατάσσει τους φυλακισμένους να αποκαλύψουν τον κρυψώνα όπου έχουν αποκρύψει τα κοσμήματα και το χρυσάφι των. Καθώς σωπαίνουν, τους αρπάζει και τους δυο από το σβέρκο και τους σπρώχνει ως την άκρη μιας δεξαμενής που βρισκόταν στο κέντρο του κήπου, βυθίζει τα κεφάλια των μέσα στο νερό. Η ίδια πάντα επιμονή. Απειλώντας με λύσσα, τρέχει ο Μπρούνερ. Τους ανακρίνει ο ίδιος. Η απάντηση που παίρνει δεν τον ικανοποιεί. Κρατά ένα περίστροφο στο κάθε χέρι. Διατάσσει τα δύο θύματα να στραφούν προς τον τοίχο και στηρίζει τα δύο του όπλα στους αυχένες των, με τα δάκτυλα στις σκανδάλες. Τρομοκρατημένοι, ικετεύοντας οι δύο άνθρωποί μας, προβαίνουν σε πλήρεις ομολογίες. Ξυλοκοπούνται βαρύτατα και εγκαταλείπουν τούτη την κόλαση βουτηγμένοι στο αίμα».
* Η αξία των κλοπιμαίων
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης, η μέση περιουσία, κατά κεφαλήν, των εβραίων της Ελλάδος, λίγο πριν από την εισβολή των Γερμανών στη χώρα μας, ανερχόταν σε 3.360 χρυσά φράγκα, ενώ η συνολική κινητή περιουσία ξεπερνούσε τα 125.000.000 χρυσά φράγκα και η ακίνητος περιουσία τα 75.000.000. Συνολικά, 200.000.000 χρυσά φράγκα. Από αυτά τα 5/6, δηλαδή 168.000.000 χρυσά φράγκα, αναλογούσαν στη Θεσσαλονίκη και το υπόλοιπο 1/6, δηλαδή 32.000.000 χρυσά φράγκα, στην Αθήνα και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Αναλυτικά, από την περιουσία αυτή το 12,5% αντιπροσώπευε έπιπλα, οικιακά σκεύη και είδη ρουχισμού, το 21,5% κοσμήματα και χρηματικά αποθέματα, το 28,5% εμπορικό και βιομηχανικό κεφάλαιο και το 37,5% ακίνητη περιουσία.
Ειδικότερα, πάντα σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, τα οικογενειακά κοσμήματα ήταν αξίας 8.000.000 χρυσών φράγκων στη Θεσσαλονίκη και 3.000.000 στην υπόλοιπη χώρα, ενώ τα χρηματικά αποθέματα, που είχαν κρυμμένα οι εβραίοι για τις «δύσκολες στιγμές», ανέρχονταν σε 25.000.000 χρυσά φράγκα στη Θεσσαλονίκη και σε 7.000.000 στην υπόλοιπη χώρα.
ΧΡΥΣΟΘΗΡΕΣ Το παραμύθι του «ναυαγίου» στον Μεσσηνιακό
Τα τελευταία χρόνια και καθώς το μεγαλύτερο μέρος της λεηλατημένης κινητής περιουσίας των εβραίων της Θεσσαλονίκης δεν βρέθηκε, κυκλοφορούσαν διάφορες φήμες για το τι μπορεί να απέγινε αυτή. Μία από αυτές τις φήμες βρήκε πρόσφορο έδαφος το περασμένο καλοκαίρι, αναστατώνοντας το πανελλήνιο, καθώς διατυπώθηκε βλακωδώς η άποψη ότι ο θησαυρός αυτός, αμύθητης αξίας, ήταν κρυμμένος σε μικρό αλιευτικό σκάφος που ναυάγησε στον κόλπο της Μεσσηνίας.
Σύμφωνα με τα όσα κυκλοφόρησαν τότε από κάποιον επιτήδειο, το μεγαλύτερο μέρος του πολύτιμου φορτίου αποτελούνταν από διαμάντια, άλλους πολύτιμους λίθους, ράβδους χρυσού και τιμαλφή, η σημερινή αξία των οποίων, σύμφωνα με τους σύγχρονους Ιντιάνα Τζόουνς, άγγιζε τα 850 δισεκατομμύρια δραχμές
Σύμφωνα με το σενάριο που είχε κυκλοφορήσει – και δυστυχώς έγινε πιστευτό από αρκετούς αφελείς – ο γερμανός στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλονίκης Μαξ Μέρτεν, στην προσπάθειά του να οικειοποιηθεί τα πλέον πολύτιμα αντικείμενα της περιουσίας των εβραίων της συμπρωτεύουσας, τα έβαλε σε γερμανικό υποβρύχιο και τα μετέφερε ως το Κατάκολο. Εκεί τα μεταφόρτωσε σε ένα αλιευτικό σκάφος, το οποίο σκοπίμως πόντισε με στόχο να επιστρέψει σε ανύποπτο χρόνο και να ανελκύσει τον θησαυρό!!
Το εκπληκτικό είναι ότι οι μυθομανείς, που σκαρφίστηκαν αυτή την ιστορία – «μου αποκάλυψε την πληροφορία κάποιος συγκρατούμενός μου στις φυλακές» είχε ισχυριστεί τότε ο απατεώνας που επινόησε τα περί του «ναυαγίου» -, παγίδευσαν ακόμη και τον πρόεδρο του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδος, κ. Μωυσή Κωνσταντίνη, ο οποίος σοβαρά σοβαρά δήλωσε στις εφημερίδες με έμφαση: «Γνωρίζουμε την υπόθεση, αλλά είναι ακόμα πολύ νωρίς για να μιλήσουμε γι’ αυτό το θέμα. Δεν μπορώ να σας πω τίποτα παραπάνω»!
Τελικά εκείνος ο ανύπαρκτος «θησαυρός» αποδείχθηκε ότι ήταν όχι άνθρακες αλλά νερόφουσκα. Ενώ από τον πραγματικό θησαυρό ένα μέρος του είχε μεταφερθεί στη Γερμανία και ένα άλλο θάφτηκε στη Βόρεια Ελλάδα με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα ανασυρθεί. Πού βρίσκεται; Αυτό είναι και το μεγάλο αναπάντητο ερώτημα.
Ο κ. Σπύρος Κουζινόπουλος είναι γενικός διευθυντής του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων.