Στη φωλιά του λύκου

Στη φωλιά του λύκου Επιτελάρχης του Γ´ Σώματος Στρατού ο στρατηγός Ορέστης Βιδάλης συμμετέσχε στο βασιλικό αντικίνημα του 1967. Αυτοεξορίστηκε στις ΗΠΑ το 1968. Το Ημερολόγιό του αποτελεί σημαντικό ντοκουμέντο για τον αντιδικτατορικό αγώνα στην Αμερική. Αρχές του 1968 η χούντα αναγκάστηκε από τους Αμερικανούς να απελευθερώσει τον Ανδρέα Παπανδρέου, που μπόρεσε έτσι


Αρχές του 1968 η χούντα αναγκάστηκε από τους Αμερικανούς να απελευθερώσει τον Ανδρέα Παπανδρέου, που μπόρεσε έτσι να φύγει στο εξωτερικό. Ο πρώτος του μεγάλος σταθμός ήταν το Παρίσι, όπου φιλοξενήθηκε στο σπίτι του εξάδελφού του Θανάση Μινέικου, ενώ η εκεί αμερικανική πρεσβεία φρόντιζε (χωρίς ιδιαίτερη διακριτικότητα) για την προσωπική του ασφάλεια. Λίγο μετά, μίλησε για πρώτη φορά δημόσια μπροστά σε δεκάδες δημοσιογράφους, σε μια μεγάλη αίθουσα του κεντρικού ξενοδοχείου «Λουτέτσια», με την οργανωτική συμπαράσταση της Γαλλικής Επιτροπής για τη Δημοκρατική Ελλάδα και των Ελλήνων που τη βοηθούσαν.


Και… ξένισε: τον περίμεναν όλοι σκληρό και ανένδοτο να καταγγέλλει ΝΑΤΟ, Αμερικανούς, Παλάτι και κατεστημένο. Και διαπίστωσαν μετριοπάθεια, προσεγμένες κουβέντες, την αποφυγή κάθε υπερβολής. Δεν είχε φυσικά αλλάξει δρόμο. Είχε αλλάξει τρόπο. Το εξήγησε στον γράφοντα με τα εξής: Μια γρήγορη αλλαγή στην Ελλάδα εξαρτάται κυρίως από τις ΗΠΑ, που επηρεάζουν και τον ελληνικό στρατό. Στόχος μου είναι αμέσως μετά από μια σύντομη ευρωπαϊκή περιοδεία, που θα μου προσφέρει ερείσματα, να πάω στην Ουάσιγκτον, όπου έχω πολλούς στενούς φίλους που βρίσκονται κοντά στον Λευκό Οίκο και να δώσω μια μάχη. Δεν θα ήταν αποτελεσματική αν ξεκινούσα τώρα με αντιαμερικανικό πάθος και αντιδυτικές δηλώσεις.


Δεν πέρασαν λίγα εικοσιτετράωρα και ο Ανδρέας Παπανδρέου, νύχτα, έδωσε στη δημοσιότητα δηλώσεις ιδιαίτερα σκληρές για τους Αμερικανούς. Τον είχε οργίσει ο τότε πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα με τις αναφορές του για τις συνθήκες της απελευθέρωσής του και της αναχώρησής του στο εξωτερικό. Και άλλαξε πολιτική.


Ο στρατηγός Ορέστης Βιδάλης, που ως επιτελάρχης του Γ’ Σώματος Στρατού είχε πάρει μέρος στο βασιλικό αντικίνημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967 και είχε αποταχτεί, άρχιζε εκείνες ακριβώς τις ημέρες να αντιμετωπίζει τον εθελοντικό του εκπατρισμό στις ΗΠΑ. Ουσιαστικά, αν και ξεκινώντας από άλλες σκέψεις και στηριζόμενος σε διαφορετικές εμπειρίες και σχέσεις, ο συντηρητικός αυτός ανώτατος αξιωματικός προχωρούσε στην ίδια ανάλυση με τον ηγέτη του ΠΑΚ, που ιδρύθηκε αμέσως μετά, κατά τη διάρκεια της πορείας του Ανδρέα Παπανδρέου από το Παρίσι στη Στοκχόλμη.


Πίστευε, δηλαδή, ότι το πράσινο φως για την αποκατάσταση της δημοκρατικής νομιμότητας στη χώρα μας δεν μπορούσε να προέλθει παρά μόνον από την Ουάσιγκτον. Είναι βέβαιον ότι η πολυετής θητεία του και στις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις και, ως έλληνας αξιωματικός, στα νατοϊκά επιτελεία τού είχαν μάθει ποιο είναι το κέντρο και ποια είναι η περιφέρεια: οι ΗΠΑ ήταν γι’ αυτόν η ηγέτιδα δύναμη του δυτικού κόσμου και ο δυτικός κόσμος ήταν ο μόνος νοητός. Σε αντίθεση με τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο απότακτος (τότε) ταξίαρχος δεν μετέβαλε σε καμία στιγμή τις απόψεις του, κι ας δοκίμασε μαζί με τις καλές στιγμές και χιλιάδες πικρίες και απογοητεύσεις λόγω του μεγάλου συμμάχου.


Φίλος στενός με τον αμερικανό στρατηγό Νόρσταντ, τον για πολλά χρόνια στρατιωτικό αρχηγό του ΝΑΤΟ και άνθρωπο δημοκρατικών πεποιθήσεων, ο Ορέστης Βιδάλης μπόρεσε πράγματι τον Οκτώβριο του 1968 να φθάσει στις ΗΠΑ, να βρει μιαν αξιοπρεπή θέση στην εταιρεία όπου, με έδρα το Τολέντο, ο Νόρσταντ ήταν πρόεδρος και να έχει συνάμα το ελεύθερο (και από άποψη χρόνου) για τις πολιτικές αντιχουντικές δραστηριότητές του, αλλά και πρόσβαση σε όλους τους κύκλους που μετράνε.


Τι ακριβώς έκανε όμως ο στρατηγός; Μα κάτι το πολύ απλό και το πολύ δύσκολο: ανέλαβε προσωπικά, σε μια χώρα που κανένας άλλος επώνυμος δημοκρατικός έλληνας αυτοεξόριστος δεν είχε τότε διαλέξει, κι ας ήταν χώρα – κλειδί, το έργο ενός ορισμένου πεισματικού, συστηματικού αλλά και ρεαλιστικού, ως ένα σημείο συντηρητικού αντιχουντικού αγώνα. Σε συνεχή επαφή με όλο τον πολιτικό κόσμο (όχι όμως, τουλάχιστον συστηματικά, και με τις προοδευτικές αντιστασιακές ή αντιχουντικές οργανώσεις), με τον Κωνσταντίνο και με όσους αξιωματικούς, όπου κι αν βρίσκονταν, θα μπορούσαν είτε να συμβάλουν είτε να πληροφορήσουν. Είναι έτσι χαρακτηριστική η αλληλογραφία του με έναν στενό μεν προσωπικό του φίλο, πλην όμως χουντικό πρεσβευτή στο Λονδίνο, τον στρατηγό Σορώκο!


Συνεργαζόμενος εκεί στενά με όλους, δηλαδή: με τους γερουσιαστές και βουλευτές που δεν συμμερίζονταν την ανοχή και προφανώς τη συμμαχία της αμερικανικής κυβέρνησης με τη χούντα, με τους φιλελεύθερους δημοσιογράφους των μεγάλων εφημερίδων, με πολλά ισχυρά στελέχη της οργανωμένης ομογένειας (γι’ αυτόν ο Ιάκωβος δεν είναι Σιάκωβος αλλά ένας πανέξυπνος και αποτελεσματικός παράγοντας που εργάστηκε για τη δημοκρατική ομαλότητα στην Ελλάδα…), μπόρεσε να προσφέρει πολλά. Τα είχαμε βεβαίως υποψιαστεί, από τον γενικά όμως άγνωστο (διότι οικειοποιηθέντα από λίγους), τεραστίων διαστάσεων και πολύμορφο αντιχουντικό αγώνα στο εξωτερικό, ο αγώνας στις ΗΠΑ είναι ασφαλώς ο πιο αδικημένος. Πολλοί γνωρίζουν π.χ. τη μάχη του Συμβουλίου της Ευρώπης που οδήγησε στην ηθική απομόνωση της χούντας στην Ευρώπη. Λίγοι γνωρίζουν όμως τις συνθήκες οργάνωσης των ερευνών του αμερικανικού Κογκρέσου, με τις μαχητικές καταθέσεις και Ελλήνων. Για τον Ορέστη Βιδάλη, έναν από τους κύριους παράγοντες αυτής της μάχης (ένας άλλος ήταν ο σε όλα διαφορετικός και κάπως παράδοξος δημοσιογράφος Ηλίας Δημητρακόπουλος), το κόστος ήταν η αφαίρεση της ιθαγενείας του, το 1971.


Ταυτόχρονα με όλη αυτή τη δραστηριότητα ο Ορέστης Βιδάλης είχε και το στρατιωτικά πειθαρχημένο κουράγιο να τηρεί το καθημερινό του ημερολόγιο. Το βιβλίο του είναι ακριβώς το ημερολόγιο αυτό. Η καταγραφή, ημέρα με την ημέρα, από τον Οκτώβριο του 1968 ως το τέλος του 1975 (σχεδόν 2.600 ημέρες!) των προσπαθειών και των πεπραγμένων του. Ως το τέλος του 1975, γιατί θέλησε, από εκεί πάντα, να βοηθήσει όσο ήταν δυνατόν τη ματωμένη Κύπρο και επέστρεψε στην Ελλάδα μετά από όλους τους άλλους αυτοεξόριστους. Στο ημερολόγιο αυτό, απλό και δωρικό, προσθέτει πολλά σημαντικά ντοκουμέντα καθώς και μια χαρακτηριστική επιλογή εξοντωτικών για τη χούντα γελοιογραφιών του αμερικανικού Τύπου.


Το (τεραστίων διαστάσεων) βιβλίο του έχει πολλά χαρίσματα, πέρα από την υπενθύμιση των σημαντικών προσπαθειών του δημοκρατικού Ελληνισμού και των συμμάχων του στη ίδια τη φωλιά του λύκου. Το πρώτο είναι, για όσους το ξέχασαν, η απτή και ξεκάθαρη διαπίστωση ότι εκείνα τα χρόνια πολλοί, από όλες τις παρατάξεις, ξεπέρασαν τις φοβερές τους αντιθέσεις για να συμβάλουν, ο καθένας με τον τρόπο του και μερικές φορές (όχι όμως όλοι και όχι πάντα) συντονισμένα, σε έναν αγώνα ως επί το πλείστον κοινό. Το δεύτερο είναι ότι μας αναγκάζει ακόμη μία φορά να θυμηθούμε ότι δεν είναι ο στρατός που μας σκλάβωσε αλλά ορισμένοι αξιωματικοί, ενώ πολλοί άλλοι ήταν απλώς αδιάφοροι και καιροσκόποι ­ σε αυτούς, όπως συνάγεται και από την κατάθεση του Ο. Βιδάλη, οφείλεται κυρίως η αποτυχία του Δεκεμβρίου του 1967 ­ και όχι λίγοι αγωνίστηκαν και υπέφεραν. Το τρίτο χάρισμα του ημερολογίου είναι καθαρά ιστορικό: ο Ορέστης Βιδάλης προσφέρει στους μελετητές μεμιάς έναν σημαντικό όγκο πληροφοριών, περιγραφών και στοιχείων.


Δύο απλά στοιχεία ενισχύουν την αξιοπιστία του έργου. Το πρώτο είναι ότι περιλαμβάνει (εκτός ημερολογίου, που αρχίζει τον Οκτώβριο του 1968) και μία σύντομη έκθεση πεπραγμένων για το πώς παγιδεύτηκε στις 21 Απριλίου 1967, πράγμα που απαιτεί γενναιότητα και εντιμότητα για να γραφτεί αλλά που επιβεβαιώνει συνάμα το γεγονός ότι η εθνοσωτήριος επανάστασις είχε όλα τα χαρακτηριστικά της απάτης και του εγκλήματος. Και το δεύτερο είναι ότι με σαφήνεια καταλαβαίνει κανείς πόσο ο αξιωματικός αυτός ξέρει να μένει πιστός στις φιλίες του και ότι η κυρίαρχη φιλοδοξία του πρέπει να ήταν πάντα το υπηρετείν.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.