ΛΟΝΔΙΝΟ, Ιανουάριος.


Ο Ρέμπραντ είναι ο πλέον ευρηματικός χαράκτης όλων των εποχών. Χρησιμοποιώντας το μέσο αυτό άφησε πίσω του 300 έργα, με θέματα από τη Βίβλο και την ελληνική μυθολογία, αλλά και από την εποχή του. Ηταν ακούραστος δουλευτής και στη μεγάλη έκθεση που ανοίγει τις μέρες αυτές στο Βρετανικό Μουσείο θα ‘χουν την ευκαιρία οι σημερινοί χαράκτες να μελετήσουν τη μέθοδο με την οποία ξεκινούσε από σκίτσα και κατέληγε σε δύο, τρεις ή και περισσότερες πλάκες χαλκού. Συγκεκριμένα, βλέπει κανείς τον τρόπο με τον οποίο δούλευε τα έργα του, την αγορά στην οποία απευθυνόταν, ακόμη και τα «νερά» του χαρτιού που χρησιμοποιούσε.



Στην αρχή της καριέρας του ο Ρέμπραντ πειραματίστηκε με αυτοπροσωπογραφίες, πράγμα που του επέτρεψε να δοκιμάσει διάφορες πόζες και διαφορετικές εκφράσεις. Μερικές απ’ τις συνθέσεις του καθρεφτίζουν την επιρροή του Καραβάτζιο, ειδικά στον φωτισμό της εικόνας, όσο μικρή και αν είναι. Αρχισε να πειραματίζεται με τη χαρακτική από το 1620 και συνέχισε ακούραστα επί 40 χρόνια, ως τον θάνατό του. Την εποχή εκείνη η μεγαλύτερη αγορά χαρακτικών ήταν το Αμστερνταμ. Γι’ αυτό το 1631 μετακινήθηκε από το Λέιντεν, τη γενέτειρά του, στο Αμστερνταμ. Τότε μόλις είχε αρχίσει να πειραματίζεται με το γυναικείο γυμνό, με τέτοια λεπτομέρεια που είχε προσβάλει την αιδώ των πουριτανών συμπατριωτών του. Ενα από τα πρώτα έργα του στο στυλ αυτό είναι «Η Αρτεμις στο λουτρό της», το οποίο παρουσιάζει τη θεά του Ολύμπου με ρεαλιστικές λεπτομέρειες, αλλά στα μέτρα και στα… σταθμά των γυναικών της εποχής του.


Με τον καιρό ο Ρέμπραντ γινόταν πιο τολμηρός και την περίοδο του 1640 τα έργα του παρουσίαζαν μεγάλη λεπτομέρεια, επειδή η τεχνική του είχε πλέον τελειοποιηθεί. Αλλά η διαδικασία που ακολουθούσε ο ακούραστος δημιουργός ήταν επίπονη με πολλά προπαρασκευαστικά σκίτσα. Στο έργο του «Αδάμ και Εύα», το τοπίο στο φόντο είναι ιδιαίτερα λεπτομερειακό, με τον Διάβολο, που υπογραμμίζει το ευάλωτο της ανθρώπινης φύσης, μια ιδέα που προέρχεται από τον Ντύρερ. Το ίδιο και η γκραβούρα του «Ο θάνατος της Παρθένου», όπου παρουσιάζει την Παναγία σαν μια άρρωστη γυναίκα που ο γιατρός τής παίρνει τον σφυγμό. Η παραδοσιακή παράσταση είναι εμπνευσμένη από ξυλογραφία του Ντύρερ, αλλά η κατανομή των χαρακτήρων στον χώρο προέρχεται από τον Μπρύγκελ. Αντίθετα, ο τρόπος που απεικονίζει την Παναγία, σαν θνητή, είναι δικό του εύρημα. Αυτή ήταν η περίοδος της ακμής του και τα έργα του έπιαναν αστρονομικές, για την εποχή του, τιμές, όπως λ.χ. «Ο Χριστός θεραπεύει τους ασθενείς», που πουλήθηκε για 100 γκίλντερ το 1648. Ενα άλλο γνωστό και πολύ εντυπωσιακό έργο της εποχής είναι «Οι Τρεις Σταυροί», όπου χρησιμοποιεί έναν καταρράκτη φωτός για να παρουσιάσει την πιο δραματική στιγμή του Ιησού, δηλαδή τον θάνατό του.


Αλλά δεν είναι μόνο τα μεγαλόπνοα κομμάτια του που έχουν αξία: ο Ρέμπραντ απαθανάτισε την κοινωνία στην οποία έζησε με διάφορες σκηνές του δρόμου, από την καθημερινή ζωή των αστών, όπως ο εξολοθρευτής των ποντικών, ο οποίος περιφερόταν με ένα κοντάρι στην κορυφή του οποίου είχε ένα κλουβί με τα ζωντανά ποντίκια που είχε πιάσει, ενώ στη βάση του κρέμονταν ψόφια ποντίκια, για να διαφημίσει το ποντικοφάρμακο που είχε μαζί του. Στα τέλη της δεκαετίας του 1630 και στις αρχές της επομένης, ο Ρέμπραντ ήταν επιτυχημένος και περιζήτητος. Αργότερα επιδόθηκε στα τοπία και στα πορτρέτα. Η έκθεση δεν παρουσιάζει τον Ρέμπραντ στα τελευταία του χρόνια: γέροντα, μόνο και κάπως ξεχασμένο.


Μια αυτοπροσωπογραφία του μόνιμα εκτεθειμένη σε αίθουσα του Κένγουντ Χάους, ανάμεσα σε μαγευτικό πάρκο με λίμνη στο προάστιο Χάμπστεντ του Β. Λονδίνου, μας παρουσιάζει τον μετρ υγιέστατο, μία προσωποποίηση του ευ ζην. Αλλά κάτω από αυτό το παραπλανητικό πορτρέτο, κρύβεται ένα άλλο, που τον δείχνει όπως ένιωθε: μόνος, άρρωστος, απένταρος και γέρος.


Αλλά ο μετρ μετάνιωσε και αντί να παρουσιάσει στο κοινό τον πραγματικό του (όπως τον έβλεπε) εαυτό σκέφτηκε: «Θα τους δείξω εγώ…» και φιλοτέχνησε έναν ευτυχισμένο, καλοντυμένο Ρέμπραντ, μ’ ένα αδιόρατο χαμόγελο. Αλλωστε η εξέταση με ακτίνες δεν είχε ακόμη εφευρεθεί…