Μια παγκοσμίως άγνωστη βραχονησίδα της Μεσογείου ήλθε να ξυπνήσει την περασμένη εβδομάδα τις μνήμες της κρίσης των Ιμίων. Μόνο που στην περίπτωση της ισπανικής Περεχίλ (Λεϊλά για τους Μαροκινούς) οι αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας υπήρξαν τελείως διαφορετικές. Σε αντίθεση με ό,τι είχε συμβεί κατά την ελληνοτουρκική κρίση του 1996, τόσο η Ευρωπαϊκή Ενωση όσο και το ΝΑΤΟ αντέδρασαν αμέσως και στάθηκαν στο πλευρό της Ισπανίας. Πράγμα που για ευνοήτους λόγους έπραξε λίγο αργότερα από μόνη της και η Ελλάδα.


Εχοντας έτσι τη διεθνή υποστήριξη η Ισπανία χωρίς καμία ιδιαίτερη δυσκολία επανακατέλαβε αυτή την άγονη βραχονησίδα όπου οι μόνοι κάτοικοι είναι λίγα αιγοπρόβατα και περισσότερα θαλασσοπούλια. Αντιγράφοντας κατά γράμμα τις προκλητικές ενέργειες των Τούρκων στη μικροσκοπική Ιμια οι Μαροκινοί είχαν τοποθετήσει λίγες ημέρες νωρίτερα όχι μία αλλά δύο σημαίες της χώρας τους για να υποδηλώσουν ότι ο βράχος αυτός τους ανήκει. Ας σημειωθεί ότι η βραχονησίδα αυτή, η οποία βρίσκεται μόλις 200 μέτρα από τις ακτές του Μαρόκου, ανήκει στην Ισπανία από τον 17ο αιώνα.


Η γαλλοϊσπανική συμφωνία του 1912 με την οποία ετέθησαν τα γεωγραφικά όρια του ισπανικού προτεκτοράτου στο Μαρόκο (θύλακοι της Θέουτα και της Μελίγια) δεν ανέφερε αυτή τη βραχονησίδα, όπως και η συμφωνία των Παρισίων του 1946 με την οποία παραδόθηκαν από την Ιταλία στην Ελλάδα τα Δωδεκάνησα δεν ανέφερε ειδικά τα Ιμια. Το θέμα είχε ξεχασθεί ως πρόσφατα, όταν οι σχέσεις της Ισπανίας με το Μαρόκο (το οποίο απέκτησε την ανεξαρτησία του το 1956), οι οποίες ποτέ δεν υπήρξαν αρμονικές, φορτίστηκαν και πάλι με αφορμή τα προβλήματα της λαθρομετανάστευσης, του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και της αλιείας στην περιοχή αυτή.


Το σημαντικό όμως σε όλη αυτή την ιστορία είναι ότι, όταν τοποθετήθηκε στη βραχονησίδα η μαροκινή σημαία και η Μαδρίτη απείλησε με επέμβαση, το ΝΑΤΟ ζήτησε αμέσως την επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση και η Ευρωπαϊκή Ενωση με προσωπική δήλωση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανέφερε ότι «είναι δεδομένη η αλληλεγγύη μεταξύ των μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης», για να προσθέσει ότι η διαφιλονικούμενη βραχονησίδα «αποτελεί τμήμα της ευρωπαϊκής επικράτειας» και πως η ΕΕ ενδέχεται να επιβάλει κυρώσεις στο Μαρόκο αν δεν συμμορφωθεί προς τις ευρωπαϊκές συστάσεις.


Γνωστό είναι ότι δεν είχε υπάρξει ανάλογη αντίδραση το 1996. Και όχι μόνον αυτό, αλλά ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ κ. Χόλμπρουκ είχε δηλώσει ότι δεν μπόρεσε να έλθει σε επαφή με τους ευρωπαίους ηγέτες επειδή κοιμούνταν! Βεβαίως η Ισπανία δεν είναι Ελλάδα (αρκεί μόνο να υπομνησθεί εδώ ότι ο εκπρόσωπος για τις εξωτερικές υποθέσεις της ΕΕ Χαβιέρ Σολάνα είναι Ισπανός και είχε διατελέσει Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ) και το Μαρόκο δεν κατέχει τη γεωστρατηγική θέση της Τουρκίας. Δύο μέτρα και δύο σταθμά, δηλαδή, στις διεθνείς σχέσεις.


Εκτός αν η πρόσφατη αντίδραση της ΕΕ υποδηλώνει μια ουσιαστική αλλαγή πολιτικής. Οτι, δηλαδή, πέρα από την κοινή οικονομική πολιτική, η Ευρωπαϊκή Ενωση αποτελεί μια πολιτική οντότητα με κοινά εξωτερικά σύνορα τα οποία είναι υποχρεωμένη να προστατεύει από τις απειλές τρίτων χωρών. Αν η αντίληψη αυτή, που στην περίπτωση της Ισπανίας έγινε αποδεκτή, επικρατήσει τελικά ως γενικός κανόνας χωρίς εξαιρέσεις, τότε η Ευρώπη θα έχει κάνει ένα τεράστιο άλμα προς την πολιτική ισχυροποίησή της. Θα πρέπει όμως να συνοδευθεί και από μια ουσιαστική αυτόνομη ευρωπαϊκή αμυντική ικανότητα, που φυσικά ο σημερινός Ευρωστρατός δεν εξασφαλίζει.