Ολιγοδύναμα αστυνομικά τμήματα

Πώς κατέληξε σε αποτυχία ο θεσμός των Πολυδυνάμων Ολιγοδύναμα αστυνομικά τμήματα Δεν υπάρχουν διαθέσιμοι άνδρες για τον έλεγχο των νυκτερινών κέντρων και των συμμοριών Β. Γ. ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΣ Οταν πριν από έναν περίπου μήνα ανακοινώθηκε από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας ότι ασκήθηκαν διώξεις εναντίον 14 αστυνομικών του Πολυδυνάμου Τμήματος Μενιδίου


Οταν πριν από έναν περίπου μήνα ανακοινώθηκε από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας ότι ασκήθηκαν διώξεις εναντίον 14 αστυνομικών του Πολυδυνάμου Τμήματος Μενιδίου διότι πραγματοποιούσαν εικονικούς ελέγχους σε νυκτερινά κέντρα της περιοχής, πολλοί άλλοι διοικητές Πολυδυνάμων Τμημάτων της Αθήνας εξέφρασαν την απορία αλλά και τον… θαυμασμό τους για την πολυτέλεια του Τμήματος να έχει διαθέσιμη δύναμη ανδρών για ελέγχους σε καταστήματα! Καθ’ ότι αυτό στα περισσότερα ενισχυμένα ­ τρόπος του λέγειν ­ αστυνομικά τμήματα της Αττικής είναι αδιανόητο. Δεν υπάρχει ούτε για δείγμα αστυνομική δύναμη για εποπτεία σε νυκτερινά κέντρα και για έλεγχο των συμμοριών. Ετσι αυξάνεται η αίσθηση ανασφάλειας των πολιτών και δημιουργούνται τεράστια κενά στο σύστημα ουσιαστικής αστυνόμευσης. Οι διοικητές των αστυνομικών τμημάτων βρίσκονται σε απόγνωση, καθώς διαπιστώνουν ότι η δύναμή τους παρουσιάζει μείωση ως και 40%-45%. Πολλοί εξ αυτών διατυπώνουν διαρκώς αιτήματα προς την Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής για την ανάγκη άμεσης ενίσχυσης των Τμημάτων τους, διαβλέποντας ότι η πρόσφατη ενδυνάμωσή τους με 40-70 άτομα ανά Τμήμα, μόνο για την εξ όψεως πεζή αστυνόμευση, δεν βοηθά στον ουσιαστικό έλεγχο των συμμοριών και στην εξάλειψη πολλών μορφών εγκληματικότητας. Μάλιστα ορισμένοι διοικητές Τμημάτων απείλησαν τις τελευταίες ημέρες ακόμη και με παραίτηση, προκειμένου να «εκβιάσουν» τις κεντρικές υπηρεσίες για την άμεση ενίσχυσή τους. Το γεγονός αυτό αποτελεί το τελευταίο χρονικό διάστημα μόνιμο θέμα τριβής στην Ελληνική Αστυνομία.


Οι εκθέσεις και τα ενημερωτικά έγγραφα που συγκεντρώνουν οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Δημόσιας Τάξης για τη σύνθεση και την απόδοση των Πολυδυνάμων Τμημάτων περιγράφουν την αποτυχία ­ σε πολλές περιπτώσεις ­ του θεσμού. Ουσιαστικά το σκεπτικό που υπήρχε για τη συγχώνευση Τμημάτων και τομέων εποπτείας σε ισχυροποιημένα Τμήματα απέτυχε στην πράξη. Καθ’ ότι αργά αλλά σταθερά άρχισαν η «αφαίμαξη» των Πολυδυνάμων από προσωπικό και η πλήρης αποδυνάμωσή τους.


Πώς όμως άρχισε η αφαίρεση προσωπικού από τα ενδυναμωμένα Τμήματα; Ενας μεγάλος αριθμός μετατέθηκε εκουσίως ­ κυρίως το καλοκαίρι του 1999 ­, με το σύστημα των μορίων που έχει καθιερωθεί, στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Οι αποχωρήσαντες σχεδόν ποτέ δεν αντικαταστάθηκαν. Επίσης μεγάλος αριθμός κατευθύνθηκε για τη φρούρηση των φυλακών του Αυλώνος. Παράλληλα όπου υπήρχε ζήτημα παρουσίας αστυνομικής δύναμης αμέσως αυτή αποσπάτο συνήθως από τον μεγάλο αφαιρετέο: τα Πολυδύναμα Τμήματα.


Ενδεικτική είναι η περίπτωση του Πολυδυνάμου Τμήματος Κολωνού, που χαρακτηρίζονται από τα πλέον προβληματικά και εποπτεύει περίπου 400.000 πολίτες. Μόνο το Η’ Τμήμα Αχαρνών, στην οδό Θήρας, το οποίο αποτελούσε το ένα από τα τέσσερα Τμήματα που συνενώθηκαν για να δημιουργηθεί το Πολυδύναμο του Κολωνού, διέθετε 17 βαθμοφόρους. Τώρα το Πολυδύναμο έχει καταλήξει να έχει τον ίδιο αριθμό αξιωματικών και συνεχώς η δύναμή του μειώνεται. Αρχικώς είχε 140 αστυνομικούς, τώρα έχουν απομείνει περίπου 110. Και η συρρίκνωση είναι συνεχής. Πέρα από το γεγονός ότι η έδρα του Πολυδυνάμου ευρίσκεται πίσω από την εκκλησία του Αγίου Μελετίου, προς την πλευρά του Σταθμού Πελοποννήσου, τα όρια ελέγχου του Τμήματος φθάνουν ως την οδό Πατησίων και τις παρυφές της Κυψέλης, καλύπτοντας έκταση περίπου έξι εκατομμυρίων τετραγωνικών μέτρων. Σύμφωνα με την πληροφόρηση που έχουν οι κεντρικές υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ., το Τμήμα υπολειτουργεί και υπάρχει αδυναμία να πραγματοποιηθεί έστω και μία περιπολία ή ένας αιφνιδιαστικός έλεγχος των «γκέτο» των αλλοδαπών ή άλλων εστιών εγκληματικότητας. Ουσιαστικά το Πολυδύναμο πολλές ημέρες αδυνατεί να διαθέσει έστω και έναν άνδρα για τις βεβαιώσεις του γνησίου της υπογραφής.


Η ίδια κατάσταση επικρατεί και στην Κυψέλη, όπου από τους 250 άνδρες που διέθετε το Τμήμα έχουν απομείνει περίπου 150, εκ των οποίων τις τελευταίες ημέρες δίνουν το «παρών» μόνο 70, αφού οι υπόλοιποι είναι αποσπασμένοι σε άλλες υπηρεσίες ή έχουν πάρει άδεια. Από τους 70 παρόντες, οι 20 διατίθενται για τη φύλαξη των δικαστηρίων, άλλοι 20-30 στις εσωτερικές βάρδιες και για τη φύλαξη των κρατουμένων, 20 ενισχύουν τον θεσμό των πεζών περιπολιών, στις οποίες προστίθενται και 44 άνδρες που «απεγκλωβίστηκαν» από τη φρούρηση στόχων. Απομένει λοιπόν για έλεγχο των νυκτερινών κέντρων και των συμμοριών ο… κανένας!


Παρά τις προσπάθειες για τη μείωση της επονομαζόμενης μικρομεσαίας εγκληματικότητας, παρόμοια προβληματική κατάσταση παρουσιάζεται ­ σύμφωνα με την ενημέρωση της ηγεσίας της ΕΛ.ΑΣ. ­ στην Καλλιθέα, στον Πειραιά, στη Νίκαια, στην Ομόνοια, στη Νέα Σμύρνη και σε άλλα ανεπαρκή Πολυδύναμα.


«Οταν δημιουργήθηκαν τα Πολυδύναμα Τμήματα δεν υπήρχε στοιχειώδης πρόβλεψη για να υπάρχει επαρκής χώρος για τους κρατουμένους. Σε πολλά Τμήματα οι αστυνομικοί έχουν μετατραπεί σε γκαρσόνια που μεταφέρουν φαγητό από τις λέσχες της Αστυνομίας για τους εκατοντάδες κρατουμένους σε αυτά» σημειώνει ο γραμματέας της Ενωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Αττικής κ. Παναγιώτης Σπηλιόπουλος.


Επιπλέον πέρα από το θέμα της ουσιαστικής αστυνόμευσης η έλλειψη προσωπικού σημαίνει την ταλαιπωρία χιλιάδων πολιτών που επισκέπτονται τα Πολυδύναμα για τη διεκπεραίωση διαφόρων γραφειοκρατικών ζητημάτων. Πολλοί εξ αυτών είναι μεγάλης ηλικίας και αναγκάζονται να διανύσουν αποστάσεις τριών-τεσσάρων χιλιομέτρων για να φθάσουν στο «τοπικό» Τμήμα, όπου εκεί συναντούν μια ατελείωτη ουρά.


Οι επιτελείς του υπουργείου Δημόσιας Τάξης έχουν πλήρη γνώση της καταφανούς ανεπάρκειας των Πολυδύναμων Τμημάτων. Μάλιστα υπάρχουν εκθέσεις που προσδιορίζουν τα μεγέθη του προβλήματος. Οι υπεύθυνοι του υπουργείου σκέφτονται να υπάρξουν σταδιακές αλλαγές ανά περιοχή, ώστε να υπάρξει ανακατανομή της αστυνομικής δύναμης στην Αττική.


Τι λέει ο υπουργός


«Γνωρίζουμε τα προβλήματα που έχουν τα Πολυδύναμα Τμήματα και ιδίως τα γραφεία ασφαλείας λόγω ελλείψεως προσωπικού. Στόχος μας όμως είναι να τα ενισχύσουμε αποφασιστικά προκειμένου να προχωρούν σε ουσιαστικούς ελέγχους στις συνοικίες και να διερευνούν θέματα δράσης των εγκληματικών συμμοριών. Αυτή η ενίσχυση όμως δεν τοποθετείται στο άμεσο μέλλον» ανέφερε στο «Βήμα» για το πρόβλημα της αδυναμίας των Πολυδυνάμων Αστυνομικών Τμημάτων ο υπουργός Δημόσιας Τάξης κ. Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Πάντως ο υπουργός σημείωσε ότι «αν και υπάρχουν ορισμένες σχετικές εισηγήσεις και μελέτες, δεν θα υπάρξει δημιουργία νέων Τμημάτων και θα επιχειρηθεί αργότερα να ενισχυθούν τα υπάρχοντα Τμήματα».


Η εγκληματικότητα τρομάζει τους πολίτες


Διατεθειμένοι ακόμη και να… πληρώσουν για να έχουν επαρκή αστυνόμευση είναι πολλοί Αθηναίοι! Μάλιστα για την απόκτηση του αισθήματος ασφαλείας ορισμένοι ζητούν τη δημιουργία ιδιωτικών εταιρειών για την αστυνόμευση της περιοχής τους αλλά και τη χρήση νέων τεχνολογικών συστημάτων, όπως κάμερες. Επιπλέον εντυπωσιάζει το γεγονός ότι στην πλειονότητά τους οι κάτοικοι δεν νιώθουν ασφαλείς στη γειτονιά τους, καθώς και ότι ποσοστό άνω του 85% ζητεί βελτίωση της αστυνόμευσης.


Εντυπωσιακά όσο και ενδεικτικά συμπεράσματα για την ανασφάλεια και τον κίνδυνο από τις εγκληματικές συμμορίες που αισθάνονται οι κάτοικοι της πρωτεύουσας προκύπτουν από την πολυήμερη έρευνα που πραγματοποίησε πριν από μερικούς μήνες ο Δήμος Αμαρουσίου σε ένα επαρκές δείγμα 503 κατοίκων της περιοχής. Το Μαρούσι θεωρείται περιοχή «αντιπροσωπευτική» της σύνθεσης του πληθυσμού και των κοινωνικών δεδομένων της πρωτεύουσας. Παράλληλα αποτελεί περιοχή όπου καταγράφονται εκατοντάδες κρούσματα κλοπών ΙΧ και διαρρήξεων (το πρώτο οκτάμηνο του 1999 είχαν σημειωθεί 397 διαρρήξεις, 152 κλοπές ΙΧ και 8 ληστείες) και καταλαμβάνει μια από τις πρώτες θέσεις στον κατάλογο περιοχών της Αττικής με συμβάντα της επονομαζόμενης μικρομεσαίας εγκληματικότητας. Στόχος της έρευνας από τον Δήμο Αμαρουσίου είναι η αναζήτηση του επιπέδου ασφαλείας στο κέντρο της πόλης, στις γειτονιές και στον χώρο κατοικίας των πολιτών. Παράλληλα όμως αναζητήθηκε και ποιος είναι ο λόγος που δημιουργείται αυτή η αίσθηση ανασφάλειας των δημοτών.


Οσον αφορά λοιπόν την αίσθηση προστασίας των πολιτών, διαπιστώθηκε ότι ποσοστό 51,4% αισθάνεται από αρκετά ως απολύτως ανασφαλές στη γειτονιά του, ενώ 22,4% αισθάνεται συνολικά ανασφαλές ακόμη και μέσα στο σπίτι του! Επιπλέον το 46% αναφέρει στην έρευνα των δημοτικών αρχών του Αμαρουσίου ότι αισθάνεται απροστάτευτο ακόμη και στις κεντρικές περιοχές του δήμου.


Σχετικά με τους λόγους για τους οποίους οι δημότες δεν νιώθουν ασφαλείς, οι ερωτώμενοι απαντούν σε ποσοστό 54,9% ότι αυτό οφείλεται στη αύξηση της εγκληματικότητας στην Ελλάδα. Επίσης 13,4% τόνισε ότι φοβάται από τη δράση των κακοποιών, εξαιτίας του γεγονότος ότι έχει τύχει στους ίδιους προσωπικά ή σε κάποιο κοντινό τους πρόσωπο κάποιο περιστατικό ληστρικής επίθεσης. Ακόμη 14,8% εκτιμά ότι δεν υπάρχει αστυνόμευση. Ενα ποσοστό της τάξεως του 16% θεωρεί σημαντικό το ζήτημα του ανύπαρκτου φωτισμού.


Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα όσων δεν αισθάνονται απόλυτα ή αρκετά ασφαλείς προτείνει αυθόρμητα ως λύσεις τη βελτίωση της αστυνόμευσης (87,9%) και του φωτισμού (12,1%).


Οσον αφορά τα προληπτικά και τα κατασταλτικά μέτρα που πρέπει να υπάρξουν για την άμβλυνση του προβλήματος της εγκληματικότητας και της εικόνας ασυδοσίας των κακοποιών, το 61,4% θεωρεί απαραίτητες τις περιπολίες όλη τη νύχτα, το 31% τη βελτίωση της Δημοτικής Αστυνομίας, το 23,7% τον καλύτερο φωτισμό της περιοχής. Ωστόσο 4% των πολιτών που συμμετείχαν στην έρευνα ζητεί ως και τη δημιουργία ιδιωτικής εταιρείας για τη φύλαξη της περιοχής και 2,4% την εγκατάσταση των νέων τεχνολογικών συστημάτων και κυρίως κάμερες για την προστασία τους.


Το πλέον σημαντικό και ενδεικτικό ίσως είναι ότι το 55% όσων επιθυμούν να υπάρχουν νυκτερινές περιπολίες είναι διατεθειμένο να πληρώσει προκειμένου να εξασφαλίσει την προστασία του!


«Η διαπίστωση ότι ένα από τα πρώτα ζητούμενα των δημοτών είναι η βελτίωση του αισθήματος ασφαλείας τους πρέπει να οδηγήσει στη συνεργασία των αστυνομικών αρχών, της τοπικής αυτοδιοίκησης και των κατοίκων. Η αντιμετώπιση του προβλήματος χρειάζεται έναν σωστό, μεσοπρόθεσμο προγραμματισμό και όχι σπασμωδικές επιλογές» υπογραμμίζει ο δήμαρχος Αμαρουσίου κ. Παναγιώτης Τζαννίκος. Ηδη ο Δήμος Αμαρουσίου έχει προχωρήσει σε έργα επέκτασης του φωτισμού στους δρόμους της πόλης αλλά και στη συνεργασία με την Ελληνική Αστυνομία για την πύκνωση των πεζών περιπολιών.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.