ΠΡΟΣ τι η έκπληξη; Προς τι η απορία για το εμπόριο της ελπίδας; Σαν αυτοκίνητο πουλήθηκε ένα μωράκι ενάμισι μηνός. Φορτωμένο με ταρίφα από τη «μάνα» του, που λένε και στη διάλεκτο των συνεργείων. Προς τι ο αιφνιδιασμός; Πιάστηκαν οι δράστες του παράνομου πάρε – δώσε και ριγήσαμε για το «άγουρο προϊόν» που δεν πρόλαβε να μεγαλώσει για να γευθεί ώριμο ον την εκμετάλλευση που θα του επεφύλασσε το μέλλον. Αφού το παρόν είναι φτιαγμένο με όρους όπου η τιμή τιμή δεν έχει, όλα έχουν ξεφτίσει και στην ούγια τους γράφει «πόσο πάει», δεν θα έχει τιμολόγιο και η βιολογική αδυναμία να κάνει κάποιος παιδιά, και η κοινωνική αδυναμία αυτού που τα κάνει να τα ζήσει, και ο καρπός της κοιλίας δεν θα γίνει βορά στους χρηματιζόμενους μεσάζοντες; Γύρω μας η εκμετάλλευση και τα κυκλώματα που παζαρεύουν παιδιά έχουν απλώσει τα δίχτυα τους επικίνδυνα: αγοραπωλησίες βρεφών αλλά και εξαφανίσεις παιδιών που στη νοσηρή σύγχρονη πραγματικότητα συνδέονται με υιοθεσία ­ για τα «τυχερά» ­ και με εμπόριο οργάνων ή σεξουαλική εκμετάλλευση.


Στην κορυφή του παγόβουνου η πρόσφατη περίπτωση εμπορίας του βρέφους της 18χρονης Παρασκευής Λατίφη έναντι 2,5 εκατ. δρχ. με μεσάζοντα για τη νομιμοποίηση της υιοθεσίας τον «υπεράνω υποψίας» δικηγόρο της Θεσσαλονίκης Αλέξανδρο Χατζηαλεξάνδρου. Γιατί μένει αθέατο το μεγάλο πρόβλημα της αδυναμίας ουσιαστικού ελέγχου στο πεδίο των υιοθεσιών. Γιατί όσοι δεν ακολουθούν την οδό της ιδιωτικής υιοθεσίας ­ ο νόμος δίνει τη δυνατότητα ­ μπορεί να ταλαιπωρούνται ως και τρία χρόνια για να υιοθετήσουν ένα παιδί μέσω των αρμοδίων δημοσίων ιδρυμάτων. Γιατί η νομοθεσία, αν και αναμορφώθηκε, δεν μπόρεσε να δώσει πειστικές λύσεις. Ετσι βρίσκουν έρεισμα τα σκοτεινά και κλειστά κυκλώματα, με διεθνή πλοκάμια συχνά, της εμπορίας βρεφών…


Στο σπίτι του δικηγόρου που κατηγορείται για συμμετοχή σε κύκλωμα παράνομων υιοθεσιών βρέθηκαν 273 φάκελοι με υποθέσεις υιοθεσίας τις οποίες με νομικές διόδους διεκπεραίωνε. Φάκελοι που έχουν τη σφραγίδα της απελπισίας ζευγαριών από τη Ρουμανία, την πρώην Σοβιετική Ενωση, τη Βουλγαρία, την Αλβανία, τις τσιγγάνικες οικογένειες και τον διακαή πόθο για ένα παιδί άτεκνων ζευγαριών από την Ελλάδα, τη Σουηδία, τη Γερμανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες.


«Το Βήμα» στις 13.4.97 είχε φέρει στο φως της δημοσιότητας στοιχεία για κυκλώματα που διοχετεύουν παιδιά από την Αλβανία σε Ευρώπη και Αμερική αντί δέκα χιλιάδων δολαρίων. Πολλά από αυτά τα παιδιά είναι θύματα ληστών που έχουν βρει στις αγοραπωλησίες τον εύκολο πλουτισμό. Συχνά προσεγγίζουν ένα ζευγάρι και του υπόσχονται δωρεάν μεταφορά στο εξωτερικό αν πάρει μαζί του ένα παιδί που θα παρουσιασθεί ως δικό τους τέκνο. Στην πραγματικότητα το είχαν κλέψει από κάποιο ορφανοτροφείο ή από τις γειτονιές της Αλβανίας και το προόριζαν για άτεκνα ζευγάρια ή για εκμεταλλευτές παιδιών. Στην Ελλάδα η επιχείρηση αποκτούσε κάλυψη νομιμότητας με έντεχνο τρόπο από έλληνες μεσάζοντες, γνώστες των διαδικασιών. Οι εμφανιζόμενοι ως γνήσιοι γονείς του παιδιού απευθύνονται στην Πρόνοια, δηλώνουν αδυναμία να το αναθρέψουν, ενώ ταυτόχρονα έχουν βρει άτεκνες οικογένειες για να το υιοθετήσουν. Ετσι υιοθετήθηκαν δεκάδες παιδιά το 1992. Αλλα είχαν ανατριχιαστική κατάληξη: μεταμοσχεύσεις οργάνων ή σεξουαλική εκμετάλλευση. Σύμφωνα με στοιχεία της Υποδιεύθυνσης Προστασίας Ανηλίκων της Ασφάλειας Αττικής, τα τελευταία χρόνια έχουν σχηματισθεί δέκα δικογραφίες που βασίζονται σε καταγγελίες για αγοραπωλησίες βρεφών, ενώ σαράντα τρία άτομα έχουν παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη.


Τα κυκλώματα εμπορίας παιδιών λειτουργούν εν είδει «εταιρείας» όπου τα μέλη της είναι κρίκοι μιας αλυσίδας για να σφίξουν τον κλοιό γύρω από το «αντικείμενο» εκμετάλλευσης. Η συνεργασία διαφόρων ειδικοτήτων οδηγεί στην τελική φάση που είναι η πώληση. Κάποιες φορές ιδιώτες γιατροί είναι στην κορυφή της ιεραρχίας. Αυτοί μαθαίνουν από πρώτο χέρι αν μια εγκυμοσύνη ανύπανδρης γυναίκας ή με οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα μέλλουσας μητέρας είναι ανεπιθύμητη. Στο δίλημμα να «ρίξουν» το παιδί, ο γιατρός προτείνει το δέλεαρ της ανταλλαγής του με αντίτιμο χρηματικό ποσό. Κάποιος έχει αναλάβει «έρευνα αγοράς» για να βρει ενδιαφερόμενο άτεκνο ζευγάρι. Η συμφωνία κλείνεται με υψηλό τίμημα. Με τη γέννηση του παιδιού η οικογένεια το παίρνει κοντά της και ένας δικηγόρος αναλαμβάνει τη νομική κάλυψη. Το δικαστήριο επικυρώνει την υιοθεσία με τη συναίνεση της μητέρας. Σε άλλες περιπτώσεις, μετά τη γέννηση του παιδιού, η θετή μητέρα είναι παρούσα στο μαιευτήριο και η καταγραφή του παιδιού γίνεται απευθείας στο όνομα της θετής.


Βεβαίως οι περιπτώσεις όπου σε ιδρύματα έχουν γίνει αγοραπωλησίες βρεφών δεν είναι και λίγες. Ηταν σοκ για την κοινή γνώμη, τον περασμένο χρόνο, οι αποκαλύψεις για παράνομες υιοθεσίες από βρεφοκομεία κυρίως της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Τη δεκαετία του ’50 πολλά παιδιά που είχαν αφεθεί σε ιδρύματα εδόθησαν για υιοθεσία σε οικογένειες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πολλοί γονείς τότε πηγαίνοντας στα ιδρύματα να ζητήσουν πίσω τα παιδιά τους, έχοντας ξεπεράσει τις δυσκολίες, έβρισκαν κλειστές τις πόρτες και τα παιδιά τους άφαντα.


Σήμερα, υπό άλλη μορφή, επαναλαμβάνονται νοσηρές καταστάσεις με αγοραπωλησίες βρεφών. Η πρόσφατη περίπτωση εταιρείας εμπορίας βρεφών με έδρα τη Θεσσαλονίκη συγκλόνισε εκ νέου την Ελλάδα. Το δίκτυο αγοραπωλησίας παιδιών στις ημέρες μας ξεπερνά τα σύνορα μιας χώρας. Στην εικόνα με τα εξαθλιωμένα παιδιά των τρίτων χωρών, έρμαια στα χέρια επιτηδείων που τα εξάγουν κιόλας, έρχεται να προστεθεί εκείνη με τα τσιγγανόπουλα (και όχι μόνο) ή τα φτωχόπαιδα στις γειτονιές της Ανατολικής Ευρώπης που πωλούνται.


Το ζήτημα βέβαια είναι όλο αυτό το ενδιαφέρον και η μαζική αφύπνιση για τα υιοθετημένα παιδιά εξ αφορμής της δημοσιοποίησης περιπτώσεων παρα-υιοθεσίας να μην αποτελεί πλήγμα για τον θεσμό της υιοθεσίας, ένα θεσμό που καλύπτει την ανάγκη παιδιών χωρίς οικογένεια για θαλπωρή και οικείο περιβάλλον.


Κάποτε ήταν κοινωνικό στίγμα να μην έχεις παιδιά ­ δεν έχει σβησθεί τελείως από το κοινωνικό στάτους ­, κάποτε εκλαμβανόταν ως κοινωνικό στίγμα η παραδοχή των θετών γονέων ότι δεν είχαν γνήσιο τέκνο ­ δεν έχει εξαλειφθεί ακόμη ­ ενώ σήμερα αναδύεται ένας άλλος κίνδυνος: να είναι στίγμα η υιοθεσία με τις αιωρούμενες υποψίες για τη διαδικασία απόκτησης του παιδιού ­ «πόσα να έδωσε για να το πάρει;». Και είναι κρίμα γιατί καθεμιά από τις παραπάνω εκδοχές οδηγεί συχνά στην άρνηση της σχέσης υιοθεσίας και ενημέρωσης των παιδιών από τους θετούς γονείς τους, κάτι που δυναμιτίζει τη σχέση ένθεν και ένθεν. Από την άλλη, γεννά στα υιοθετημένα παιδιά ­ που ξέρουν ­ υποψίες μήπως και αυτά αποκτήθηκαν με τη λογική του εμπορεύματος και αντί τιμήματος… Παρά τις καινοτομίες ο νέος νόμος περί υιοθεσίας δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στην πράξη Ανεπαρκής η νομοθεσία


ΩΣ ΠΡΙΝ από λίγο καιρό τα ζητήματα υιοθεσίας είχαν αφεθεί στον αναχρονιστικό νόμο του 1970. Ο νέος νόμος που ψηφίστηκε πρόσφατα περιέχει ρυθμίσεις που επιχειρούν να προσαρμόσουν τη νομοθεσία μας στα σύγχρονα δεδομένα, αν και έχει προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις. Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποια σημεία των διατάξεων περί υιοθεσίας που δίνουν την εικόνα του νέου «σκηνικού»: για να δοθεί ένα παιδί για υιοθεσία πρέπει να είναι τουλάχιστον τριών μηνών. Παρέχεται η δυνατότητα να υιοθετούν παιδιά και εκείνοι που έχουν δικά τους, οι έγγαμοι μετά τη συμπλήρωση τριών ετών γάμου, ανεξάρτητα αν μπορούν ή όχι να κάνουν δικά τους παιδιά, αλλά και οι άγαμοι, πάντα με την έγκριση του δικαστηρίου. Ανώτατο όριο ηλικίας για τους γονείς είναι το 60ό έτος ενώ κατώτερο το 30ό, ενώ σε όλες τις περιπτώσεις απαιτείται διαφορά 18 ετών ανάμεσα στους θετούς γονείς και στο υιοθετούμενο παιδί.


Για να υιοθετηθεί ένα ανήλικο παιδί απαιτείται η συναίνεση των φυσικών γονέων, η οποία δίδεται ενώπιον του δικαστηρίου. Καταργείται η παροχή αμετάκλητης συναίνεσης των γονιών για υιοθεσία του παιδιού τους όταν το αφήνουν σε ίδρυμα ή σε κέντρο που έχει ως σκοπό την υιοθεσία. Μπορούν ανά πάσα στιγμή να την ανακαλέσουν. Αν πράγματι θέλουν να δοθεί το παιδί τους για υιοθεσία σε κάποια οικογένεια, οι φυσικοί γονείς δηλώνουν τη συναίνεσή τους ενώπιον του δικαστηρίου. Πάμπολλες ήσαν οι καταγγελίες για ιδρύματα που έδωσαν για υιοθεσία παιδιά των οποίων οι φυσικοί γονείς είχαν αλλάξει εν τω μεταξύ γνώμη.


Για πρώτη φορά το παιδί έχει το δικαίωμα μόλις ενηλικιωθεί να πληροφορηθεί ποιοι είναι οι φυσικοί γονείς του. Οι ιδιωτικές υιοθεσίες επιτρέπονται. Οι προτάσεις για απαγόρευσή τους με το επιχείρημα ότι θα χτυπηθεί το εμπόριο βρεφών δεν έγιναν δεκτές. Απαγορεύεται σε αυτές η μεσολάβηση τρίτων προσώπων, αλλά επιτρέπεται στους θετούς γονείς να παίρνουν το παιδί στο σπίτι προτού αρχίσει η διαδικασία της υιοθεσίας.


Παρά τις καινοτόμες διατάξεις για την υιοθεσία, ο νέος νόμος βρίσκει εμπόδια για να εφαρμοσθεί στην πράξη. Οι πολίτες που περίμεναν την απλοποίηση των διαδικασιών είναι εκ νέου μεταξύ σφύρας και άκμονος. Τι έχει συμβεί; Ο νόμος επιτάσσει σε κάθε Πρωτοδικείο της χώρας να ιδρυθεί και να λειτουργεί κοινωνική υπηρεσία η οποία θα συντάσσει και θα υποβάλλει εκθέσεις στο δικαστήριο πριν από την εκδίκαση μιας υπόθεσης υιοθεσίας. Αν οι εκθέσεις δεν έχουν υποβληθεί, η αίτηση για υιοθεσία απορρίπτεται από το δικαστήριο για τυπικούς λόγους. Αυτό ακριβώς έγινε καθώς η υπηρεσία δεν έχει συσταθεί! Βεβαίως, βλέποντας το παράδοξο του πράγματος, έχει δοθεί εντολή τα δικαστήρια να αναβάλλουν και όχι να απορρίπτουν τις αιτήσεις. Δεν μπορούν όμως να γλιτώσουν από την ταλαιπωρία τους πολίτες που βλέπουν τις υποθέσεις τους σε εκκρεμότητα, που καθυστερούν, που η αναμονή τους παρατείνει την αγωνία.


Επί της ουσίας, οι αντιρρήσεις εστιάστηκαν κυρίως στο σημείο που αναφέρεται στις ιδιωτικές υιοθεσίες, δηλαδή σε εκείνες που γίνονται όταν φυσικοί και θετοί γονείς έρχονται σε μεταξύ τους συμφωνία. Ο νόμος περί υιοθεσίας προβλέπει δύο τρόπους υιοθεσίας: μέσω κρατικών ιδρυμάτων (Κέντρο Βρεφών «Μητέρα», ΠΙΚΠΑ, Εθνικός Οργανισμός Πρόνοιας, δημόσια βρεφοκομεία) και διά της ιδιωτικής οδού. Η εισηγητική έκθεση της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής είχε αιτιολογήσει την άρνησή της να απαγορεύσει τις ιδιωτικές υιοθεσίες ως εξής: «Η απαγόρευση των ιδιωτικών υιοθεσιών θα οδηγούσε στο χειρότερο, στην άνθηση του φαινομένου των εικονικών τοκετών».


Τι σημαίνει, όμως, εικονικός τοκετός; Είναι κάτι που δυστυχώς συναντάται ακόμη και σήμερα. Κύκλωμα παρα-υιοθεσίας βρίσκει έγκυους γυναίκες (συχνά άγαμες) που δεν μπορούν να αναθρέψουν το παιδί τους. Κανονίζουν με το ενδιαφερόμενο άτεκνο ζευγάρι να μπουν στο νοσοκομείο η φυσική μητέρα και η άλλη που επιθυμεί να υιοθετήσει παιδί. Στο μαιευτήριο, μετά τη γέννα, καταγράφεται στη ληξιαρχική πράξη της θετής μητέρας το παιδί και φεύγει από το μαιευτήριο με το «δικό» της μωρό.


Στην Ελλάδα γίνονται περίπου 600 υιοθεσίες τον χρόνο. Από αυτές μόνο το 1/4 αφορά περιπτώσεις όπου ακολουθήθηκε η οδός των δημοσίων ιδρυμάτων. Οι περισσότερες είναι ιδιωτικές υιοθεσίες. Η πρόεδρος του Κέντρου Βρεφών «Μητέρα» κυρία Αναστασία Ευθυμίου μάς επεσήμανε: «Οι ιδιωτικές υιοθεσίες επιτρέπουν εκτός των άλλων να αιωρείται η αμφιβολία για το πώς έγιναν. Αφού δεν υπήρξε η τόλμη να καταργηθεί η ιδιωτική υιοθεσία, έπρεπε τουλάχιστον να ορίζεται ότι θα πρέπει να δηλώνεται στην κοινωνική υπηρεσία προτού πάει το παιδί στο σπίτι των θετών γονέων. Σήμερα προτού αρχίσει η διαδικασία της υιοθεσίας παίρνουν κοντά τους το υιοθετούμενο παιδί, αναπτύσσεται σχέση μεταξύ τους και εκ των υστέρων, ακόμη κι αν δεν είναι κατάλληλοι οι θετοί γονείς, είναι δύσκολο να αλλάξεις τη ροή των πραγμάτων».


Επίσης, το θέμα της επιείκειας του νόμου για αγοραπωλησία παιδιού έχει προκαλέσει πλήθος αντιδράσεων. Θεωρείται πλημμέλημα η αγοραπωλησία και τιμωρείται με μικρές ποινές. Οσο δε αφορά το παιδί της αγοραπωλησίας που στέλνεται στο Κέντρο Βρεφών, μπορεί να μείνει 3 ή 4 χρόνια στο ίδρυμα ώσπου να τελειώσουν τα δικαστήρια που ορίζουν ότι χάνει την επιμέλεια ο γονέας που μετείχε στην αγοραπωλησία… Ετσι το παιδί τιμωρείται για δεύτερη φορά. Σύμφωνα με την κυρία Ευθυμίου, «το σωστότερο θα ήταν να δημιουργηθεί ένας εθνικός φορέας για την υιοθεσία και εθνική λίστα για να κρίνονται επί ίσοις όροις οι επιθυμούντες να υιοθετήσουν παιδί».


Βεβαίως ένα καίριο ερώτημα που υπάρχει είναι οι χρονοβόρες διαδικασίες που ακολουθούν τα ιδρύματα για την υιοθεσία. Η γραφειοκρατία ταλαιπωρεί πολλούς πολίτες που απευθύνονται με αιτήσεις σε αυτά. Η προϊσταμένη της κοινωνικής υπηρεσίας στο Κέντρο Βρεφών «Μητέρα» κυρία Αναστασία Κουσίδου επιμένει ότι αυτό οφείλεται σε εγγενή αδυναμία και όχι σε γραφειοκρατική κωλυσιεργία. «Υποβάλλονται κάθε χρόνο 500 αιτήσεις και τα παιδιά προς υιοθεσία είναι γύρω στα 50. Πώς να επιταχύνεις τα διάφορα στάδια ελέγχου, πώς να ικανοποιήσεις όλους τους αιτούντες;».