Ξανά πρόσφυγες οι περίοικοι της Κάρλας

* Η απίστευτη οδύσσεια των ανθρώπων οι οποίοι από ψαράδες έγιναν αγρότες και τώρα καλούνται να γυρίσουν 40 χρόνια πίσω χωρίς καμία αποζημίωση Ξανά πρόσφυγες οι περίοικοι της Κάρλας Τι αναφέρουν σε ομαδική αγωγή που κατέθεσαν στη Δικαιοσύνη εναντίον του ελληνικού Δημοσίου ΙΩΑΝΝΑ ΜΑΝΔΡΟΥ Πολίτες για πέταμα αν τους ονομάτιζε κάποιος δεν θα είχε άδικο. Γιατί οι κάτοικοι των πάλαι ποτέ παραλίμνιων χωριών

Πολίτες για πέταμα αν τους ονομάτιζε κάποιος δεν θα είχε άδικο. Γιατί οι κάτοικοι των πάλαι ποτέ παραλίμνιων χωριών της Κάρλας αποτελούν τρανταχτό δείγμα πολιτών στις πλάτες των οποίων το κράτος έπαιξε κατά καιρούς άσχημα παιχνίδια· πολιτών η ύπαρξη των οποίων ουδέποτε επηρέασε ή προβλημάτισε τους υπευθύνους, όποιες και αν ήταν οι αποφάσεις τους. Πάντοτε η πολιτεία αποφάσιζε γι’ αυτούς σαν να μην υπήρχαν. Ερήμην. Και τώρα αυτοί οι πολίτες, 40 χρόνια από τότε που η λίμνη έπαψε να είναι λίμνη και έναν χρόνο από τότε που η επίσημη πολιτεία αποφάσισε ότι η λίμνη πρέπει να ξαναγεννηθεί, μη έχοντας τι άλλο να κάνουν, προσφεύγουν ομαδικά στη Δικαιοσύνη διεκδικώντας κάτι που για πρώτη φορά ζητούν πολίτες: ζητούν να αντιμετωπισθούν ως πολίτες με δικαιώματα και υποχρεώσεις και η πολιτεία αναλόγως να τους συμπεριφερθεί. Διατρέχοντας το κείμενο της προσφυγής που υπογράφουν συνολικά 192 κάτοικοι των παραλίμνιων χωριών γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι ο πολίτης το αισθάνεται όταν το κράτος τον αντιμετωπίζει ως μη ον· όταν αποφασίζει γι’ αυτόν χωρίς αυτόν. Η εξιστόρηση των γεγονότων, έτσι όπως περιγράφονται στην αγωγή, είναι αψευδής μάρτυς των όσων οι πολίτες των χωριών αυτών έχουν βιώσει τα τελευταία 40 χρόνια.



Η οδύσσεια των ανθρώπων οι οποίοι σήμερα προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη ως τελευταίο καταφύγιο δικαίωσης άρχισε το 1957, τότε που το ελληνικό κράτος αποφάσισε ότι η λίμνη της Κάρλας πρέπει να αποστραγγιστεί και οι εκτάσεις που θα προκύψουν να δοθούν προς καλλιέργεια.


Παρά τις αντιρρήσεις ειδικών και την ομόθυμη αντίδραση των κατοίκων των γύρω περιοχών οι οποίοι υποστήριζαν τότε ότι η Κάρλα πρέπει να παραμείνει λίμνη και να μην αφανιστεί, το κράτος προχώρησε στην υλοποίηση του σχεδίου αποξήρανσής της δίχως να λάβει υπόψη του τις αντιδράσεις των κατοίκων.


«Μας επέβαλαν τότε» λένε σήμερα οι κάτοικοι των χωριών της Κάρλας «να εγκαταλείψουμε τις πατροπαράδοτες δραστηριότητές μας, να ξεχάσουμε τις δεξιότητές μας, να διαλύσουμε τις καλύβες μας στη λίμνη, να κάψουμε τις βάρκες μας και να μάθουμε να ζούμε αλλιώς».


Και η κρατική βούληση, όπως ήταν φυσικό, ήταν εκείνη που καθόρισε την καθημερινότητα των ανθρώπων που ζούσαν στα περίχωρα της λίμνης. Η προσαρμογή τους δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Πέρασαν δύσκολες ημέρες και δύσκολα τα ‘φεραν βόλτα στην αρχή. Το 1962, χρονιά που η λίμνη οριστικά αποξηράνθηκε, τα βάσανά τους φάνηκε ότι έφθασαν στο τέλος. Περίπου 60.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης ήρθαν στην επιφάνεια και οι υποσχέσεις για ιδιοκτησίες που θα τους εξασφάλιζαν τα προς το ζην αναγκαία τροφοδότησαν τις ελπίδες τους για μια καλύτερη ζωή.


* Αναπάντητες εκκλήσεις


Τα χρόνια περνούσαν όμως και το κράτος συστηματικά εκώφευε στις εκκλήσεις των παραλίμνιων χωριών να τους δοθεί γη και ιδιοκτησία. Ούτε ιδιοκτησία ούτε αποζημίωση ούτε κάποια οικονομική ενίσχυση για όσα έχασαν και για όσα έπρεπε να ξεκινήσουν από την αρχή. Τα επιχειρήματά τους ότι με σωρεία διαταγμάτων και νομοθετικών ρυθμίσεων σε ανάλογες περιπτώσεις η πολιτεία είχε προχωρήσει σε παραχωρήσεις γαιών και σε οικονομικές αποζημιώσεις των πολιτών που επλήγησαν από την εκτέλεση ενός μεγάλου έργου απευθύνονταν σε ώτα μη ακουόντων. Τι κι αν σε δημόσιες υπηρεσίες, σε αρμοδίους και μη οι κάτοικοι της αποξηραμένης πια Κάρλας θύμιζαν τι έγινε με το βασιλικό διάταγμα του 1941 που φέρει τον τίτλο «Κώδικας αποστραγγιζομένων γαιών» και προβλέπει την αποκατάσταση ακτημόνων καλλιεργητών με γαίες που αποκαλύφθηκαν από παραγωγικά έργα που έγιναν εντός και εκτός Μακεδονίας από την αποξήρανση λιμνών και ελών. Τι κι αν το παράδειγμα της Κωπαΐδας, όπου δόθηκε βιώσιμος κλήρος σε κάθε οικογένεια των χωριών που ήταν γύρω από την αποξηρανθείσα λίμνη, είχε υιοθετηθεί ως συγκρίσιμο μέγεθος στην προσπάθεια των ανθρώπων οι οποίοι ζούσαν γύρω από την Κάρλα για δικαίωση.


Τι κι αν το οπλοστάσιό τους είχε εμπλουτιστεί με τα διατάγματα που ίσχυσαν για τις εκτάσεις του Λεσινίου, της Λυσιμαχίας και της Τριχωνίδας.


* Δικαίωση χωρίς αντίκρισμα


Τα χρόνια περνούσαν δίχως οι άνθρωποι που «διάλυσαν τις καλύβες τους και έκαψαν τις βάρκες τους» να έχουν τα μέσα να γίνουν από πρώην ψαράδες γεωργοί. Ωσπου το 1983 ένας νόμος ήρθε να δώσει επιτέλους τη λύση: να προβλέψει ότι οι εκτάσεις που προέκυψαν από την αποξήρανση της λίμνης Κάρλας θα δοθούν σε ακτήμονες καλλιεργητές ομόρων περιοχών με τις προϋποθέσεις και τους όρους που ο νόμος αυτός έθεσε.


Ο νόμος όμως του 1983 δεν είναι δυστυχώς ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος που ψηφίστηκε για να μην εφαρμοστεί. Το ελληνικό Δημόσιο, αντί να δώσει στους ακτήμονες κλήρο, όπως ο νόμος είχε προβλέψει, ακολούθησε άλλη τακτική: επέλεξε τη διαδικασία της προσωρινής παραχώρησης γαιών με μειωμένο μίσθωμα αναγνωρίζοντας παράλληλα την υποχρέωσή του για οριστική παραχώρηση των εκτάσεων αυτών σε ευθετότερο χρόνο.


Ετσι κάθε χρόνο με απόφαση του νομάρχη κάθε οικογένεια έπαιρνε για καλλιέργεια έξι στρέμματα από τις εκτάσεις που είχαν προκύψει από την αποξήρανση της λίμνης και έσπερνε στάρια και βαμβάκι.


Οι κάτοικοι των παραλίμνιων χωριών προσαρμόστηκαν σιγά σιγά στις γεωργικές καλλιέργειες, καλλιεργούσαν μόνοι τους ή ομαδικά τα σιτηρά και τα βαμβάκια και ζούσαν από αυτά. «Δημιουργήσαμε» αναφέρουν στην αγωγή τους «μια άλλη οικονομία, με τους εξοπλισμούς, τα εφόδια και τα καλλιεργητικά μηχανήματα που χρειαζόμασταν, συνδεόμενη άρρηκτα και άμεσα με την καλλιέργεια των άνω εκτάσεων που μας παραχωρούνταν». Και ενώ, όπως υποστηρίζουν, στην υπόλοιπη Ελλάδα ο πληθυσμός της υπαίθρου σε πολλές περιπτώσεις μειώθηκε, «σε μας αυξήθηκε». «Και τούτο συνέβη γιατί προσπαθήσαμε να παραμείνουμε στον τόπο μας, προσαρμόσαμε τη ζωή μας και τον βιοπορισμό μας στις συνθήκες που μας επέβαλαν με την αποστράγγιση της λίμνης».


* Το «φιρμάνι» του νομάρχη


Στο τέλος της δεκαετίας του ’90 ωστόσο και ενώ η ζωή για τους κατοίκους αυτής της περιοχής είχε ομαλοποιηθεί και η λίμνη αποτελούσε μια μακρινή ανάμνηση, το τοπίο άρχισε να μεταβάλλεται άρδην. Οι πρώτες δημόσιες τοποθετήσεις για το «οικολογικό έγκλημα» που διέπραξε το κράτος αποξηραίνοντας την Κάρλα άρχισαν να πυκνώνουν και οι υποστηρικτές της λύσης να ξαναγεννηθεί η λίμνη, 40 χρόνια μετά, χρόνο με τον χρόνο κέρδιζαν έδαφος.


Τελικά το καλοκαίρι του 2000 ο κύβος ερρίφθη. Η Κάρλα, αποφάσισε το κράτος, πρέπει να ξαναγίνει λίμνη. Οι κάτοικοι της περιοχής με δραματικό τρόπο δικαιώθηκαν αλλά έπειτα από τόσα χρόνια. Ο επαναπλημμυρισμός της λίμνης, έτσι λέγεται επιστημονικά η διαδικασία δημιουργίας εκ νέου της λίμνης, άρχισε να υλοποιείται. Και η πρώτη πράξη υπογράφεται το περασμένο καλοκαίρι από τον νομάρχη Μαγνησίας. Τι λέγει ο νομάρχης;


Επιβάλλει στους καλλιεργητές (προσωρινούς δικαιούχους) των εκτάσεων της Κάρλας αμέσως μετά τον θερισμό να εγκαταλείψουν τα κτήματα και να μη σπείρουν για το φθινόπωρο. Να διακόψουν παραχρήμα τις καλλιέργειες. Ετσι οι πολίτες που αναγκαστικά άφησαν τα δίχτυα και από ψαράδες έγιναν αγρότες τώρα είναι αναγκασμένοι για δεύτερη φορά από αγρότες να ξαναγίνουν ψαράδες! Και όλα αυτά δίχως καμία αποζημίωση, καμία οικονομική ενίσχυση.


ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ Το κράτος δεν πληρώνει τα εγκλήματά του


«Στην ίδια γενιά για δεύτερη φορά» λένε στην αγωγή τους «το κράτος ανέτρεψε τον τρόπο της ζωής μας καταστρέφοντας την οικονομία που είχαμε ξαναδημιουργήσει στερώντας μας πλήρως τα μέσα βιοπορισμού των ιδίων και των οικογενειών μας. Χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης, αφού είχε αποφύγει να μας παραχωρήσει κατά κυριότητα τις εκτάσεις που χρόνια καλλιεργούσαμε, όπως όφειλε και όπως έκανε σε όλες τις όμοιες με τη δική μας περιπτώσεις».


«Παρ’ όλα αυτά» υποστηρίζουν απευθυνόμενοι στη Δικαιοσύνη οι κάτοικοι των χωριών της Κάρλας «δεν επιχειρήσαμε να ματαιώσουμε την εκτέλεση του έργου καταφεύγοντας, όπως συνηθίζεται, σε πράξεις αυτοπροστασίας των δικαιωμάτων μας γιατί πιστεύουμε και σήμερα αυτό που πιστεύαμε και τότε: ότι η Κάρλα έπρεπε να μείνει για πάντα λίμνη».


Εκείνο όμως που ζήτησαν ήταν η νόμιμη αποζημίωσή τους. Η συνδρομή της πολιτείας για την κοινωνική τους αποκατάσταση, όπως έγινε και σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις. Και αυτές, έτσι όπως απαριθμούνται στην αγωγή, δεν είναι λίγες. Ενδεικτικά αναφέρουν:


* Το έργο της τεχνητής λίμνης και του φράγματος του Ταυρωπού (Μέγδοβας).


* Το έργο της τεχνητής λίμνης Κρεμαστών του Αχελώου.


* Τα αρδευτικά έργα στον Πηνειό ποταμό στον Νομό Ηλείας.


* Τα έργα της τεχνητής λίμνης και του φράγματος Πολυφύτου Κοζάνης και του Μόρνου στη Φωκίδα, όπως και


* Του αρδευτικού φράγματος στο Σμόκοβο Καρδίτσας.


Η θεμελίωση της υποχρέωσης της πολιτείας για αποζημίωσή τους στηρίζεται στο Σύνταγμά μας και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.


Οι συνταγματικές κατοχυρώσεις για το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και το δικαίωμα στην εργασία υποστηρίζουν το αίτημά τους, ενώ οι αντίστοιχες προστατευτικές των δικαιωμάτων των πολιτών διατάξεις του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης που έχει κυρωθεί από τη χώρα μας και διαθέτει αυξημένη τυπική ισχύ στηρίζουν επίσης τα αιτούμενα.


Και βέβαια οι θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματός μας περί ισότητας αλλά και οι νομοθετικές ρυθμίσεις για την υποχρέωση του κράτους να αποζημιώνει τους πολίτες του. Το αιτούμενο ποσό; Περί τα 9 δισ. δρχ. Αλλά δεν είναι μόνο εκείνο που στην υπόθεσή τους έχει σημασία.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.