Ο πρώτος καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο πολιτικός ηγέτης που έβαλε την κατακερματισμένη χώρα του σε όλες τις διακρατικές συμφωνίες και ενώσεις, οι οποίες σιγά σιγά πήραν τη μορφή της Ενωμένης Ευρώπης. Ενας εκ των ιδρυτών του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος. Ή, πιο απλά, ο άνθρωπος που ανέλαβε μια κατεστραμμένη και ατιμασμένη μεταναζιστική Γερμανία και κατάφερε όχι απλώς να την κάνει στα σταθεί και πάλι στα πόδια της αλλά και να αποκτήσει κραταιά θέση στην Ευρώπη. Αν η Γερμανία είναι σήμερα μια πρωταγωνίστρια στα ευρωπαϊκά δρώμενα, αυτό το χρωστάει εν πολλοίς στον Αντενάουερ. Εναν ιδιαίτερα σεμνό και πειθαρχημένο πολιτικό με δυνατό όραμα, έντονα αντικομμουνιστικές πεποιθήσεις, ευρωπαϊστή, διαλλακτικό όπου έπρεπε και εξαίρετο διπλωμάτη.
Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Νομικά στα πανεπιστήμια του Φράιμπουργκ, του Μονάχου και της Βόννης και από τα πρώτα χρόνια της καριέρας του ως νομικού αναμείχθηκε με τα κοινά. Το πρώτο βήμα στην πολιτική σταδιοδρομία του ήταν η εκλογή του στο δημαρχιακό συμβούλιο της Κολονίας το 1917. Σταδιακά ανήλθε όλες τις βαθμίδες της πολιτικής ιεραρχίας. Ηταν μέλος του Μεσαίου Κόμματος, το οποίο εμφορείτο από τις αρχές των καθολικών, όμως αυτό δεν τον εμπόδισε να αντιληφθεί πρώτος τον άνεμο της αλλαγής και να πρωτοστατήσει στη δημιουργία της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU), στο πλαίσιο της οποίας οι καθολικοί και οι προτεστάντες για πρώτη φορά έθαψαν τις χρόνιες διαμάχες τους και παρουσίασαν έναν ικανό αντίλογο βασισμένο στις χριστιανικές αξίες απέναντι στον ανερχόμενο ναζισμό. Οταν οι ναζιστές ανήλθαν στην εξουσία, ο Αντενάουερ έχασε όλες τις εξουσίες του, διώχθηκε, φυλακίστηκε και τελικά κλείστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Μετά την πτώση του Γ’ Ράιχ τοποθετήθηκε από τα αμερικανικά στρατεύματα ανώτατος δήμαρχος της Κολονίας, θέση την οποία έχασε τον Ιούνιο του 1945, όταν οι Βρετανοί ανέκτησαν τον έλεγχο της πόλης. Η πολιτική καριέρα του Αντενάουερ όμως ήταν ήδη μακρά και ο ίδιος ήταν αποφασισμένος να βγάλει τη χώρα του από το τέλμα στο οποίο την είχε ρίξει ο πόλεμος και από τη σύγχυση την οποία είχαν δημιουργήσει τα αντικρουόμενα συμφέροντα των Συμμάχων.
Το κόμμα των χριστιανοδημοκρατών κατάφερε με τις κινήσεις του Αντενάουερ να κερδίσει την εμπιστοσύνη των Συμμάχων, να επεκτείνει τις δυνάμεις του στη χώρα και έτσι σταδιακά άρχισε να εμφανίζεται η πρώτη μορφή μιας γερμανικής ομοσπονδίας. Το 1949 έγινε πρόεδρος του CDU όλης της Δυτικής Γερμανίας. Στις πρώτες γενικές εκλογές σε αυτό το πρώιμο γερμανικό κράτος κατάφερε με τη βοήθεια της Χριστιανοσοσιαλιστικής Ενωσης (CSU, το κόμμα με το οποίο ο Εντμουντ Στόιμπερ διεκδικεί εφέτος τη θέση του καγκελαρίου της Ενωμένης Γερμανίας) να κερδίσει 139 από τις συνολικά 402 έδρες του Κοινοβουλίου. Και έτσι στις 15 Σεπτεμβρίου 1949 κατάφερε να σχηματίσει κυβέρνηση με πλειοψηφία μόλις μιας ψήφου και να γίνει για πρώτη φορά καγκελάριος. Αντιτάχθηκε σθεναρά στις σοσιαλιστικές ιδέες και πολέμησε με πάθος τις αρχές της κοινοκτημοσύνης και της αταξικής κοινωνίας. Αντίθετα, προέβαλε ως βασική του θέση την από τον νόμο ελεγχόμενη ιδιωτικοποίηση. Σύμφωνα με το κοινωνικό μοντέλο του το κράτος θα έπρεπε να παρέχει στους πολίτες όλες τις διευκολύνσεις αλλά και τις εγγυήσεις, διατηρώντας μόνο τη νομική εποπτεία, προκειμένου να μπορέσουν αυτοί να αναπτύξουν ελεύθερα τις εμπορικές, οικονομικές και πνευματικές τους δραστηριότητες. Φυσικά η πολιτική πλατφόρμα του CDU από ένα σημείο και μετά επεκτάθηκε και πέραν των αρχών του Αντενάουερ σε προγράμματα πιο σοσιαλιστικής φύσεως, όμως ο Αντενάουερ διατήρησε ήπια στάση και φάνηκε πραγματιστής και διαλλακτικός όπου χρειάστηκε, προκειμένου να μη δημιουργηθούν εντάσεις και τριβές.
Ο βασικός του στόχος ήταν η ομοσπονδιοποίηση της Δυτικής Γερμανίας και οι εξωτερικές σχέσεις της χώρας με τους πάλαι ποτέ εχθρούς της. Το 1950 έκανε τη Γερμανία μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης και το 1951 μέλος της Κοινότητας Ανθρακος και Χάλυβα. Το 1952 παρουσίασε το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας (EDC). Το 1954-55, όταν η EDC κατέρρευσε, κατάφερε να γίνει η Δυτική Γερμανία αποδεκτή στους κόλπους του ΝΑΤΟ. Και το 1957-58 την έκανε μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Ο συνασπισμός CDU και CSU κέρδισε τις εκλογές του 1953 και του 1957 αυξάνοντας όλο και περισσότερο την ισχύ του. Ο Αντενάουερ ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της Δυτικής Γερμανίας και ο άνθρωπος στον οποίο οι ξένες χώρες αναγνώριζαν έναν άξιο συνομιλητή. Στις εκλογές του 1961 ωστόσο ο κυβερνητικός συνασπισμός απώλεσε μέρος της δύναμής του και προκειμένου να κατακτήσει και πάλι την εξουσία έπρεπε να συνεργαστεί ξανά με τους Ελευθεροδημοκράτες (πράγμα το οποίο είχε πετύχει το 1949, το 1953 αλλά όχι και το 1957). Οι Ελευθεροδημοκράτες έθεσαν έναν όρο: Να παραδώσει την καγκελαρία μόλις ολοκλήρωνε το έργο του αλλά προτού εξαντληθεί η θητεία του Κοινοβουλίου. Ο Αντενάουερ τήρησε την υπόσχεσή του. Κέρδισε τις εκλογές, πέτυχε τον μεγάλο στόχο του και αποχώρησε διακριτικά. Στη θέση του καγκελαρίου ανήλθε ο μεγάλος πολιτικός αντίπαλός του, ο Λούντβιχ Ερχαρντ, τον οποίο ο Αντενάουερ είχε προσπαθήσει να εξοντώσει πολιτικά το 1959, καθώς ο Ερχαρντ ως υπουργός Οικονομικών από το 1949 εθεωρείτο ο αρχιτέκτονας του οικονομικού θαύματος της μεταπολεμικής Γερμανίας και ασκούσε έντονη κριτική στο έργο του Αντενάουερ.
Και ποιος ήταν αυτός ο μεγάλος στόχος του Αντενάουερ; Να συμφιλιώσει τη Γερμανία με τους πρώην εχθρούς της και ειδικά με τη Γαλλία. Και τα κατάφερε. Ο Αντενάουερ παρέμεινε πρόεδρος του CDU ως το 1966. Στην κηδεία του παραβρέθηκαν οι ηγέτες της Γαλλίας, των Ηνωμένων Πολιτειών, πολλών άλλων χωρών, ακόμη και ο ηγέτης του νεοϊσραηλινού κράτους, ο Νταβίντ Μπεν Γκουριόν.