Λονδίνο, Ιούνιος.


Στη σελίδα 299 του βιβλίου «Lord Elgin and The Marbles» ο καθηγητής Γουίλιαμ Σεντ Κλερ χαρακτηρίζει τα γεγονότα του 1938 ως τη «μεγαλύτερη ζημιά στην ιστορία του Βρετανικού Μουσείου». Οι επιτυχημένες απόπειρες εγκληματικής «λεύκανσης» όμως ενδέχεται να μην εκφράζουν ολόκληρο το εύρος της ζημιάς που τα Μάρμαρα του Παρθενώνα έχουν ­ σχεδόν αναντίρρητα πλέον ­ υποστεί κάτω από τη βρετανική κατοχή εδώ και περίπου δύο αιώνες. Η συνέχεια αυτού που ο καθηγητής Σεντ Κλερ αποκάλεσε σε συνέντευξή του προς «Το Βήμα» «βρετανικό σκάνδαλο» είναι εξαιρετικά πιθανόν να έχει ως εξής: στα τέλη του 1938 και αμέσως μετά την αποκάλυψη της λείανσης των Μαρμάρων, δόθηκε άμεσα η εντολή ­ σύμφωνα με τα έγγραφα που αποκάλυψε ο καθηγητής ­ για «επανορθωτικά μέτρα». Τι ακριβώς όμως ήταν αυτά τα «επανορθωτικά μέτρα»; Πώς «επανορθώνεται» ένα «επανασμιλεμένο» μαρμάρινο αντικείμενο υψηλής τέχνης; Προς το παρόν, μόνο με δικανικές δηλώσεις και προσπάθειες συγκάλυψης που ακολουθούν την τακτική της σουπιάς.


Ο δημοσιογράφος της εφημερίδας «Mail on Sunday» Νικ Φίλντινγκ, ο οποίος δημοσίευσε σε παγκόσμια αποκλειστικότητα την περασμένη Κυριακή τις αποκαλύψεις του καθηγητή Σεντ Κλερ, αποκαλύπτει σε συνέντευξή του προς «Το Βήμα» ότι «μία ακόμη ιστορία απομένει να ειπωθεί». Μια ιστορία που βραχυπρόθεσμα ενδέχεται να ακουστεί ως μία ακόμη ηχηρή έκρηξη στα θεμέλια της «διεθνούς φήμης» και κυρίως της «υψηλής εμπειρογνωμοσύνης» στη συντήρηση αρχαιοτήτων που υποτίθεται πως το Βρετανικό Μουσείο παραδοσιακά διαθέτει.


Σύμφωνα με τα επί 60 χρόνια μυστικά έγγραφα ­ να σημειώσουμε ότι τα αγγλικά έγγραφα είναι παράνομο να μένουν μυστικά για περισσότερα από 30 χρόνια, εκτός και αν είναι άκρως απόρρητα και αφορούν θέματα ασφαλείας ­, αμέσως μετά την αποκάλυψη της «φανερής ζημιάς η οποία δεν μπορεί να μεγαλοποιηθεί», ελήφθησαν άμεσα «επανορθωτικά μέτρα». Σύμφωνα με τον καθηγητή Σεντ Κλερ, «τα Μάρμαρα είχαν το χρώμα της ζάχαρης, τον γυαλιστερό εκείνο λευκό ιριδισμό που έχει κάθε σπασμένη επιφάνεια λευκού μαρμάρου». Ετσι, εφόσον αφαίρεσαν την καφέ απόχρωση ­ ανάλογη με αυτήν που παρουσιάζει το μέλι ­, σκέφτηκαν ότι, αν προσέθεταν μια όμοια απόχρωση, «θα τα έκαναν και πάλι να μοιάζουν παλαιά». Ο καθηγητής πιστεύει ότι χρησιμοποιήθηκε ένα είδος κεριού.


Τα «επανορθωμένα» Μάρμαρα του Παρθενώνα βρίσκονταν μπροστά στα μάτια των επισκεπτών του Βρετανικού Μουσείου τον Μάιο του 1939. Σύντομα όμως η οσμή των βομβαρδισμών ενός νέου πολέμου μαζευόταν πάνω από την Ευρώπη και πολύ εντονότερα πάνω από το Λονδίνο. Κάτι για το οποίο οι υπεύθυνοι του Μουσείου αξίζουν τον διεθνή έπαινο είναι το ότι κατόρθωσαν και κράτησαν τα Μάρμαρα άθικτα. Ορισμένα από αυτά μεταφέρθηκαν στα υπόγεια του μουσείου και τα υπόλοιπα στα βάθη του κλειστού τότε σταθμού Ολντριτζ του μετρό της πόλης, δίπλα σε σακιά από άμμο τοποθετημένα για να απορροφούν τους κραδασμούς.


Η νίκη επί του Χίτλερ δεν βρήκε τα Μάρμαρα και πάλι στους τοίχους της «Αίθουσας Ντουβίν». Πέρασαν σχεδόν τέσσερα χρόνια, ως το 1949, ώσπου οι επισκέπτες να μπορέσουν να τα θαυμάσουν και πάλι. Τα γεγονότα όμως που συνέβησαν λίγο πριν δεν είναι σε καμία περίπτωση ξεκάθαρα. Σύμφωνα με τον Νικ Φίλντινγκ, «οι υπεύθυνοι του μουσείου συνειδητοποίησαν το χάος στο οποίο βρισκόταν η συλλογή των Μαρμάρων του Παρθενώνα ακριβώς γιατί το σκούρο χρώμα με το οποίο τα είχαν καλύψει τα έκανε πολύ αστραφτερά. Απλώς ήταν φανερό πως είχαν βαφτεί. Ενδέχεται μάλιστα να τα είχαν βάψει με τσάι γιατί η τανίνη που περιέχει μπορεί να δώσει το συγκεκριμένο σκούρο αποτέλεσμα. Επειδή η προγενέστερη επέμβαση γινόταν φανερή, αυτή η χρωματική κάλυψη έπρεπε να αφαιρεθεί με μια νέα επέμβαση. Και είναι εξαιρετικά πιθανόν σε αυτό το στάδιο να έγινε ακόμη περισσότερη ζημιά!». Ο Γουίλιαμ Σεντ Κλερ, όταν του ζητήθηκε από «Το Βήμα» να σχολιάσει τον παραπάνω ισχυρισμό, κράτησε, όπως ήταν αναμενόμενο, αποστάσεις. «Δεν έχω κανένα λόγο», είπε, «να υποψιάζομαι ότι συνέβη η οποιαδήποτε ζημιά στα Μάρμαρα του Παρθενώνα κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου». Παραδέχθηκε ωστόσο πως έχει ακούσει αυτή την ιστορία να λέγεται ­ όπως έχει επίσης ακούσει τις αντίθετες με αυτήν απόψεις ­ αλλά δεν είναι κάτι που έχει σχέση με τη δική του έρευνα. Συμφώνησε πάντως με τον Νικ Φίλντινγκ ότι «η ιστορία αυτή κάνει ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη μιας ολοκληρωμένης μελέτης η οποία θα φωτίσει οτιδήποτε συνέβη». Αν όμως κάποιος διαβάσει περισσότερο προσεκτικά το βιβλίο του καθηγητή Σεντ Κλερ ­ και δεν μείνει μόνο στα γεγονότα του 1938 ­, θα ανακαλύψει ότι υπάρχουν και άλλα προπολεμικά περιστατικά που δείχνουν πως τα Μάρμαρα του Παρθενώνα δεν απολάμβαναν με κανέναν τρόπο την προσοχή και τη συντήρηση που νομίζουμε. Κατ’ αρχήν την εποχή του Ελγιν και για πολλές δεκαετίες δεν αντιμετωπίζονταν ως αρχαιολογικά ευρήματα ανεκτίμητης αξίας αλλά ως δείγματα υψηλής τέχνης από μια ιδιαίτερα εύφορη πνευματικά περίοδο της ιστορίας. Ετσι τα Μάρμαρα αντιγράφονταν διαρκώς. Φτιάχνονταν εκμαγεία επάνω σε αυτά και το μουσείο αδιαφορούσε παντελώς για την πιθανότητα πρόκλησης ζημιάς στην επιφάνειά τους. Τα αντίγραφα χρησιμοποιούνταν για την εκπαίδευση των νέων βρετανών καλλιτεχνών ­ αλλά όχι μόνον. Από τα τέλη του 1830 και μετά σχολές και μουσεία διαφόρων χωρών παρήγγελλαν διαρκώς ολόκληρη τη σειρά των Μαρμάρων. Τα αυθεντικά μάρμαρα χρησιμοποιούνταν ως μοντέλα και επάνω τους φτιάχνονταν εκμαγεία. Αμέτρητες φορές! Τα προγράμματα αυτού του είδους σταμάτησαν το 1912. Θα μπορέσει κάποιο μηχάνημα λέιζερ να αποκαλύψει τι είδους ζημιά προκλήθηκε από αυτή την υπερεκατονταετή αλόγιστη αντιγραφή; Και έπειτα υπάρχει και κάτι ακόμη: στο μυστικό έγγραφο που συντάχθηκε τον Δεκέμβριο του 1938 αποκαλύπτεται πως οι υπεύθυνοι του μουσείου «ήξεραν από αρκετά χρόνια πριν ότι ήταν επικίνδυνο να αφήνονται οι τεχνίτες να καθαρίζουν τα Μάρμαρα γιατί τείνουν να προτιμούν τις δικές τους τεχνικές εις βάρος των ενδεδειγμένων επιστημονικών». Ούτε λίγο ούτε πολύ σημειώνεται καθαρά ότι σε τακτά χρονικά διαστήματα τα Μάρμαρα καθαρίζονταν με «συνηθισμένο νερό και σκληρές βούρτσες» ­ κάτι που σταμάτησε το 1932, όταν ζητήθηκε από το Ερευνητικό Εργαστήριο του μουσείου να προτείνει μια «περισσότερο ασφαλή και αποτελεσματική μέθοδο». Ολα αυτά αφήνουν να εννοηθεί ότι το Βρετανικό Μουσείο λειτούργησε για περισσότερο από έναν αιώνα ως ένα αναξιόπιστο αποικιοκρατικό ίδρυμα με ­ τουλάχιστον ­ μέτρια επιστημονική γνώση συντήρησης και μηδαμινό σεβασμό για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Γιατί, αν σέβεσαι κάτι, όχι απλώς δεν το «γδέρνεις» αλλά ούτε και το τρίβεις με «σκληρή βούρτσα». Παρ’ όλα αυτά, σήμερα το Βρετανικό Μουσείο μπορεί να σύρει στην κυριολεξία την Ντάουνινγκ Στριτ και το υπουργείο Πολιτισμού να παραταχθούν με τη γραμμή που αποφασίζει να ακολουθήσει.


Η στάση του μουσείου


Πηγή της Ντάουνινγκ Στριτ τονίζει προς «Το Βήμα» ότι «το μοναδικό επίσημο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα έγινε το 1983, το οποίο και απορρίφθηκε». Προσθέτει επίσης πως ο διάλογος συνεχίζεται και ότι η οποιαδήποτε πρόοδος του θέματος θα μπορέσει να γίνει «υπό την αιγίδα της UNESCO, της οποίας η επόμενη σύνοδος είναι προγραμματισμένη για τον Ιανουάριο του 1999». Οσο για το θέμα της ζημιάς που προκλήθηκε, το πρωθυπουργικό γραφείο παραπέμπει κατευθείαν στον υπουργό Πολιτισμού Κρις Σμιθ. Ο υπουργός Πολιτισμού με τη σειρά του συντάσσεται απολύτως με τις απόψεις του μουσείου.


Η στάση του Βρετανικού Μουσείου συνοψίζεται στα εξής: πρώτον, υποστηρίζεται ο ισχυρισμός ότι η ζημιά έχει υπερεκτιμηθεί· δεύτερον, ότι δεν έγινε καμία απόπειρα απόκρυψής της· τρίτον, ότι λύση σε κάθε διαφωνία θα δώσει η διεθνής συνάντηση ειδικών η οποία υπολογίζεται να αρχίσει «όχι αργότερα από τον Ιανουάριο του 1999». Οι απαντήσεις σε αυτά είναι οι εξής: πρώτον, η εκτίμηση της ζημιάς στηρίζεται σε έγγραφα του Βρετανικού Μουσείου τα οποία παρέμεναν επιμόνως επτασφράγιστα μυστικά ως το 1996 ενώ θα έπρεπε να είχαν δοθεί στη δημοσιότητα ήδη από το 1968· δεύτερον, το μουσείο ασχολήθηκε αποκλειστικά και μόνο με την απόκρυψη της ζημιάς για όλο το καλοκαίρι του 1939, αφού οι εκπρόσωποί του αρνούνταν συστηματικά τις φήμες που κυκλοφορούσαν στους ακαδημαϊκούς κύκλους και στις εφημερίδες· τρίτον, είναι φανερό πως επιδιώκεται η «διεθνής συνάντηση» να αρχίσει μετά και όχι πριν από τη σύνοδο της UNESCO για την αποφυγή αποφασιστικών συμπτώσεων και ενδεχομένως μεγάλων εκπλήξεων.


Εκείνο το οποίο αποκαλύφθηκε αυτή την εβδομάδα και με έκπληξη διαπιστώσαμε είναι πως δεν μπορούμε να έχουμε όχι μόνο την παραμικρή ευγνωμοσύνη αλλά και την παραμικρή εμπιστοσύνη στους Βρετανούς για τη «φύλαξη και συντήρηση» των Μαρμάρων του Παρθενώνα. Ο χρόνος επουλώνει τις πληγές στους ανθρώπους αλλά όχι στα μάρμαρα. Γι’ αυτό το Βρετανικό Μουσείο δεν πρέπει να πάρει «άφεση αμαρτιών» για τον απαράδεκτο ερασιτεχνισμό του ­ έστω και αν αυτός έχει πλέον ηλικία 60 ετών. Πολύ περισσότερο αν, όπως είναι πιθανό να αποδειχθεί, ο «αισθητικός βανδαλισμός» του Λόρδου Ντουβίν ήταν το πρώτο μέρος μιας σοβαρής ζημιάς που ολοκληρώθηκε το 1949. Ενα βρετανικό σκάνδαλο



«Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η κεφαλή του αλόγου της Σελήνης, ο Ηλιος και η Ιρις έχουν πάθει πολύ σοβαρή ζημιά» μού λέει ο καθηγητής Σεντ Κλερ στο σπίτι του, στην περιοχή Μπελγκράβια του Λονδίνου. Ανοίγει το βιβλίο του και δείχνει το άγαλμα του Ηλίου λέγοντας:


«Βλέπετε τη διαφορά ανάμεσα στην αυθεντική σκούρα περιοχή και στην ξυμένη λευκή. Σηματοδοτεί τη στιγμή που ο διευθυντής του μουσείου συνειδητοποιεί τι συμβαίνει και δίνει εντολή να σταματήσουν οι εργασίες».


­ Είστε απολύτως σίγουρος γι’ αυτό;


«Ο Μανόλης Κορρές ­ ο μοναδικός άνθρωπος μετά τους ειδικούς του 5ου π.Χ. αιώνα που ξέρει τόσο πολλά για τον Παρθενώνα ­ έχει γράψει για την έκπληξή του αναλογιζόμενος τα εργαλεία με τα οποία εργάζονταν οι αρχαίοι έλληνες καλλιτέχνες. Δεν ξέρουμε τι ακριβώς εργαλεία χρησιμοποιούσαν. Αναγνωρίζουμε όμως πως ήταν προηγμένα, από τα σημάδια τους. Και εδώ τα σημάδια των εργαλείων δεν είναι ορατά. Κάτι το οποίο ­ πέραν των μυστικών εγγράφων και της γνώσης πως τα μάρμαρα των αρχαίων Ελλήνων δεν ήταν λευκά αλλά βαμμένα ­ οδηγεί στο συμπέρασμα πως το μάρμαρο έχει ξυστεί».


­ Ο εκπρόσωπος του Μουσείου ισχυρίζεται πως μεγαλοποιείτε τη ζημιά.


«Λένε πως μεγαλοποιώ τη ζημιά αλλά η επίσημη αναφορά του 1939 τονίζει κατά λέξη πως «η ζημιά είναι εμφανής και δεν μπορεί να μεγαλοποιηθεί». Πώς μπορεί σήμερα το μουσείο να πει πως μεγαλοποιώ κάτι που δεν μπορεί να μεγαλοποιηθεί;».


­ Δηλαδή δεν μπορεί να μεγαλοποιηθεί γιατί είναι μεγάλης εκτάσεως;


«Ακριβώς! Το μουσείο προσπαθούσε πάντοτε να υποβαθμίσει το γεγονός και αυτό συνεχίζει να κάνει. Προσέξτε: έχω εξετάσει μερικά αντίγραφα των κομματιών αυτών που δημιουργήθηκαν πολύ πριν από τη δεκαετία του ’30. Βρίσκονται στο Λονδίνο, στο Κέιμπριτζ και ένα στο Βερολίνο. Είναι φανερό πως υπάρχουν πολύ περισσότερα σημάδια από τα εργαλεία των αρχαίων Ελλήνων στα αντίγραφα από όσα υπάρχουν στα πρωτότυπα που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο! Πάντως ελπίζω να είμαι υπερβολικός, όπως λέει το μουσείο. Θα ήθελα να ήταν αλήθεια. Γιατί πρόκειται για μια αληθινή τραγωδία. Για μια καταστροφή. Βέβαια οι καταστροφές γίνονται τμήμα της ιστορίας. Οπως για παράδειγμα η καταστροφή που μπορεί να έγινε στον Παρθενώνα από μια οβίδα. Αυτή η καταστροφή για την οποία μιλάμε είναι ένα ανάλογο, εξίσου ατυχές, περιστατικό στην ιστορία των γλυπτών».


­ Θα πρέπει να σταλεί στην Ελλάδα μια επίσημη βρετανική συγγνώμη;


«Πρόκειται για ένα βρετανικό σκάνδαλο. Και αν ήμουν υπουργός Πολιτισμού θα ενδιαφερόμουν να μάθω γιατί η ενημέρωσή μου σε αυτό το θέμα ήταν τόσο ανεπαρκής. Εχω γράψει στο βιβλίο μου πως χρειαζόμαστε μια διεθνή ανεξάρτητη επιστημονική έρευνα για να αποκατασταθεί η αξιοπιστία και η φήμη του μουσείου ­ και χαίρομαι που αυτό το αίτημα έγινε δεκτό. Υπάρχουν νέες τεχνικές ­ όπως το laser scanning («σάρωση με λέιζερ») ­ και αυτά τα παλαιά αντίγραφα που ανέφερα θα πρέπει επίσης να εξεταστούν προσεκτικά για να εκτιμηθεί η διαφορά. Να δούμε τι χάθηκε για πάντα και τι παραμένει. Αλλά και τι προστέθηκε. Γιατί ως «επανορθωτικό μέτρο» πιστεύω ότι προτιμήθηκε η πρόσθεση κεριού».


­ Πιστεύετε πως έπειτα από αυτή την αποκάλυψη η κυριότητα της Βρετανίας επάνω στα γλυπτά είναι πλέον υποβαθμισμένη;


«Ολοι αποδέχθηκαν πως τα Γλυπτά του Παρθενώνα είχαν κρατηθεί σε πολύ καλή κατάσταση. Ακόμη και η Μελίνα Μερκούρη ποτέ δεν αμφισβήτησε κάτι τέτοιο. Ελάχιστοι βέβαια ήξεραν την αλήθεια. Αλλά σιωπούσαν. Αυτό το επιχείρημα της «σωστής συντήρησης και φύλαξης» πρέπει να πάψει να λέγεται».


­ Η λεύκανση των γλυπτών ήταν η απαίτηση ενός υπεροπτικού μυαλού ή ήταν απλώς ένα λάθος;


«Λέγεται συχνά πως οι άνθρωποι του παρελθόντος είχαν διαφορετικές απόψεις για το ποια ήταν η σωστή πρακτική συντήρησης. Μπορώ να το δεχθώ σε άλλες περιπτώσεις. Οχι σε αυτήν. Γιατί ήταν γνωστό ακόμη και πιο πριν από την εποχή του λόρδου Ελγιν πως τα γλυπτά ήταν βαμμένα. Ξύστηκαν γιατί απλώς και μόνο ο λόρδος Ντουβίν είχε υποκαταστήσει το μουσείο. Είχε δώσει εντολές σε τεχνικούς να κάνουν χωρίς καμία εποπτεία αυτό που εκείνος ήθελε».


­ Γιατί τα επιθυμούσε λευκά;


«Δεν έδινε σημασία σε τίποτε που δεν ταίριαζε με τις απόψεις του. Πίστευε πως τα αρχαία μάρμαρα πρέπει να είναι λευκά. Ο λόρδος Ντουβίν ήταν ένας αδίστακτος έμπορος έργων τέχνης που αποδεδειγμένα άλλαζε τους πίνακες ζωγραφικής που πουλούσε για να τους κάνει αρεστούς στους αμερικανούς πελάτες του. Οπότε άλλαξε αυθαίρετα την όψη των γλυπτών για να τα κάνει αρεστά στον εαυτό του».


­ Πράγματι αυτό συνέβη στο 80% των γλυπτών;


«Σαφέστατα, σύμφωνα με τα έγγραφα του μουσείου, συνέβη στα αγάλματα του Ηλίου, του αλόγου της Σελήνης και της Ιριδος. Η κρίση μου για τα υπόλοιπα στηρίζεται στην προσωπική μου επιστημονική εκτίμηση. Πάντως αν πάτε να δείτε ξανά τα Γλυπτά, θα παρατηρήσετε και εσείς σε ορισμένα ­ ελάχιστα ­ σημεία μια περίπου καφέ πατίνα ή ίχνη αυτής. Είναι το χρώμα που έχει το μέλι. Αυτό είναι το αυθεντικό χρώμα. Πρόκειται για τα σημεία που δεν ξύστηκαν. Είναι ασφαλώς ελάχιστα».


Σηκώνεται από την καρέκλα, παίρνει ένα βιβλίο από το ψηλότερο ράφι της βιβλιοθήκης και μου δείχνει τη φωτογραφία ενός αυτοπορτρέτου, από το 1880, του λόρδου Λέιτον ­ διάσημου καλλιτέχνη του 19ου αιώνα και προέδρου της Βασιλικής Ακαδημίας ­ το οποίο απεικονίζει τον λόρδο μπροστά από τα Γλυπτά: «Κοιτάξτε. Δεν είναι λευκά. Δεν είναι όπως παρουσιάζονται σήμερα. Επαναλαμβάνω πάντως πως θα ήμουν ευχαριστημένος αν αποδειχθεί πως η ζημιά είναι μικρότερη». Νικ Φίλντινγκ «Να επιστραφούν στην Ελλάδα» Μιλάει ο δημοσιογράφος που έφερε πρώτος στη δημοσιότητα το θέμα


Συνέντευξη με τον κ. Νικ Φίλντινγκ, τον δημοσιογράφο της εφημερίδας «Mail on Sunday» ο οποίος πρώτος εξασφάλισε την παγκόσμια αποκλειστικότητα της αποκάλυψης των συμπερασμάτων του καθηγητή Σεντ Κλερ.


­ Συγχαρητήρια για την επιτυχία σας.


«Σας ευχαριστώ πολύ».


­ Πιστεύετε πως θα ήταν καλύτερο για τα γλυπτά να ήταν στην Ελλάδα τους τελευταίους δύο αιώνες;


«Είναι μια πολύ δύσκολη ερώτηση. Οταν τα αφαίρεσε από τον Παρθενώνα ο Λόρδος Ελγιν υπήρξε ένας τρομακτικός ανταγωνισμός μεταξύ Αγγλων και Γάλλων να πάρουν ό,τι μπορούσαν. Αντικείμενα τέχνης από μια Ελλάδα που δεν είχε τον έλεγχο του εδάφους της. Αν δεν το έκανε ο Ελγιν, θα το έκαναν οι Γάλλοι. Θα τα είχε σήμερα κάποια άλλη δύναμη ή θα είχαν καταστραφεί. Το αίτημα της επιστροφής όμως δεν έχει σχέση με αυτό. Είναι κάτι σημερινό, είναι ένα ηθικό ζήτημα και έχει επίσης σχέση με την απόδοση δικαιοσύνης. Πρόκειται για αντικείμενα στενά συνδεδεμένα με την ελληνική αίσθηση ταυτότητας. Αν αντικείμενα της ίδιας σημασίας είχαν παρθεί από τη Βρετανία, π.χ. από το Στόουνχετζ, κάθε Βρετανός θα τα ήθελε πίσω».


­ Πηγή της Ντάουνινγκ Στριτ δήλωσε προς «Το Βήμα» ότι «η άποψη της αγγλικής κυβέρνησης συγκλίνει με αυτούς που πιστεύουν πως τα Γλυπτά του Παρθενώνα αποκτήθηκαν έπειτα από άδεια που εκδόθηκε από τη νόμιμη εξουσία της εποχής». Συμφωνείτε;


«Καθόλου. Ο Ελγιν δεν είχε άδεια. Κανένας δεν είδε το περίφημο φιρμάνι. Μόνο μια μετάφρασή του. Σημειώστε πως δεν υπάρχει έγγραφο σε Οθωμανική Βιβλιοθήκη για οποιοδήποτε τέτοιο φιρμάνι. Επιπλέον, ακόμη και από τη μετάφραση που παρουσιάζεται ως αυθεντική δεν προκύπτει ότι δίδεται σε κανέναν η άδεια να αφαιρέσει οτιδήποτε από τον ναό του Παρθενώνα. Το συγκεκριμένο έγγραφο μιλά για μετατόπιση χαραγμένων πλακών και βράχων. Οχι για την καταστροφή του κτιρίου. Οχι για την αφαίρεση κομματιών από αυτό. Τα Γλυπτά πρέπει να επιστρέψουν στην Ελλάδα και κανένας στην Αγγλία δεν θα αισθανθεί προδομένος. Γιατί πολύ εύκολα σήμερα πετάμε προς την Αθήνα. Οσο για το Βρετανικό Μουσείο, μπορεί να εκθέσει αντίγραφα. Αλλωστε πολλά αντίγραφα που έγιναν πριν από τη δεκαετία του ’30 πλησιάζουν περισσότερο τα αρχαία αυθεντικά από τα σημερινά αυθεντικά γιατί τα εκμαγεία τους δημιουργήθηκαν επάνω στα γλυπτά προτού αυτά ξυστούν. Ακόμη, δεν πιστεύω ότι εκτίθενται σωστά στο Βρετανικό Μουσείο. Γιατί τα Μάρμαρα βρίσκονταν γύρω από το εξωτερικό ενός ναού. Τώρα βρίσκονται γύρω από το εσωτερικό ενός κτιρίου. Για τους αρχαίους Ελληνες ο ναός με τα γλυπτά επάνω του ήταν το κέντρο. Σήμερα ο επισκέπτης είναι το κέντρο και τα γλυπτά παρατάσσονται γύρω του. Και μάλιστα δεν παρατάσσονται με την ίδια ροή με την οποία βρίσκονταν επάνω στον Παρθενώνα. Στο Βρετανικό Μουσείο τα Γλυπτά του Παρθενώνα δεν αποδίδουν σωστά αυτό για το οποίο φτιάχτηκαν».


­ Το Βρετανικό Μουσείο ως προς το πρόσφατο θέμα ισχυρίζεται ότι το 1939 δεν είχε με κανέναν τρόπο τηρήσει μυστικότητα.


«Εχω όλα τα αποκόμματα από εφημερίδες του 1938 και του 1939. Ολοι οι πολιτικοί και οι άνθρωποι του Μουσείου αρνούνταν κατηγορηματικά ότι είχε συμβεί σοβαρή ζημιά. Ο καθηγητής Σεντ Κλερ αποκάλυψε μια αλήθεια που δεν είχε ποτέ αποκαλυφθεί σε κανέναν. Χρειάστηκε 12 χρόνια συνεχών αιτημάτων για να του επιτρέψουν να δει τα έγγραφα. Ψίθυροι διέρρεαν ασφαλώς, αλλά διαψεύδονταν διαρκώς σε τέτοιο βαθμό που οι εφημερίδες εγκατέλειψαν το θέμα».


­ Δηλαδή ένας πλούσιος δωρητής μπορούσε να έχει τον έλεγχο του Βρετανικού Μουσείου;


«Σίγουρα είχε τον έλεγχο αυτών των αιθουσών. Ο Λόρδος Ντουβίν αγόρασε επιρροή μέσα στο Μουσείο και τη χρησιμοποίησε για να καταστρέψει αυτόν τον κορυφαίο θησαυρό».


­ Μπορούμε να αμφισβητήσουμε τον θαυμασμό του Λόρδου για τα μάρμαρα;


«Πιστεύω ότι δεν είχε κανέναν σεβασμό για την τέχνη. Η τέχνη ήταν γι’ αυτόν ένας τρόπος να κάνει τον εαυτό του να φαίνεται μεγαλειώδης. Γιατί στην αίθουσα υπάρχει χαραγμένο με μεγάλα γράμματα μόνο το δικό του όνομα και όχι το όνομα του Φειδία ή έστω του Ελγιν; Ο Λόρδος Ντουβίν με τις πράξεις του ήταν σαν να έλεγε ότι «το ξέρω πως δεν ήταν έτσι, αλλά αφού τα προτιμώ έτσι, ο κόσμος θα τα έχει έτσι»».


­ Σκεφθήκατε μήπως ο καθηγητής Σεντ Κλερ «μεγαλοποιεί τα πράγματα», όπως ισχυρίζεται το Μουσείο;


«Δεν έχει λόγο να μεγαλοποιεί τα πράγματα. Αντιθέτως, το Μουσείο έχει πολλούς λόγους να υποβαθμίζει το γεγονός».


­ Χαίρομαι που οι θέσεις σας είναι φιλικές προς την Ελλάδα.


«Οι θέσεις μου είναι φιλικές προς την ανθρωπότητα. Και φυσικά φιλικές προς την Ελλάδα. Πάντως είναι ένα θέμα που πρέπει να αφορά τον καθένα σε αυτόν τον πλανήτη. Το ότι τα μάρμαρα πρέπει να επιστρέψουν στην Ελλάδα». Κρις Σμιθ «Ο,τι πουν οι ειδικοί» Τι δηλώνει στο «Βήμα» ο υπουργός Πολιτισμού της Βρετανίας…


Ο υπουργός Πολιτισμού της Βρετανίας κ. Κρις Σμιθ απέφευγε ολόκληρη την εβδομάδα να σχολιάσει τις αποκαλύψεις του καθηγητή Σεντ Κλερ. Τελικώς όμως έκανε ορισμένες δηλώσεις προς «Το Βήμα» την Πέμπτη, στο περιθώριο των εγκαινίων της έκθεσης «12 for 2000», που αφορά παρουσιάσεις μακετών για τα 12 μεγάλα έργα με τα οποία η Βρετανία θα εορτάσει τη νέα χιλιετία.


­ Θα ήθελα να σχολιάσετε το επίμαχο θέμα της λεύκανσης των γλυπτών του Παρθενώνα.


«Το μόνο που θέλω να πω είναι πως το Βρετανικό Μουσείο εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία προτείνεται ένα διεθνές συνέδριο όπου και θα εξεταστεί το ζήτημα».


­ Η κυβέρνηση υποστηρίζει την πρωτοβουλία του μουσείου;


«Την υποστηρίζουμε σαφέστατα και είμαστε ιδιαίτερα περίεργοι να δούμε τι θα προκύψει από αυτό το συνέδριο».


­ Δεν νομίζετε πως το βρετανικό επιχείρημα ότι τα Μάρμαρα φυλάσσονται καλά έχει χάσει προς το παρόν την εγκυρότητά του;


«Το επιχείρημα παραμένει. Σήμερα τα Γλυπτά του Παρθενώνα φυλάσσονται πολύ καλά. Διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση και βλέπονται χωρίς αντίτιμο εισόδου από 6 εκατ. επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Παρουσιάζονται με άψογο τρόπο. Και έχω να προσθέσω πως ελπίζω να μείνουν έτσι».


­ Ως και πριν από τις περυσινές εκλογές ήσασταν ένας από τους ισχυρούς υποστηρικτές της επιστροφής των Μαρμάρων στην Ελλάδα. Δεν μπορείτε ασφαλώς να το παραδεχθείτε, αλλά πιστεύω πως βαθιά μέσα σας εύχεστε την επιστροφή.


(Χαμογελά). «Οχι. Καθόλου δεν συμβαίνει αυτό που λέτε».


­ Υποστηρίζετε όμως άμεσα την ανάγκη να ερευνηθεί η υπόθεση της λεύκανσης των γλυπτών.


«Οχι. Εκείνο που υποστηρίζω είναι η πρόταση του μουσείου, για ένα διεθνές συνέδριο με θέμα τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Επειτα θα ξέρουμε πολύ περισσότερα». Ευάγγελος Βενιζέλος Εμμεση ομολογία …και πώς απαντά ο έλληνας υπουργός Πολιτισμού


«Εμμεση πλην σαφή ομολογία ενοχής συνιστούν τόσο οι ανακοινώσεις του Βρετανικού Μουσείου όσο και οι δηλώσεις του βρετανού συναδέλφου μου. Είναι έκδηλη η αμηχανία της βρετανικής πλευράς. Το Βρετανικό Μουσείο μετακινήθηκε από την πρόσκληση προς τον κ. Ουίλιαμ Σεντ Κλερ να συζητήσουν το θέμα στην ιδέα για τη σύσταση διεθνούς ερευνητικής επιτροπής και τώρα βλέπω ότι αυτό που τελικά προτείνει είναι η διοργάνωση ενός διεθνούς συνεδρίου για τα Μάρμαρα. Αναρωτιέμαι: ενός διεθνούς συνεδρίου για ποια Μάρμαρα, αυτά που βρίσκονται στη φυσική τους θέση στον βράχο της Ακρόπολης ή αυτά που βασανίστηκαν στο Βρετανικό Μουσείο; Ενα συνέδριο για ποιο πράγμα, για τη συντήρησή τους ή για την επιστροφή τους; Ενα διεθνές συνέδριο με ποιους επιστήμονες εκτός Βρετανίας; Ποιος σοβαρός επιστήμονας δέχεται να συζητήσει για τον τρόπο που το Βρετανικό Μουσείο φέρεται στα Μάρμαρα, χωρίς να θέσει ταυτοχρόνως το ζήτημα της αποκατάστασης της ακεραιότητας του μνημείου με την επιστροφή των γλυπτών στην Αθήνα; Αρκούμαι να επαναλάβω ότι με επιστολή μου στον κ. Σμιθ και στον γενικό διευθυντή της UNESCO κ. Φεντερίκο Μαγιόρ προτείνω τη συγκρότηση διεθνούς επιτροπής εμπειρογνωμόνων υπό την αιγίδα είτε της UNESCO είτε του ICOM, ανάλογα με την προτίμηση της Βρετανίας. Δεν σταματώ όμως εδώ. Στην επιστολή μου προς τον κ. Σμιθ προτείνω ένα ολοκληρωμένο και δημιουργικό σχήμα για την οριστική επίλυση του ζητήματος, στο πλαίσιο της στενής και οργανωμένης ελληνοβρετανικής πολιτιστικής συνεργασίας». ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ «Κάναμε λάθος, το παραδεχθήκαμε»


«Η γραμμή που ακολουθήσαμε, η οποία εκφράζει και την αλήθεια, είναι ότι ο ισχυρισμός της απόκρυψης δεν είναι αληθινός» λέει ο εκπρόσωπος Τύπου του Βρετανικού Μουσείου κ. Αντριου Χάμιλτον. «Το Μουσείο παραδέχθηκε το 1939 ότι μερικά από τα γλυπτά καθαρίστηκαν υπερβολικά με τη χρησιμοποίηση μεθόδων που δεν είχαν την επίσημη έγκριση».


­ Είναι δυνατόν να έχουμε ένα αντίγραφο της ανακοίνωσης του 1939 η οποία πιστοποιεί αυτό που λέτε;


«Η πληροφορία βγήκε με μορφή δήλωσης προς τον Τύπο αλλά και ερωτήσεων στο Κοινοβούλιο. Δεν εκδώσαμε κάποιο είδος δελτίου Τύπου. Η πληροφορία μεταφέρθηκε από στόμα σε στόμα. Τα μέσα ενημέρωσης της εποχής απλώς μιλούσαν με τους εκπροσώπους του Μουσείου».


­ Τα πάντα δηλαδή μεταφέρονταν «από στόμα σε στόμα»;


«Ναι. Θα πρέπει βέβαια να υπήρχε κάποια δήλωση σε χαρτί, αλλά δεν ξέρω αν μπορούμε εύκολα να το βρούμε σήμερα αυτό το έγγραφο. Πάντως δημοσιεύθηκε. Πριν από 60 χρόνια παραδεχθήκαμε ότι δεν υπήρξε ικανοποιητική επίβλεψη σε κάποιες εργασίες καθαρισμού».


­ Η αποκάλυψη του καθηγητή Σεντ Κλερ καταστρέφει τη φήμη του Βρετανικού Μουσείου;


«Οχι, καθόλου. Ηταν ένα σοβαρό λάθος. Αν το είχαμε αποκρύψει, μόνο τότε η κατηγορία θα ήταν σωστή».


­ Πιστεύετε ότι θα πρέπει να υπάρξει από εδώ και στο εξής μια επιγραφή δίπλα στα Μάρμαρα που να μιλά για αυτή την ατυχή στιγμή του Μουσείου; Γιατί, αφού δεν υπάρχει, σημαίνει ότι το Μουσείο προσπαθεί να κρύψει το λάθος του.


«Αυτό είναι πολύ δύσκολο να απαντηθεί. Σήμερα σχεδόν κανείς δεν ζει από τους τότε επισκέπτες. Το μοντέρνο κοινό βλέπει αυτό ακριβώς που φαντάζεται ότι θα δει. Γενικά είναι δύσκολο να ξέρουμε αν η εμφάνισή τους άλλαξε ή όχι. Σίγουρα ο καθαρισμός τα έκανε πιο λευκά. Λέγεται πως είχαν μια μελί πατίνα. Αλλά αυτό αφορά περισσότερο τους μελετητές και όχι το κοινό».


­ Το Μουσείο παραδέχεται ότι έγινε σοβαρό λάθος. Αυτό σημαίνει πως η εμπειρογνωμοσύνη του τίθεται υπό αίρεσιν;


«Η εμπειρογνωμοσύνη του Μουσείου ήταν σίγουρα υπό αίρεσιν τη συγκεκριμένη εποχή. Παρ’ ότι η εμπειρογνωμοσύνη και η επιδεξιότητα ήταν εκεί με τη μορφή των επιμελητών, εκείνο που συνέβη ήταν πως κάποιοι νέοι άνθρωποι δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους. Επίσης υπάρχουν και κάποια στοιχεία για ανθρώπους του Λόρδου Ντουβίν που πήραν μέρος σε αυτή την ατυχή επιχείρηση καθαρισμού».


­ Ναι, αλλά η ευθύνη ανήκει αποκλειστικά και μόνο στο Μουσείο.


«Απολύτως! Αυτό έχει γίνει παραδεκτό. Οι επιμελητές του τμήματος βρέθηκε ότι δεν κατάφεραν να επιβλέψουν σωστά τον χώρο. Αυτό είναι ασυγχώρητο και έγινε παραδεκτό τότε. Οι υπεύθυνοι είτε συνταξιοδοτήθηκαν πρόωρα είτε αναγκάστηκαν σε παραίτηση είτε τιμωρήθηκαν αυστηρά. Επίσης, όταν ανακαλύφθηκε τι συνέβαινε, αμέσως σταμάτησε κάθε εργασία λεύκανσης. Το Βρετανικό Μουσείο έκανε ένα λάθος αλλά κανένας δεν μπορεί να πει ότι το απέκρυψε».


* Στις Νέες Εποχές: Τι κάνουμε εμείς για τα γλυπτά